30 Μαρ 2019

Ο καπιταλισμός γεννά Βρυκόλακες



Ο Μπρεχτ στο έργο του «Ο Βίος του Γαλιλαίου» λέει: «Οι Πρίγκιπες, οι Φεουδάρχες και οι Παπάδες έχουν παγιδεύσει τον κόσμο και τον έχουν τυλίξει μέσα σε ένα ροζ σύννεφο από δεισιδαιμονίες και αρχαίες προλήψεις κι έτσι διαιωνίζουν την εξουσία τους».

Ολα τα συστήματα και οι εξουσίες που στηρίζονται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο γεμίζουν τη ζωή μας με «Βρυκόλακες».
Με αυτούς τους βρυκόλακες πάλεψε ο Ερρίκος Ιψεν σ' όλη του τη ζωή. Και σ' όλο το έργο του.
Η καθιέρωσή του ως ριζοσπαστικού διανοητή και επαναστάτη δραματουργού οφείλεται κυρίως στα έργα «Τα Στηρίγματα της Κοινωνίας» το 1877, «Το κουκλόσπιτο» το 1879, οι «Βρυκόλακες» το 1881 και «Ενας Εχθρός του Λαού» το 1882.
Ο συνεχής αγώνας του ανθρώπου απέναντι στους βρυκόλακες που δημιουργούν η εξουσία, η κοινωνική ηθική και η θρησκεία, δίνουν στη θεματολογία του Ιψεν μια διαχρονικότητα που μας κάνει να βλέπουμε τα έργα του σαν σημερινά και απόλυτα επίκαιρα.
Ο Ιψεν κατάφερε να μας παρουσιάσει πρόσωπα της καθημερινής ζωής, που όμως στη συνείδησή μας παίρνουν τις διαστάσεις ηρώων και γίνονται σύμβολα. Επειδή δεν περιέγραψε τους ανθρώπους και τα ήθη τους με το εξωτερικό τους περίβλημα αλλά σαν ανατόμος της ανθρώπινης ύπαρξης, έσκαψε βαθιά και αποκάλυψε όλο τον πλούτο της συνείδησης, όλες τις αντιφατικές δυνάμεις και τις συγκρούσεις που αυτές δημιουργούν. Τα φορτία που κουβαλά ο καθένας μας. Αυτό είναι το στοιχείο που κάνει τα καθημερινά πρόσωπα να αποκτούν συμβολική σημασία. Και αυτό συμβαίνει επειδή αναγνωρίζουμε σε αυτούς τους ήρωες τα «οικεία κακά».
Πώς ένας τόσο μεγάλος καλλιτέχνης να μην επηρεαστεί από τους εργατικούς αγώνες της εποχής του;
Η εποχή βρήκε στο πρόσωπο του Ιψεν τον γνήσιο δραματικό ποιητή, που με την ιδιοφυΐα του έφτασε να συγκριθεί με το αρχαίο θέατρο. Αυτό που κατάφερε ήταν να φτιάξει αληθινούς ανθρώπους και να δημιουργήσει στον θεατή την αίσθηση ότι κάνει άμεση επαφή με την ίδια τη ζωή.
Η εποχή που αποφάσισε ο Ιψεν να εγκαταλείψει το ποιητικό και να ασχοληθεί με το κοινωνικό θέατρο ήταν η δεκαετία 1870 - 1880. Αυτή η εποχή καθορίζεται από την περίφημη Κομμούνα του Παρισιού, ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που επηρέασε παγκοσμίως όλες τις κοινωνικές εξελίξεις. Μια εποχή που τα πάντα στη ζωή των ανθρώπων αποκτούν άλλο περιεχόμενο. Μια εποχή που θα ανέτρεπε την ισχύουσα κοινωνική ηθική, θα αποκάλυπτε τη σαπίλα, την υποκρισία και το συντηρητισμό της αστικής τάξης και θα έβαζε σε άλλες βάσεις τα ζητήματα του γάμου, τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία, τη σχέση κράτους - Εκκλησίας και της εργασίας με το κεφάλαιο.
Τα «Στηρίγματα της Κοινωνίας», «Το Κουκλόσπιτο» και «Οι Βρυκόλακες» βγήκαν από ένα κοινωνικό πλαίσιο το οποίο καθόρισε η απότομη βιομηχανική ανάπτυξη των σκανδιναβικών χωρών και η νέα κατηγορία ανθρώπων (επιχειρηματίες και βιομήχανοι) που ξεπήδησε, μέσα σ' έναν πυρετό πλουτισμού. Ο Ιψεν ζει αυτό το σάπιο σύστημα ανόδου του καπιταλισμού, όπου οι αλλεπάλληλες χρεοκοπίες των βιομηχάνων αποκάλυψαν το βρώμικο παιχνίδι της οικονομικής ολιγαρχίας και την άνιση κατανομή του πλούτου («Τα Στηρίγματα της Κοινωνίας», «Ο Εχθρός του Λαού»).
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στη δραματουργία του ο Ιψεν δεν πήρε ανοιχτή θέση πάνω στους εργατικούς αγώνες της εποχής του. Κατάφερε όμως μέσα από την ποίηση και τη βαθιά γνώση της ανθρώπινης συμπεριφοράς να αποδώσει όλη την επαναστατικότητα της εποχής αυτής. Ενας τόσο μεγάλος καλλιτέχνης, πώς θα ήταν δυνατόν να μην επηρεαστεί από αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός; Η πραγματική θέση του Ιψεν βρίσκεται στην παρακάτω επιστολή, που έστειλε στον αρχηγό του Εργατικού Κόμματος της Νορβηγίας, δρα Οσκαρ Νίσεν:
«Με ιδιαίτερη χαρά μου έλαβα για τα εξηντάχρονά μου το χαιρετιστήριο τηλεγράφημα του Εργατικού Κέντρου της Χριστιανίας (Οσλο) και σας εκφράζω γι' αυτό τις θερμότερες ευχαριστίες μου. Δυστυχώς η περιοχή των ικανοτήτων μου δεν μου επιτρέπει να δράσω απευθείας για το καλό του εργατικού κόσμου. Ωστόσο σας παρακαλώ να πείτε στα μέλη του Κέντρου σας πως από όλες τις κοινωνικές τάξεις της χώρας μας η εργατική βρίσκεται κοντύτερα στην καρδιά μου. Κι ακόμα σας παρακαλώ να προσθέσετε πως στο μέλλον, στο οποίο πιστεύω και ελπίζω, οι βιοτικές συνθήκες των εργατών θα βελτιωθούν και πως τους επιφυλάσσεται μια κοινωνική θέση που με ζωηρότατη χαρά θα χαιρετίσω την εδραίωσή της».
Οι «Βρικόλακες» είναι το τελειότερο δείγμα ιψενικής γραφής. Είναι το πρώτο έργο του που παίχτηκε στην Ελλάδα, το 1894, δώδεκα χρόνια μετά την έκδοσή του και τέσσερα χρόνια ύστερα από την παρισινή πρεμιέρα, που το καθιέρωσε. Ο Ιψεν θεωρήθηκε πατέρας του κριτικού ρεαλισμού. Το «Κουκλόσπιτο» και οι «Βρυκόλακες», όπως ήταν φυσικό για την εποχή, ξεσήκωσαν αντιδράσεις και αναστάτωσαν τη συντηρητική κοινωνία, επειδή μίλησαν ανοιχτά για τις ηθικές αρρώστιες της, για τον αγώνα του ανθρώπου και τη σύγκρουσή του, ανάμεσα στο καθήκον προς τον εαυτό του και στο καθήκον του προς τους άλλους. Το να είσαι ο εαυτός σου, για τον Ιψεν («Μπραντ») σημαίνει να αποβάλεις τα αμυντικά συστήματα και τις μάσκες, να νικήσεις τους φόβους σου και να ενοποιήσεις το πρόσωπό σου, ανατρέποντας την ισχύουσα ιδεολογία. Ο,τι ο Μαρξ ονόμαζε «ψευδή συνείδηση».
Αναζητώντας τη συγκινησιακή κατάσταση που επιβάλλει το ίδιο το έργο
Η κυρία Αλβιγκ, εγκλωβισμένη στην ηθική της εποχής της, παραμένει σε έναν γάμο και στο πλευρό του έκφυλου άντρα της, χωρίς ωστόσο να κατορθώσει να εμποδίσει την αρρώστια του μοναχογιού της, Οσβαλντ, η οποία οφείλεται σε κληρονομική σύφιλη. Για να τον προστατέψει από τον άσωτο πατέρα του, τον στέλνει εσώκλειστο στο Παρίσι. Η ίδια, ενώ επιχειρεί να εγκαταλείψει τον σύζυγό της, επιστρέφει ύστερα από παραίνεση του Πάστορα Μάντερς. Υπομένει όλες τις ασωτίες του άντρα της, ακόμα και τη νόθα κόρη του, Ρεγκίνε, την οποία και μεγαλώνει ως ψυχοκόρη. Τα φαντάσματα όμως του παρελθόντος επιστρέφουν, και η κα Αλβιγκ καλείται να τα αντιμετωπίσει...
Η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Καραντζάς είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα εικαστική προσέγγιση. Τόσο με τον σκηνικό χώρο (Κλειώ Μπομπότη), που παρέπεμπε σε μουσείο, όσο και με τα πολύτιμα αντικείμενα - σύμβολα, που κατείχαν περίοπτη θέση μέσα σε προθήκες. Ενας χώρος όπου όλα ήταν τοποθετημένα με αυστηρότητα και ακρίβεια. Η σχηματοποιημένη φόρμα, τόσο στην κίνηση όσο και στο λόγο, τόνιζε το αδιέξοδο των ηρώων, που ασφυκτιούσαν παγιδευμένοι μέσα στα αυστηρά καλούπια της προτεσταντικής κοινωνίας.
Τα όποια έξυπνα και γοητευτικά ευρήματα όμως, όπως η φωτιά στο ορφανοτροφείο, ο ήλιος που ανατέλλει και η έξοδος της κας Αλβιγκ, δεν άφησαν κανένα περιθώριο και έβαλαν τον θεατή σε εκείνη τη συγκινησιακή κατάσταση που επιβάλλει το ίδιο το έργο. Σκοπός μιας παράστασης - και μάλιστα όταν καταπιάνεται με τέτοια έργα - είναι να ζήσει ο θεατής μέσα από τα πάθη των ηρώων και να βρει τελικά ένα σημείο αναφοράς με τη δική του ζωή. Η σκηνοθεσία πρέπει να εξυπηρετεί τη σύλληψη του συγγραφέα και να φωτίζει αυτές τις πλευρές που οδηγούν στη βαθιά κατανόηση του έργου. Η άποψη, που σαφώς πρέπει να έχει ο κάθε καλλιτέχνης - σκηνοθέτης, δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη. Το θέατρο δεν είναι διαγωνισμός πρωτοτυπίας. Το θέατρο είναι πράξη πολιτική. Η όποια άποψη πρέπει να έχει μία κατεύθυνση, να εξυπηρετεί ένα σκοπό. Το ποιος θα είναι ο στόχος του καλλιτέχνη εξαρτάται από τη στάση του απέναντι στη ζωή και από την κριτική του σκέψη. Σε αυτήν την παράσταση δεν είδα να υπάρχει αυτό το στοιχείο. Αυτό που είδα ήταν η αγωνία του σκηνοθέτη να πρωταγωνιστήσει. Οταν σου δίνεται η ευκαιρία να αναμετρηθείς με τους μεγάλους συγγραφείς και με το έργο τους, το λιγότερο που έχεις να κάνεις είναι να σκεφθείς και τη δική τους αγωνία.
Οι ηθοποιοί υπηρέτησαν την άποψη του σκηνοθέτη τους και έθεσαν στην εξυπηρέτηση της ματιάς του τις ικανότητες και τα προσόντα τους. Ο Ακύλας Καραζήσης ως Πάστορας Μάντερς, ο Κώστας Μπερικόπουλος ως Εγκστραντ, η Ιωάννα Κολλιοπούλου ως Ρεγκίνε και ο Μιχάλης Σαράντης ως Οσβαλντ. Σε μια τόσο υφολογική παράσταση, όμως, οι πολυσύνθετοι ιψενικοί χαρακτήρες δεν μπόρεσαν να ολοκληρωθούν. Θα σταθώ πάντως στην κα Ρένη Πιττακή, η οποία είναι η χρυσή εξαίρεση του κανόνα. Είναι η ηθοποιός που υπερβαίνει κάθε σκηνοθετική επιταγή, μπορεί και ενώνεται με το ύφος κάθε παράστασης στο σύνολό της, χωρίς να προδίδει ούτε μια στιγμή το «χαρακτήρα» και την υποκριτική της αλήθεια.
Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη μάς έδιναν την ατμόσφαιρα της εποχής, όπως και οι επιβλητικοί φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου. Ενδιαφέρουσα η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού.
«Καλλιτέχνες, εσείς που με χαρά σας και με πίκρα παραδίνεστε στην κρίση του θεατή, αποφασίστε τώρα να παραδώσετε από δω και μπρος στην κρίση του και τον κόσμο που παρασταίνετε» (Μπρεχτ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ