Η απάντηση στην περιβαλλοντική στρατηγική της ΕΕ
Στις σημερινές συνθήκες, η ΕΕ δίνει μάχη διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων της απέναντι στον οξυνόμενο διεθνή ανταγωνισμό. Η μάχη αυτή στοιχειοθετεί και την ομώνυμη κεντρική πολιτική της ΕΕ όλη την προηγούμενη περίοδο, την πολιτική της ανταγωνιστικότητας. Η πολιτική αυτή είναι διαχρονική και εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, με βασικές πλευρές τη διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης, από τη μια, και την εξεύρεση νέων πεδίων κερδοφορίας για τους μονοπωλιακούς ομίλους της, από την άλλη. Η επιδίωξη καθιέρωσης της πράσινης, αντιρρυπαντικής τεχνολογίας στοχεύει τόσο σε νέα πεδία κερδοφορίας για τους πρωτοπόρους, στον τομέα αυτό, ευρωπαϊκούς ομίλους, όσο και στην έμμεση εμπορική προστασία από τους ανταγωνιστές της, τα εμπορεύματα των οποίων κατατάσσονται στα «μη περιβαλλοντικά φιλικά».
Η αλήθεια για την «πράσινη ανάπτυξη»
Ενας
από τους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ για την ανάκαμψη της οικονομίας
της, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της, ώστε να βρεθεί σε πλεονεκτική
θέση στον ανταγωνισμό με τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όταν
ξεπεραστεί η κρίση, είναι η επιτάχυνση της μετάβασης προς μια οικονομία
χαμηλών εκπομπών άνθρακα - «πράσινη οικονομία». Είναι η ενθάρρυνση
επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς και μέτρα
μείωσης της ενεργειακής της εξάρτησης. Ετσι, η ΕΕ επιχειρεί να μειώσει
την εξάρτησή της από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, ενώ προσπαθεί ν' αυξήσει
το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στην παραγωγή
Ενέργειας σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και να προωθήσει τις
εξαγωγές ευρωενωσιακών προϊόντων και τεχνολογίας σε αυτόν τον τομέα. Γι'
αυτό και επιχειρεί να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση
πολιτικών που αφορούν την κλιματική αλλαγή, ενώ από τη Διάσκεψη της
Κοπεγχάγης προωθείται η επιβολή παγκόσμιων δεσμευτικών στόχων μείωσης
των ρύπων και δημιουργία αγοράς εκπομπών ρύπων για όλες τις χώρες του
ΟΟΣΑ.Ακόμη, η ΕΕ επεκτείνει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και στο πεδίο της «ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ» και «των κινδύνων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή», όπως οι συγκρούσεις για το νερό ή άλλους φυσικούς πόρους, οτιδήποτε μπορεί να αποτελεί πρόσχημα για εξαπόλυση της δολοφονικής βαρβαρότητας της ΕΕ ενάντια στους λαούς, για την εξασφάλιση των συμφερόντων των μονοπωλίων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προβάλλουν την πρόταση της «πράσινης ανάπτυξης» σαν διέξοδο που τάχα διασφαλίζει ταυτόχρονα την προστασία του περιβάλλοντος και τη φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση. Εμφανίζουν μια νέα πρόταση που οδηγεί δήθεν στην κοινωνική ευημερία, χωρίς σύγκρουση με την εξουσία των μονοπωλίων.
Η «πράσινη ανάπτυξη» συσκοτίζει τη βασική αιτία που προκαλεί τα οξυμένα προβλήματα του περιβάλλοντος, δηλαδή την άναρχη ανάπτυξη με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, την εμπορευματοποίηση της γης, του νερού, της Ενέργειας. Προβλέπει παχυλές κρατικές ενισχύσεις στους μονοπωλιακούς ομίλους για την παραγωγή νέων «πράσινων» εμπορευμάτων, π.χ. λιγότερο ρυπογόνων «πράσινων» αυτοκινήτων, ενισχύσεις που θα προέλθουν από νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος. Οι συνθήκες εργασίας και οι εργασιακές σχέσεις για την παραγωγή αυτών των εμπορευμάτων δεν πρόκειται να αλλάξουν βέβαια προς το καλύτερο. Θα παραμείνουν οι μαύρες εργασιακές σχέσεις της προσωρινής και της μερικής απασχόλησης, του ελαστικού ωραρίου, της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, η λαϊκή οικογένεια θα οδηγηθεί σε νέα επιβάρυνση, για να αντικαταστήσει το παλιό της αυτοκίνητο, να εκσυγχρονίσει το σπίτι της κ.λπ., σύμφωνα με τις νέες «πράσινες» προδιαγραφές.
Η εξέταση της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ αποκαλύπτει ότι στην πραγματικότητα, η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων από την οικονομική ανάπτυξη απαιτεί διαφορετικό κριτήριο στο σχεδιασμό της παραγωγής και συνεπακόλουθα διαφορετικές σχέσεις παραγωγής. Ο σχεδιασμός της παραγωγής με γνώμονα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών απαιτεί ξερίζωμα του κέρδους, απαιτεί κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και της γης, οργάνωση της παραγωγής με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο.
Διέξοδος ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, στον αντίποδα της πολιτικής της ΕΕ
Καπιταλιστικός
δρόμος ανάπτυξης και προστασία του περιβάλλοντος δε συμβιβάζονται,
γιατί ο πρώτος αποτελεί το υπόβαθρο και για την εκδήλωση, κάθε τόσο,
τεράστιων τεχνολογικής φύσης οικολογικών καταστροφών.Ο Κ. Μαρξ, στον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου», αναφέρει: «Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή αναπτύσσει μόνο την τεχνική και το συνδυασμό του κοινωνικού προτσές παραγωγής, υποσκάπτοντας ταυτόχρονα τις πηγές απ' όπου αναβλύζει κάθε πλούτος: τη γη και τον εργάτη».*
Πρόκειται για το θέμα της ανάπτυξης ως διαδικασίας με ταξικό προσδιορισμό, η οποία, κατά συνέπεια, συντελείται μέσα από αντιφάσεις εγγενείς στο δοσμένο κοινωνικοοικονομικό σύστημα.
Στις ταξικές κοινωνίες δεν υπάρχει μόνο ο κοινωνικός ανταγωνισμός στο εσωτερικό τους. Η παραγωγική διαδικασία, σαν διαδικασία ανταλλαγής του ανθρώπου με τη φύση, έχει επίσης ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά και προς τη φύση. Στον καπιταλισμό, λοιπόν, που τα μέσα παραγωγής είναι πολύ αναπτυγμένα, ο άνθρωπος απέναντι στη φύση ως «κατακτητής» καταλήγει να επιφέρει καταστροφικές συνέπειες στη φύση και τελικά στην κοινωνία. Οταν η κινητήρια δύναμη είναι το καπιταλιστικό κέρδος, όταν η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής βρίσκεται στα χέρια των καπιταλιστών, ανοίγει ο ασκός του Αιόλου. Ο νόμος του καπιταλισμού για την απόσπαση όσο το δυνατό υψηλότερης υπεραξίας, η καταλήστευση της εργατικής δύναμης δεν μπορεί παρά να συνοδεύονται από ληστρική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, περιβαλλοντικά προβλήματα, ανταγωνισμούς για την ιδιοκτησία και τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών, ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, πολέμους.
Γι' αυτό και το σύνθημα που προβάλλεται - «ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη» - στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί ως ουτοπία. Είναι δηλαδή σαν να ζητάς από το καπιταλιστικό σύστημα να αρνηθεί το βασικό νόμο κίνησής του, σε τελευταία ανάλυση να αυτοκαταργηθεί.
Εχει, πλέον, καταδειχτεί και στην πράξη ότι οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των διεθνικών μονοπωλίων, όπως αυτός διαμορφώνεται κάθε φορά, έχουν ως κύριο στόχο την παραπέρα κερδοφορία των κεφαλαίων που επενδύονται και όχι την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων σε συνδυασμό με την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Στον αντίποδα, βρίσκεται η οικονομία και πολιτική που στηρίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία όλων των φυσικών πόρων και των μέσων αξιοποίησής τους, στον κεντρικό σχεδιασμό, στην παραγωγή με κίνητρο την κοινωνική ευημερία. Μόνο με αυτές τις σοσιαλιστικές σχέσεις μπορεί να υπάρξει συνειδητή προγραμματισμένη ισόρροπη επίδραση του ανθρώπου στη φύση. Ετσι δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις μιας ανάλογης, με τους ίδιους στόχους, διευρωπαϊκής και παγκόσμιας συνεργασίας των λαών με αμοιβαίο όφελος.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα συνειδητοποιούν, καθώς αποκτούν τη δική τους εμπειρία, το ρόλο που παίζουν αποπροσανατολιστικά συνθήματα για τη «συνευθύνη όλων» και για «τους ανθρώπους πάνω από τα κέρδη», καθώς και την «εθελοντική», πλην καλά αμειβόμενη, δράση των διαπιστευμένων διεθνικών και εθνικών «Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων».
Η μεγάλη ιστορική κατάκτηση του αιώνα που πέρασε, ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής, έδωσε τα φύτρα, την προοπτική μιας εντελώς διαφορετικής σχέσης ανθρώπου και φύσης, το σχεδιασμό των χρήσεων της γης που ανήκει σε όλη την κοινωνία, την προώθηση της έρευνας και την επιλογή των βέλτιστων τεχνολογιών, με γνώμονα τη διαρκή και σε βάθος χρόνου ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, για μια πιο αρμονική επίδραση του ανθρώπου στη φύση, για μια πιο συμβατή προς τις ισορροπίες του οικοσυστήματος διαμόρφωση του ανθρώπινου περιβάλλοντος. Και όλα αυτά, συνδυασμένα με την εξάλειψη των πολέμων, την πολιτιστική ανάπτυξη, την καλλιέργεια της αλληλεγγύης μεταξύ των λαών, αναδείχνουν και από τη πλευρά της προστασίας του περιβάλλοντος, όχι μόνο την επικαιρότητα αλλά και την ιστορική αναγκαιότητα του Σοσιαλισμού.
Αυτή η δυνατότητα σήμερα, εμπλουτισμένη από τη θετική αλλά και την αρνητική πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα, επιβεβαιώνει αυτό το συμπέρασμα. Ορισμένα φαινόμενα περιβαλλοντικής ρύπανσης, που καταγράφτηκαν εκείνη την περίοδο σε σοσιαλιστικές χώρες, σχετίζονται με την αποδυνάμωση του κεντρικού σχεδιασμού και του εργατικού ελέγχου, με την παράλληλη ενίσχυση της εμπορευματικής παραγωγής.
Η πρόταση του ΚΚΕ
Το
ΚΚΕ, απευθυνόμενο στην εργατική τάξη, σε όλα τα λαϊκά στρώματα,
προβάλλει τη ρεαλιστική του πρόταση για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που θα
εξασφαλίσει για όλο το λαό: Σταθερή δουλειά υπό ασφαλείς συνθήκες με
ικανοποιητική αμοιβή, ανθρώπινη κατοικία σε πόλεις και οικισμούς, με
ολοκληρωμένες τεχνικές υποδομές, ισόμετρη ανάπτυξη των περιφερειών και
κλάδων της οικονομίας, δωρεάν Παιδεία και Υγεία, προστασία του
περιβάλλοντος και των οικοσυστημάτων, φθηνές και ευχάριστες διακοπές στη
λαϊκή οικογένεια, ελεύθερη καθημερινή πρόσβαση στις ακτές και σε άλλους
χώρους αναψυχής, σε αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία πολιτισμού,
πρόσβαση σε υποδομές μαζικού αθλητισμού και ερασιτεχνικής καλλιτεχνικής
δημιουργίας.Για ν' ανοίξει ο δρόμος γι' αυτή την ελπιδοφόρα προοπτική πρέπει άμεσα να ενταθεί η ταξική πάλη, να δυναμώσει η ιδεολογική ζύμωση, να πολιτικοποιηθεί ο οικονομικός αγώνας. Το ΚΚΕ καλεί εργάτες και μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και φτωχούς αγρότες, νέους και συνταξιούχους μαχητικά να συσπειρωθούν με στόχους για την ικανοποίηση των αναγκών τους, όπως:
- Μετατροπή σε δημόσια περιουσία όλων των μεγάλων ιδιωτικών εκτάσεων στα βουνά και τα δάση. Αναδάσωση καμένων εκτάσεων, προστασία και διαχείριση δασικών οικοσυστημάτων που συμβάλλουν στη συγκράτηση των νερών και τον εμπλουτισμό των υδροφορέων.
- Μετατροπή σε δημόσια περιουσία των ακτών και ελεύθερων χώρων.
- Περιβαλλοντικό σχεδιασμό αντιπλημμυρικών έργων και αποκλειστικά κρατική και ολοκληρωμένη διαχείριση υδάτινων πόρων που θα αφορά την έρευνα, την προστασία και την αξιοποίησή τους συνολικά στη χώρα και κατά υδατικά διαμερίσματα.
- Αγώνα και κοινό στόχο να κατοχυρωθούν επικοινωνία - ενέργεια - μεταφορές ως κοινωνικές υπηρεσίες. Συνολικά ενιαίους αποκλειστικούς φορείς στους τομείς στρατηγικής σημασίας που θα αποτελούν λαϊκή περιουσία και θα υπηρετούν τις λαϊκές ανάγκες.
- Προστασία ελεύθερων χώρων από την τσιμεντοποίηση, των ποταμών, λιμνών, θαλασσών και του αέρα από τη βιομηχανική ρύπανση και των παραλίων από τα φερτά υλικά. Δίκτυα όμβριων υδάτων στις πόλεις και συντήρησή τους.
Με τη συνειδητή πάλη τους, οι εργαζόμενοι μπορούν να μετατρέψουν την οικονομική κρίση σε βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για να απελευθερωθεί επιτέλους η κοινωνική παραγωγή από τα δεσμά του κεφαλαίου. Κι αυτό θα γίνει, όταν απεγκλωβιστούν από οποιασδήποτε μορφής αυταπάτη, και από αυτή της «μαύρης» ή «πράσινης» μορφής του καπιταλισμού.
------
* Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμ. 1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 523.
Του Αντώνη ΡΑΛΛΑΤΟΥ*
*Ο Αντώνης Ραλλάτος είναι υπεύθυνος της Ομάδας Περιβάλλοντος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ και μέλος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτική
*Ο Αντώνης Ραλλάτος είναι υπεύθυνος της Ομάδας Περιβάλλοντος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ και μέλος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου