Αλλαγές με ...«κοινωνικό πρόσημο» σχεδιάζει η κυβέρνηση από τον νέο χρόνο, παρουσιάζοντας την πανδημία ως «ευκαιρία» για να τρέξουν «εμβληματικές μεταρρυθμίσεις» στο κράτος, στην αγορά εργασίας, στην Εκπαίδευση και σε άλλους τομείς.
Οπως αποδεικνύεται όμως, οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής που κλιμακώνεται, με τις ανατροπές στα Εργασιακά και το Ασφαλιστικό, με τους νόμους που περιστέλλουν τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα και τις ελευθερίες, με τη φοροληστεία στο λαό, για να συντηρούνται και να διευρύνονται οι φοροαπαλλαγές, οι επιχορηγήσεις και τα άλλα μέτρα στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων.
Προαναγγέλλει για παράδειγμα παρεμβάσεις για την «εκπαίδευση του επιτελικού κράτους» και την «αξιολόγηση σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης», με στόχο «να εξασφαλίζεται η συνέχεια του κράτους».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο λαός ακούει για μέτρα «εκσυγχρονισμού» του αστικού κράτους, για να ανεβάσει τις «επιδόσεις» και την «αποτελεσματικότητά» του. Ούτε βέβαια η «αξιολόγηση» είναι κάτι καινούργιο. Ποια είναι όμως η πείρα του από το «επιτελικό κράτος» και τις αλλεπάλληλες προσαρμογές στη λειτουργία του;
Οι πρόσφατες πλημμύρες στην Εύβοια και τη Θεσσαλία είναι αποκαλυπτικές. Το κράτος είναι «επιτελικό», γρήγορο και αποτελεσματικό όταν πρόκειται να αδειοδοτήσει και να στηρίξει μια επένδυση, για παράδειγμα στον τομέα των ΑΠΕ. Αποδεικνύεται όμως το ίδιο αργό, απρόθυμο και αναποτελεσματικό όταν στην ίδια ακριβώς περιοχή καλείται να προστατέψει την περιουσία, ακόμα και τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων από τα φυσικά φαινόμενα.
Οχι βέβαια επειδή είναι ανίκανο, ή επειδή η ...αξιολόγηση των υπηρεσιών του δεν γίνεται σωστά. Αλλά επειδή ως βασική του προτεραιότητα έχει τη στήριξη των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων που συνθλίβει τις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού.
Αυτήν την αντιλαϊκή «συνέχεια» θέλει να θωρακίσει η κυβέρνηση, προσαρμόζοντας ανάλογα τις διοικητικές υπηρεσίες και το υπαλληλικό προσωπικό στις γρήγορες μεταβολές των αναγκών του κεφαλαίου, ψηφιοποιώντας το κράτος και διευκολύνοντας συνολικά τη «συνδιαλλαγή» με τους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως με τις «κολοσσιαίες αλλαγές στις δημόσιες συμβάσεις», που επίσης εξαγγέλλει.
Αλλη «μεταρρύθμιση» είναι αυτή για την «επέκταση της απασχόλησης των γυναικών», που σερβίρεται με τον μανδύα των «ίσων ευκαιριών». Διαπιστώνοντας ότι η ατομική και οικογενειακή ευθύνη στη διαχείριση του νοικοκυριού, η φροντίδα παιδιών και γερόντων κρατάει χιλιάδες γυναίκες εκτός αγοράς εργασίας και στερεί το κεφάλαιο από μια τεράστια δεξαμενή εκμετάλλευσης και κερδοφορίας, η κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες, σχεδιάζει παρεμβάσεις σε δυο άξονες.
Από τη μια, για την παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, που παρουσιάζεται μάλιστα με θράσος ως «επιλογή» των γυναικών. Κι από την άλλη, υποτυπώδεις και αποσπασματικές υπηρεσίες για τη φροντίδα των παιδιών, μακριά από τις σημερινές σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες. Το παράδειγμα με τα «voucher», αντί για δωρεάν και υψηλών προδιαγραφών παιδικούς σταθμούς για όλους, είναι αποκαλυπτικό.
Η «αναδιάρθρωση του ΕΣΥ», που εξαγγέλλει επίσης η κυβέρνηση, είναι για γέλια και για κλάματα. Ηδη, τα νομοσχέδια για την Υγεία που έχει παρουσιάσει εν μέσω πανδημίας, ένα πράγμα επιβεβαιώνουν: Οτι συνεχίζεται και εντείνεται η πολιτική που μας οδήγησε στο σημερινό χάλι. Δηλαδή, η πολιτική ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης της Υγείας, η μεγαλύτερη εμπλοκή των ιδιωτών και ταυτόχρονα η λειτουργία των μονάδων Υγείας ως «αυτοτελών επιχειρηματικών μονάδων», που βάζουν την υγεία στο ζύγι των «εσόδων - εξόδων», με τραγικές συνέπειες για το λαό.
Αλλωστε, όποια «μεταρρύθμιση» κι αν κάνει η κυβέρνηση στην Υγεία, η συνολική διαχείριση της πανδημίας αποτελεί αδιαμφισβήτητο «μάρτυρα» για την αντιλαϊκή πολιτική της και σ' αυτόν τον τομέα.
Τέλος, ανάμεσα στα πολλά που εξαγγέλλονται για τον επόμενο χρόνο, είναι άλλη μια μεταρρύθμιση στην επαγγελματική εκπαίδευση, ώστε οι «κοινωνικοί εταίροι» (βλέπε εργοδοτικές ενώσεις) και οι Περιφέρειες να αποκτήσουν ενεργότερο λόγο στην παραγωγή, εκπαίδευση και επανακατάρτιση εργατικού δυναμικού σε τοπικό και κλαδικό επίπεδο, σύμφωνα με τις πιο άμεσες ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων.
Οποια «μεταρρύθμιση» κι αν βρίσκεται επομένως στον «αριθμητή», ο «παρονομαστής» μένει πάντα ο ίδιος: Τα κέρδη του κεφαλαίου, η διαμόρφωση καλύτερων όρων για την απρόσκοπτη αναπαραγωγή τους. Σ' αυτό το «κλάσμα» οι ανάγκες του λαού μένουν πάντα στο «υπόλοιπο». Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τις κατακτήσει, από το να πολλαπλασιάσει τις δυνάμεις του στη σύγκρουση με το κεφάλαιο και την πολιτική που στηρίζει τα κέρδη του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου