Για ένα πιάτο φαΐ στα σχολεία
Τον περασμένο Φλεβάρη, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε οργανώσει μια ημερίδα
με τίτλο «Κοινωνική Οικονομία: Απάντηση στην κρίση. Παίρνουμε τη ζωή
στα χέρια μας - Δημιουργούμε τις δικές μας δουλειές». Στην ημερίδα αυτή
μίλησε και η αρμόδια υπουργός Θεανώ Φωτίου, η οποία, με μεγάλο
ενθουσιασμό, είχε αναγγείλει ένα ακόμα εγχείρημα που συνδύαζε τη
λεγόμενη «κοινωνική οικονομία» με την «εταιρική κοινωνική ευθύνη».
Πρόκειται για ένα πρόγραμμα παροχής «σχολικών γευμάτων», στο πλαίσιο
μιας πρωτοβουλίας που έχει αναλάβει η Εθνική Τράπεζα, με τον τίτλο
«act4greece» (πλατφόρμα συμμετοχικής συγχρηματοδότησης, crowdfunding,
διάφορων δραστηριοτήτων κοινωνικού χαρακτήρα) και «στρατηγικούς
εταίρους» διάφορα Ιδρύματα υπό την «εποπτεία» επιχειρηματικών ομίλων. Το
συγκεκριμένο εγχείρημα τέθηκε υπό την αιγίδα του υπουργείου Εργασίας,
με τη φιλοδοξία να παρέχει σίτιση σε μαθητές δημοτικών σχολείων.
Πέρα απ' όλα τ' άλλα, τίθεται βέβαια και ζήτημα για τα κριτήρια με τα οποία ελέγχεται η ποιότητα της διαδικασίας, όπως και για το ποιος την εγγυάται, ειδικά σε μια προοπτική γενίκευσης μιας τέτοιας τακτικής. Πέρυσι, για παράδειγμα, υπήρχαν επισημάνσεις από γονείς ότι τα σχολεία δεν διαθέτουν υποδομές για τη συντήρηση του φαγητού και για το χρονικό διάστημα από την παραγωγή έως την κατανάλωση ή για το γεγονός ότι η ποιότητα του φαγητού δεν ήταν σε ένα σταθερό επίπεδο, ούτε και καλυτέρευε. Αλλη μια πλευρά, δηλαδή, που δείχνει ότι μιλάμε για ένα αποσπασματικό μέτρο, που κάθε άλλο παρά καλύπτει ολοκληρωμένα τη διαχρονική ανάγκη για δωρεάν σίτιση των μαθητών με ευθύνη του κράτους.
Το ζήτημα, φυσικά, δεν είναι αν τέτοιου είδους προγράμματα καλύπτουν μια πραγματική ανάγκη, έστω και για ένα μικρό ποσοστό όσων μαθητών το έχουν ανάγκη. Είναι, εξάλλου, αυτονόητο ότι τέτοια προγράμματα δεν αποτελούν λύση, καθώς έχουν αποσπασματικότητα και προσωρινό χαρακτήρα, εξαιτίας και των αβέβαιων πηγών χρηματοδότησης. Το ζήτημα είναι το πώς το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του, πατώντας πάνω στις πραγματικές αυτές ανάγκες, ανοίγουν δρόμους ώστε στη συνείδηση μαθητών και γονιών να εδραιώνεται ότι το ζήτημα είναι απλά η «αποτελεσματική» διαχείριση της φτώχειας, της οποίας έτσι κι αλλιώς τις αιτίες συγκαλύπτουν, εξωραΐζοντας ταυτόχρονα το κεφάλαιο και τη «φιλανθρωπική» του δράση. Το κράτος, από την πλευρά του, ουσιαστικά αποποιείται της υποχρέωσης να προσφέρει ένα γεύμα σε όλα τα παιδιά, με τη διαμόρφωση και των ανάλογων υποδομών, περιορίζοντας το ρόλο του στην αναζήτηση «μεγάλων χορηγών» και κάθε λογής «ευεργετών», ενώ ταυτόχρονα εξοικονομεί χρήματα που διατίθενται και πάλι για την ενίσχυση του κεφαλαίου. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και ο ρόλος της «κοινωνικής οικονομίας», που προβάλλεται ως διέξοδος για τους χιλιάδες ανέργους, τότε έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το πού αποσκοπούν προγράμματα όπως αυτό της κυβέρνησης, με τη συνέργεια ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων...
***
Σήμερα, οι μαθητές στα Δημοτικά είναι πάνω από 600.000.
Επιδίωξη του προγράμματος ήταν να απευθυνθεί για το διάστημα Φλεβάρης -
Ιούνης 2016 (για 86 μέρες) σε 4.000 μαθητές (0,66% του συνόλου) των
δημοτικών σχολείων. Εκτός από τους υπόλοιπους μαθητές των Δημοτικών, οι
εμπνευστές του προγράμματος θεώρησαν προφανώς ότι τέτοια ανάγκη δεν
υπάρχει για τα περίπου 150.000 νήπια, ούτε για τους πάνω από 500.000
μαθητές των Γυμνασίων - Λυκείων, επιβεβαιώνοντας την αποσπασματικότητα
του εγχειρήματος. Οταν αναγγέλθηκε το πρόγραμμα, ο «Ριζοσπάστης»
σημείωνε: «Η ίδια η ύπαρξη του προγράμματος είναι αμφίβολη καθώς
στηρίζεται ουσιαστικά στη "συμμετοχική χρηματοδότηση" (η λέξη
φιλανθρωπία ενοχλεί), η οποία αφορά την "ευαισθητοποίηση των ατόμων",
για να εισφέρουν ό,τι ο καθένας μπορεί, ώστε να υλοποιηθούν έργα...
Εχουν ανοίξει, δηλαδή, μια ηλεκτρονική πλατφόρμα, όπου ο καθένας μπαίνει
μέσα για να προσφέρει ό,τι χρηματικό ποσό επιθυμεί, για να καλυφθούν τα
έξοδα του προγράμματος. Ούτε λόγος για κρατική χρηματοδότηση». Ο
αρχικός στόχος ήταν να συγκεντρωθούν 860.000 ευρώ για τη σίτιση των
4.000 μαθητών αυτές τις 86 μέρες. Τελικά, με το ζόρι μαζεύτηκαν 340.549
ευρώ, από τα οποία μάλιστα η Εθνική Τράπεζα έβαλε τις 300.000 (η Θ.
Φωτίου είχε αποκαλέσει «μαγιά» αυτό το ποσό). Από τα χρήματα που
μαζεύτηκαν, σιτίστηκαν τελικά 2.808 μαθητές.
***
Η σχέση αυτού του προγράμματος με την «κοινωνική οικονομία»
έγκειται στο γεγονός ότι έβαλαν δύο «κοινωνικούς συνεταιρισμούς» να
μαγειρεύουν για τα παιδιά. Η Θ. Φωτίου, μάλιστα, πρότεινε άνεργες
γυναίκες να φτιάχνουν «κοινωνικές επιχειρήσεις», για να μαγειρεύουν
αυτές. Είναι γνωστός ο ρόλος που έχουν τέτοιου είδους επιχειρήσεις, που
υποκαθιστούν σε μια σειρά τομείς την υποχρέωση του κράτους, ενώ
παρουσιάζονται τάχα και σαν απάντηση στο ζήτημα της ανεργίας.Πέρα απ' όλα τ' άλλα, τίθεται βέβαια και ζήτημα για τα κριτήρια με τα οποία ελέγχεται η ποιότητα της διαδικασίας, όπως και για το ποιος την εγγυάται, ειδικά σε μια προοπτική γενίκευσης μιας τέτοιας τακτικής. Πέρυσι, για παράδειγμα, υπήρχαν επισημάνσεις από γονείς ότι τα σχολεία δεν διαθέτουν υποδομές για τη συντήρηση του φαγητού και για το χρονικό διάστημα από την παραγωγή έως την κατανάλωση ή για το γεγονός ότι η ποιότητα του φαγητού δεν ήταν σε ένα σταθερό επίπεδο, ούτε και καλυτέρευε. Αλλη μια πλευρά, δηλαδή, που δείχνει ότι μιλάμε για ένα αποσπασματικό μέτρο, που κάθε άλλο παρά καλύπτει ολοκληρωμένα τη διαχρονική ανάγκη για δωρεάν σίτιση των μαθητών με ευθύνη του κράτους.
***
Μόλις πρόσφατα, ανακοινώθηκε ότι το πρόγραμμα θα έχει και δεύτερη φάση
(22 Αυγούστου 2016 - 30 Ιούνη 2017). Ο στόχος για τους μαθητές που θα
«επωφεληθούν» είναι τώρα ακόμα μικρότερος (προφανώς η συγκυβέρνηση
θεωρεί ότι η ανάγκη σίτισης έχει συρρικνωθεί!). Το χρηματικό ποσό που
απαιτείται για να υλοποιηθεί ο στόχος είναι 600.000 ευρώ, από τα οποία
έχουν μαζευτεί μόλις 361 ευρώ! Και στη δεύτερη φάση, η Εθνική Τράπεζα
έχει ανακοινώσει ότι θα βάλει (προφανώς ως ...«μαγιά») 280.000 ευρώ.Το ζήτημα, φυσικά, δεν είναι αν τέτοιου είδους προγράμματα καλύπτουν μια πραγματική ανάγκη, έστω και για ένα μικρό ποσοστό όσων μαθητών το έχουν ανάγκη. Είναι, εξάλλου, αυτονόητο ότι τέτοια προγράμματα δεν αποτελούν λύση, καθώς έχουν αποσπασματικότητα και προσωρινό χαρακτήρα, εξαιτίας και των αβέβαιων πηγών χρηματοδότησης. Το ζήτημα είναι το πώς το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του, πατώντας πάνω στις πραγματικές αυτές ανάγκες, ανοίγουν δρόμους ώστε στη συνείδηση μαθητών και γονιών να εδραιώνεται ότι το ζήτημα είναι απλά η «αποτελεσματική» διαχείριση της φτώχειας, της οποίας έτσι κι αλλιώς τις αιτίες συγκαλύπτουν, εξωραΐζοντας ταυτόχρονα το κεφάλαιο και τη «φιλανθρωπική» του δράση. Το κράτος, από την πλευρά του, ουσιαστικά αποποιείται της υποχρέωσης να προσφέρει ένα γεύμα σε όλα τα παιδιά, με τη διαμόρφωση και των ανάλογων υποδομών, περιορίζοντας το ρόλο του στην αναζήτηση «μεγάλων χορηγών» και κάθε λογής «ευεργετών», ενώ ταυτόχρονα εξοικονομεί χρήματα που διατίθενται και πάλι για την ενίσχυση του κεφαλαίου. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και ο ρόλος της «κοινωνικής οικονομίας», που προβάλλεται ως διέξοδος για τους χιλιάδες ανέργους, τότε έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το πού αποσκοπούν προγράμματα όπως αυτό της κυβέρνησης, με τη συνέργεια ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου