Συμπλεύσεις με πυξίδα την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων
Στο εσωτερικό μέτωπο, η συγκυβέρνηση, από τη μια πλευρά, και ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, επιχειρούν να στήσουν σειρά από κάλπικα διλήμματα, σε μια διαπάλη που εξελίσσεται κάτω από τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, των «αγορών» και της ΕΕ, στους οποίους και παραδίδουν αλλεπάλληλα διαπιστευτήρια, αποκρύβοντας το κύριο ζήτημα στη σημερινή πραγματικότητα της ζωής του λαού, ότι δηλαδή με την πολιτική τους τη θυσιάζουν για να ενισχύεται το κεφάλαιο.
«Σέβομαι τις διαφορετικές απόψεις (...) Φυσικά έχουμε τις προτιμήσεις μας και αυτές είναι η ακεραιότητα της Ευρωζώνης και οι ισχυρές μεταρρυθμίσεις», δήλωσε, την περασμένη βδομάδα, στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου που παρέθεσε στην Αθήνα, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ, Π. Μοσκοβισί, προσθέτοντας ότι «δεν είναι εύλογο να λέει κάποιος ότι ένα μεγάλο χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί. Αυτό είναι χρεοκοπία»... Προαναγγέλλοντας τα επόμενα βήματα της αντιλαϊκής επίθεσης αναφέρθηκε τόσο στα μέτρα κάλυψης του «δημοσιονομικού κενού» όσο και στις μεταρρυθμίσεις στην «αγορά εργασίας», καθώς επίσης και στη «βελτίωση», όπως είπε, της ρύθμισης για την τμηματική εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία μέχρι και σε 100 δόσεις. Με αυτόν τον τρόπο, ο κοιναγορίτης Επίτροπος υπενθύμισε το δικαίωμα της ΕΕ, τους υπάρχοντες κανονισμούς στη συνδιαμόρφωση, προληπτική εποπτεία και έλεγχο των κρατικών προϋπολογισμών, ακόμη και στη «λεπτομέρειά» τους, όπως για τον αριθμό των δόσεων για τα δυσβάστακτα χαράτσια προς την Εφορία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, σφύριζε αδιάφορα για το κύριο, ανακαλύπτοντας αίφνης «παρεμβάσεις» στο πολιτικό σκηνικό, «ξεχνώντας» (άλλωστε αυτό το κάνει σκόπιμα για να θολώνει τα νερά στους εργαζόμενους ως προς την ταξικότητα και της οικονομίας και της πολιτικής και ότι αυτή που ασκείται από τις κυβερνήσεις διαχείρισης του σημερινού συστήματος είναι αντιλαϊκή) τη σύνδεση της πολιτικής με την οικονομία, όπου το «πάνω χέρι» έχουν τα μονοπώλια και οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι. Καθώς τα παραπάνω συνδυάζονται με την ολοκλήρωση της τρέχουσας αντιλαϊκής αξιολόγησης, είναι φανερό ότι ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2015 θα συνοδευτεί και με πρόσθετα αντιλαϊκά μέτρα, ανεξάρτητα από την όποια κυβερνητική διαχείριση εντός των τειχών της ΕΕ και του κεφαλαίου. Ο Π. Μοσκοβισί «υπενθύμισε» τα αυτονόητα, ότι ήρθε στην Ελλάδα ως επίτροπος της ΕΕ και όχι με την... ιδιότητα του «σοσιαλιστή» και μέλους του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, όπου και ανήκει.
Ζητούμενο οι κερδοφόρες επενδύσεις
Η τόνωση των επενδύσεων στην ΕΕ, η δέσμευση για τις διαρθρωτικές αλλαγές και η δημοσιονομική υπευθυνότητα είναι οι τρεις κύριοι πυλώνες της αντιλαϊκής πολιτικής που σχεδιάζεται για το 2015, σύμφωνα με την «ετήσια επισκόπηση ανάπτυξης»
που εγκρίθηκε από την Κομισιόν, στο πλαίσιο της διαδικασίας του
«ευρωπαϊκού εξαμήνου», των ενισχυμένων μέτρων δημοσιονομικής εποπτείας,
που ισχύουν για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη - μέλη. Την ίδια ώρα,
συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν την καπιταλιστική οικονομική κρίση ως κρίση
του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του κρατικού χρέους, συγκαλύπτοντας
το χαρακτήρα της με ζητήματα τα οποία αποτελούν φαινόμενα για τις
καπιταλιστικές οικονομίες που διαπλέκονται με την κρίση δυσκολεύοντας τη
διαχείρισή της. Σε αυτό το πλαίσιο, το λεγόμενο «πακέτο Γιούνκερ» δεν
αφορά μόνο τα προς μοιρασιά κεφάλαια (εκτιμώμενου ύψους 315 δισ. ευρώ
στη 3ετία 2015 - 2017) αλλά και την κλιμάκωση των αντιλαϊκών
αναδιαρθρώσεων που αποτελούν προϋπόθεση για την προσέλκυση των
«επενδυτών».Σύμφωνα με τις πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν και ενώ το ΑΕΠ και η ιδιωτική κατανάλωση στην ΕΕ βρίσκονταν στο β' τρίμηνο του 2014 στα επίπεδα του 2007, οι συνολικές επενδύσεις ήταν περίπου 15% κάτω από τα επίπεδα του 2007. Σε απόλυτα μεγέθη, η πτώση των νέων επενδύσεων στην ΕΕ φτάνει στα 430 δισ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με την Κομισιόν 5 κράτη - μέλη της ΕΕ (Γαλλία, Βρετανία, Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία) καλύπτουν το 75% της μείωσης, είτε λόγω μεγέθους της οικονομίας τους είτε της τεράστιας υποχώρησης των επενδύσεων ή και με συνδυασμό των δυο παραγόντων. Χαρακτηριστικές είναι οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕτΕΠ, επενδυτικού βραχίονα της ΕΕ), Β. Χόγερ: «Ενώ διαθέτουμε άφθονη ρευστότητα στην Ευρώπη, δεν έχουμε αρκετές επενδύσεις. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κρίση εμπιστοσύνης και, ως εκ τούτου, το στοίχημα είναι να επανασυνδεθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις με ελκυστικά έργα».
Επομένως, το «πρόβλημα» δεν είναι η ανεπάρκεια κεφαλαίων αλλά, αντίστροφα, τα υπερσυσωρευμένα κεφάλαια, που σήμερα λιμνάζουν και αδυνατούν να βρουν κερδοφόρα διέξοδο στο πεδίο της παραγωγής. Σε αυτό το σημείο, αποφασιστικό παράγοντα για την προσέλκυση επενδύσεων αποτελούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, για μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, απελευθέρωση τομέων οικονομίας, ιδιωτικοποιήσεις, η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής με αλλεπάλληλα νέα μέτρα και διαρκή μνημόνια. Μόνο που αυτά τα μέτρα, ενώ αυξάνουν το ποσοστό κέρδους τους, δυσκολεύουν την αύξηση της ζήτησης. Βεβαίως τους ανησυχεί η στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης. Είναι μια αντίφαση του καπιταλισμού αξεπέραστη, ενώ φαίνεται πως η καταστροφή κεφαλαίου δεν έχει φτάσει ακόμη στο επίπεδο που να επιτρέψει μεγάλες επενδύσεις. Αλλωστε και η ΕΚΤ δανείζει τις τράπεζες των κρατών - μελών της ΕΕ με φτηνό χρήμα αλλά οι τράπεζες ελάχιστα ανταποκρίνονται, αφού και οι ίδιες δεν έχουν ζήτηση δανεισμού από τα μονοπώλια στην παραγωγή.
Σε αυτό το πλαίσιο, το «επενδυτικό πακέτο» της ΕΕ δίνει την προτεραιότητα στην «άρση των φραγμών που εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλους τους βασικούς τομείς υποδομών, όπως η Ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, τα ψηφιακά μέσα και οι μεταφορές, καθώς και των φραγμών στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών».
Αντιλαϊκά μέτρα με φόντο τις αναδιαρθρώσεις
Την
κλιμάκωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε συνδυασμό με πρόσθετα
αντιλαϊκά μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα «προτείνει» και η Τράπεζα της
Ελλάδας (ΤτΕ), ο διοικητής της οποίας, Γ. Στουρνάρας, παρέδωσε στη Βουλή
την «Ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική». Ανάγλυφα
προκύπτουν οι ταυτίσεις, οι ομοιότητες και οι εξειδικεύσεις για την
Ελλάδα τόσο με τις «υποδείξεις» της Κομισιόν και του επιτρόπου
Οικονομικών Υποθέσεων, Π. Μοσκοβισί, όσο και με αυτές των άλλων
ιμπεριαλιστικών οργανισμών. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΤτΕ βάζει ως
επιτακτική ανάγκη την εφαρμογή των πάγιων αξιώσεων του κεφαλαίου, που
αφορούν τις σαρωτικές ανατροπές στην εργασία και στο ασφαλιστικό
σύστημα, τις «απελευθερώσεις» κλάδων και τομέων της οικονομίας, τη
συνέχιση της «δημοσιονομικής προσπάθειας», με στόχο, όπως αναφέρει, την
οικονομική ανάκαμψη. Παράλληλα, το προεδρείο των Ευρωπαίων βιομηχάνων
της BUSINESSEUROPE, μαζί και ο ΣΕΒ, σε συνδυασμό με το «πακέτο
Γιούνκερ», έχουν καταθέσει «πρόταση» για νέες φοροελαφρύνσεις,
προκειμένου «να ενθαρρυνθούν η καινοτομία, η νέα επιχειρηματικότητα και η
ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου», ενώ σε κάθε περίπτωση χαρακτηρίζουν το
επενδυτικό πακέτο ως μια «καλή αρχή».Κάθε άλλο παρά τυχαία, τα κόμματα της αστικής διαχείρισης, με πρώτο και καλύτερο το ΣΥΡΙΖΑ, προσαρμόζουν την πολιτική και τα προγράμματά τους. Ολοένα και περισσότερο επιχειρούν να «κόψουν το βήχα» σε κάθε αποκατάσταση του λαϊκού εισοδήματος και των δικαιωμάτων, ούτε καν στα επίπεδα που διαμορφώθηκαν ακόμη και μετά την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου.
Σύμφωνα με την έκθεση από την ΤτΕ, η λεγόμενη «βιωσιμότητα» των ασφαλιστικών ταμείων έχει ως προϋπόθεση «να επανεξεταστεί το καθεστώς των ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις», σε μια εξέλιξη που σημαίνει την παραπέρα αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης. Αντίστοιχο μείγμα πολιτικής προτείνεται και για την παραπέρα διόγκωση των αντιλαϊκών φόρων, μέσω «επανεξέτασης των εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, οι οποίες δε δικαιολογούνται με κριτήρια κοινωνικά ή αναπτυξιακά». Με το συγκεκριμένο υποδεικνύουν αντιλαϊκά μέτρα, όπως η διόγκωση του «χαμηλού» συντελεστή ΦΠΑ που ισχύει σήμερα σε ειδικές κατηγορίες εμπορευμάτων μαζικής κατανάλωσης στα νησιά του Αιγαίου κ.ά. Την ίδια ώρα, στο πνεύμα των απαιτήσεων των μονοπωλίων για παραπέρα μείωση των φορολογικών συντελεστών στα κέρδη των ομίλων και τα υψηλά εισοδήματα, σύμφωνα με την ΤτΕ, μέτρα όπως τα παραπάνω θα «επιτρέψουν τη σταδιακή μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, προκειμένου να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα». Ουσιαστικά πασχίζουν για φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου