29 Απρ 2014

Κόμμα παντός καιρού

 Κόμμα παντός καιρού

Η κε του μπλοκ δημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα από την μπροσούρα της ιδεολογικής επιτροπής (ιε) της κετουκε «κόμμα παντός καιρού – ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση του κκε». Θα ακολουθήσουν δύο ακόμα αναρτήσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο και αποσπάσματα από την μπροσούρα. Αυτά που ακολουθούν προέρχονται από το εισαγωγικό υποκεφάλαιο (σελ 9-24) και αυτό που έχει τίτλο: «εμπόδια και δυσκολίες στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης. Αδυναμίες της δικής μας παρέμβασης» (σελ 48-65). Αφορμή για την επιλογή των συγκεκριμένων κομματιών έδωσε μια ερώτηση του ντέμη στη συζήτηση που άνοιξε σε μια προηγούμενη ανάρτηση για την ωρίμανση των συνειδήσεων και του υποκειμενικού παράγοντα.

Σημειώνω απλώς εισαγωγικά ότι η μπροσούρα έχει εκλαϊκευτικό χαρακτήρα αλλά δεν περιορίζεται σε στερεοτυπικές απαντήσεις και προσεγγίζει με ενδιαφέροντα και πολύ ουσιαστικό τρόπο κάποια σημαντικά ζητήματα. Προσωπικά τη θεωρώ ένα από τα πιο ενδιαφέροντα γραπτά που έχει δώσει η ιε της κετουκε (με επικεφαλής το μάκη παπαδόπουλο εδώ και λίγο καιρό) και το κόμμα συνολικά το τελευταίο διάστημα. Εξυπακούεται πως η αντιγραφή των κομματιών αυτών αποσκοπεί να παροτρύνει το σφο αναγνώστη να αγοράσει και (προπαντός) να μελετήσει τη συγκεκριμένη έκδοση.
Εύχομαι καλή ανάγνωση και νηφάλιο σχολιασμό.
-.-.-
Έχουμε επίγνωση ότι το εργατικό κίνημα και οι σύμμαχοί του στην Ευρώπη και στην Ελλάδα είναι σε μια φάση σχετικής υποχώρησης. Η δυσαρέσκεια που εκφράζουν συνδυάζεται με τη σχετική ακινησία τους. Παρά το γεγονός ότι αυτή η κατάσταση εμφανίζεται οξυμένη στις συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, είναι σαφές ότι η τάση απομαζικοποίησης και αλλοίωσης του ταξικού προσανατολισμού του εργατικού κινήματος έχει διαμορφωθεί εδώ και πολλά χρόνια, ανεξάρτητα από την κρίση και αρκετά πριν την καπιταλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Στην Ελλάδα ένα σημαντικό μέρος εργατών και εργατριών, λαϊκών μαζών «κουράστηκαν» ή απογοητεύτηκαν, γιατί οι συνδικαλιστικοί αγώνες δεν έφεραν άμεσα αποτελέσματα. Ένα άλλο μέρος τηρεί στάση αναμονής περιμένοντας, μάταια βέβαια, ότι κάπου θα μπει ένα τέλος στα βάρβαρα μέτρα, ελπίζοντας ότι μπορεί να γίνει κάποια αλλαγή από τα πάνω. Δεν είναι ο φόβος και η απογοήτευση το άλφα και το ωμέγα της υποχώρησης, αλλά οι συνέπειες από το μακρόχρονο εγκλωβισμό στα βαριά ιδεολογικά δεσμά της αστικής ιδεολογίας και προπαγάνδας, που ενισχύονται με τις αντιλήψεις και την πρακτική του ρεφορμισμού και οπορτουνισμού στο κίνημα, στους τόπους δουλειάς, στις μαζικές οργανώσεις. Κυριαρχεί η λογική των μειωμένων απαιτήσεων, που αναπαράγει παλιές και παράγει νέες αυταπάτες. Αυτά τα δεσμά «πλέκονται» γύρω από τον εργάτη, τον υπάλληλο, το φτωχό αυτοαπασχολούμενο και αγρότη, από τα πρώτα βήματα της ζωής του, και βεβαίως ενισχύονται αποφασιστικά στον χώρο δουλειάς, ενώ έχει προετοιμαστεί η συνείδηση να θεωρεί τον καπιταλιστή ως αυτόν που δίνει δουλειά, διανέμει τα εισοδήματα. Πρόκειται για συνείδηση που οδηγεί τον άνθρωπο να σκέπτεται με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω.
Στο φόβο και την αυταπάτη, στην απάθεια και στην απογοήτευση συμβάλλει και η αδυναμία κατανόησης της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, του χαρακτήρα των κομμάτων και της σχέσης τους με την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας. Επιπλέον δυσκολίες δημιουργεί η άγνοια του γεγονότος ότι ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι επαρκεί για να ικανοποιούνται οι σύγχρονες ανάγκες τους αρκεί να καταλήγει ολόκληρος σε αυτούς, με την προϋπόθεση της κοινωνικής ιδιοκτησίας των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού κάτω από το δικό τους εργατικό λαϊκό έλεγχο, η άγνοια ή ημιμάθεια για το τι είναι και πώς λειτουργεί το καπιταλιστικό σύστημα, για τον επαναστατικό ρόλο της εργατικής τάξης, οι εδραιωμένες κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Για τις παραπάνω αδυναμίες, οπωσδήποτε υπάρχουν –στο βαθμό που του αναλογούν- ευθύνες και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και στο Κόμμα μας, που δεν μπόρεσε πάντοτε ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το αστικό δίκτυο ενσωμάτωσης, τις προτάσεις στήριξης αστικών κυβερνητικών λύσεων.
Απαιτείται η συνεχής επανάληψη των θέσεών μας για τη στρατηγική του κόμματος, των βασικών μας εκτιμήσεων, της πείρας της ταξικής πάλης, μέσα στην κομματική ζωή και λειτουργία, στην αρθρογραφία του Ριζοσπάστη και της ΚΟΜΕΠ, στην προπαγάνδα, στις παρεμβάσεις μας, ώστε να εμπεδώνονται οι γνώσεις και οι κατευθύνσεις. Να συζητιέται πως το Πρόγραμμα του Κόμματος θα εκλαϊκεύεται στις κοινωνικές δυνάμεις, ώστε να είναι κατανοητό, πειστικό, πώς θα διεισδύει στο μαζικό κίνημα, εκεί δηλαδή που η ανομοιομορφία της συνείδησης είναι πολύ μεγάλη, ενώ είναι έντονη η παρέμβαση των άλλων κομμάτων και των μηχανισμών τους. Η ιδεολογική δουλεία, η ζύμωση και προπαγάνδα δε φτάνει να γίνεται κατά κύματα και μάλιστα έχοντας ως αφετηρία ή αφορμή την τρέχουσα επικαιρότητα, δεν αρκεί να γίνεται με τη μορφή επανάληψης των γενικών μας συνθημάτων.
Ωστόσο η επανάληψη αυτή πρέπει να γίνεται με ζωντάνια και μαχητικότητα, να εμπλουτίζεται μέσα από τις εξελίξεις και την επικαιρότητα. Με λίγα λόγια, η έκθεση της στρατηγικής και των βασικών θέσεων του Κόμματος δεν πρέπει να παίρνει τον χαρακτήρα αξιώματος, αλλά αντίθετα πρέπει να προκαλεί το ενδιαφέρον, να είναι σαφές σε ποια ερωτήματα και συγχύσεις των μαζών απαντάνε. Το θέμα δεν είναι να ενημερώνουμε μόνο για τις θέσεις, τις εκτιμήσεις και τις ριζικά διαφορετικές μας απόψεις, ταυτόχρονα πρέπει να βοηθάμε να κατανοείται γιατί καταλήγουμε σε αυτή τη θέση και όχι σε άλλη, γιατί κάνουμε εκείνο ή τον άλλο χειρισμό, με ποια κριτήρια εξετάζουμε τις εξελίξεις. Η έκθεση των θέσεών μας με τη μορφή αξιώματος ή γενικής κριτικής στα άλλα κόμματα σαν μάθημα από καθέδρας δεν προσελκύει καθώς διατυπώνεται σε ένα έδαφος όπου όλες οι άλλες δυνάμεις παρουσιάζουν τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης ως μονόδρομο. Σε αυτό το έδαφος απαιτείται πιο βαθιά επιχειρηματολογία για την πειστική ανάδειξη της δυνατότητας, της ωριμότητας και της αναγκαιότητας ενός εντελώς διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης της κοινωνίας που απαιτεί εθελοντική στράτευση και προσφορά θυσιών και μάλιστα σε περίοδο νίκης της αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες. Όλα μοιάζουν να είναι εναντίον μας την ίδια στιγμή που η πορεία του καπιταλισμού παρέχει σήμερα πολύ περισσότερες αποδείξεις για την αναγκαιότητα της στρατηγικής επιδίωξης του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό, ενώ η ιστορία έδειξε πόσο αναγκαία ήταν η διόρθωση λαθών του παρελθόντος όχι μόνο στη στρατηγική του ΚΚΕ αλλά και διεθνώς.
-.-.-
Η δυσκολία στην κατανόηση της περιπλοκότητας της διαδικασίας διαμόρφωσης πολιτικής συνείδησης από την πλευρά της εργατικής τάξης αναδεικνύεται με διάφορες αφορμές. Για παράδειγμα –με αφορμή τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012, αλλά και τη δυσκολία να μετατραπεί η γενική απεργία σε ισχυρό όπλο πάλης και αντεπίθεσης- αρκετοί σύντροφοι και φίλοι εκφράζουν μια ειλικρινή αγωνία ή και απογοήτευση για το γεγονός ότι οι εργάτες, οι υπάλληλοι δε μετατρέπουν την οργή και την αγανάκτησή τους σε πάλη και αγώνα.

Η αγωνία αυτή δεν εκφράζει απλά ένα συναίσθημα που αντικειμενικά έχει βάση, αλλά κυρίως δείχνει ότι δεν έχει γίνει βαθύτερα κατανοητό ότι η ταξική συνείδηση δεν αναπτύσσεται αυτόματα με βάση την όξυνση των προβλημάτων.

Πρέπει να κατανοηθεί βαθύτερα από τους κομμουνιστές ποιο είναι το περιεχόμενο αυτής της απογοήτευσης των εργαζομένων, έτσι ώστε να ερμηνεύεται σωστά και η πολιτική της συμπεριφορά. Η απογοήτευση εκφράζει την κούραση που φυσιολογικά προκαλεί το γεγονός ότι απέναντι στο λαό στέκεται μια εξουσία, μια κυβέρνηση που δεν κάνει ούτε ένα βήμα υποχώρησης, ακόμα και όταν τα εκλογικά της ποσοστά παίρνουν τον κατήφορο. Απογοήτευση υπάρχει γιατί βλέπουν το πισωγύρισμα με την έννοια ότι παίρνονται πίσω κατακτήσεις εν μια νυχτί, ότι ζούμε χειρότερα από χθες, ότι γυρίσαμε σε μαζικά φαινόμενα φτώχιας κι εξαθλίωσης που είχαν ξεχαστεί, πρωτόγνωρα για τις νεότερες γενιές.

Η απογοήτευση δείχνει όμως την ανεπαρκή γνώση και συνείδηση ότι αυτή είναι η φύση και ο χαρακτήρας του καπιταλισμού, ότι όσο ο λαός δεν αμφισβητεί άρα δεν παλεύει κατά του ίδιου του συστήματος αλλά περιορίζεται στην πάλη κατά της μιας ή άλλης διαχείρισης, των αποτελεσμάτων της και όχι της πραγματικής αιτίας τους, τότε το κίνημα θα έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα ή και καμία δυνατότητα πίεσης.

Η απογοήτευση δείχνει ότι η κρίση δε συνειδητοποιείται ως κρίση του καπιταλιστικού συστήματος αλλά ως πρόβλημα κακοδιαχείρισης, με αποτέλεσμα η δυσαρέσκεια να εκδηλώνεται απέναντι σε κόμματα στα οποία πίστεψαν και στήριξαν.

Έκφραση αυτής της δυσκολίας βαθύτερης κατανόησης της πολιτικής συμπεριφοράς των εργαζομένων αποτελεί και το ακόλουθο ερώτημα το οποίο ακούγεται συχνά ακόμα και από έμπειρους αγωνιστές και το οποίο προβάλλεται στοχευμένα από τα αστικά ΜΜΕ: πώς είναι δυνατόν να φεύγουν μαζικά ψηφοφόροι από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και να σκαλώνουν σε άλλα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ που στην προηγούμενη Βουλή ήταν το τελευταίο σε βουλευτές κόμμα και το τρίτο κόμμα το ΚΚΕ να χάνει αντί να παίρνει ένα έστω μικρό ή μεγαλύτερο μερίδιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ