Το
«όραμά» του για μια «προοδευτική και δημοκρατική Ευρώπη», στον αντίποδα
της σημερινής «νεοφιλελεύθερης και συντηρητικής», παρουσίασε την Τρίτη
στο Ευρωκοινοβούλιο ο Αλ. Τσίπρας.
Κάλεσε μάλιστα τις δυνάμεις «από τα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι το φιλελεύθερο κέντρο» να συμπαραταχθούν ενάντια στην άνοδο της ακροδεξιάς, την οποία απέδωσε στην κυρίαρχη «νεοφιλελεύθερη» πολιτική, που - όπως είπε - πρέπει να αλλάξει.
Ο Αλ. Τσίπρας επέστρεψε στον «τόπο του εγκλήματος», εκεί όπου μετά το δημοψήφισμα του 2015 και λίγο πριν την ψήφιση του 3ου μνημονίου εμφανίστηκε σχεδόν απολογούμενος για όσα έλεγε τους πρώτους πέντε μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, και με προπέτασμα καπνού τις κορόνες ενάντια στη λιτότητα περιέγραψε όσα ακολούθησαν αμέσως μετά, με αποκορύφωμα το μνημόνιο που ψήφισε από κοινού με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι.
Η προχτεσινή ομιλία του Αλ. Τσίπρα είχε βέβαια άλλο χρώμα, αφού εμφανίστηκε με τον «αέρα» του «επιτυχημένου μεταρρυθμιστή», κάνοντας έναν απολογισμό του αντιλαϊκού έργου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ την τελευταία τριετία.
Για τις επιδόσεις της αυτές, η κυβέρνηση αναγνωρίζεται από «εχθρούς» και φίλους, όπως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, που περιόρισε την όποια κριτική στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πριν από την ψήφιση του 3ου μνημονίου. Από εκεί κι έπειτα, όλα κύλησαν ...ομαλά.
Πολύ περισσότερο που στην ομιλία του ο Αλ. Τσίπρας μοίρασε διαβεβαιώσεις ότι αυτή η πολιτική, που ενσωματώνει στρατηγικές κατευθύνσεις του κεφαλαίου, θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, ως αναγκαία προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία καλύτερων όρων ανάκαμψης για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Κι αφού «ξελάσπωσε» την πολιτική των μνημονίων, ανέλαβε να εξωραΐσει την ίδια την ΕΕ, λέγοντας στην ομιλία του ότι υπερασπίζεται την επιστροφή στις «ιδρυτικές αρχές» της και ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, που κι ο ίδιος φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει, μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σ' αυτό. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη σοσιαλδημοκρατική «ανακαίνιση» της ΕΕ, χρησιμοποιώντας τα γνωστά μπαγιάτικα επιχειρήματα ότι μια «αναπτυξιακή πολιτική» μπορεί να στηρίξει και τα κέρδη των μονοπωλίων και τα λαϊκά δικαιώματα. Τα τελευταία βέβαια συνθλίβονται συνεχώς από την πολιτική που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, είτε φιλελεύθερες είτε σοσιαλδημοκρατικές, και όχι κάποιοι «νεοφιλελεύθεροι».
Προσπάθησε να εμφανίσει ως νέα κάλπικη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις «προοδευτικές, δημοκρατικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις» και τις «ακροδεξιές - αντιευρωπαϊκές», χρεώνοντας στη «νεοφιλελεύθερη διαχείριση» την ενδυνάμωση των δεύτερων. Απέκρυψε έτσι ότι η ενίσχυση αντιδραστικών δυνάμεων και του αστικού ευρωσκεπτικισμού πραγματοποιείται στο έδαφος των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, της διαχείρισης του Προσφυγικού, της όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανισομετρίας, αλλά και του αντικομμουνισμού και της αντιδραστικοποίησης, που βρίσκονται στο DNA της ίδιας της ΕΕ από γεννησιμιού της.
Εκφράζει επίσης το γεγονός ότι η ΕΕ ήταν και παραμένει, ως ένωση καπιταλιστικών κρατών, μια λυκοσυμμαχία που εμπεριέχει τον ανταγωνισμό, την προσπάθεια θωράκισης των συμφερόντων κάθε εθνικού κράτους, κάθε εθνικής αστικής τάξης. Η συνένωσή τους υπάρχει μόνο απέναντι στο ξεπάτωμα των λαών τους και στον κοινό ανταγωνισμό τους απέναντι σε άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα για το μοίρασμα των αγορών. Μεταξύ τους «τρώγονται». Αλλοτε διαχειρίζονται τη φαγωμάρα τους «θεσμικά», εντός δηλαδή των ορίων της ΕΕ, με συμβιβασμούς και υποχωρήσεις και με την ισχυρότερη δύναμη να επιβάλλει τη θέλησή της, άλλοτε θέτοντας σε αμφισβήτηση τη συνοχή της ΕΕ, κάτι που σήμερα βιώνουμε εξαιτίας της όξυνσης των αντιθέσεων και ανταγωνισμών και με παρέμβαση τρίτων δυνάμεων - ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας κ.ά. Ολους, φιλοευρωπαίους και ευρωσκεπτικιστές, δεν τους χωρίζει καμία άβυσσος. Γι' αυτό βλέπουμε και μεταμορφώσεις των «μεν» σε «δε».
Η πραγματική διέξοδος για το λαό δεν βρίσκεται στην «αναστήλωση» της ΕΕ με αλλαγές στο «μείγμα» της αντιλαϊκής διαχείρισης, με θεσμική θωράκιση απέναντι σε ανταγωνιστές της και εσωτερικές αμφισβητήσεις. Αλλά στον οργανωμένο αγώνα για ανάκτηση απωλειών και σύγχρονα δικαιώματα, σε σύγκρουση με τα κέρδη του κεφαλαίου.
Βρίσκεται στην πάλη για την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, που προϋποθέτει αποδέσμευση από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, με εργατική εξουσία. Εκεί πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του ο λαός, πετώντας στο καλάθι των αχρήστων παλιά και νέα ψευτοδιλήμματα και αυταπάτες.
Κάλεσε μάλιστα τις δυνάμεις «από τα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι το φιλελεύθερο κέντρο» να συμπαραταχθούν ενάντια στην άνοδο της ακροδεξιάς, την οποία απέδωσε στην κυρίαρχη «νεοφιλελεύθερη» πολιτική, που - όπως είπε - πρέπει να αλλάξει.
Ο Αλ. Τσίπρας επέστρεψε στον «τόπο του εγκλήματος», εκεί όπου μετά το δημοψήφισμα του 2015 και λίγο πριν την ψήφιση του 3ου μνημονίου εμφανίστηκε σχεδόν απολογούμενος για όσα έλεγε τους πρώτους πέντε μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, και με προπέτασμα καπνού τις κορόνες ενάντια στη λιτότητα περιέγραψε όσα ακολούθησαν αμέσως μετά, με αποκορύφωμα το μνημόνιο που ψήφισε από κοινού με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι.
Η προχτεσινή ομιλία του Αλ. Τσίπρα είχε βέβαια άλλο χρώμα, αφού εμφανίστηκε με τον «αέρα» του «επιτυχημένου μεταρρυθμιστή», κάνοντας έναν απολογισμό του αντιλαϊκού έργου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ την τελευταία τριετία.
Για τις επιδόσεις της αυτές, η κυβέρνηση αναγνωρίζεται από «εχθρούς» και φίλους, όπως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, που περιόρισε την όποια κριτική στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πριν από την ψήφιση του 3ου μνημονίου. Από εκεί κι έπειτα, όλα κύλησαν ...ομαλά.
Πολύ περισσότερο που στην ομιλία του ο Αλ. Τσίπρας μοίρασε διαβεβαιώσεις ότι αυτή η πολιτική, που ενσωματώνει στρατηγικές κατευθύνσεις του κεφαλαίου, θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, ως αναγκαία προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία καλύτερων όρων ανάκαμψης για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Κι αφού «ξελάσπωσε» την πολιτική των μνημονίων, ανέλαβε να εξωραΐσει την ίδια την ΕΕ, λέγοντας στην ομιλία του ότι υπερασπίζεται την επιστροφή στις «ιδρυτικές αρχές» της και ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, που κι ο ίδιος φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει, μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σ' αυτό. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη σοσιαλδημοκρατική «ανακαίνιση» της ΕΕ, χρησιμοποιώντας τα γνωστά μπαγιάτικα επιχειρήματα ότι μια «αναπτυξιακή πολιτική» μπορεί να στηρίξει και τα κέρδη των μονοπωλίων και τα λαϊκά δικαιώματα. Τα τελευταία βέβαια συνθλίβονται συνεχώς από την πολιτική που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, είτε φιλελεύθερες είτε σοσιαλδημοκρατικές, και όχι κάποιοι «νεοφιλελεύθεροι».
Προσπάθησε να εμφανίσει ως νέα κάλπικη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις «προοδευτικές, δημοκρατικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις» και τις «ακροδεξιές - αντιευρωπαϊκές», χρεώνοντας στη «νεοφιλελεύθερη διαχείριση» την ενδυνάμωση των δεύτερων. Απέκρυψε έτσι ότι η ενίσχυση αντιδραστικών δυνάμεων και του αστικού ευρωσκεπτικισμού πραγματοποιείται στο έδαφος των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, της διαχείρισης του Προσφυγικού, της όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανισομετρίας, αλλά και του αντικομμουνισμού και της αντιδραστικοποίησης, που βρίσκονται στο DNA της ίδιας της ΕΕ από γεννησιμιού της.
Εκφράζει επίσης το γεγονός ότι η ΕΕ ήταν και παραμένει, ως ένωση καπιταλιστικών κρατών, μια λυκοσυμμαχία που εμπεριέχει τον ανταγωνισμό, την προσπάθεια θωράκισης των συμφερόντων κάθε εθνικού κράτους, κάθε εθνικής αστικής τάξης. Η συνένωσή τους υπάρχει μόνο απέναντι στο ξεπάτωμα των λαών τους και στον κοινό ανταγωνισμό τους απέναντι σε άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα για το μοίρασμα των αγορών. Μεταξύ τους «τρώγονται». Αλλοτε διαχειρίζονται τη φαγωμάρα τους «θεσμικά», εντός δηλαδή των ορίων της ΕΕ, με συμβιβασμούς και υποχωρήσεις και με την ισχυρότερη δύναμη να επιβάλλει τη θέλησή της, άλλοτε θέτοντας σε αμφισβήτηση τη συνοχή της ΕΕ, κάτι που σήμερα βιώνουμε εξαιτίας της όξυνσης των αντιθέσεων και ανταγωνισμών και με παρέμβαση τρίτων δυνάμεων - ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας κ.ά. Ολους, φιλοευρωπαίους και ευρωσκεπτικιστές, δεν τους χωρίζει καμία άβυσσος. Γι' αυτό βλέπουμε και μεταμορφώσεις των «μεν» σε «δε».
Η πραγματική διέξοδος για το λαό δεν βρίσκεται στην «αναστήλωση» της ΕΕ με αλλαγές στο «μείγμα» της αντιλαϊκής διαχείρισης, με θεσμική θωράκιση απέναντι σε ανταγωνιστές της και εσωτερικές αμφισβητήσεις. Αλλά στον οργανωμένο αγώνα για ανάκτηση απωλειών και σύγχρονα δικαιώματα, σε σύγκρουση με τα κέρδη του κεφαλαίου.
Βρίσκεται στην πάλη για την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, που προϋποθέτει αποδέσμευση από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, με εργατική εξουσία. Εκεί πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του ο λαός, πετώντας στο καλάθι των αχρήστων παλιά και νέα ψευτοδιλήμματα και αυταπάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου