Τα τελευταία χρόνια η επικοινωνιακή πολιτική βρίσκεται στα …καλύτερά
της, με την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τα
δικτυακά και έντυπα μέσα να μεταδίδουν πολιτικά μηνύματα της κυρίαρχης
εξουσίας σε μαζικά και ετερογενή ακροατήρια
που σε τακτά χρονικά διαστήματα ενισχύονται με δημοσκοπήσεις, ποσοτικές ή
ποιοτικές, για να αποκτούν και μια διάσταση αντικειμενικότητας, ώστε να
γίνονται πιο πειστικά. Κι έτσι να δημιουργούν μια αναπαράσταση της πραγματικότητας
που ενδιαφέρει να είναι πειστική, ακόμα κι αν ελάχιστα σχετίζεται μ’ αυτήν. Και
είναι αυτό που επιδιώκεται από τους πολιτικούς
της κυρίαρχης εξουσίας.
Ο πρωθυπουργός δεν χάνει ευκαιρία
να επαναλαμβάνει σαν άθλο της κυβέρνησης, κολακεύοντας όμως και τον λαό που
ανταποκρίθηκε, την αντιμετώπιση της πανδημίας την Άνοιξη για να «είναι η χώρα
παράδειγμα προς μίμηση παγκοσμίως». Και
βέβαια, να επιμένει πως «Η υγειονομική περιπέτεια δοκίμασε την εθνική
οικονομία, δεν έπληξε όμως τις βάσεις της», ενώ
επαίρεται πως «Ο δείκτης οικονομικού κλίματος λίγο πριν την πανδημία
βρέθηκε στο ψηλότερο σημείο εδώ και 19 χρόνια και σήμερα παρά την πτώση είναι
δέκα μονάδες πάνω από την υπόλοιπη Ευρώπη» στην ετήσια γενική συνέλευση του ΣΕΒ
ένα μήνα πριν. Και βέβαια στο επετειακό βίντεο για την ανάληψη της εξουσίας από
τη Ν.Δ πριν ένα χρόνο, με εικόνες του πρωθυπουργού σε ρόλο ηγέτη που τονίζοντας την ενότητα λαού και κυβέρνησης με
αυταρέσκεια μιλά για το χτίσιμο της
εθνικής αυτοπεποίθησης μέσα από πρωτοφανείς περιπέτειες, συμπεριλαμβάνοντας σ’
αυτές την απώθηση των εξαθλιωμένων που προωθούσε στον Έβρο ο Ερντογάν ως υπεράσπιση των συνόρων της
Ευρώπης και το κλείδωμα της Άνοιξης ως νίκη στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Και
τώρα που τα κρούσματα κορωνοϊού αυξάνονται, αποφεύγεται να γίνεται λόγος για τη σύμπτωση του ανοίγματος των συνόρων με την αύξηση των
κρουσμάτων, που χρεώνεται από τον κυρίαρχο λόγο σχεδόν αποκλειστικά στην
έλλειψη ατομικής ευθύνης, στη χαλαρότητα της συμπεριφοράς μας. Και σχεδόν δεν περνά μέρα που να μην γίνεται αναφορά στην
κομψότητα της πρωθυπουργικής συζύγου, κατά τα πρότυπα της πάλαι ποτέ βασιλικής
συζύγου, και τις ηγετικές ικανότητες του χαρισματικού ηγέτη της χώρας, Κ.
Μητσοτάκη.
Όλη η
πολιτική συμπεριφορά και δράση έχει περισσότερο από ποτέ συρρικνωθεί σε ένα
επικοινωνιακό παιχνίδι. Η πολιτική σαν να είναι μόνο ένα παιχνίδι, ένα θέαμα
και οι πολίτες οι θεατές της που επιλέγουν το καλύτερο σενάριο, για να
απολαμβάνουν προδοσίες, χτυπήματα κάτω από τη μέση, συμμαχίες, λεκτικές
κονταρομαχίες. Χάρη στα Μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης εξετάζουμε κάθε λεπτομέρεια της δράσης σαν να
είναι σαπουνόπερα της οποίας τα επεισόδια
ακολουθούν το ένα το άλλο, όπου οι τραγωδίες χτυπούν τυφλά και οι πολιτικοί
συγκρούονται βίαια, έτσι που θα μπορούσαμε εξωθώντας αυτή τη σύγκριση στα όριά της
να μιλάμε περισσότερο για reality show.
Η λογική των μέσων μαζικής ενημέρωσης αντιμετωπίζει την πολιτική και τον πολιτικό λόγο σαν ένα προϊόν από κάθε
άποψη συγκρίσιμο με ένα άλλο, ένα εμπόρευμα που είναι θέμα πώλησης με μεθόδους
αποτελεσματικές στον τομέα της διαφήμισης και εμπόριο. Οι στριγγιές του Α.
Γεωργιάδη, οι χυδαίες προσβολές του Κ.Μπογδάνου, η συγκαταβατική υπεροχή του Κ.
Μητσοτάκη δεν είναι παρά επικοινωνιακές τεχνικές για προώθηση του πολιτικού
προϊόντος τους, που συγχρόνως διαμορφώνουν μια πολιτική πραγματικότητα που έχει
να κάνει με τη ίδια μας τη ζωή.
Γιατί η πολιτική, ακόμα κι αν την
παρουσιάζουν έτσι, δεν είναι διαφήμιση ή
θέαμα, παρά μόνο στο βαθμό που χρησιμοποιείται για να μπορεί να μεταμφιέζεται
πετυχημένα και να κρύβονται τα συμφέροντα που την καθορίζουν. Είναι κάτι πολύ
πιο σημαντικό από ένα απλό παιχνίδι, γιατί ο στόχος είναι η εξουσία από την οποία εξαρτάται το
μέλλον της κοινωνίας μας. Η εξουσία χρησιμοποιεί το θέαμα για να καλυφθεί, και
έτσι να κρύψει την πραγματική άσκηση της πίσω από ορισμένα τεχνάσματα επικοινωνίας, ενώ τα ΜΜΕ λειτουργούν ως
παραμορφωτικός φακός που αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.
Στην
αδυσώπητη και διαρκώς επεκτεινόμενη προσπάθειά του προς την ολική εξουσία στον
χρόνο και στο χώρο πάνω στους ανθρώπους, αλλά και τους μη ανθρώπινους πόρους ο καπιταλισμός
μοιάζει να έχει χαρτογραφήσει τη συνείδηση
ως το τελικό του σύνορο. Αυτό συνεπάγεται μια συνεχή αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας
και της δημόσιας πειθούς που αποσκοπεί στην καλλιέργεια της παθητικότητας, την
προώθηση ελεγχόμενων προσδοκιών και την κατασκευή χειραγωγούμενων ταυτοτήτων. Η
νομιμοποίηση του αστικού κράτους εξαρτάται εν μέρει από την ικανότητά του να
εκπροσωπεί και να εσωτερικεύει στη συνείδηση των εκμεταλλευομένων τάξεων το
λόγο ύπαρξης της πολιτικής του και του τρόπου διοίκησης ως κάτι φυσικό, δίκαιο
και κυρίως προς όφελος του λαού.
Κι αν ο
κυρίαρχος λόγος δεν παραδέχεται πως χρησιμοποιεί την προπαγάνδα για χειραγώγηση της γνώμης και της
σκέψης, τι άλλο όμως είναι ο λόγος που δημιουργεί ψευδαισθήσεις, προκαλεί ψέματα,
εξωραΐζει την πραγματικότητα; Μεταμορφώνει ή επιβεβαιώνει απόψεις πατώντας πάνω
σε υπαρκτά προβλήματα για να δώσει τη λύση που συμφέρει στην άρχουσα τάξη, ενσταλάζοντας
την κυρίαρχη ιδεολογία και τον αντίκτυπό της στην καθημερινή ζωή.
Από την αρχή του καλοκαιριού η καλλιέργεια
ψευδαισθήσεων για τον τουρισμό που θα δώσει ανάσα στην οικονομία αποκρύπτει την
πραγματικότητα της οικονομικής εξαθλίωσης και ανεργίας επιμένοντας στη
διαφήμιση της σωτήριας πολιτικής της κυβέρνησης. Η πραγματικότητα όμως έτσι κι αλλιώς μακροπρόθεσμα αρνείται να
προσαρμοστεί στις προβλέψεις των προφητών της επικοινωνίας Ροκανίζοντας λοιπόν
το χρόνο ο κυρίαρχος λόγος με εξωραϊσμούς της πραγματικότητας αναβάλλει όσο
μπορεί την αντιμετώπιση της, ενώ οπλίζεται με νομοθετήματα.
Και μείς, οι υποτελείς τάξεις που
εκμεταλλεύονται το μόχθο μας και μας καταδικάζουν στην εξαθλίωση και
ανασφάλεια, πως είναι δυνατό να συμβιβαζόμαστε με μια πολιτική θέαμα και να ενστερνιζόμαστε ακόμα και να
διαδίδουμε, έστω χωρίς να το συνειδητοποιούμε την προπαγάνδα τους, όταν διακυβεύεται η ζωή μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου