Μια φορά κι έναν καιρό εργαζόμενος, που
ανήκε σε σωματείο φτιαγμένο από τον βασιλιά για να χειραγωγεί τη
συνείδηση των εργαζόμενων και προσήλθε κανονικά στη δουλειά του ως
όφειλε, βρέθηκε μπροστά σε μια προκλητική και άδικη εντολή από τους
προϊσταμένους του, οι οποίοι καίτοι προϊστάμενοι ήταν αντιφρονούντες!
Διατάχθηκε να κουβαλήσει κάλπες και παραβάν προκειμένου να εξυπηρετηθεί η
εκλογική διαδικασία των Βασιλικών Εκλογών για εκλογή Βασιλικών
Συμβούλων που θα λάμβανε χώρα εκείνες τις ημέρες στο Βασίλειο της
Δανιμαρκίας! Σκέφτηκε ότι ήταν εξοργιστικό να του ανατίθεται η μεταφορά
καλπών και αποφάσισε να μην κάνει την επικίνδυνη, βαριά και ανθυγιεινή
εργασία της μεταφοράς καλπών και παραβάν! Από την άλλη όμως σκέφτηκε ότι
εάν αρνηθεί θα δώσει λαβή σε διάφορους Τζημερίξ να πούνε ότι οι
δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες κι έτσι αποφάσισε να κουβαλήσει τις
κάλπες και τα παραβάν παρά το ότι αυτό ήταν αλλότριο καθήκον σε σχέση με
την εργασία του! Ο φιλότιμος εργάτης ούτε καθηγητής πανεπιστημίου ήταν,
ούτε απλός καθηγητής ήταν, ούτε δικηγόρος ήταν, ούτε λογιστής ήταν,
ούτε αρχιτέκτονας ήταν, ούτε μηχανικός ήταν! Ήταν όμως τεχνίτης! Γίνεται
ένας τεχνίτης να κουβαλάει κάλπες και παραβάν;! Ε όχι ένας τεχνίτης να
κάνει δουλειά ανειδίκευτου εργάτη! Τελικά αποφάσισε να αρνηθεί να
κουβαλήσει κάλπες και παραβάν! Αλλά σκέφτηκε και πάλι ότι θα βρει ο
Μητσοτακούλιους αφορμή να τον απολύσει μαζί με χιλιάδες δημοσίους
υπαλλήλους λόγω τεμπελιάς! Τι να κάνει λοιπόν ο φιλότιμος εργάτης,
αποφάσισε να κάνει πέτρα την καρδιά του και να βάλει σε κίνδυνο την
υγεία και την σωματική του ακεραιότητα κουβαλώντας κάλπες και παραβάν!
Ξεκίνησε λοιπόν ο φιλότιμος εργάτης να
διεκπεραιώσει το αλλότριο καθήκον που του ανατέθηκε από τους
προϊσταμένους του, οι οποίοι αν και αντιφρονούντες ήθελαν να λειτουργούν
σωστά οι υπηρεσίες τους! Δεν μπορούσαν όμως να του φύγουν οι διαόλοι
για την τόσο άδικη εντολή να κουβαλήσει κάλπες και παραβάν με τις
γνώσεις και την εργασιακή εμπειρία που είχε! Έξαλλος καθώς ήταν για τα
αλλότρια καθήκοντα που του ανατέθηκαν από αντιφρονούντες προϊσταμένους
ενώ ο ίδιος ήταν πιστός βασιλικός, έβριζε τις κάλπες και τα παραβάν
καθώς τα κουβαλούσε! Εκεί λοιπόν που ανέβαινε τις σκάλες ενός εκλογικού
κέντρου, βρίζοντας την κάλπη και το παραβάν που είχε φορτωθεί, η κάλπη
και το παραβάν έβγαλαν χέρια και πόδια και άρχισαν να κλωτσοκοπούν και
να γρονθοκοπούν τον φιλότιμο εργάτη! Ο φιλότιμος εργάτης τα έχασε και
πριν προλάβει να αμυνθεί, καθώς είχε και προβλήματα με το πόδι του το
οποίο δεν το πατούσε καλά, κατρακύλησε στα σκαλοπάτια του εκλογικού
κέντρου! Εκεί στο τελευταίο σκαλοπάτι έγινε το κακό καθώς το κεφάλι του
φιλότιμου εργάτη χτύπησε στη γωνία και άνοιξε! Το μάρμαρο γέμισε αίματα,
αλλά η κάλπη και το παραβάν μη μπορώντας να συγκρατήσουν τις
αιμοσταγείς του διαθέσεις όρμησαν με κλωτσιές στο ανοιγμένο κεφάλι του
φιλότιμου εργάτη μέχρι που τον αποτελείωσαν!
Την επόμενη ημέρα έγινε η κηδεία! Πλήθος
κόσμου, εκατοντάδες στεφάνια για τον φιλότιμο εργάτη που δολοφονήθηκε
από την βαρβαρότητα που επέδειξαν η κάλπη και το παραβάν, οι οποίες
λειτούργησαν κατά πάσα πιθανότητα σύμφωνα με τις εντολές των
προϊσταμένων οι οποίοι διέταξαν τον άτυχο εργάτη να ασχοληθεί με
αλλότρια καθήκοντα! Όταν ήρθε η ώρα να σηκώσουν τον νεκρό εργάτη το
πλήθος ξέσπασε σε χειροκροτήματα και συνθήματα! Κάποια στιγμή ακούστηκε
το σύνθημα: «Μ’ αγώνες τιμάμε τους νεκρούς μας»! Εκείνην την ώρα ο
νεκρός εργάτης έσπασε κι άρχισε να κλαίει! Καθώς άνοιξε τα μάτια του
μέσα στο ανοιχτό φέρετρο για να σκουπίσει τα δάκρυα, είδε ανάμεσα στο
πλήθος τους προϊσταμένους που του έδωσαν την εντολή να κουβαλήσει τις
κάλπες και τα παραβάν και τον οδήγησαν στο θάνατο!
-Φονιάδες, δολοφόνοι, άρχισε να φωνάζει ο νεκρός που σηκώθηκε όρθιος πάνω στο φέρετρο!
Οι προϊστάμενοι που τον κοιτούσαν
απορημένοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί τους επιτίθεται! Δίνει ένα
σάλτο ο νεκρός, παρά το πρόβλημα που είχε για πολλά χρόνια στο πόδι του,
και προσγειώνεται στο οδόστρωμα πιάνοντας από το λαιμό τους δύο
προϊστάμενους!
– Κοπρόσκυλα, δολοφόνοι, φωνάζει ο
νεκρός! Δεν ντρέπεστε να με σκοτώσετε σε εργατικό ατύχημα ενώ
παριστάνετε τους αντιφρονούντες στη βασιλική εξουσία;!
Εκείνην την ώρα οι προϊστάμενοι τον
αρχίζουν στα χαστούκια! Το πλήθος αρχίζει να φωνάζει ρυθμικά «αίσχος,
αίσχος» μαζί με τον νεκρό εργάτη που χαστουκίζεται από τους ηθικούς
αυτουργούς της δολοφονίας του!
– Ο θεός θα σας το πληρώσει, οι εργάτες
δεν θα αφήσουν να περάσει έτσι αυτό που κάνετε, ένας στο χώμα χιλιάδες
στον αγώνα, ζήτω ο βασιλιάς, φώναξε ο νεκρός κι εκείνην την ώρα έφαγε
ένα πιο γερό χαστούκι και παρ’ όλο που ήταν νεκρός λιποθύμησε!
Όταν σε λίγες στιγμές άνοιξε τα μάτια
του, ήταν ξαπλωμένος στον πάγκο της υπηρεσίας του και οι δύο
προϊστάμενοι ήταν από πάνω του κατατρομαγμένοι καθώς τον κοιτούσαν να
είναι μούσκεμα στον ιδρώτα!
– Φονιάδες, φονιάδες, ξαναφώναξε ο φιλότιμος εργάτης!
– Να φωνάξουμε γιατρό, είπε ο ένας προϊστάμενος στον άλλον!
– Τι γιατρό να φωνάξετε δολοφόνοι, αφού με σκοτώσατε και έχετε το θράσος να έρθετε και στην κηδεία μου!
Οι προϊστάμενοι ανησύχησαν καθώς ο
φιλότιμος εργάτης συνήθιζε να κοιμάται στον πάγκο της υπηρεσίας, όταν
τύχαινε να πάει για δουλειά και δεν ήταν ελεύθερος γιατρού, αλλά ήταν η
πρώτη φορά που έβλεπε εφιάλτες και κραύγαζε στον ύπνο του!
– Ποια κηδεία σου ρε σαχλαμάρα, του είπε ο ένας από τους προϊστάμενους! Όνειρο έβλεπες;!
Όνειρο;! Ο φιλότιμος εργάτης δεν πίστευε
στ’ αυτιά του! Όνειρο ήταν αυτό;! Σημαδιακό όνειρο, σκέφτηκε! Θεϊκό
σημάδι για το πόσο κινδύνευε από τα αλλότρια καθήκοντα που του ανέθεσαν
οι προϊστάμενοι!
– Δεν εκτελώ αλλότρια καθήκοντα, βροντοφώναξε στους προϊσταμένους του! Θα σας καταγγείλω!
– Βρε άι σιχτίρ που ασχολούμαστε μαζί του, είπε ο ένας προϊστάμενος στον άλλον και κίνησαν να πάνε στα γραφεία τους!
– Φονιάδες, δολοφόνοι, ξαναφώναξε ο
φιλότιμος εργάτης και αμέσως πριν προλάβουν οι προϊστάμενοι να πάνε στα
γραφεία τους, τους έπιασε ξανά απ’ το λαιμό ενώ το πλήθος ζητωκραύγαζε
καθώς ο νεκρός εργάτης οδηγούσε τους προϊσταμένους του στην πυρά!
Αφού ο νεκρός εργάτης έκαψε τους
προϊσταμένους του στην πυρά, που έστησε στα γρήγορα, ξανανέβηκε με ένα
σάλτο στο φέρετρό του και άρχισε να χαιρετάει τα πλήθη σαν Καίσαρας! Η
πομπή έκανε ώρες να φτάσει μέχρι το νεκροταφείο καθώς οι εκατοντάδες
χιλιάδες του πλήθους ήθελαν να ανταλλάξουν χειραψία και να βγάλουν
φωτογραφία με τον νεκρό ήρωα! Όταν η τεράστια πομπή έφτασε στα
κοιμητήρια το πλήθος αντί να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα και κλάματα,
ξέσπασε σε χειροκροτήματα, αποδοκιμασίες και γέλια! Παραξενεύτηκε ο
νεκρός φιλότιμος εργάτης και ξανάνοιξε τα μάτια του! Οι συνάδελφοί του,
που είχαν τελειώσει το κουβάλημα καλπών και παραβάν και είχαν γυρίσει
στην υπηρεσία για να πάνε στα σπίτια τους αφού το οκτάωρο ολοκληρώθηκε,
ξέσπασαν σε χειροκροτήματα, γέλια και αποδοκιμασίες καθώς βρήκαν τον
φιλότιμο εργάτη να κοιμάται ροχαλίζοντας στον πάγκο όπως ακριβώς τον
είχαν αφήσει πριν από οκτώ ώρες!
– Τι γελάτε ρε, ρώτησε εκνευρισμένος ο φιλότιμος εργάτης!
Ένας από τους συναδέλφους του, που
δούλεψε παραπάνω για να βγει και η δουλειά του φιλότιμου φιλοβασιλικού
εργάτη ο οποίος όλη αυτή την ώρα είχε παραδοθεί στις αγκάλες του Μορφέα,
του προσέφερε ένα τσαμπί μπανάνες ως ανταμοιβή για το διασκεδαστικό
θέαμα που τους χάρισε!!
Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δημήτρης Πελλερέν
Το παραπάνω διήγημα είναι φανταστική
ιστορία και δεν έχει καμία σχέση με αληθινά πρόσωπα! Οποιαδήποτε
προσπάθεια συσχέτισης της παραπάνω ιστορίας με αληθινά πρόσωπα και
πραγματικά γεγονότα είναι αβάσιμη! Άλλωστε τέτοιοι εργάτες σαν τον
«φιλότιμο» εργάτη δεν υπάρχουν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου