Ρεσιτάλ υποκρισίας από Ν.Δ και ΚΙΝ.ΑΛ αποτελεί ο θόρυβος που έχει ξεσηκωθεί για την ψήφο των αποδήμων και αναμένεται τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας να αποτυπωθούν σε συγκεκριμένο σχέδιο νόμου και πιθανά μέσα στον Οκτώβριο. Αυτός τουλάχιστον είναι ο διακηρυγμένος στόχος της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εσωτερικών.
Είναι αυτονόητο ότι κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί το δικαίωμα της εμπλοκής στα κοινά και τα πολιτικά τεκταινόμενα στους οικονομικούς μετανάστες που προέρχονται από την χώρα.
Δηλαδή κατ’ αρχήν τα θύματα της οικονομικής κρίσης, τους ανθρώπους (κυρίως νέους) που λόγω της ανεργίας, της ανέχειας και της έλλειψης προοπτικής οδηγήθηκαν στην αναζήτηση ενός διαφορετικού μέλλοντος σε χώρες του εξωτερικού, κατά κύριο λόγο στην Ευρώπη και ειδικά στις χώρες που σπούδασαν.
Επίσης, στους ανθρώπους που τις τελευταίες δεκαετίες, ακολούθησαν τους ίδιους δρόμους για παρεμφερείς λόγους. Πολύ περισσότερο μάλιστα εκείνους που εμφανώς αντιλαμβάνονται αυτή την επιλογή τους όχι μόνον ως αναγκαστική αλλά και ως παροδική. Αναζητούν δηλαδή τρόπους να επιστρέψουν στην Ελλάδα, όμως οι οικονομικές κατά κύριο λόγο συνθήκες και οι διατηρούμενες πολιτικές λιτότητες και χαμηλών μισθών καθιστούν αυτή την επιλογή απαγορευτική.
Αυτό όμως είναι εντελώς διαφορετικό από το να αναζητείται η ενσωμάτωση στο σημερινό εκλογικό σώμα των ανθρώπων που ενεπλάκησαν στα μεταναστευτικά ρεύματα των πρώτων έξι δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα. Όπως και των απογόνων τους που αποτελούν αυτό που αποκαλείται από την σημερινή κυβέρνηση «ελληνισμός».
Οι λόγοι είναι προφανείς:
Στην πρώτη περίπτωση έχουμε έναν περιορισμένο ποσοτικά αριθμό και δυνητικών ψηψοφόρων που είναι σαφώς ευκολότερο να προσδιοριστεί, να καταμετρηθεί και να κατηγοριοποιηθεί. Στην δεύτερη περίπτωση έναν πραγματικά άγνωστο αριθμό πολιτών άλλων χωρών στην πλειοψηφία τους, μετανάστες δεύτερης, τρίτης γενιάς, έναν αριθμό εξαιρετικά δύσκολα καταμετρήσιμο. Επίσης, πρόκειται για ανθρώπους χωρίς κανένα συσχετισμό όχι απλά με τις εξελίξεις στην Ελλάδα αλλά ακόμη και με τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μιας και ένα μεγάλο μέρος του κατοικεί στις ΗΠΑ ή την Αυστραλία.
Στην πρώτη περίπτωση δεν διαφαίνεται ζήτημα πολιτικό-κοινωνικής αλλοίωσης του εκλογικού σώματος ενώ στην δεύτερη περίπτωση είναι προφανές ότι δεν υφίσταται απλά κίνδυνος αλλοίωσης αλλά ριζικής αλλαγής του.
Η κυβέρνηση αιφνιδίως και στην αρχή της θητείας έθεσε το θέμα στην πολιτική ατζέντα, αναζητώντας ένα νόμο που θα περάσει από την Βουλή με 200 ψήφους – όπως επιβάλλει το ισχύον Σύνταγμα – για να ισχύσει μάλιστα από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Οι συναντήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους πολιτικούς αρχηγούς δείχνουν ότι πιο κοντά στις κυβερνητικές προθέσεις βρίσκεται το ΠΑΣΟΚ της Φώφης Γεννηματά. Ιδίως από την στιγμή που φαίνεται να συναινεί τόσο στην αλλαγή του εκλογικού σώματος αλλά ακόμη και στην επιστολική ψήφο, που είναι περιττό να αναφέρει κανείς το πόσες αμφιβολίες θα δημιουργήσει για την ποιότητα της εκλογικής διαδικασίας.
Δηλαδή …ξαφνικά ένα θέμα που δεν έθιξαν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη από το 1990 έως το 1993, η κυβέρνηση Παπανδρέου έως το 1996, οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη από το 1996 έως το 2004, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή από το 2004 έως το 2009, η κυβέρνηση του Γ.Παπανδρέου και οι μετέπειτα κυβερνήσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, τα δύο αυτά πολιτικά κόμματα επιθυμούν να το επαναφέρουν.
Μόνον αφελής μπορεί να είναι κανείς για να πιστεύει ότι στις ηγεσίες Ν.Δ και ΚΙΝ.ΑΛ ήρθε κάποιο είδος επιφοίτησης. Είναι προφανές το μόνο λογικό κίνητρο είναι ο ψυχρός υπολογισμός και ο προσπορισμός βραχυπρόθεσμου εκλογικού οφέλους.
- Η Νέα Δημοκρατία με την πρωτοβουλία της δεν δείχνει πολιτική αρχών, αλλά ότι έχει επίγνωση για τον σκληρό χαρακτήρα της πολιτικής που πρόκειται να ακολουθήσει. Τέτοιο που θεωρεί ότι στο χρονικό διάστημα μίας κυβερνητικής θητείας θα τις επιφέρει μείωση των ποσοστών που την οδήγησαν στην διακυβέρνηση.
- Το ΚΙΝ.ΑΛ προφανώς εκτιμά ότι η αίγλη του «παλιού ΠΑΣΟΚ» θα αποτυπωθεί πολύ καλύτερα – έστω και με μικρά ποσοστά – σε ένα διευρυμένο εκλογικό σώμα με κριτήρια μακρινά από την περίοδο της κρίσης όπου το ΠΑΣΟΚ του Ε.Βενιζέλου έχασε το μεγαλύτερο ποσοστό της εκλογικής του δύναμης.
Είναι περιττό να πούμε ότι δεν υφίσταται μεγαλύτερη υπονόμευση της «ισοτιμίας της ψήφου» από την ύπαρξη συστημάτων ενίσχυσης με κοινοβουλευτικά μπόνους του πρώτου κόμματος, αφού στην πράξη η ψήφος όποιου επιλέξει το πρώτο κόμμα έχει αντικειμενικά μεγαλύτερη «αξία» από κάθε άλλη. Ισοτιμία για τους απόδημους και θεσμοθετημένη ανισοτιμία για τους εγχώριους ψηφοφόρους;
Πηγή: Ημεροδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου