«Ανάπτυξη
από τα κάτω» είναι το νέο «φρούτο» που σερβίρουν κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ,
με τον ισχυρισμό ότι «βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει με
όρους "ανάθεσης", με την κοινωνία σε ρόλο θεατή. Χρειάζεται η
καταλυτική ενεργοποίηση και συνέργεια της κοινωνίας», όπως αναφέρει ο
αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκης, σε συνέντευξή του στην
κυριακάτικη «Αυγή».
Διαπιστώνουν μάλιστα ότι «η κοινωνία ούτε ταυτίζεται ούτε εκπροσωπείται αυθεντικά από τους υφιστάμενους θεσμούς και τα κοινωνικά υποκείμενα» και ισχυρίζονται ότι «αυτή τη συνέργεια θα την καταστήσουμε εφικτή με παλιές και νέες μορφές, με πρωτότυπους θεσμούς συμμετοχής της κοινωνίας στη διαδικασία, στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση της ανάπτυξης».
Ο στόχος είναι σαφής: Με την αξιοποίηση των υφιστάμενων θεσμών και τη δημιουργία νέων, να διασφαλιστεί όχι μόνο η ανοχή του λαού στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, αλλά και η ενεργότερη συμμετοχή του στην επί της ουσίας στήριξη της αντιλαϊκής πολιτικής που υπηρετεί αυτόν το στόχο του κεφαλαίου.
Σύμφωνα με την ανάλυση της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση μπορούν να παίξουν «θεσμοί που βασίζονται στην ιδέα της συμμετοχής, της άμεσης δημοκρατίας και της συνεργατικότητας». Αξιοποιείται μάλιστα ως παράδειγμα η θεσμοθέτηση και η ανάπτυξη της λεγόμενης «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας», ενώ προαναγγέλλεται η νομοθέτηση πλαισίου για τους «ενεργειακούς συνεταιρισμούς» και τις «ενεργειακές κοινότητες», όπως και η δημιουργία «σχημάτων μικροπιστώσεων».
Διαπιστώνουν μάλιστα ότι με τον τρόπο αυτό διαμορφώνεται «ένα θεσμικό "οικοσύστημα" με πολλές δυνατότητες, το οποίο όμως απαιτεί ένα κίνημα πρωτοβουλιών και δράσεων, όπως έγινε κάποτε με τη δημιουργία συνδικάτων ή συνεταιρισμών». Οι επιχειρήσεις που αναπτύσσονται όμως στο πλαίσιο της «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας» είναι ενταγμένες στο σύστημα της καπιταλιστικής παραγωγής και καθόλου δεν αποτελούν έναν «ουδέτερο» χώρο ανάμεσα στον κρατικό και τον ιδιωτικό τομέα, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Αντίστοιχα, οι διάφοροι «συνεταιρισμοί», όπως οι ενεργειακοί, για τους οποίους μίλησε πρόσφατα και ο Γ. Σταθάκης, από το βήμα του «περιφερειακού αναπτυξιακού συνεδρίου» στην Κοζάνη, παρουσιάζονται ως διέξοδος τάχα για τους χιλιάδες ανέργους που θα προκύψουν από την παραπέρα «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας, η οποία όμως θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τη θέση και τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους, που ούτως ή άλλως κυριαρχούν στην αγορά.
Η αναφορά τους τέλος στα συνδικάτα (τα οποία κατατάσσουν στις ...ξεπερασμένες πλέον «δομές κοινωνικής εκπροσώπησης») δεν είναι καθόλου τυχαία. Παρά την εργοδοτική - κυβερνητική πλειοψηφία στην ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος και την προσπάθεια των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ να συνδράμουν με κάθε τρόπο τον εκφυλισμό του και την πλήρη ενσωμάτωση στους στόχους του κεφαλαίου, βλέπουν με ανησυχία τις οργανωμένες εργατικές - λαϊκές κινητοποιήσεις, τις εστίες αγώνα και διεκδίκησης που αναπτύσσονται σε κλάδους και τόπους δουλειάς, κάτω από την όξυνση των προβλημάτων και την παρέμβαση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Είναι αυτοί οι αγώνες που το προηγούμενο διάστημα τσαλάκωσαν το «αφήγημα» της κυβέρνησης ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός στηρίζουν ενεργά την αντιλαϊκή της πολιτική και τα απανωτά μέτρα ενίσχυσης του κεφαλαίου, στο όνομα της ανάκαμψης των κερδών του. Αυτοί οι αγώνες και η οργάνωση της εργατικής τάξης «από τα κάτω», για την ανάκτηση απωλειών και την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, είναι που πρέπει να πολλαπλασιαστούν και να ενισχυθούν το επόμενο διάστημα.
Να δυναμώσει η προσπάθεια ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και ενίσχυσης της Κοινωνικής Συμμαχίας, σε ευθεία αντιπαράθεση με το κεφάλαιο και την πολιτική των κομμάτων του. Σε σύγκρουση με τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης να προσθέσει και νέους θεσμούς χειραγώγησης και ενσωμάτωσης των εργαζομένων και του λαού στις επιδιώξεις και τους στόχους του κεφαλαίου.
Διαπιστώνουν μάλιστα ότι «η κοινωνία ούτε ταυτίζεται ούτε εκπροσωπείται αυθεντικά από τους υφιστάμενους θεσμούς και τα κοινωνικά υποκείμενα» και ισχυρίζονται ότι «αυτή τη συνέργεια θα την καταστήσουμε εφικτή με παλιές και νέες μορφές, με πρωτότυπους θεσμούς συμμετοχής της κοινωνίας στη διαδικασία, στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση της ανάπτυξης».
Ο στόχος είναι σαφής: Με την αξιοποίηση των υφιστάμενων θεσμών και τη δημιουργία νέων, να διασφαλιστεί όχι μόνο η ανοχή του λαού στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, αλλά και η ενεργότερη συμμετοχή του στην επί της ουσίας στήριξη της αντιλαϊκής πολιτικής που υπηρετεί αυτόν το στόχο του κεφαλαίου.
Σύμφωνα με την ανάλυση της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση μπορούν να παίξουν «θεσμοί που βασίζονται στην ιδέα της συμμετοχής, της άμεσης δημοκρατίας και της συνεργατικότητας». Αξιοποιείται μάλιστα ως παράδειγμα η θεσμοθέτηση και η ανάπτυξη της λεγόμενης «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας», ενώ προαναγγέλλεται η νομοθέτηση πλαισίου για τους «ενεργειακούς συνεταιρισμούς» και τις «ενεργειακές κοινότητες», όπως και η δημιουργία «σχημάτων μικροπιστώσεων».
Διαπιστώνουν μάλιστα ότι με τον τρόπο αυτό διαμορφώνεται «ένα θεσμικό "οικοσύστημα" με πολλές δυνατότητες, το οποίο όμως απαιτεί ένα κίνημα πρωτοβουλιών και δράσεων, όπως έγινε κάποτε με τη δημιουργία συνδικάτων ή συνεταιρισμών». Οι επιχειρήσεις που αναπτύσσονται όμως στο πλαίσιο της «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας» είναι ενταγμένες στο σύστημα της καπιταλιστικής παραγωγής και καθόλου δεν αποτελούν έναν «ουδέτερο» χώρο ανάμεσα στον κρατικό και τον ιδιωτικό τομέα, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Αντίστοιχα, οι διάφοροι «συνεταιρισμοί», όπως οι ενεργειακοί, για τους οποίους μίλησε πρόσφατα και ο Γ. Σταθάκης, από το βήμα του «περιφερειακού αναπτυξιακού συνεδρίου» στην Κοζάνη, παρουσιάζονται ως διέξοδος τάχα για τους χιλιάδες ανέργους που θα προκύψουν από την παραπέρα «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας, η οποία όμως θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τη θέση και τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους, που ούτως ή άλλως κυριαρχούν στην αγορά.
Η αναφορά τους τέλος στα συνδικάτα (τα οποία κατατάσσουν στις ...ξεπερασμένες πλέον «δομές κοινωνικής εκπροσώπησης») δεν είναι καθόλου τυχαία. Παρά την εργοδοτική - κυβερνητική πλειοψηφία στην ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος και την προσπάθεια των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ να συνδράμουν με κάθε τρόπο τον εκφυλισμό του και την πλήρη ενσωμάτωση στους στόχους του κεφαλαίου, βλέπουν με ανησυχία τις οργανωμένες εργατικές - λαϊκές κινητοποιήσεις, τις εστίες αγώνα και διεκδίκησης που αναπτύσσονται σε κλάδους και τόπους δουλειάς, κάτω από την όξυνση των προβλημάτων και την παρέμβαση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Είναι αυτοί οι αγώνες που το προηγούμενο διάστημα τσαλάκωσαν το «αφήγημα» της κυβέρνησης ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός στηρίζουν ενεργά την αντιλαϊκή της πολιτική και τα απανωτά μέτρα ενίσχυσης του κεφαλαίου, στο όνομα της ανάκαμψης των κερδών του. Αυτοί οι αγώνες και η οργάνωση της εργατικής τάξης «από τα κάτω», για την ανάκτηση απωλειών και την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, είναι που πρέπει να πολλαπλασιαστούν και να ενισχυθούν το επόμενο διάστημα.
Να δυναμώσει η προσπάθεια ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και ενίσχυσης της Κοινωνικής Συμμαχίας, σε ευθεία αντιπαράθεση με το κεφάλαιο και την πολιτική των κομμάτων του. Σε σύγκρουση με τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης να προσθέσει και νέους θεσμούς χειραγώγησης και ενσωμάτωσης των εργαζομένων και του λαού στις επιδιώξεις και τους στόχους του κεφαλαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου