Επιμέλεια Πάνος Αλεπλιώτης //Η Zsuzsanna Clark γεννήθηκε το 1968 στην Ουγγαρία και το 1999 μετακόμισε στην Αγγλία στον Άγγλο σύζυγό της. Στο βιβλίο της “Αλληλεγγύη και Γκούλας”, το εθνικό φαγητό της Ουγγαρίας, που κυκλοφόρησε πριν 10 χρόνια, όταν κάποιοι γιόρταζαν τα 20 χρόνια της πτώσης του τείχους, περιγράφει τα χρόνια της στην Λαϊκή Δημοκρατία της Ουγγαρίας. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα του βιβλίου με τίτλο:
Όταν με ρωτάνε πως ήταν η ζωή μου πίσω από το “Σιδηρούν παραπέτασμα” τις δεκαετίες του 70 και του 80 περιμένουν οι περισσότεροι ιστορίες για την Μυστική Αστυνομία, ουρές για ψωμί και άλλες άσχημες εκφράσεις της ζωής σε ένα μονοκομματικό κράτος.
Απογοητεύονται σχεδόν όλοι όταν τους εξηγώ πως η πραγματικότητα ήταν τελείως διαφορετική και ότι η κομμουνιστική Ουγγαρία δεν ήταν καθόλου μια κόλαση στην γη αλλά αντίθετα ένα πολύ ευχάριστο μέρος για να ζει κανείς.
Οι κομμουνιστές έδιναν σε όλους εγγυημένη πρόσληψη, καλή σχολική εκπαίδευση και δωρεάν Υγεία και Πρόνοια.
Το καλύτερο όμως από όλα ήταν το αίσθημα της υπέρμετρης συντροφικότητας ένα αίσθημα που δεν υπάρχει στην καινούργια μου χώρα την Μ. Βρετανία αλλά ούτε και στην σημερινή Ουγγαρία όταν την επισκέπτομαι.
Ο κόσμος τότε εμπιστευόταν ο ένας τον άλλον και μοιραζόμασταν ότι είχαμε.
Γεννήθηκα στην πόλη Esztergom της βόρειας Ουγγαρίας το 1968. Κατάγομαι από εργατική οικογένεια, η μητέρα μου Julianna γεννήθηκε το 1939 στην ανατολική Ουγγαρία στις πιο φτωχές περιοχές της χώρας. Πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια
Άφησε το σχολείο στα 11 και άρχισε να δουλεύει στα χωράφια. Έπρεπε να σηκώνεται στις 4 το πρωί και να περπατά 5 μίλια για να αγοράσει ένα ψωμί. Όταν ήταν μικρό παιδί πεινούσε τόσο πολύ που περίμενε δίπλα στην κότα για να πάρει το αυγό και το έπινε ωμό. Οι συνθήκες ήταν δύσκολες τα πρώτα χρόνια του κομμουνισμού.
Όταν ανέλαβε ο Janos Kadar, η Ουγγαρία μεταβλήθηκε “στο πιο ευτυχισμένο στρατόπεδο” της Ανατολικής Ευρώπης. Είχαμε ίσως τις περισσότερες ελευθερίες από οποιασδήποτε άλλη κομμουνιστική χώρα. Ένας ιδιότυπος “Γκούλας κομμουνισμός” επικράτησε στην χώρα.
Μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις ήταν οι ευκαιρίες για ελεύθερο χρόνο και διακοπές για όλους.
Πριν τον πόλεμο οι διακοπές ήταν προνόμιο της υψηλής και μεσαίας τάξης. Τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο οι περισσότεροι Ούγγροι δούλευαν σκληρά για την ανοικοδόμηση της χώρας έτσι ώστε να μην υπάρχουν ευκαιρίες για διακοπές.
Την δεκαετία όμως του 60 πολλά θέματα και πλευρές της ζωής βελτιώθηκαν.
Στα τέλη της δεκαετίας όλοι μπορούσαν να ταξιδέψουν χάριν ενός δικτύου κέντρων διακοπών που χρηματοδοτούνταν με επιδοτήσεις από τα συνδικάτα τις επιχειρήσεις και τους συνεταιρισμούς.
Οι γονείς μου εργάζονταν στην πόλη Dorog στην κρατική επιχείρηση κατασκευής δίσκων βινύλιου Hungaroton και έτσι πηγαίναμε διακοπές στις εγκαταστάσεις παραθέρισης στην λίμνη Balaton αυτή που ονομάζουμε “θάλασσα της Ουγγαρίας”.
Οι γονείς μου στην αυλή μας είχαν ζώα και λαχανικά όπως και πολλοί Ούγγροι που ζούσαν στην επαρχία. Είχαμε 50 κοτόπουλα, γουρούνια, κουνέλια, πάπιες, περιστέρια και χήνες. Είχαν την δυνατότητα να πωλούν κρέας στους φίλους πέρα από την δική μας διατροφή. Γεμίζαμε μαξιλάρια και παπλώματα με τα φτερά και τα πούπουλα από τις χήνες.
Η κυβέρνηση αντιλαμβανόταν την αξία της εκπαίδευσης και του πολιτισμού.
Πριν τον κομμουνισμό οι δυνατότητες για τα παιδιά των αγροτών και της εργατικής τάξης των πόλεων όπως εγώ, ήταν περιορισμένες. Όλα άλλαξαν μετά τον πόλεμο.
Το σύστημα του Λυκείου μετά τα 14 χωριζόταν και σε ειδικές και σε επαγγελματικές σχολές.
Υπήρχαν επίσης βραδινά σχολεία για παιδιά και ενήλικες. Οι γονείς μου που είχαν αφήσει το σχολείο από παιδιά πήγαιναν στα τμήματα μαθηματικών, ιστορίας, Ουγγρική λογοτεχνία και γραμματική.
Λάτρευα τα σχολικά μου χρόνια και ιδιαίτερα την συμμετοχή μου στους πιονιέρους, μια δράση που υπήρχε σε όλες τις κομμουνιστικές χώρες.
Πολλοί άνθρωποι στην Δύση πίστευαν πως η δράση αυτή ήταν για να γίνει πλύση εγκεφάλου στους νέους στην κομμουνιστική ιδεολογία. Το να είσαι όμως πιονέρος σου έδινε απαραίτητες γνώσεις για την ζωή για το χτίσιμο σχέσεων φιλίας και μας δίδαξε την σημασία να εργάζεσαι για το καλό της κοινωνίας. “Μαζί για όλους” ήταν το σύνθημά μας και έτσι μας ενθάρρυναν να σκεφτόμαστε.
Σαν πιονέρος όταν είχες καλές επιδόσεις στα μαθήματα, στην κοινή εργασία και στους σχολικούς αγώνες έπαιρνες για βραβείο μια συμμετοχή σε κατασκήνωση. Πήγαινα κάθε χρόνο αφού συμμετείχα σε όλες τις σχολικές δραστηριότητες: αγώνες, γυμναστική, στίβο,στην χορωδία, σκοποβολή, λογοτεχνία και στην βιβλιοθήκη.
Την τελευταία βραδιά στην κατασκήνωση των πιονιέρων το καλοκαίρι ανάβαμε φωτιά και τραγουδούσαμε “Είμαστε τόσο ευτυχισμένοι όσο ένας σκίουρος πάνω στο δέντρο” χαρούμενοι που θα πάμε στα σπίτια μας και λυπημένοι που θα φεύγαμε.
Σήμερα ακόμη και αυτοί που δεν θεωρούν τον εαυτό τους κομμουνιστή θυμούνται τις ημέρες σαν πιονέρος με μεγάλη χαρά.
Στα σχολεία δεν υπήρχαν αυτό που αποκαλείται “προοδευτικές” εκπαιδευτικές μέθοδοι που κυριαρχούσαν στην Δύση.
Οι εκπαιδευτικές απαιτήσεις ήταν αυστηρές, το ίδιο και η πειθαρχία.Στα σχολεία δεν υπήρχαν αυτό που αποκαλείται “προοδευτικές” εκπαιδευτικές μέθοδοι που κυριαρχούσαν στην Δύση.
Ο αγαπημένος μου καθηγητής μας δίδαξε πως αν δεν κατέχεις την Ουγγρική γραμματική δεν θα μπορείς να εκφράσεις την σκέψη και τα αισθήματά σου.
Για να πάρεις άριστα επιτρεπόταν μόνο ένα λάθος.
Είχαμε προφορικές εξετάσεις σε κείμενα που μαθαίναμε να απαγγείλουμε απέξω και κατόπιν δεχόμασταν ερωτήσεις για τα κείμενα. Σε πολλές περιπτώσεις απήγγειλα στίχους σε εθνικές και άλλες σχολικές γιορτές.
Ο πολιτισμός ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την κυβέρνηση. Όλοι θα μπορούσαν να απολαύσουν την καλύτερη μουσική, λογοτεχνία και χορό. Όχι μόνο οι λίγοι.
Αυτό σήμαινε μεγάλη χρηματοδότηση σε φορείς, ορχήστρες, όπερα, Θέατρο και κινηματογράφο. Τα εισιτήρια ήταν επιδοτούμενα από το κράτος και προσιτά.
Πολιτιστικά κέντρα υπήρχαν σε κάθε πόλη και χωριό, οι εργαζόμενοι είχαν πρόσβαση στις σκηνές με μεγάλους καλλιτέχνες.
Το πρόγραμμα της τηλεόρασης ήταν φτιαγμένο έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις προτεραιότητες της κυβέρνησης για πολιτισμό για όλους . Δεν επέτρεπε την αποβλάκωση.
Οι περισσότερες παραγωγές ήταν εθνικές αλλά υπήρχαν προγράμματα από τις άλλες ανατολικές χώρες αλλά και από την Δύση.
Ταυτόχρονα υπήρχε και πρόβλεψη ώστε να μην μετατραπούν οι τηλεθεατές σε σακιά πατάτας του καναπέ.
Δεν υπήρχε βομβαρδισμός διαφημίσεων με προϊόντα που δεν χρειαζόμασταν.
Στα νεανικά μου χρόνια φορούσα όπως και οι άλλοι μεταχειρισμένα ρούχα. Η σχολική μου τσάντα ήταν τσάντα του εργοστασίου που δούλευαν οι γονείς μου.
Είναι μεγάλη η διαφορά από την σημερινή Ουγγαρία και Αγγλία που τα παιδιά σνομπάρονται όταν φοράνε αθλητικά ρούχα “λάθος” μάρκας.
Ο πατέρας μου όπως οι περισσότεροι άνθρωποι την περίοδο του κομμουνισμού δεν ήταν “τρελαμένος” με τα λεφτά. Ήταν μηχανικός αυτοκινήτων και βοήθησε ένα Δυτικό τουρίστα που έπαθε βλάβη. Αρνήθηκε να πάρει χρήματα ούτε καν για μια μπύρα.
Ήταν αφύσικο έλεγε να βοηθήσεις κάποιον που βρίσκεται σε ανάγκη και να πάρεις χρήματα.
Όταν έπαψε ο κομμουνισμός στην Ουγγαρία όχι μόνο ξαφνιάστηκα αλλά λυπήθηκα όπως και πολλοί άλλοι. Υπήρχαν κάποιοι που διαδήλωναν εναντίον της κυβέρνησης, εγώ δεν συμμετείχα όπως και η πλειοψηφία των συνηθισμένων ανθρώπων.
Η φωνή μας, η φωνή των ανθρώπων που η ζωή τους έγινε καλύτερη στον κομμουνισμό δεν ακούγεται. Αντίθετα ακούγεται η φωνή πλούσιων μεταναστών ή από αντικομμουνιστές παράγοντες που έχουν τις δικές τους επιδιώξεις.
Είχε και αδύνατες πλευρές ο κομμουνισμός. Όπως ο περιορισμός στα ταξίδια στην Δύση με ένα κάθε δύο χρόνια, ενώ ήταν απεριόριστα για τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Υπήρχε κάποια αχρείαστη γραφειοκρατία και κάποιοι περιορισμοί στην δημόσια κριτική.
Παρόλα αυτά πιστεύω πως τα θετικά είναι πολύ περισσότερα όταν δεις την μεγάλη εικόνα.
Είκοσι χρόνια μετά όλα τα θετικά βήματα έχουν καταστραφεί.
Οι άνθρωποι δεν έχουν πια σίγουρη δουλειά. Η φτώχεια και η εγκληματικότητα αυξάνεται. Οι άνθρωποι της εργατικής τάξης δεν μπορούν πλέον να πάνε στην όπερα ή στο θέατρο. Όπως και στην Αγγλία η τηλεόραση αποβλακώνει και ο Big Brother που δεν υπήρχε στο κομμουνισμό, σήμερα υπάρχει.
Το χειρότερο από όλα είναι πως η συντροφικότητα έχει εξαφανιστεί.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουμε εμπορικά κέντρα, πολυκομματικότητα, κινητά και ίντερνετ.
Έχουμε όμως χάσει πολλά περισσότερα.
Zsuzsanna Clark
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου