Ντόμινο παρεμβάσεων και ανταγωνισμών με αφορμή τις εξελίξεις στην Ουκρανία
Μονοπώλια βλέπουν «σοβαρούς κινδύνους» προμηνύοντας νέα αντεργατικά σχέδια για να ισοσκελιστεί η χασούρα τους
ΜΟΣΧΑ - ΑΘΗΝΑ - ΚΙΕΒΟ.--
Γοργές είναι οι εξελίξεις γύρω από τις συνέπειες που προκαλούν οι νέες «αυστηρότερες» κυρώσεις που επέβαλαν ΕΕ και ΗΠΑ στη Ρωσία, κατηγορώντας την ότι ευθύνεται για την «κρίση» στην Ουκρανία και επιδιώκοντας να «πλήξουν» κλάδους όπως η ρωσική πολεμική βιομηχανία, η Ενέργεια, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και άλλους στρατηγικής σημασίας.
Ο μεγάλος βαθμός διεθνοποίησης που χαρακτηρίζει την καπιταλιστική οικονομία στη σημερινή εποχή περιπλέκει διαρκώς τα δεδομένα. Τα διαφορετικά συμφέροντα των μερίδων της αστικής τάξης, ακόμα και στο εσωτερικό μιας χώρας, ενισχύουν αντιθέσεις και φανερώνουν πόσο ευάλωτες είναι οι ισορροπίες και οι συμβιβασμοί, όταν αυτοί επιτυγχάνονται.
Οι απειλές που αντιμετωπίζουν μια σειρά εταιρείες σηματοδοτούν νέο γύρο ορμητικών αντεργατικών σχεδιασμών, προκειμένου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να αποτραπεί ή να ισοσκελιστεί η χασούρα πολυεθνικών. Οι διαφωνίες που υπάρχουν στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής (και όχι μόνο) πλουτοκρατίας για τις σχέσεις με τη Ρωσία συνδέονται και με παζάρια και διεργασίες μέσα σε κάθε χώρα, στο πλαίσιο ενδοαστικών ανταγωνισμών και αντιθέσεων.
Ο Τζόε Κάεζερ, διευθύνων σύμβουλος της επίσης γερμανικής «Ζήμενς», δήλωσε ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις, συμπεριλαμβανομένης και αυτής στην Ουκρανία, εγκυμονούν «σοβαρούς κινδύνους» για την ανάπτυξη που θα έχει φέτος η ευρωπαϊκή οικονομία.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ολλανδο-βρετανικής «Royal Dutch Shell», Μπεν βαν Μπέουρντεν, είπε ότι μαζί με άλλες μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες «αξιολογούμε τον αντίκτυπο» που θα έχουν οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Τον περασμένο μήνα, η εταιρεία ανέστειλε τις εργασίες της στην περιοχή Γιούζιφσκα στην ανατολική Ουκρανία, εξαιτίας των συνεχιζόμενων συγκρούσεων.
Παρεμβάσεις γίνονται καθημερινά από μια σειρά επιχειρήσεις, όπως π.χ. τον χρηματοπιστωτικό όμιλο «Erste Group» (που θεωρείται ο τρίτος μεγαλύτερος δανειστής στην Ανατολική Ευρώπη), εκπρόσωποι του οποίου σημείωσαν ότι «δεν μπορούν να αποκλειστούν δυσάρεστες εκπλήξεις».
Ο Ρώσος πρεσβευτής στην ΕΕ, Βλαντίμιρ Σιζιόφ, επανέλαβε ότι οι δυτικές κυρώσεις «δεν βοηθούν (να φθάσουμε) στον βασικό στόχο - να αποκλιμακωθεί η κατάσταση στην Ουκρανία και να διευθετηθεί η ουκρανική εσωτερική πολιτική κρίση».
Στο μεταξύ, χτες, ο Ιγκόρ Μπίλους, στέλεχος της ουκρανικής κρατικής φορολογικής υπηρεσίας, έκανε γνωστό ότι το Κίεβο εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλει κυρώσεις σε εταιρείες όπου συμμετέχουν ρωσικά κεφάλαια (στην Ουκρανία, οι Ρώσοι επιχειρηματίες δραστηριοποιούνται κύρια στους κλάδους της Ενέργειας, του Επισιτισμού, των Τραπεζών και των Τηλεπικοινωνιών).
Μετά την επίσημη υιοθέτηση των οικονομικών κυρώσεων που επέβαλε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εναντίον της Ρωσίας «το πρόβλημα, πλέον, μετατίθεται σε κάθε χώρα - μέλος της ΕΕ ξεχωριστά και, ιδιαίτερα, στην Ελλάδα, εφόσον η Ρωσία είναι μία από τις κατ' εξοχήν χώρες εισαγωγής ελληνικών αγροτικών προϊόντων, αξίας 500 εκατ. ευρώ, και γουναρικών, αξίας 110 εκατ. ευρώ ετησίως, σε μία περίοδο που η οικονομία μας έχει ανάγκη από όλα τα οφέλη του εξαγωγικού εμπορίου», σημειώνει η επιστολή του ΕΒΕΠ.
«Οι κυρώσεις της ευρωπαϊκής πλευράς είναι βέβαιο ότι θα φέρουν αντίστοιχες και από την πλευρά της Ρωσίας. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν θα μπορούν πλέον να αγοράζουν ομόλογα, μετοχές ή άλλο χρηματοπιστωτικό προϊόν από ρωσικούς οικονομικούς θεσμούς, από τις κρατικές τράπεζες και τις θυγατρικές τους», υπογραμμίζει το ΕΒΕΠ. Συμπληρώνει ότι η Ελλάδα «μπορεί να πουλήσει σε ρωσικές επιχειρήσεις ελληνικά εποχιακά προϊόντα όπως οπωροκηπευτικά και φρούτα τα οποία μάλιστα έχουν περιορισμένο χρόνο παραγωγής, μεταφοράς και κατανάλωσης. Κάθε δράση δημιουργεί αντίδραση και ατυχώς η αντίδραση της Ρωσίας θα είναι σε βάρος των αδύναμων οικονομικά χωρών της ΕΕ και, επομένως, της Ελλάδας, άμεσα στους τομείς του διμερούς εμπορίου, των οδικών μεταφορών, της ενέργειας και μελλοντικά του τουρισμού». Το ΕΒΕΠ καταλήγει τονίζοντας ότι «η αποτελεσματική παρέμβαση της οικονομικής μας διπλωματίας για μια πολιτική λύση σε ανώτατο επίπεδο είναι απολύτως απαραίτητη εδώ και τώρα, ώστε να υπάρξει αποκλιμάκωση της κρίσης στις ελληνορωσικές οικονομικές σχέσεις και αποφυγή ρωσικού εμπάργκο στη χώρα μας. Ευρώπη και Ρωσία σπέρνουν ανέμους και η Ελλάδα καλείται να θερίσει θύελλες».
Γοργές είναι οι εξελίξεις γύρω από τις συνέπειες που προκαλούν οι νέες «αυστηρότερες» κυρώσεις που επέβαλαν ΕΕ και ΗΠΑ στη Ρωσία, κατηγορώντας την ότι ευθύνεται για την «κρίση» στην Ουκρανία και επιδιώκοντας να «πλήξουν» κλάδους όπως η ρωσική πολεμική βιομηχανία, η Ενέργεια, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και άλλους στρατηγικής σημασίας.
Ο μεγάλος βαθμός διεθνοποίησης που χαρακτηρίζει την καπιταλιστική οικονομία στη σημερινή εποχή περιπλέκει διαρκώς τα δεδομένα. Τα διαφορετικά συμφέροντα των μερίδων της αστικής τάξης, ακόμα και στο εσωτερικό μιας χώρας, ενισχύουν αντιθέσεις και φανερώνουν πόσο ευάλωτες είναι οι ισορροπίες και οι συμβιβασμοί, όταν αυτοί επιτυγχάνονται.
Οι απειλές που αντιμετωπίζουν μια σειρά εταιρείες σηματοδοτούν νέο γύρο ορμητικών αντεργατικών σχεδιασμών, προκειμένου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να αποτραπεί ή να ισοσκελιστεί η χασούρα πολυεθνικών. Οι διαφωνίες που υπάρχουν στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής (και όχι μόνο) πλουτοκρατίας για τις σχέσεις με τη Ρωσία συνδέονται και με παζάρια και διεργασίες μέσα σε κάθε χώρα, στο πλαίσιο ενδοαστικών ανταγωνισμών και αντιθέσεων.
Πολυεθνικές βλέπουν «σοβαρούς κινδύνους»
Η
γερμανική εταιρεία «Adidas», δεύτερη παγκόσμια δύναμη στην κατασκευή
αθλητικών παπουτσιών και ειδών, ανακοίνωσε ότι προχωρά σε μείωση
αντιπροσωπειών της στη Ρωσία εξαιτίας αυξημένων κινδύνων για μείωση της
κατανάλωσης στην περιοχή, ενώ - σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» - οι
μετοχές της μειώθηκαν κατά 15%.Ο Τζόε Κάεζερ, διευθύνων σύμβουλος της επίσης γερμανικής «Ζήμενς», δήλωσε ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις, συμπεριλαμβανομένης και αυτής στην Ουκρανία, εγκυμονούν «σοβαρούς κινδύνους» για την ανάπτυξη που θα έχει φέτος η ευρωπαϊκή οικονομία.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ολλανδο-βρετανικής «Royal Dutch Shell», Μπεν βαν Μπέουρντεν, είπε ότι μαζί με άλλες μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες «αξιολογούμε τον αντίκτυπο» που θα έχουν οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Τον περασμένο μήνα, η εταιρεία ανέστειλε τις εργασίες της στην περιοχή Γιούζιφσκα στην ανατολική Ουκρανία, εξαιτίας των συνεχιζόμενων συγκρούσεων.
Παρεμβάσεις γίνονται καθημερινά από μια σειρά επιχειρήσεις, όπως π.χ. τον χρηματοπιστωτικό όμιλο «Erste Group» (που θεωρείται ο τρίτος μεγαλύτερος δανειστής στην Ανατολική Ευρώπη), εκπρόσωποι του οποίου σημείωσαν ότι «δεν μπορούν να αποκλειστούν δυσάρεστες εκπλήξεις».
Ρωσικό «εμπάργκο» στα ευρωπαϊκά φρούτα;
Οι
περιορισμοί και οι απαγορεύσεις, που έχει ανακοινώσει η ρωσική πλευρά,
ενδέχεται να επεκταθούν «σε ολόκληρη τη φυτική παραγωγή της Ευρώπης»,
δήλωσε στο ρωσικό πρακτορείο οικονομικών ειδήσεων «Prime» (που ανήκει
στο ΙΤΑΡ-ΤΑΣΣ) ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου
(Rosselhoznadzor), Σεργκέι Ντάνκβερτ. Αν και ο Ντάνκβερτ
επικαλέστηκε τη μόλυνση ευρωπαϊκών φορτίων «με ξένα σώματα» κάνοντας
λόγο για το ενδεχόμενο «η εισαγωγή όλης της φυτικής παραγωγής από χώρες
της Ευρωπαϊκής Ενωσης να απαγορευθεί», η εξέλιξη επιβεβαιώνει ότι η
Ρωσία ήδη μελετά τις αντιδράσεις της. Ηδη, άλλωστε, ρωσικά αστικά ΜΜΕ
τονίζουν το δικαίωμα που έχει η Ρωσία σε «απαντητικά μέτρα».Ο Ρώσος πρεσβευτής στην ΕΕ, Βλαντίμιρ Σιζιόφ, επανέλαβε ότι οι δυτικές κυρώσεις «δεν βοηθούν (να φθάσουμε) στον βασικό στόχο - να αποκλιμακωθεί η κατάσταση στην Ουκρανία και να διευθετηθεί η ουκρανική εσωτερική πολιτική κρίση».
Στο μεταξύ, χτες, ο Ιγκόρ Μπίλους, στέλεχος της ουκρανικής κρατικής φορολογικής υπηρεσίας, έκανε γνωστό ότι το Κίεβο εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλει κυρώσεις σε εταιρείες όπου συμμετέχουν ρωσικά κεφάλαια (στην Ουκρανία, οι Ρώσοι επιχειρηματίες δραστηριοποιούνται κύρια στους κλάδους της Ενέργειας, του Επισιτισμού, των Τραπεζών και των Τηλεπικοινωνιών).
Φόβοι για τις ελληνικές εξαγωγές
Τη
δική τους ανησυχία εκφράζουν και εκείνες οι μερίδες του ελληνικού
κεφαλαίου που δρουν σημαντικά στον εξαγωγικό τομέα, όπως οι
μεγαλέμποροι. Χαρακτηριστική είναι επιστολή του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά (ΕΒΕΠ) με τίτλο «Οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας πλήττουν την ελληνική οικονομία».Μετά την επίσημη υιοθέτηση των οικονομικών κυρώσεων που επέβαλε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εναντίον της Ρωσίας «το πρόβλημα, πλέον, μετατίθεται σε κάθε χώρα - μέλος της ΕΕ ξεχωριστά και, ιδιαίτερα, στην Ελλάδα, εφόσον η Ρωσία είναι μία από τις κατ' εξοχήν χώρες εισαγωγής ελληνικών αγροτικών προϊόντων, αξίας 500 εκατ. ευρώ, και γουναρικών, αξίας 110 εκατ. ευρώ ετησίως, σε μία περίοδο που η οικονομία μας έχει ανάγκη από όλα τα οφέλη του εξαγωγικού εμπορίου», σημειώνει η επιστολή του ΕΒΕΠ.
«Οι κυρώσεις της ευρωπαϊκής πλευράς είναι βέβαιο ότι θα φέρουν αντίστοιχες και από την πλευρά της Ρωσίας. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν θα μπορούν πλέον να αγοράζουν ομόλογα, μετοχές ή άλλο χρηματοπιστωτικό προϊόν από ρωσικούς οικονομικούς θεσμούς, από τις κρατικές τράπεζες και τις θυγατρικές τους», υπογραμμίζει το ΕΒΕΠ. Συμπληρώνει ότι η Ελλάδα «μπορεί να πουλήσει σε ρωσικές επιχειρήσεις ελληνικά εποχιακά προϊόντα όπως οπωροκηπευτικά και φρούτα τα οποία μάλιστα έχουν περιορισμένο χρόνο παραγωγής, μεταφοράς και κατανάλωσης. Κάθε δράση δημιουργεί αντίδραση και ατυχώς η αντίδραση της Ρωσίας θα είναι σε βάρος των αδύναμων οικονομικά χωρών της ΕΕ και, επομένως, της Ελλάδας, άμεσα στους τομείς του διμερούς εμπορίου, των οδικών μεταφορών, της ενέργειας και μελλοντικά του τουρισμού». Το ΕΒΕΠ καταλήγει τονίζοντας ότι «η αποτελεσματική παρέμβαση της οικονομικής μας διπλωματίας για μια πολιτική λύση σε ανώτατο επίπεδο είναι απολύτως απαραίτητη εδώ και τώρα, ώστε να υπάρξει αποκλιμάκωση της κρίσης στις ελληνορωσικές οικονομικές σχέσεις και αποφυγή ρωσικού εμπάργκο στη χώρα μας. Ευρώπη και Ρωσία σπέρνουν ανέμους και η Ελλάδα καλείται να θερίσει θύελλες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου