Ο αντικομμουνισμός ως εργαλείο γεωπολιτικής κατοχύρωσης
Το
αντιδραστικό ουκρανικό Κοινοβούλιο διώκει τη δράση των κομμουνιστών την
ίδια ώρα που ηρωοποιεί τους υμνητές των φασιστών, όπως συμβαίνει και σε
χώρες της ΕΕ
Δεν είναι τυχαία η στιγμή
Ο
νόμος αυτός έρχεται σε μια στιγμή που χειροτερεύει η
κοινωνικοοικονομική κατάσταση των εργαζομένων και προωθούνται
αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα, σε συνεννόηση με την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Επιπλέον, ο πρόσφατος διορισμός, στις 6 Απρίλη, του Ντμίτρο Γιάρος, επικεφαλής της ναζιστικής οργάνωσης «Δεξιός Τομέας»
στη θέση του συμβούλου στο υπουργείο Αμυνας της Ουκρανίας, δείχνει
μεταξύ άλλων πως δεν έχουν εγκαταλειφθεί, αλλά κερδίζουν έδαφος τα
σχέδια συνέχισης του εμφυλίου στη Νοτιοανατολική Ουκρανία.Σε συνθήκες, λοιπόν, όπου δυναμώνει η αντιλαϊκή επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της Ουκρανίας, όπου επιπλέον προωθείται η πολεμική αναμέτρηση με τις περιοχές του Ντονμπάς, έρχεται η απαγόρευση της κομμουνιστικής ιδεολογίας, που βέβαια με βάση τα αστικά κριτήρια του σημερινού Συντάγματος της χώρας είναι αντισυνταγματική, για να σπείρει την πολιτική τρομοκρατία σε βάρος των κομμουνιστών, σε βάρος όσων αντιστέκονται στη σημερινή αντιδραστική κυβέρνηση του Κιέβου.
Το ΚΚΕ εξέφρασε την αλληλεγγύη του στους κομμουνιστές της Ουκρανίας και τη σιγουριά του πως η πάλη του λαού της Ουκρανίας, 70 χρόνια μετά την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, θα αποκρούσει και αυτά τα αντικομμουνιστικά κι αντιλαϊκά σχέδια!
Ο αντικομμουνισμός στη γεωπολιτική
Εδώ,
ωστόσο, υπάρχει κι ένα επιπλέον ζήτημα: Αυτό της χρησιμοποίησης του
αντικομμουνισμού στα γεωπολιτικά σχέδια και του ρόλου που θα παίξει σ'
αυτά η Ουκρανία. Και να γιατί:Οι σημερινές κυβερνητικές δυνάμεις της Ουκρανίας, που πλειοψηφούν στο Κοινοβούλιο, επιδιώκουν με τον συγκεκριμένο νόμο να ακολουθήσουν το «μοντέλο» των Βαλτικών χωρών. Στις χώρες αυτές εδώ και πάνω από 20 χρόνια εφαρμόζονται ανάλογοι νόμοι ταύτισης κομμουνισμού - φασισμού, την ώρα που οι ντόπιοι φασίστες δικαιώνονται ιστορικά και επιπλέον παρουσιάζονται ως «πατριώτες» και «δημοκράτες» γιατί πολέμησαν κατά της σοβιετικής εξουσίας, στο πλευρό των ναζί. Επιπλέον, οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών και οι ξένοι σύμμαχοί τους, για να εμποδίσουν την πολιτική επιρροή της (καπιταλιστικής) Ρωσίας, προχώρησαν από το 1991 στη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, ρωσικής καταγωγής. Οι άνθρωποι αυτοί, που δεν μπορούσαν να αποδείξουν ότι οι ίδιοι οι γονείς τους ζούσαν στις χώρες αυτές και πριν από το 1940, ονομάστηκαν «μη πολίτες» και χρειάστηκε να περάσουν από μια μακρόχρονη διαδικασία επανάκτησης των πολιτικών δικαιωμάτων τους. Ακόμη και σήμερα, όμως, 24 χρόνια μετά, μόλις οι μισοί περίπου από αυτούς έχουν πάρει πίσω το αστικό πολιτικό δικαίωμα της ψήφου.
Η πολιτική αυτή οδήγησε στην ενσωμάτωση αυτών των χωρών (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία), μέσα σε κλίμα έντονου αντικομμουνισμού και αντισοβιετισμού, στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, κάτι που δεν κρύβουν ότι το επιδιώκουν και οι σημερινοί κυβερνώντες της Ουκρανίας. Η εξέλιξη αυτή απομάκρυνε αυτές τις χώρες από την επιρροή της Ρωσίας, εμπόδισε τη διείσδυση των ρωσικών μονοπωλίων στην οικονομία τους και συνολικότερα έθεσε εμπόδια στο ρόλο της Ρωσίας στην πολιτιστική και κοινωνικοπολιτική ζωή αυτών των χωρών.
Ανάλογη πολιτική, με διακυμάνσεις, εφαρμόστηκε και σε άλλες χώρες, όπως Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν αντικομμουνιστικοί περιορισμοί. Μάλιστα, στην περίπτωση της Πολωνίας, είναι χαρακτηριστικό πως το καθεστώς Γιέλτσιν προχώρησε στην πλαστογράφηση ιστορικών αρχείων, για να δικαιώσει τις αντισοβιετικές συκοφαντίες του Γκέμπελς σχετικά με τη σφαγή που έκαναν οι ναζί στο Κατίν. Θεωρήθηκε πως αν στις αντισοβιετικές κατηγορίες, που έχουν προαχθεί πλέον σε «εθνική ιδέα» στην Πολωνία, συμμετάσχει και η Ρωσία, τότε θα διευκολυνθεί η διείσδυση των ρωσικών κεφαλαίων στην Πολωνία κι αυτή θα χαλαρώσει την αντιρωσική στάση της στα πλαίσια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στο ζήτημα αυτό ακολούθησε την πολιτική των Γκορμπατσόφ - Γιέλτσιν και η κυβέρνηση Πούτιν, χωρίς, όμως, να επιτύχει ουσιαστικά κέρδη για τα ρωσικά μονοπώλια.
Να, λοιπόν, που ο αντικομμουνισμός, για άλλη μια φορά, γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθεί στα σχέδια ενσωμάτωσης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Μακριά από τον «έντιμο συμβιβασμό» ΗΠΑ - ΕΕ με τη Ρωσία
Το
σημερινό ουκρανικό Κοινοβούλιο, όπως είναι γνωστό, έχει προκύψει μέσα
από εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν σε συνθήκες βίας, νοθείας κι εμφύλιου
πολέμου. Καταστάσεις, που επικράτησαν εξαιτίας της απροκάλυπτης
επέμβασης των ΗΠΑ και της ΕΕ στην Ουκρανία, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού
τους με τη Ρωσία. Το ισχυρότερο τμήμα της αστικής τάξης της Ουκρανίας
επέλεξε την προσέγγιση με ΕΕ και ΗΠΑ. Ενα άλλο, που επιδίωκε την
προσέγγιση της χώρας με τη Ρωσία, αντέδρασε. Σήμερα, ένα χρόνο μετά από
αυτές τις εξελίξεις, ένα σημαντικό κομμάτι της χώρας, η Κριμαία,
εντάχθηκε στη σύνθεση της Ρωσίας, όπου και βρισκόταν το 18ο και 19ο
αιώνα, έως το 1954. Σ' ένα άλλο κομμάτι της χώρας (στις περιοχές του
Ντονμπάς) διεξάγεται πόλεμος, ενώ έκρυθμη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η
κατάσταση και σε άλλες περιοχές της ανατολικής, κεντρικής και νότιας
Ουκρανίας.Οι συμφωνίες του Μινσκ (μεταξύ των περιοχών του Ντονμπάς και της ουκρανικής κυβέρνησης), με την παρέμβαση των Προέδρων της Ρωσίας, της Γαλλίας και της καγκελαρίου της Γερμανίας, μέσω της «διπλωματικής ασάφειας», επιδίωκαν ένα συμβιβασμό των αντιμαχόμενων μερών. Η Ρωσία είχε περιγράψει με αρκετή σαφήνεια τι θα θεωρούσε «έντιμο συμβιβασμό». Σ' αυτόν περιλαμβανόταν ο σεβασμός από μέρους της ρωσικής πλευράς της νομιμότητας των σημερινών αρχών της Ουκρανίας, με τη διατήρηση της «εδαφικής ακεραιότητας» της Ουκρανίας (εξαιρώντας την Κριμαία), με παράλληλες δεσμεύσεις πως θα δοθούν στις περιοχές της Ουκρανίας μεγάλες εξουσίες αυτονόμησης από την κεντρική πολιτική (έως και ομοσπονδιοποίηση της χώρας) και ταυτόχρονα αυτή δεν θα ενταχθεί στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, ο νέος αντικομμουνιστικός νόμος, που προβλέπει καταστροφή σοβιετικών μνημείων, μετονομασίες πόλεων, ποινές φυλάκισης έως και 5 χρόνια για «κομμουνιστική προπαγάνδα» κ.ά. δείχνει τις πραγματικές προθέσεις αυτών που έχουν αναλάβει τη διακυβέρνηση της Ουκρανίας. Δείχνει μια κατεύθυνση παραπέρα ρήξης κι αντιπαράθεσης με τη Ρωσία.
Η στρατιωτική αναμέτρηση
Σήμερα,
με βάση τις εκτιμήσεις των ουκρανικών αρχών, οι ένοπλες δυνάμεις της
«Νεορωσίας», δηλαδή των αυτοαποκαλούμενων «Λαϊκών Δημοκρατιών» του
Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, αριθμούν πάνω από 30 χιλιάδες ενόπλους, κι
έχουν πλέον στην κατοχή τους και βαρέα όπλα. Αυτές τις μέρες, πάντα
σύμφωνα με τις ουκρανικές «πηγές», η Ρωσία έχει συσσωρεύσει στα σύνορα
αυτών των «Δημοκρατιών» μια σημαντική στρατιωτική δύναμη 50 χιλιάδων και
420 τεθωρακισμένων.Από την άλλη, οι ουκρανικές δυνάμεις που συμμετέχουν στη λεγόμενη «αντιτρομοκρατική επιχείρηση» αριθμούν 50 χιλιάδες κι επίσης έχουν βαρύ οπλισμό, ενώ την ανάμειξή τους στην περιοχή έχουν κάνει οι ΗΠΑ, που έχουν αναλάβει τη στρατιωτική εκπαίδευση των ουκρανικών δυνάμεων, και το ΝΑΤΟ, που πραγματοποίησε στρατιωτικά γυμνάσια στη Μαύρη Θάλασσα και χερσαία (στη Λιθουανία), ενώ σχεδιάζει ανάλογα και στην Ουκρανία.
Η αντιπαράθεση, βέβαια, δεν διεξάγεται μόνο στην Ουκρανία, όπως δείχνουν η παραλίγο σύγκρουση ενός ρωσικού καταδιωκτικού κι ενός αμερικανικού κατασκοπευτικού αεροπλάνου στη Θάλασσα της Βαλτικής (πριν από μερικές μέρες), η καταγγελία των «διαστημικών δυνάμεων» της Ρωσίας πως μια «δύναμη» προχώρησε στη δημιουργία ομάδας δορυφόρων, με στόχο την κατασκοπεία των τηλεπικοινωνιών της Ρωσίας, καθώς και η ρωσική απόφαση για την παράδοση στο Ιράν των αντιπυραυλικών συστημάτων «S-300». Ούτε είναι μόνο στρατιωτική, όπως φαίνεται από τις προειδοποιήσεις του ρωσικού ενεργειακού μονοπωλίου της «Γκαζπρόμ», στις 13/4, που απευθυνόμενο στην ΕΕ ζήτησε να μην μπουν εμπόδια στην κατασκευή του νέου αγωγού, που προτίθεται να κατασκευάσει από τα νότια, παρακάμπτοντας την Ουκρανία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου