Χώρος εστίασης εντός του εργαστασίου κλωστοϋφαντουργίας “D.Blagoev”, στη Λ.Δ. Βουλγαρίας Πηγή φωτογραφίας: http://socbg.com/
Χώρος εστίασης των εργαζομένων, εντός του εργοστασίου κλωστοϋφαντουργίας “D.Blagoev”, στη Λ.Δ. Βουλγαρίας
Πηγή φωτογραφίας: http://socbg.com/
Γράφει ο Οικοδόμος //
Στο σοσιαλιστικό σύστημα τα κοινωνικοοικονομικά δικαιώματα των πολιτών αποτελούν πρώτη προτεραιότητα. Το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην εργασία, δεν μένει στα χαρτιά και τις διακηρύξεις, αλλά γίνεται κατάχτηση του ανθρώπου. Λέξεις όπως «επίδομα ανεργίας» στην ΕΣΣΔ ήταν άγνωστες, μιας και η ανεργία εξαλείφτηκε από μια κεντρικά σχεδιασμένη ανάπτυξη της οικονομίας προς όφελος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Στην ΕΣΣΔ και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες το δικαίωμα στην εργασία δεν εξαντλούταν στην απόχτηση εργασίας γενικά· αξιοποιούταν το επίπεδο μόρφωσης, η κλίση και οι δυνατότητες, και τα ενδιαφέροντα του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά.
Εκτός από το δικαίωμα στη δουλειά, στο σοσιαλισμό, ήταν κατοχυρωμένο και το δικαίωμα στην ανάπαυση. Οι εργαζόμενοι εξασφάλιζαν άδειες, με πλήρεις αποδοχές, σε ετήσια βάση τις οποίες μπορούσαν να αξιοποιήσουν είτε στο σπίτι τους είτε σε ένα οργανωμένο δίκτυο που αποτελούνταν από σπίτια ανάπαυσης, λέσχες, μέγαρα πολιτισμού, αθλητικές εγκαταστάσεις, βιβλιοθήκες κλπ.
Στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 στην ΕΣΣΔ η πλειοψηφία των εργατών και υπαλλήλων εργάζονταν 41 ώρες τη βδομάδα (με δυο αργίες), ενώ άλλες κατηγορίες εργαζομένων που εντάσσονταν στην κατηγορία που στην Ελλάδα ονομάζουμε «βαρέα και ανθυγιεινά», καθώς και οι δάσκαλοι, εργαζόμενοι στα νοσοκομεία κ.ά. είχαν ακόμα μικρότερη βδομάδα εργασίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι όσοι συνδύαζαν την εργασία με τη μόρφωση είχαν ακόμα πιο προνομιακή μεταχείριση.
Στο σοσιαλισμό η εργασία και η ανάπαυση ήταν οι δυο όψεις του ίδιου «νομίσματος». Με την αύξηση του ελεύθερου χρόνου αυξανόταν και η ανάγκη οργανωμένης ανάπαυσης. Το 1975 στην ΕΣΣΔ, στα παραθεριστικά θεραπευτήρια (σανατόρια), στα σπίτια ανάπαυσης, στις πανσιόν και στα τουριστικά συγκροτήματα ξεκουράστηκαν 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι και μέλη των οικογενειών τους, αξιοποιώντας εισιτήρια που τους παρέχονταν από το κράτος δωρεάν ή με πληρωμή (που εξαρτιόταν από το βαθμό ανάγκης και το ύψος της αμοιβής εργασίας τους) του 30% της τιμής τους, ενώ για το υπόλοιπο επιβαρύνονταν τα συνδικάτα.*
Στο κοινωνικό σύστημα που έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο και όχι το κέρδος, τα παραπάνω έχουν σκοπό να συμβάλλουν στην ανάπτυξη των πνευματικών και φυσικών ικανοτήτων του ανθρώπου και στην ικανοποίηση των αισθητικών αναγκών του και είναι προσιτά σε όλους. Ανάλογη κατάσταση ίσχυε και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Βουλγαρίας που με εύγλωττο τρόπο παρουσιάζεται στο ένθετο κείμενο.
Χώρος αναψυχής στη Λ.Δ. Βουλγαρίας Πηγή φωτογραφίας: http://piximus.net/
Χώρος αναψυχής στη Λ.Δ. Βουλγαρίας
Πηγή φωτογραφίας: http://piximus.net/
ΕΝΑ ΑΝΑΠΑΥΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΩΝ ΣΤΗ ΛΑЇΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
«Τριαντάφυλλα»
Στο πανέμορφο βουνό, τη Βίτοσα, λίγο παραέξω απ’ τη Σόφια, βρίσκεται το αναπαυτήριο «Τριαντάφυλλα».
Είναι ένα φιλόξενο σπίτι χαράς και γαλήνης, από τις χιλιάδες που έχτισε το λαϊκοδημοκρατικό καθεστώς για να ξεκουράζονται οι εργαζόμενοι. Αυτοί, που με τη δουλειά τους ανέβασαν την πατρίδα, από καθυστερημένη αγροτική χώρα, σε ζηλευτή βιομηχανική δύναμη.
Ήταν ένα ευχάριστο ξάφνιασμα για μας, σαν αντικρίσαμε το υπερσύγχρονο τριώροφο αναπαυτήριο μέσα στην καρδιά του ελατοδάσους.
Ο υπεύθυνος, Στυλιάν Γκραχόφσκι, ολοπρόθυμος μας υποδέχτηκε στην είσοδο. «Θα μείνετε κοντά μας όσο θέλετε» μας είπε, «για να γνωρίσετε τη ζωή μας και το αναπαυτήριό μας», συμπλήρωσε καθώς μας περνούσε στο σαλόνι. Εδώ, ένα πλήθος αδειούχων αναπαύονταν. Ευθύς ήρθαν κοντά μας και μας κύκλωσαν, μας έσφιξαν το χέρι και μας καλωσόρισαν εγκάρδια. Ήταν ένας κόσμος της δουλειάς, χαμογελαστός, απλός, με τη λάμψη της ικανοποίησης και της ξεγνοιασιάς. Μας κοιτούσαν κατάματα και παραβγαίνανε στο ποιος να μας πρωτοπεριποιηθεί.
Αμέσως αναπτύχθηκε ανάμεσά μας μια φιλία, μια οικειότητα, Μια ατμόσφαιρα γλυκιά, όλο αδερφική αγάπη, που ζεσταίνει την ψυχή και γκρεμίζει μίση και εχθρότητες, που τόσο συστηματικά καλλιεργούσαν οι λαομίσητοι βασιλιάδες και οι φιλοφασιστικές και δικτατορικές κυβερνήσεις. Και μείναμε έτσι αδερφωμένοι ώρες πολλές!
Παρατηρώ το μεγάλο σαλόνι και δεν το χορταίνω. Με παχιά βυσσινιά χαλιά στρωμένο, με βελούδινες κουρτίνες και με δερμάτινες πολυθρόνες και καναπέδες. Τηλεόραση, ραδιόφωνα, κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, πίνακες ζωγραφικής. Προβάλλουν και οι προτομές του Μεγάλου Λένιν και του αγαπημένου γιου της Βουλγαρίας, του γίγαντα Δημητρόφ. Παντού ανθοδοχεία και βάζα, με χιλιάδες τριαντάφυλλα.
Το μεσημέρι κάτσαμε σε κοινό γεύμα. Το εστιατόριο με λευκά τραπεζομάντηλα και πετσέτες σε σχήμα χωνί. Ορίστε το μενού: κρεατόσουπα, ομελέτα με λουκάνικα, σαλάτες και μπριζόλες με γαρνιτούρα.
Ο καθένας ζητούσε ό,τι φαγητό ήθελε και όσο ήθελε. Η μπύρα έχει καθιερωθεί πια για τον Βούλγαρο εργάτη, καθώς και στο τέλος του φαγητού η πάστα.
Μετά μας πέρασαν να γνωρίσουμε τους άλλους χώρους. Θ’ ανεβούμε μαρμάρινες σκάλες με κόκκινα χαλιά και θα διασχίσουμε διαδρόμους διακοσμημένους θαυμάσια. Θα σταθούμε στα δωμάτια που μένουν οι αδειούχοι και θα επισκεφτούμε όποιο εμείς θελήσουμε. Τα υπνοδωμάτια έχουν δυο κρεβάτια με καμηλό κουβέρτες και πουπουλένια μαξιλάρια. Χαλιά στο πάτωμα και στους τοίχους. Γραφείο και μικρή βιβλιοθήκη. Εταζέρες με μπιμπελό, καλοριφέρ και θέα στο δάσος.
Δεν μπορείς να μη χαρείς το σοσιαλιστικό σύστημα, που έβγαλε απ’ την ταπείνωση και τη φτώχια το βουλγάρικο λαό και τον τοποθέτησε δίπλα στον Ευρωπαίο με το προηγμένο επίπεδο!
Θα επισκεφτούμε δυο ακόμη σαλόνια της ψυχαγωγίας. Το ένα γι’ αυτούς που μένουν και το άλλο για τους διερχόμενους τουρίστες. Και τα δυο παλάτια του ονείρου.
Χώρος αναψυχής στη Λ.Δ. Βουλγαρίας Πηγή φωτογραφίας: http://piximus.net/
Τους χώρους αναψυχής στη Λ.Δ. Βουλγαρίας απολάμβαναν οι εργάτες και όλος ο λαός
Πηγή φωτογραφίας: http://piximus.net/
Θα γνωρίσουμε ακόμα το μικρό φαρμακείο, το γυμναστήριο, την αίθουσα πιγκ πογκ – σκάκι και την αποθήκη με τα σκι και τις στολές χιονοδρόμων. Έξω απ’ το αναπαυτήριο υπάρχει γήπεδο μπάσκετ, τέννις, καθώς και πέντε ειδικές πίστες για χιονοδρομίες.
Το αναπαυτήριο αυτό είναι από τα πιο μικρά: διαθέτει 100 κρεβάτια κι έχει προσωπικό 20 άτομα. Εδώ στη Βίτοσα υπάρχουν κι άλλα 24 αναπαυτήρια για τους εργάτες. Το πιο μεγάλο και σύγχρονο είναι για τους αεροπόρους κι έχει 600 κρεβάτια.
Εδώ στα «Τριαντάφυλλα» οι εργάτες που παραθερίζουν πληρώνουν κιόλας. Για τις δέκα μέρες παραμονή, φαγητό και ύπνο, το συνολικό ποσό είναι 165 δραχμές. «ΣΧΟΛΙΟΝ ΟΥΔΕΝ».
Είναι χαρά για τους δουλευτάρηδες το ότι απολαμβάνουν τ’ αγαθά της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Όμως αξίζει έπαινος και τιμή μεγάλη, σ’ εκείνους που έδωσαν στο βουλγάρικο λαό αυτά που του άξιζαν, που του έπρεπαν, που είχε δικαίωμα να τα χαίρεται, να τα ζει…
Φ. Γελαδόπουλος
[Ριζοσπάστης, 15 Γενάρη 1976, σελ. 4]
Αυτοί που προβάλλουν τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού ως «κανονικότητα» και «ρεαλισμό», λένε στον εργάτη ότι δεν πρέπει να διεκδικεί τα δικαιώματά του και ότι, όσο και να παλεύει, σοσιαλισμό δεν θα δει ούτε στη «δευτέρα παρουσία», είναι οι ίδιοι που υπόσχονται ότι έρχεται η ανάπτυξη, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να γίνει φιλολαϊκή και ότι είναι ζήτημα χρόνου ο καπιταλισμός να δείξει το «ανθρώπινο» πρόσωπό του. Ο καπιταλισμός είναι που δεν πρόκειται να γίνει ανθρώπινος ούτε στη «δευτέρα παρουσία».
Σήμερα που είναι ξεκάθαρο, περισσότερο από ποτέ, ότι ο καπιταλισμός αυτός είναι και δεν αλλάζει (προς το καλύτερο), είναι και πιο αναγκαίο ν’ ανατραπεί. Τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού που γνώρισε η ανθρωπότητα τον 20ο αιώνα, στην ΕΣΣΔ και στα άλλα σοσιαλιστικά κράτη, οι ζωντανές καταχτήσεις της Κουβανικής Επανάστασης, η βαθιά μελέτη της επιστημονικής θεωρίας του Μαρξισμού-Λενινισμού και της Ιστορίας, η βαριά πείρα που απόχτησε το κομμουνιστικό κίνημα από τις νίκες και τα πισωγυρίσματα και η αδήριτη ανάγκη πλατιών μαζών εργαζομένων σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, κρατάνε ζωντανή την ελπίδα ότι αυτός ο κόσμος μπορεί ν’ αλλάξει και θα τον αλλάξουν όσοι υποφέρουν τα πάνδεινα από την εκμετάλλευση.
* Στοιχεία από τη σειρά βιβλίων «Γνωριμία με την ΕΣΣΔ», Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1981