18 Ιουλ 2012

Διηγήματα - «σφυριές»


Διηγήματα - «σφυριές»
«ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ»
Ενα από τα σκίτσα του Γιώργη Δήμου, που εικονογραφούν τη συλλογή «σφυριές». Τίτλος του «Μοναρχοφασιστική Ανεξαρτησία»
«YΠAPXOYN άνθρωποι και "υπηρεσίες" απ' το αντίπαλο στρατόπεδο που βαυκαλίζονται με την ελπίδα - μιαν ελπίδα που την έκαναν κιόλας "προδιαγεγραμμένο σχέδιο" και βάσει του ενεργούνε:
- Θα τους κυνηγήσουμε το διευθυντή, θα πιάσουμε τον αρχισυντάκτη, θα βάλουν άλλον, θα τον πιάσουμε κι αυτόν, θα τους ζαλίσουμε στις μηνύσεις, θα τους "τρώμε" καθημερινά από έναν συντάκτη, μεθοδικά, συστηματικά, ήρεμα, "πολιτισμένα"... Τι θα κάνουν στο τέλος; Μίαν "ωραίαν πρωίαν" ο "Ριζοσπάστης" δε θα βγει, θάχει "πεθάνει" ήσυχα - ήσυχα πάνω στο κρεββάτι του, από εσωτερική συντακτική αιμορραγία - και θα ησυχάσουμε επί τέλους! Αφήστε να δείτε...
"Μεγάλες μπουκιές να τρως - μεγάλες κουβέντες να μη λες...", είναι μια παροιμία πολύ της μόδας τελευταία... Οι κύριοι αυτοί του "αφήστε να δείτε", όχι μονάχα την αγνοούν, αλλά δεν πήραν, φαίνεται, και ποτέ τον κόπο να ρίξουν μια ματιά πάνω εκεί στο τετράγωνο πλαίσιο, στην κορυφή της εφημερίδας.
Αν κυττούσαν θα διάβαζαν: "Χρόνος 31ος, αριθ. φύλλου 10.136". Τριανταένα χρόνια. Τριανταενός χρονών άντρας είναι ο "Ριζοσπάστης" - μπέμπηδες, έ μπέμπηδες της έσχατης ώρας! Τα μετρήσατε άραγε ποτέ; Αλλά μήπως ξέρετε και να μετρήσετε πέρα απ' τα δέκα δάχτυλά σας; Στο 1936 - 4η Αυγούστου - σταματάει η μπόρεσή σας στην αρίθμηση κι όλες σας οι γνώσεις της ελληνικής ιστορίας.
Τι να γίνει; Τέτοιοι ανιστόρητοι είσαστε, με σας όμως έχουμε να τα πούμε. Χαρίζουμε λοιπόν στην άγνοιά σας είκοσι ολόκληρα χρόνια "Ριζοσπάστη", δεν σας αναφέρουμε τίποτε ούτε για παγκαλική δικτατορία που τον "έκλεισε", ούτε για Ιδιώνυμα που τον ανοιγόκλειναν, ούτε για σπασίματα των γραφείων του της... δημοκρατικής περιόδου των κινημάτων, ούτε για εξορίες συντακτών του, ούτε για γιγαντισμούς, ούτε για Κονδύλη, ούτε για Κοσμογονία που τον "έκλεισε" κι αύτη, ούτε, ούτε... Ολα αυτά για σας αποτελούν "μυθική" εποχή, ανύπαρκτη, αόρατη, όπως αόρατες είναι κι οι ρίζες ενός δέντρου, χωρίς να υπάρχουν γι' αυτό λιγώτερο φυσικά... Κι ας μη φαίνονται.
Να μιλήσουμε για το δέντρο, λοιπόν, απ' το '36 και πέρα, για ό,τι φαίνεται, αφού αυτό μονάχα βλέπετε και πέφτετε επάνω του με τα στομωμένα σας τσεκούρια να το ρίξετε, να το λιανίσετε - να μην το βλέπετε πια μπροστά σας...
Εχ! Πόσοι τώπαν αυτό! Πόσοι τώπαν - και πρόκοψαν... Μετράτε: Μεταξάς, Διάκος, Μανιαδάκης, Γιοκαρίνης, Νουμπάχερ, Σιμάνα, Σκόμπυ - λέτε κι ο κ. Γκρίσγουωλντ να το πει; Ας το πει κι αυτός να τον δούμε. Γιατί όλοι αυτοί που σας απαρίθμησα, πράγματι είχαν πετύχει να μην έχουν το "Ριζοσπάστη" μπροστά τους - και να μην τον βλέπουν αυτοί. Μια τυπογραφική λεπτομέρεια μονάχα είχαν ξεχάσει: Δεν τον είχαν μπροστά τους, αλλά τον είχαν από κάτω τους, από γύρω τους, από δίπλα τους και παντού. Κι αν δεν τον έβλεπαν αυτοί - τον έβλεπε και τον διάβαζε όλος ο κόσμος...
Μέσα στην άλλη κατοχή ο "Ριζοσπάστης" δεν είχε γραφεία, ούτε τυπογραφεία "επίσημα". Τυπώνονταν στο Μεγάλο Μυστικό Τυπογραφείο της Ελλάδας - μελάνι του ήταν το αίμα των πατριωτών του EAM, που πέφταν για τη σκλάβα πατρίδα - χαρτί του είχε τα ψηλά λευκά μέτωπα των αγωνιστών που τουφεκίζονταν τραγουδώντας και ηλεκτροκίνητη τυπογραφική του μηχανή η μεγάλη καρδιά του λαού με τους αδούλωτους, ασταμάτητους παλμούς της. Ηταν "παράνομος", όπως λεν. "Εκτός νόμου". Εκτός νόμου, όταν νόμος ήταν ο Σιμάνα και ο Ράλλης και "νόμιμες" εφημερίδες η "Καθημερινή", το "Βήμα" (τότε ακόμα..."Ελεύθερον"), η "Βραδυνή" και τα "Γερμανικά Νέα διά την Ελλάδα".
Κι ο "Ριζοσπάστης" ήταν τότε σ' όλων τα χέρια, σ' όλων τις τσέπες, σ' όλων τις καρδιές. Με τις άλλες, τις "νόμιμες" εφημερίδες ο κόσμος τύλιγε τους τσίρους του δελτίου και τα μπιζέλια του "Κουρτουλούς"...
Θέλετε να ξαναδοκιμάσετε το πείραμα; Ιδού η Ρόδος...»
«ΒΙΑΙΩΣ ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΗΜΕΝΟΣ»
«Δεν σας τόπα ακόμα κι ήρθε η ώρα του να σας το πω: Εδώ που βρίσκομαι, ξέρετε πώς βρίσκομαι; Ως βιαίως στρατολογηθείς υπό των συμμοριτών, ναι μα την Παναγία!..
Διαλαθών, λοιπόν, της προσοχής του κομμισσαρίου εκτελεστού του Σταθμού μας, σας ανοίγω την καρδιά μου, εδώ μπροστά σε τούτο το αναρχοσλαβικόν μικρόφωνον και ζητάω από το λεγόμενο Κλιμάκιο του ΟΗΕ, να παρατήσει το τάβλι που παίζει εκεί στους καφενέδες της Σαλονίκης και νάρθει, αδερφέ, να με γλυτώσει, τον δυστυχή: Δε βαστάω άλλο συμμορίτικο καταναγκασμό: Δε βαστάω, δε βαστάω, δε βαστάω-ουφ!..
Και νάμουν μονάχα εγώ έτσι εδώ απάνω, ποιος τόσκαζε: Αλλά είμαστε χιλιάδες ομοιοπαθείς συνάδελφοι "βιαίως στρατολογηθέντες" έτσι δεν είναι, αγαπητό μου Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως; Αν σε πίστευαν οι αναγνώστες των καθημερινών ανακοινωθέντων σου - εγώ μια φορά σε πιστεύω - όλο το αντάρτικο, ολόκληρος ο Δημοκρατικός Στρατός που σας αλλάζει τα φώτα κάθε μέρα και σας άλλαξε περπατησιά και σας και τους Εγγλέζους και τους Αμερικάνους, ενάμισυ χρόνο τώρα δεν είναι τίποτ' άλλο παρά ένα άτακτο κι ασύντακτο μπουλούκι από "Βιαίως στρατολογηθέντες" κακομοίρηδες, που κλαίνε τη μοίρα τους εδώ απάνω και δε βλέπουν την ώρα να το σκάσουν και να παραδοθούν μέσα στην κατευναστική αγκαλιά του γέρο Σοφούλη.
Ας αφήσουμε όμως τις γενικότητες κι ας γυρίσουμε στη βιαίως στρατολογηθείσαν αφεντιά μου. Θέλετε να σας διηγηθώ πώς με στρατολόγησαν εμένα οι αναρχικοί; Εγώ, ως γνωστόν, ήμουνα καλό παιδί και φιλόνομος πολίτης, να μη βασκαθώ. Ούτε ιδέα είχα ν' ανέβω πάνω στα βουνά - όταν, μια μέρα του περασμένου φθινόπωρου, μαζί με τα φύλλα των δέντρων που πέφταν και τις κατευναστικές μπούρδες του Σοφούλη που φυλλορροούσανε - ήρθε και με βρήκε στο γραφείο μου ένας στρατολόγος του ΔΣ. Εβγαλε το καπέλο του, κάθισε στην καρέκλα κι άρχισε:
- Σπήλιο, θέλεις να πας πάνω στο βουνό;
- Α, πα, πα, πα, πα... του είπα. Τι έχασα για να πάω να το βρω στα βουνά;
- Ωστε δε θέλεις ε;
- Οχι!...
Ο άγνωστος στρατολόγος επέμεινε:
- Σπήλιο, μου λέει, αν δε θέλεις με το καλό, σε στρατολογώ βιαίως!
Προσπάθησα να αμυνθώ θεωρητικώς:
- Και η ελευθερία της συνειδήσεως, του λέω, αγαπητέ μου, τι γίνεται; Πώς με στρατολογείς αφού δε θέλω;
Ο άγνωστος δεν απάντησε αμέσως. Εβγαλε απ' την τσέπη του ένα χαρτί, το ξεδίπλωσε κι άρχισε να διαβάζει: "Εν ονόματι του νόμου το Συμβούλιον των εν Αθήναις Εφετών συνεδρίασεν και διατάσσει τη σύλληψιν των συντακτών του ως ενόχων υποθάλψεως της ανταρσίας".
Παρέλειψα απ' την αρχή να σας πως ότι ο άγνωστός μου στρατολόγος ήταν ένας πολύ γνωστός χαφιές της Ασφάλειας.
- Λοιπόν, μου είπε, αφού τελείωσε το διάβασμα, σκέψου: Τι προτιμάς; Να κάτσεις εδώ στην Αθήνα, σαν κατσιασμένο κοτόπουλο μέσα στο κοτέτσι του και νάρθω αύριο, μεθαύριο και σε πιάσω αδόξως, να σε στείλω εξορία - υπάρχει, ξέρεις, και η γοητευτική προοπτική του εκτελεστικού αποσπάσματος - ή θα αποφασίσεις να πας στα βουνά;
Πέστε μου, εσείς τι θα κάνατε αγαπητοί; Να, έτσι είμαστε όλοι οι βιαίως στρατολογηθέντες. Αλλον τον κυνηγάει η ασφάλεια, άλλον τον έχει σταμπάρει ο χαφιές της γειτονιάς του, άλλον τον έχει στον κατάλογο για ξέκαμα ο ΜΑΥΣ της περιοχής, αλλουνού του σφάζουν τον πατέρα, του πέμπτου του κούρεψαν την αδελφή, του έκτου του κάψαν το σπίτι οι Σουρλέοι, του εβδόμου του ξεριζώσαν τα λιόδεντρα οι Καλαμπαλίκηδες, τον όγδοο τον απόλυσαν από τη δουλειά του και γυρίζει άνεργος σαν την άδικη κατάρα, τον έννατο τον καταδιώκουν εντάλματα απ' τον καιρό της πρώτης κατοχής, ο δέκατος τό 'στριψε απ' το νησί της εξορίας κι ήρθε δω για να μην τον ξαναμαγκώσουν, ο ενδέκατος είναι πρόσφυγας, πρώην εθνικόφρων που τον διώξαν απ' το χωριό του λόγω εκκενώσεως - και ο δωδέκατος, είμαι - καθό και Απόστολος - εγώ. Και υπογράφομαι φαρδιά - πλατειά: Απόστολος Σπήλιος, βιαίως στρατολογημένος!»
«ΓΡΑΜΜΑ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ»
«Μίστερ Σάμουελ -
Χάρυ Ντρίνκαρτ - Φρανκ Κέλνετ
Μέτωπο Γράμμου
Απ' την άλλη μεριά
Κύριοι
Γράφω σε σας γιατί μονάχα τα δικά σας ονόματα ξαίρω. Μας τα μετέδωσε προχθές, ένα δικό σας πραχτορείο, το "Γιουνάϊτεντ Πρες". Θα 'σαστε κι άλλοι, φυσικά, κι άλλοι πολλοί, σκορπισμένοι σε γραφεία, σε υπηρεσίες, σε διοικήσεις μονάδων, μέχρι λόχου. Εχουμε μπερικέτι από σας, δοξασμένο το όνομα του θείου μας και αφεντικού σας Τρούμαν. Αλλά τύχαινε, βλέπεις, εκτός απ' τον άμεσο προϊστάμενό σας το Βαν - Φλιτ, οι άλλοι να παραμένετε μετριοφρόνως ανώνυμοι - σαν τις ανώνυμες εταιρείες της πατρίδας σας που σας εξαποστέλνουν. Τώρα εσάς έμαθα, σε σας γράφω. Και σας έμαθα γιατί το "Γιουνάϊτεντ Πρες" είχε την καλωσύνη να πληροφορήσει τον κόσμο ότι εσείς οι τρεις μάς κάνατε την τιμή να πάρετε απ' ευθείας μέρος και χωρίς μεσάζοντες πια, στη μάχη του Γράμμου. Ανεβασμένοι πάνω στα τανκς που μύριζαν ακόμα την μπογιά του αμερικάνικου εργοστασίου τους, τρέχατε απάνω - κάτω, δίνοντας οδηγίες και διαταγές, εκεί στα υψώματα της Αλεβίτσας... Καλωσορίσατε, μίστερ - και σε καλή μεριά... Αυτό είναι μια ρωμέικη ευκή που τη λένε οι εμπορευόμενοι μεταξύ τους, όταν αρχίζουν καινούργιο αλισβερίσι. Σε καλή μεριά πέσατε και σεις - αυτό πρέπει να σας το πούμε. Και θάταν ανέντιμο από μέρους μας, με την ευκαιρία του καλωσορίσματος, να μη σας αναφέρουμε και τις περιπέτειες των προκατόχων σας που πέρασαν από τούτα τα χώματα τα τελευταία οχτώ χρονιά. Οι τουρίστες ενός τόπου μπορεί να είναι και ανιστόρητοι - δικός τους λογαριασμός. Ο νοικοκύρης όμως του σπιτιού έχει υποχρέωση να προειδοποιεί τους ξένους για το τι παράγει ο τόπος που πατούν.
Ο τόπος λοιπόν αυτός μίστερ Κέλνετ και Νιούμαν και Ντρίνκαρτ από την Αλαμπάμα και το Αρκάνσας, παράγει Αντίσταση. Σε μεγάλες, σε απίθανες ποσότητες Αντίσταση. Είναι ένα παράξενο σιδηρομετάλλευμα, κρυμμένο βαθειά μέσα στη γη του, ένα με το χώμα του, με τις πέτρες του, με τους βράχους του - αλήθεια, είδατε πόσους βράχους έχει αυτός ο τόπος; Πάνω σ' αυτό το σκληρό μέταλλο έχουν σπάσει ως τώρα τα κεφάλια τους καν και καν τουρίστες... Αυτό το μέταλλο αρχίζει και ξυπνά, αρχίζει και θυμώνει, αρχίζει και ηλεκτρίζει όλο τον τόπο, μόλις κάνει και πατήσει το ποδάρι του ξένος οχτρός. Από κείνη την ώρα δεν ησυχάζει, αν δεν τον πετάξει από πάνω του. Ρωτήστε για περισσότερες πληροφορίες, πάνω στις ιδιότητες του περίεργου αυτού μετάλλου, τους πιο πρόσφατους προκατόχους σας, Ιταλούς, Γερμανούς... Αν δυσκολεύεστε με τη γλώσσα, ρωτήστε τα πρωτοξαδέρφια σας τους Εγγλέζους. Κάτι ξέρουν και δαύτοι, σχετικώς. Και θα 'ξεραν πολύ περισσότερα, αν δεν τους προλαβαίνατε, πέρυσι, με την προστατευτική χειρονομία του Δόγματος Τρούμαν.
Τώρα ήρθατε σεις. Ηρθατε και σεις. Ηρθε, δηλαδή κι η σειρά σας. Με όλα τα ενδεχόμενα που θα επακολουθήσουνε - και με ένα πράμα σίγουρο στο τέλος: Πως θα φύγετε. Πως θα φύγετε και σεις, όπως έφυγαν, πυξ - λαξ, κι όλοι οι άλλοι... Ω, γι' αυτό νάστε βέβαιοι, μίστερ...
Ανοίγω την Εγκυκλοπαίδεια και ψάχνω να βρω την πατρίδα σου μίστερ Χάρι Ντρίνκαρτ, απ' την Αλαμπάμα. Και τη δική σου μίστερ Νιούμαν, απ' το Αρκάνσας. «Αλαμπάμα - λέει το χοντρό βιβλίο: Μια απ' τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ, κάτοικοι 2.332.000 εξ ων το εν τρίτον μαύροι...» Το ίδιο και το Αρκάνσας. Επεσα, βλέπω, πάνω σε δαδούχους του τηλαυγούς αμερικάνικου πολιτισμού... Τι γυρεύεις μίστερ Χάρυ από την Αλαμπάμα, από την Αλαμπάμα των βασανισμένων μαύρων και του νόμου του Λιντς, πάνω στο Γράμμο, πάνω στα βουνά της πατρίδας μας; Εκπολίτισες πρώτα τη δική σου πατρίδα και σου περίσεψαν ρετάλια πολιτισμού κι ήρθες να σώσεις όπως λες, όπως σου είπαν να λες, την Ελλάδα, απ' τον οδοστρωτήρα της βαρβαρότητας; Ποιας βαρβαρότητας μίστερ Χάρυ; Πίσω σου την άφησες, μπροστά σου την ψάχνεις;
Σας βλέπω και τους τρεις ανεβασμένους πάνω στα τανκς, να κόβετε βόλτες εκεί στην Αλεβίτσα, να δίνετε οδηγίες, να διορθώνετε τη βολή των μισθοφόρων σας. Ετσι ρίχνουν... Τράβα αυτό το μοχλό... Ετσι μπράβο... Πυρ!
- Πυρ, λοιπόν, μίστερ Χάρυ. Πυρ, πυρ. Ωλ ράιτ... Ισως κι όλας νάναι καλύτερα έτσι. Γιατί, στο κάτω - κάτω, είναι και λίγο άχαρο και βαρετό πράμα, νάχει να κάνει κανένας συνεχώς με μεσάζοντες και με μισθοφόρους».

Του
Απόστολου (ΣΠΗΛΙΟΥ) ΚΟΛΤΣΙΔΟΠΟΥΛΟΥ


Βιογραφικό του Απόστολου ΣΠΗΛΙΟΥ
Ο Απόστολος Σπήλιος (Απόστολος Κολτσιδόπουλος) γεννήθηκε στη Λάρισα το 1909. Προπολεμικά ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Στα Γράμματα εμφανίστηκε από τον ΕΑΜικό Τύπο. Εγραψε χρονογραφήματα, ποιήματα και σατιρικά κείμενα. Μετά την απελευθέρωση έγραφε το χρονογράφημα στο «Ρίζο της Δευτέρας», υπό τη βινιέτα «σφυριές». Μετά την απαγόρευση του «Ριζοσπάστη» (Οκτώβριος 1947) βγήκε στο ΔΣΕ, για έντυπα του οποίου («Δελτίο Ειδήσεων», «Εξόρμηση», «Προς τη Νίκη») έγραφε πολεμικές ανταποκρίσεις, ποιήματα και «σφυριές». Δούλεψε στο «Ραδιοφωνικό Σταθμό» του ΔΣΕ, στο Βελιγράδι και από την άνοιξη του 1949 στο Βουκουρέστι, στη ραδιοφωνική «Ελεύθερη Ελλάδα», μετέπειτα «Η φωνή της αλήθειας». Ο Α. Σπήλιος δούλευε στο σταθμό μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, οπότε επαναπατρίστηκε. Στην πολιτική προσφυγιά εξέδωσε τα βιβλία «Σατιρικοί πολιτικοί στίχοι» (1953), «Ταξίδια στην Ελλάδα» και «Στου δρόμου τη στροφή» (μυθιστόρημα). Το πρώτο του βιβλίο που εκδόθηκε στην προσφυγιά (1950), εικονογραφημένο από τον αγωνιστή ζωγράφο -χαράκτη, πρόσφυγα στο Βουκουρέστι, πρόσφατα θανόντα, Γιώργη Δήμου, ήταν η συλλογή «σφυριές», όπου περιέχονται τα διηγήματα που δημοσιεύουμε σήμερα. Στη συλλογή «σφυριές» περιλαμβάνονται πολλά διηγηματικά χρονογραφήματα, που ο Α. Σπήλιος «έγραψε από τις αρχές του 1945 ως το τέλος του 1949», όπως αναφέρει το σημείωμα του εκδοτικού και μεταδόθηκαν «για πρώτη φορά από το ραδιοφωνικό σταθμό "Ελεύθερη Ελλάδα"». Πέθανε από ανακοπή στις 5/2/1976.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ