Οι δυσαναλογίες στην καπιταλιστική παραγωγή και η κρίση
Είναι γεγονός ότι η παραγωγή στον καπιταλισμό κοινωνικοποιείται ολοένα και περισσότερο με την εξέλιξή του. Αυτή η πραγματικότητα σημαίνει ταυτόχρονα και κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Οσο πιο αναπτυγμένος είναι ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, τόσο πιο στενά αλληλοδιαπλέκονται οι σχέσεις ανάμεσα στις χιλιάδες διαφορετικές επιχειρήσεις στις οποίες συντελείται η κοινωνική παραγωγή ή στους κλάδους. Δηλαδή, η παραγωγή που είναι κοινωνική, είναι διαρθρωμένη σε πολλούς συνδεδεμένους μεταξύ τους κρίκους, τις διαφορετικές επιχειρήσεις. Η ιδιοκτησία των οποίων ανήκει σε πολλούς διαφορετικούς καπιταλιστές. Αυτοί οι διαφορετικοί καπιταλιστές ή και ομάδες καπιταλιστών, που παράγουν με κίνητρο το κέρδος, επιδιώκουν να αυξάνουν συνεχώς την παραγωγή τους, ακριβώς γι' αυτό το σκοπό, την αύξηση των κερδών τους. Παράγουν όμως ανεξάρτητα ή σχεδόν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο και όλοι μαζί παράγουν για να πουλήσουν τα εμπορεύματα στην αγορά. Και λέμε ανεξάρτητα, ή σχεδόν ανεξάρτητα, γιατί ακόμη και οι επιχειρήσεις που με βάση τον καταμερισμό εργασίας, αναπτύσσουν τις πιο στενές σχέσεις μεταξύ τους, που μπορεί να έχουν συνάψει συμφωνίες από τις οποίες μπορεί να καθορίζεται ο όγκος της παραγωγής τους, διεκδικούν μεγαλύτερο κομμάτι στην αγορά και επιδιώκουν να αυξάνουν τον όγκο της παραγωγής τους. Μια επιχείρηση π.χ., που παράγει πρώτες ύλες για ένα ή διάφορα προϊόντα, ακόμη και όταν συνάπτει συμφωνίες με άλλες επιχειρήσεις που παράγουν αυτά τα προϊόντα, για να διαθέσει όλη την παραγωγή της, επιδιώκει να την αυξάνει και προσδοκά να βρει νέους αγοραστές. Αυτό θα το λύσει όπως έχουμε πει η αγορά. Δεν το γνωρίζουν οι καπιταλιστές εκ των προτέρων. Παράγουν και ψάχνουν για να διαθέσουν την παραγωγή τους.
Αυτό μπορεί να συμβαίνει και για επιχειρήσεις που παράγουν πολλά διαφορετικά εμπορεύματα, τα οποία απαιτούνται για τη σύνθεση ενός τελικού προϊόντος (εργοστάσια παραγωγής διαφόρων μερών του αυτοκινήτου και το εργοστάσιο συναρμολόγησής του), αλλά και για επιχειρήσεις διαφορετικών κλάδων, π.χ. επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας και επιχειρήσεις κατανάλωσής της.
Δε γνωρίζουν, λοιπόν, αυτές οι ξεχωριστές επιχειρήσεις εκ των προτέρων, αν όλα τα εμπορεύματα που παράγουν, ή μέρος τους, μπορούν να πουληθούν. Ακόμη και αυτές που με βάση συμφωνίες με άλλες επιχειρήσεις (όπως στο παράδειγμα του αυτοκινήτου), μπορούν να διαθέσουν όλη την παραγωγή τους, εξαρτώνται από την πώληση του τελικού προϊόντος στην αγορά.
Ετσι, όμως, δεν μπορεί να υπάρχει πάντα αντιστοιχία ανάμεσα στην παραγωγή τής κάθε καπιταλιστικής επιχείρησης με τις ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής. Η κοινωνική παραγωγή αναπτύσσεται άναρχα.
Παρατηρούνται, επομένως, δυσαναλογίες στην ανάπτυξη της κοινωνικής παραγωγής, που είναι σύμφυτες με την εμπορευματική παραγωγή. Και την απλή και τη διευρυμένη στον καπιταλισμό.
Αυτό, επίσης, μπορεί να συμβαίνει γιατί οι καπιταλιστές δεν παράγουν σε τομείς ή κλάδους που υπάρχουν ανάγκες, αλλά και δυνατότητες ανάπτυξής τους, αλλά σε τομείς που μπορούν να αποκομίσουν εύκολα και μεγάλα κέρδη. Ετσι αναπτύσσουν κάποιους κλάδους ή τομείς της παραγωγής σε βάρος άλλων και στην πορεία βεβαίως μπορούν και να αλλάζουν τους τομείς ή τους κλάδους στους οποίους επενδύουν για να τους αναπτύξουν. Αλλά αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγήσει στην αδυναμία πούλησης των εμπορευμάτων αυτών των τομέων ή των κλάδων στην αγορά.
Ετσι, στον καπιταλισμό εμφανίζεται η αντίθεση ανάμεσα στην αναρχία της παραγωγής γενικά και στην οργάνωση της παραγωγής στα πλαίσια της ξεχωριστής επιχείρησης.
Η δυσαναλογία στην καπιταλιστική παραγωγή είναι αναπόφευκτη ιδιότητα της αναρχίας στην παραγωγή. Είναι συνέπεια της οικονομικής απομόνωσης μεταξύ τους των ξεχωριστών επιχειρήσεων. Η αναρχία στη διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής αγκαλιάζει όχι μόνο την κοινωνική παραγωγή σε μια χώρα, αλλά σε πολλές χώρες, ή και σ' ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο. Αυτό μπορεί να επιδρά και να επηρεάζει διαφορετικές καπιταλιστικές οικονομίες, λόγω της διεθνοποίησης. Η κοινωνικοποίηση της παραγωγής, όσο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός, δε συντελείται στα γεωγραφικά όρια μιας χώρας, αλλά σε μερικές διαφορετικές χώρες.
Αυτή η αναρχία στην παραγωγή επεκτείνεται σε όλες τις οικονομικές αναλογίες (και μεταξύ διαφόρων επιχειρήσεων και κλάδων, και μεταξύ διαφορετικών τομέων της οικονομίας), υπάρχει και στις αναλογίες ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση. Αρα η αναρχία στην παραγωγή, που δημιουργεί τις δυσαναλογίες, δημιουργεί μαζί και μια ανισομέρεια στην ανάπτυξη της παραγωγής, αλλά και ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση. Ετσι, π.χ. η παραγωγή σε μια επιχείρηση που κατασκευάζει κινητήρες για αυτοκίνητα, μπορεί να είναι μεγαλύτερη από τις ανάγκες της επιχείρησης που τα συναρμολογεί σε μια δοσμένη φάση εξέλιξης της καπιταλιστικής οικονομίας. Το ίδιο μπορεί να ισχύει και σε μια επιχείρηση για την παραγωγή μεταλλεύματος ως πρώτης ύλης, και στις ανάγκες των επιχειρήσεων παραγωγής τελικών προϊόντων που στηρίζονται στο συγκεκριμένο μετάλλευμα. Μπορεί, επίσης, ένας ολόκληρος κλάδος, π.χ. παραγωγής τυπογραφικών μηχανών, να έχει όγκο παραγωγής μεγαλύτερο απ' αυτόν που απαιτούν οι ανάγκες των εκτυπωτικών επιχειρήσεων.
Αυτές οι δυσαναλογίες προέρχονται από τη βασική οικονομική αντίθεση του καπιταλισμού, ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και την ατομική (καπιταλιστική), ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Και αυτές οι δυσαναλογίες είναι μια από τις αιτίες μετατροπής της δυνατότητας των κρίσεων στο αναπόφευκτό τους.
Οι αναλογίες που είναι απαραίτητες για τη ρευστοποίηση του κοινωνικού προϊόντος, δηλαδή ό,τι παράγεται να πουλιέται στην αγορά, προκειμένου να συνεχίζεται η παραγωγή και η διευρυμένη αναπαραγωγή, με την αναρχία στην παραγωγή, στον καπιταλισμό, δεν μπορούν να υπάρχουν πάντα, εμφανίζονται οι δυσαναλογίες.
Οι δυσαναλογίες στην παραγωγή, που εκφράζονται με την ανισόμετρη ανάπτυξη επιχειρήσεων, κλάδων ή τομέων της οικονομίας, σημαίνουν ταυτόχρονα και δυνατότητα μη πραγματοποίησης εμπορευμάτων στην αγορά. Γεγονός που δημιουργεί και τη δυνατότητα εμφάνισης οικονομικής κρίσης. Ετσι δεν μπορούμε να πούμε ότι οι δυσαναλογίες είναι αιτία των κρίσεων. Οι δυσαναλογίες, όπως και η αντίθεση ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση, είναι σύμφυτες με τη βασική οικονομική αντίθεση του καπιταλισμού, ανάμεσα στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, είναι μορφές εκδήλωσης αυτής της αντίθεσης. Επομένως, οι αιτίες εμφάνισης της κρίσης βρίσκονται σ' αυτή την αντίθεση.
Οι καπιταλιστές παράγουν για το κέρδος και διευρύνουν την παραγωγή τους για ακόμη μεγαλύτερο κέρδος. Αλλά η πούληση των εμπορευμάτων, δηλαδή των αποτελεσμάτων της παραγωγής, γίνεται στην αγορά. Η αυξανόμενη παραγωγή εξυπηρετεί την αύξηση του κεφαλαίου. Οταν η παραγωγή προσκρούει για διάφορους λόγους στο γεγονός ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει κέρδος, δηλαδή όταν παράγονται εμπορεύματα αλλά δεν μπορούν να πουληθούν στην αγορά, η αύξηση της παραγωγής, δηλαδή η παραγωγή ολοένα και περισσότερων εμπορευμάτων, πρέπει να σταματά. Τα εμπορεύματα δεν μπορούν να πουληθούν ή γιατί υπάρχει προσφορά πάνω από τις κοινωνικές ανάγκες, ή γιατί δεν υπάρχει οικονομική δυνατότητα από τους καταναλωτές, να αγοράζουν. Γιατί οι καταναλωτές εμπορευμάτων δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν; Αυτό, σε τελευταία ανάλυση, οφείλεται στο γεγονός ότι ταυτόχρονα με την επιδίωξή τους για αύξηση της παραγωγής, οι καπιταλιστές, επιδιώκουν με διάφορους τρόπους να αυξάνουν το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Αλλάζουν την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου που συμβάλλει στην αύξηση των κερδών και στην αύξηση του όγκου παραγωγής. Με την αλλαγή της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου μειώνεται η ζωντανή εργασία, δηλαδή η εργατική δύναμη, σε σχέση με τα μέσα παραγωγής που κινεί, άρα να αυξάνεται η ανεργία. Οι καπιταλιστές επίσης επιδιώκουν να μειώνουν την τιμή της εργατικής δύναμης κάτω από την αξία της. Ολ' αυτά αυξάνουν τη φτώχεια, αυξάνουν την αδυναμία κατανάλωσης εμπορευμάτων. Ετσι εμφανίζεται υπερπαραγωγή.
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και στην πραγματοποίηση των αποτελεσμάτων της. Και δεν υπάρχει, ακριβώς γιατί οι καπιταλιστές δεν παράγουν για τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά για το κέρδος. Ετσι το αποτέλεσμα της κοινωνικής παραγωγής, που το ιδιοποιούνται και θέλουν να μεγαλώνει συνεχώς, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Δεν μπορεί και η διευρυμένη αναπαραγωγή να συνεχίζεται. Εχουμε οικονομική κρίση.
Σ.Κ.
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
23/4/2011
-- Η κρίση και η αναδιάρθρωση
3/5/2009
-- Η οικονομική κρίση, η κοινωνική παραγωγή και η κατανάλωση
26/4/2009
-- Για τις οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού
21/10/2008
-- ΑΤΙΤΛΟ
2/11/2004
-- ΑΤΙΤΛΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου