Το μνημόνιο, η καπιταλιστική οικονομική κρίση και η διέξοδος
Σε
πρόσφατο άρθρο του ο «Γκάρντιαν» («Καθημερινή» 22/9/2015) είχε τίτλο:
«Οι εκλογές τελείωσαν, η κρίση όχι...». Δεν είναι παράξενο ότι γράφτηκε
άρθρο με τέτοιο τίτλο, υπενθυμίζοντας την καπιταλιστική οικονομική κρίση
στην Ελλάδα. Αλλωστε, το μνημόνιο που ψηφίστηκε στη Βουλή τον Αύγουστο
από ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, δεν αποτελεί μόνο ή κυρίως το μέσο
παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Το μνημόνιο δεν είναι τίποτε άλλο
παρά στρατηγική ανάκαμψης του κεφαλαίου με την εφαρμογή μιας σειράς
αντεργατικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Η κυβέρνηση προπαγανδίζει ότι
με τη συμφωνία - μνημόνιο θα βγει η Ελλάδα από την κρίση. Και το
συνοδεύει με τη διαπραγμάτευση αναδιάρθρωσης του χρέους που θα
διευκολύνει την αποπληρωμή του, αφήνοντας κρατικό χρήμα για επενδύσεις,
και το πρόγραμμα των 35 δισ. ευρώ του Γιούνκερ. Λέει ταυτόχρονα ότι
υπάρχουν δυνατότητες να υλοποιηθούν μέτρα ανακούφισης του λαού εντός του
μνημονίου, με την εφαρμογή του «παράλληλου προγράμματος».
Ερωτήματα και αρνητικά σινιάλα
Εδώ όμως μπαίνει το ερώτημα: Είναι ορατή η καπιταλιστική ανάκαμψη στην Ελλάδα και αν υπάρξει θα βγούμε από το μνημόνιο; Το ερώτημα αυτό μπαίνει εύλογα, γιατί η κρίση, μετά από μια περίοδο στασιμότητας, είναι πάλι εδώ. Και πράγματι αυτό δεν το αμφισβητούν ούτε η κυβέρνηση ούτε τα άλλα αστικά επιτελεία ούτε οι ευρωενωσιακοί θεσμοί και το ΔΝΤ, κάνουν εκτίμηση μάλιστα για μείωση του ΑΕΠ πάνω από 2% το 2015.
Υπάρχουν όμως και άλλα αρνητικά σινιάλα. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, είπε για την Ελλάδα ότι «εάν εφαρμοστεί πλήρως, το νέο πρόγραμμα θα βάλει την Ελλάδα σε θέση να αναπτύσσεται και πάλι και να αποκομίσει τα πλήρη οφέλη από τη συμμετοχή στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα». Η επισήμανσή του σημαίνει ότι το μνημόνιο πρέπει να εφαρμοστεί απαρέγκλιτα.
Την ίδια ώρα, σε άρθρο του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», που αναδημοσίευσε η «Καθημερινή», 23/9/2015, αναφέρεται: «Το σενάριο της εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη και μάλιστα με αυξημένες πιθανότητες απ' ό,τι πριν από λίγο καιρό, επαναφέρει το "Der Spiegel", μετά τις εκλογές στην Ελλάδα. Δεδομένου ότι η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί μετά τον Ιούλιο, η Αθήνα δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τους στόχους του προγράμματος. Εφόσον η οικονομική δραστηριότητα της χώρας υποχωρήσει το 2015 κατά 1% ή 2%, αυτό θα έχει αρνητικό αντίκτυπο και στα φορολογικά έσοδα. Κατ' επέκταση η ελληνική κυβέρνηση θα κληθεί να προχωρήσει σε περικοπές δαπανών - επιπλέον των συμφωνηθέντων μέτρων λιτότητας - ώστε να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους. Αλλά κάτι τέτοιο θα επιδεινώσει περαιτέρω την πορεία της ελληνικής οικονομίας». Αυτό δείχνει πιο καθαρά αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του μνημονίου στην καπιταλιστική ανάκαμψη.
Το χρέος και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Απ' όλα τα παραπάνω προκύπτουν μια σειρά ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση της κρίσης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας με μοχλό το μνημόνιο και την εφαρμογή του. Παράλληλα με τις επισημάνσεις για την απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου εκφράζονται αμφιβολίες για την επίτευξη του στόχου της ανάκαμψης.
Η Γιούρομπανκ («Ημερησία», 24.9.2015), αναφέρει: «Στο νέο πρόγραμμα η βιωσιμότητα απαιτεί οι μέσες ετήσιες δαπάνες Γενικής Κυβέρνησης να μην υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη επίσημη μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς το ΑΕΠ στο δυσμενές σενάριο εκτιμούνται κατά μέσο όρο γύρω στο 12% την περίοδο 2020 - 2030, ενώ αναμένεται να υπερβούν το όριο του 15% τις επόμενες δεκαετίες (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Αύγουστος 2015). Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι βάσει του νέου βασικού μακροοικονομικού σεναρίου, ο λόγος δημοσίου χρέους - ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται να ανέλθει στο 200% περίπου το επόμενο έτος, παραμένοντας υψηλότερος του 120% την επόμενη 15ετία. Οι ανωτέρω επισημάνεις αποτελούν σαφή αποδοχή της αναγκαιότητας περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού δημοσίου χρέους. Η δομή του βασικού πακέτου ελάφρυνσης του χρέους περιλαμβάνει: 20ετή επέκταση του χρόνου ωρίμανσης του συνόλου των ευρωπαϊκών δανείων (GLF, EFSF και ESM) που έλαβε (ή αναμένεται να λάβει) η Ελλάδα στο πλαίσιο των τριών διαδοχικών προγραμμάτων διάσωσης, σε συνδυασμό με νέα 10ετή περίοδο χάριτος στις αποπληρωμές τόκων και χρεολυσίων. Στην περίπτωση του ανωτέρω θεωρητικού σχήματος εξετάζονται τρία σενάρια για το ύψος των αντίστοιχων επιτοκίων: Αμετάβλητα επιτόκια ή, εναλλακτικά, μετατροπή των υφιστάμενων επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά 0,25% ή 0,50%, αντίστοιχα». Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, η ελάφρυνση υπερδιπλασιάζεται αν το επιτόκιο μετατραπεί σε σταθερό 0,5%, αντί των σημερινών επιτοκίων.
Θα μπορέσει να υπάρξει στην ΕΕ και την Ευρωζώνη συμφωνία για τέτοια αναδιάρθρωση του χρέους; Με δεδομένο ότι η μείωση επιτοκίων αλλά και η επιμήκυνση αποπληρωμής οδηγούν στο να χάνουν κέρδος που προσδοκούν από το δανεισμό.
Επίσης, υπεισέρχεται ένας ακόμη παράγοντας που έχει σχέση με το τραπεζικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα κεφάλαια που θα χρειαστούν. «Ανεβαίνει ο λογαριασμός της ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών», έγραψε η «Καθημερινή», με βάση την αξιολόγηση των εγγυήσεων των «κόκκινων» δανείων, μιλώντας για κεφαλαιακή ενίσχυση που θα φτάσει και τα 15 έως 20 δισ. ευρώ. Το «Κάπιταλ» έγραψε: «Με βάση το βασικό σενάριο προσομοίωσης των stress tests, οι κεφαλαιακές ανάγκες προσεγγίζουν τα 13 δισ. ευρώ, ενώ με βάση το δυσμενές ο πήχης ανεβαίνει στα 17 δισ. ευρώ». Πού θα βρεθούν; Ποιοι μεγαλοεπιχειρηματίες θα επενδύσουν; Πόσο θα συμβάλει το κράτος; Με δεδομένο ότι κάτι τέτοιο θα αυξήσει το κρατικό χρέος.
Η επίδραση της παγκόσμιας επιβράδυνσης
Βεβαίως, στη διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα επιδρά και η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, πρωτ' απ' όλα της οικονομίας της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
Η «Καθημερινή», 6/9/2015, έγραψε ότι «η πορεία της Κίνας, θετική ή αρνητική, επηρεάζει ουσιαστικά πλέον την ευρωπαϊκή (ίσως περισσότερο) και την αμερικανική οικονομία. Εξ ου και το θέμα αναδεικνύεται στο νούμερο 1 σήμερα παγκοσμίως. Μία σημαντική πτώση του ρυθμού ανάπτυξης θα είχε άμεσες επιπτώσεις στη βιομηχανική παραγωγή και την οικονομική κατάσταση της Ευρώπης, καθώς, για παράδειγμα, μεγάλο μέρος των εξαγωγών της απορροφά η αγορά της Κίνας. Συνεπακόλουθα, από την πτώση της ζήτησης και των μεταφορών λογικό είναι ότι θα πληγεί σοβαρά και η ελληνική ναυτιλία».
Η ίδια εφημερίδα έγραψε, με πηγή το «Ρόιτερς», στις 2/9/2015: «Οι ανησυχίες για την παγκόσμια ανάπτυξη και τον αντίκτυπο σε αυτήν από την εξασθένηση της Κίνας επιδεινώνονται τον τελευταίο καιρό, ενώ ο κλάδος της μεταποίησης αποδυναμώθηκε στην Κίνα, την Ευρωζώνη και τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία».
Γενικότερα η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας έχει ανησυχήσει τα άλλα καπιταλιστικά κράτη, και τα ισχυρά, αφού η αλληλεξάρτηση των οικονομιών λόγω της βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης επηρεάζει και την εξέλιξή τους, και την προσπάθεια εξόδου από την κρίση. Η μείωση των εισαγωγών της Κίνας σημαίνει μείωση των εξαγωγών των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Ευρωζώνης, άρα αρνητική επίδραση στην καπιταλιστική ανάκαμψη.
Η «Ημερησία», σχετικά με την Ευρωζώνη, στις 18/8/2015 έγραφε: «Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στο διάστημα Απριλίου - Ιουνίου διαμορφώθηκε στο 0,3%, έναντι 0,4% το προηγούμενο τρίμηνο και επίσης 0,4% που ανέμεναν οι οικονομολόγοι. Σε ορισμένες, μάλιστα, χώρες η εικόνα είναι αρκετά χειρότερη. Η γαλλική οικονομία, για παράδειγμα, έμεινε στάσιμη στο συγκεκριμένο διάστημα, οι οικονομίες Ιταλίας, Ολλανδίας και Αυστρίας ενισχύθηκαν οριακά - και πάντως, διόλου ικανοποιητικά - ενώ το ΑΕΠ της Φινλανδίας συρρικνώθηκε για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο. Ακόμη και στη Γερμανία, ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 0,3% έναντι της αρχικής εκτίμησης που κινούνταν στο 0,5%». Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία Γερμανίας, οι επενδύσεις ήταν ασθενείς, περιορίζοντας την οικονομική ανάπτυξη.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γερούν Ντάισελμπλουμ εκτιμά πως «η προβλεπόμενη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη δεν είναι επαρκής», ενώ ο Μάριο Ντράγκι εφιστά «προσοχή στους κινδύνους που υπάρχουν από την επιβράδυνση των λεγόμενων αναδυόμενων οικονομιών. Εκφράζει, αντιθέτως, ανησυχία για τη διαφαινόμενη επιδείνωση στην παγκόσμια οικονομία. Ο δε οικονομολόγος της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ προειδοποίησε πως "έχουν αποδυναμωθεί" οι προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης» («Καθημερινή», 22/9/2015).
Ολοι οι πιο πάνω δυσμενείς παράγοντες επιδρούν ανασταλτικά στην πορεία εξόδου της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας από την κρίση.
Η οποιαδήποτε αστική διαχείριση μπορεί να συμβάλει, να στηρίξει την ανάκαμψη, όμως δεν μπορεί να την καθορίσει, δεν είναι αυτή που θα φέρει την ανάκαμψη. Σ' αυτήν επιδρούν μια σειρά πιο σύνθετοι παράγοντες, εσωτερικοί και εξωτερικοί. Το ενδεχόμενο λοιπόν να μην οδηγήσει στην πολυπόθητη ανάκαμψη είναι υπαρκτό. Επίσης, πρέπει να γίνει ολοκάθαρο ότι στο ενδεχόμενο που αυτή επιτευχθεί, δε θα σημαίνει ανάκαμψη δικαιωμάτων και εισοδημάτων για το λαό. Οι αναδιαρθρώσεις που έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα και θα υλοποιηθούν στο μέλλον δεν είναι ορισμένα προσωρινά μέτρα, έχουν βάθος, θα επιδρούν και στο μέλλον. Αποτελούν βαθιές αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, που δεν μπορούν να αντισταθμιστούν με τα λεγόμενα αντισταθμιστικά μέτρα ή τα μέτρα οποιουδήποτε παράλληλου προγράμματος, αν και εφόσον ένα τέτοιο πρόγραμμα εφαρμοστεί, δηλαδή μέτρα που θα κάνουν πιο εύπεπτη την εφαρμογή των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Πολύ περισσότερο που ακόμα και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις μιλάνε για ασθενή ανάκαμψη, που σίγουρα απαιτεί και νέα μέτρα για τη σταθεροποίηση και τόνωσή της, δηλαδή νέες λαϊκές θυσίες χωρίς τέλος.
Ο λαός στο προσκήνιο
Επομένως, καμιά αναμονή, κανένας εφησυχασμός, καμιά αυταπάτη ότι μέσω εφαρμογής του μνημονίου θα βγούμε απ' αυτό, θα έρθουν καλύτερες μέρες για το λαό. Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, οι γυναίκες, η νεολαία των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να είναι σε ετοιμότητα να αντισταθούν στην εφαρμογή των αντεργατικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, παλεύοντας για κάλυψη όλων των απωλειών της περιόδου της κρίσης, κατάργηση όλων των αντεργατικών - αντιλαϊκών νόμων, διεκδίκηση ικανοποίησης όλων των λαϊκών αναγκών, που απαιτεί ρήξη με το κεφάλαιο, την ΕΕ, την εξουσία τους. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιηθεί είναι ότι η διέξοδος για το λαό δε βρίσκεται εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, που αργά ή γρήγορα θα φέρει νέα κρίση. Αυτό που χρειάζεται ο λαός είναι να αλλάξει τον καπιταλιστικό δρόμο, με το δρόμο της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, τον εργατικό έλεγχο, με την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στην εξουσία.
Αυτό προϋποθέτει ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, ισχυρή λαϊκή συμμαχία, δυνάμωμα του αντιμονοπωλιακού - αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού της πάλης.
(Αναδημοσίευση από τον «Κυριακάτικο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» 27 Σεπτέμβρη 2015)
Ερωτήματα και αρνητικά σινιάλα
Εδώ όμως μπαίνει το ερώτημα: Είναι ορατή η καπιταλιστική ανάκαμψη στην Ελλάδα και αν υπάρξει θα βγούμε από το μνημόνιο; Το ερώτημα αυτό μπαίνει εύλογα, γιατί η κρίση, μετά από μια περίοδο στασιμότητας, είναι πάλι εδώ. Και πράγματι αυτό δεν το αμφισβητούν ούτε η κυβέρνηση ούτε τα άλλα αστικά επιτελεία ούτε οι ευρωενωσιακοί θεσμοί και το ΔΝΤ, κάνουν εκτίμηση μάλιστα για μείωση του ΑΕΠ πάνω από 2% το 2015.
Υπάρχουν όμως και άλλα αρνητικά σινιάλα. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, είπε για την Ελλάδα ότι «εάν εφαρμοστεί πλήρως, το νέο πρόγραμμα θα βάλει την Ελλάδα σε θέση να αναπτύσσεται και πάλι και να αποκομίσει τα πλήρη οφέλη από τη συμμετοχή στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα». Η επισήμανσή του σημαίνει ότι το μνημόνιο πρέπει να εφαρμοστεί απαρέγκλιτα.
Την ίδια ώρα, σε άρθρο του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», που αναδημοσίευσε η «Καθημερινή», 23/9/2015, αναφέρεται: «Το σενάριο της εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη και μάλιστα με αυξημένες πιθανότητες απ' ό,τι πριν από λίγο καιρό, επαναφέρει το "Der Spiegel", μετά τις εκλογές στην Ελλάδα. Δεδομένου ότι η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί μετά τον Ιούλιο, η Αθήνα δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τους στόχους του προγράμματος. Εφόσον η οικονομική δραστηριότητα της χώρας υποχωρήσει το 2015 κατά 1% ή 2%, αυτό θα έχει αρνητικό αντίκτυπο και στα φορολογικά έσοδα. Κατ' επέκταση η ελληνική κυβέρνηση θα κληθεί να προχωρήσει σε περικοπές δαπανών - επιπλέον των συμφωνηθέντων μέτρων λιτότητας - ώστε να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους. Αλλά κάτι τέτοιο θα επιδεινώσει περαιτέρω την πορεία της ελληνικής οικονομίας». Αυτό δείχνει πιο καθαρά αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του μνημονίου στην καπιταλιστική ανάκαμψη.
Το χρέος και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Απ' όλα τα παραπάνω προκύπτουν μια σειρά ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση της κρίσης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας με μοχλό το μνημόνιο και την εφαρμογή του. Παράλληλα με τις επισημάνσεις για την απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου εκφράζονται αμφιβολίες για την επίτευξη του στόχου της ανάκαμψης.
Η Γιούρομπανκ («Ημερησία», 24.9.2015), αναφέρει: «Στο νέο πρόγραμμα η βιωσιμότητα απαιτεί οι μέσες ετήσιες δαπάνες Γενικής Κυβέρνησης να μην υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη επίσημη μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς το ΑΕΠ στο δυσμενές σενάριο εκτιμούνται κατά μέσο όρο γύρω στο 12% την περίοδο 2020 - 2030, ενώ αναμένεται να υπερβούν το όριο του 15% τις επόμενες δεκαετίες (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Αύγουστος 2015). Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι βάσει του νέου βασικού μακροοικονομικού σεναρίου, ο λόγος δημοσίου χρέους - ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται να ανέλθει στο 200% περίπου το επόμενο έτος, παραμένοντας υψηλότερος του 120% την επόμενη 15ετία. Οι ανωτέρω επισημάνεις αποτελούν σαφή αποδοχή της αναγκαιότητας περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού δημοσίου χρέους. Η δομή του βασικού πακέτου ελάφρυνσης του χρέους περιλαμβάνει: 20ετή επέκταση του χρόνου ωρίμανσης του συνόλου των ευρωπαϊκών δανείων (GLF, EFSF και ESM) που έλαβε (ή αναμένεται να λάβει) η Ελλάδα στο πλαίσιο των τριών διαδοχικών προγραμμάτων διάσωσης, σε συνδυασμό με νέα 10ετή περίοδο χάριτος στις αποπληρωμές τόκων και χρεολυσίων. Στην περίπτωση του ανωτέρω θεωρητικού σχήματος εξετάζονται τρία σενάρια για το ύψος των αντίστοιχων επιτοκίων: Αμετάβλητα επιτόκια ή, εναλλακτικά, μετατροπή των υφιστάμενων επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά 0,25% ή 0,50%, αντίστοιχα». Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, η ελάφρυνση υπερδιπλασιάζεται αν το επιτόκιο μετατραπεί σε σταθερό 0,5%, αντί των σημερινών επιτοκίων.
Θα μπορέσει να υπάρξει στην ΕΕ και την Ευρωζώνη συμφωνία για τέτοια αναδιάρθρωση του χρέους; Με δεδομένο ότι η μείωση επιτοκίων αλλά και η επιμήκυνση αποπληρωμής οδηγούν στο να χάνουν κέρδος που προσδοκούν από το δανεισμό.
Επίσης, υπεισέρχεται ένας ακόμη παράγοντας που έχει σχέση με το τραπεζικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα κεφάλαια που θα χρειαστούν. «Ανεβαίνει ο λογαριασμός της ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών», έγραψε η «Καθημερινή», με βάση την αξιολόγηση των εγγυήσεων των «κόκκινων» δανείων, μιλώντας για κεφαλαιακή ενίσχυση που θα φτάσει και τα 15 έως 20 δισ. ευρώ. Το «Κάπιταλ» έγραψε: «Με βάση το βασικό σενάριο προσομοίωσης των stress tests, οι κεφαλαιακές ανάγκες προσεγγίζουν τα 13 δισ. ευρώ, ενώ με βάση το δυσμενές ο πήχης ανεβαίνει στα 17 δισ. ευρώ». Πού θα βρεθούν; Ποιοι μεγαλοεπιχειρηματίες θα επενδύσουν; Πόσο θα συμβάλει το κράτος; Με δεδομένο ότι κάτι τέτοιο θα αυξήσει το κρατικό χρέος.
Η επίδραση της παγκόσμιας επιβράδυνσης
Βεβαίως, στη διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα επιδρά και η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, πρωτ' απ' όλα της οικονομίας της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
Η «Καθημερινή», 6/9/2015, έγραψε ότι «η πορεία της Κίνας, θετική ή αρνητική, επηρεάζει ουσιαστικά πλέον την ευρωπαϊκή (ίσως περισσότερο) και την αμερικανική οικονομία. Εξ ου και το θέμα αναδεικνύεται στο νούμερο 1 σήμερα παγκοσμίως. Μία σημαντική πτώση του ρυθμού ανάπτυξης θα είχε άμεσες επιπτώσεις στη βιομηχανική παραγωγή και την οικονομική κατάσταση της Ευρώπης, καθώς, για παράδειγμα, μεγάλο μέρος των εξαγωγών της απορροφά η αγορά της Κίνας. Συνεπακόλουθα, από την πτώση της ζήτησης και των μεταφορών λογικό είναι ότι θα πληγεί σοβαρά και η ελληνική ναυτιλία».
Η ίδια εφημερίδα έγραψε, με πηγή το «Ρόιτερς», στις 2/9/2015: «Οι ανησυχίες για την παγκόσμια ανάπτυξη και τον αντίκτυπο σε αυτήν από την εξασθένηση της Κίνας επιδεινώνονται τον τελευταίο καιρό, ενώ ο κλάδος της μεταποίησης αποδυναμώθηκε στην Κίνα, την Ευρωζώνη και τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία».
Γενικότερα η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας έχει ανησυχήσει τα άλλα καπιταλιστικά κράτη, και τα ισχυρά, αφού η αλληλεξάρτηση των οικονομιών λόγω της βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης επηρεάζει και την εξέλιξή τους, και την προσπάθεια εξόδου από την κρίση. Η μείωση των εισαγωγών της Κίνας σημαίνει μείωση των εξαγωγών των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Ευρωζώνης, άρα αρνητική επίδραση στην καπιταλιστική ανάκαμψη.
Η «Ημερησία», σχετικά με την Ευρωζώνη, στις 18/8/2015 έγραφε: «Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στο διάστημα Απριλίου - Ιουνίου διαμορφώθηκε στο 0,3%, έναντι 0,4% το προηγούμενο τρίμηνο και επίσης 0,4% που ανέμεναν οι οικονομολόγοι. Σε ορισμένες, μάλιστα, χώρες η εικόνα είναι αρκετά χειρότερη. Η γαλλική οικονομία, για παράδειγμα, έμεινε στάσιμη στο συγκεκριμένο διάστημα, οι οικονομίες Ιταλίας, Ολλανδίας και Αυστρίας ενισχύθηκαν οριακά - και πάντως, διόλου ικανοποιητικά - ενώ το ΑΕΠ της Φινλανδίας συρρικνώθηκε για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο. Ακόμη και στη Γερμανία, ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 0,3% έναντι της αρχικής εκτίμησης που κινούνταν στο 0,5%». Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία Γερμανίας, οι επενδύσεις ήταν ασθενείς, περιορίζοντας την οικονομική ανάπτυξη.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γερούν Ντάισελμπλουμ εκτιμά πως «η προβλεπόμενη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη δεν είναι επαρκής», ενώ ο Μάριο Ντράγκι εφιστά «προσοχή στους κινδύνους που υπάρχουν από την επιβράδυνση των λεγόμενων αναδυόμενων οικονομιών. Εκφράζει, αντιθέτως, ανησυχία για τη διαφαινόμενη επιδείνωση στην παγκόσμια οικονομία. Ο δε οικονομολόγος της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ προειδοποίησε πως "έχουν αποδυναμωθεί" οι προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης» («Καθημερινή», 22/9/2015).
Ολοι οι πιο πάνω δυσμενείς παράγοντες επιδρούν ανασταλτικά στην πορεία εξόδου της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας από την κρίση.
Η οποιαδήποτε αστική διαχείριση μπορεί να συμβάλει, να στηρίξει την ανάκαμψη, όμως δεν μπορεί να την καθορίσει, δεν είναι αυτή που θα φέρει την ανάκαμψη. Σ' αυτήν επιδρούν μια σειρά πιο σύνθετοι παράγοντες, εσωτερικοί και εξωτερικοί. Το ενδεχόμενο λοιπόν να μην οδηγήσει στην πολυπόθητη ανάκαμψη είναι υπαρκτό. Επίσης, πρέπει να γίνει ολοκάθαρο ότι στο ενδεχόμενο που αυτή επιτευχθεί, δε θα σημαίνει ανάκαμψη δικαιωμάτων και εισοδημάτων για το λαό. Οι αναδιαρθρώσεις που έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα και θα υλοποιηθούν στο μέλλον δεν είναι ορισμένα προσωρινά μέτρα, έχουν βάθος, θα επιδρούν και στο μέλλον. Αποτελούν βαθιές αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, που δεν μπορούν να αντισταθμιστούν με τα λεγόμενα αντισταθμιστικά μέτρα ή τα μέτρα οποιουδήποτε παράλληλου προγράμματος, αν και εφόσον ένα τέτοιο πρόγραμμα εφαρμοστεί, δηλαδή μέτρα που θα κάνουν πιο εύπεπτη την εφαρμογή των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Πολύ περισσότερο που ακόμα και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις μιλάνε για ασθενή ανάκαμψη, που σίγουρα απαιτεί και νέα μέτρα για τη σταθεροποίηση και τόνωσή της, δηλαδή νέες λαϊκές θυσίες χωρίς τέλος.
Ο λαός στο προσκήνιο
Επομένως, καμιά αναμονή, κανένας εφησυχασμός, καμιά αυταπάτη ότι μέσω εφαρμογής του μνημονίου θα βγούμε απ' αυτό, θα έρθουν καλύτερες μέρες για το λαό. Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, οι γυναίκες, η νεολαία των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να είναι σε ετοιμότητα να αντισταθούν στην εφαρμογή των αντεργατικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, παλεύοντας για κάλυψη όλων των απωλειών της περιόδου της κρίσης, κατάργηση όλων των αντεργατικών - αντιλαϊκών νόμων, διεκδίκηση ικανοποίησης όλων των λαϊκών αναγκών, που απαιτεί ρήξη με το κεφάλαιο, την ΕΕ, την εξουσία τους. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιηθεί είναι ότι η διέξοδος για το λαό δε βρίσκεται εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, που αργά ή γρήγορα θα φέρει νέα κρίση. Αυτό που χρειάζεται ο λαός είναι να αλλάξει τον καπιταλιστικό δρόμο, με το δρόμο της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, τον εργατικό έλεγχο, με την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στην εξουσία.
Αυτό προϋποθέτει ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, ισχυρή λαϊκή συμμαχία, δυνάμωμα του αντιμονοπωλιακού - αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού της πάλης.
(Αναδημοσίευση από τον «Κυριακάτικο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» 27 Σεπτέμβρη 2015)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου