Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 45: Η δολοφονία του Τζορτζ Πολκ
Η δολοφονία του Τζορτζ Πολκ
Μια υπόθεση, που συντάραξε το δημοσιογραφικό κόσμο και αποκάλυψε την ωμότητα του μοναρχοφασιστικού καθεστώτος και των ιμπεριαλιστών πατρώνων του
Στις 16 Μάη του 1948, ανακαλύφθηκε στο θαλάσσιο χώρο της Θεσσαλονίκης το πτώμα του Τζορτζ Πολκ, γνωστού Αμερικανού δημοσιογράφου, ανταποκριτή για την Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή του ραδιοφωνικού δικτύου της Νέας Υόρκης, CBS. Το πτώμα βρήκε ο βαρκάρης Λάμπρος Αντώναρος, καθώς έκανε μια συνηθισμένη διαδρομή με τη βάρκα του. Πολύ γρήγορα, πιστοποιήθηκε ότι επρόκειτο περί δολοφονίας και το γεγονός αυτό έδωσε αμέσως άλλες διαστάσεις στην όλη υπόθεση. Η είδηση έκανε τον κύκλο ολόκληρου του κόσμου και προκάλεσε πραγματικό σάλο, ιδιαίτερα μέσα στο δημοσιογραφικό κόσμο.
Ο φιλελεύθερος Αμερικανός δημοσιογράφος Πολκ, που συχνά επέκρινε το αντιδραστικό καθεστώς της Ελλάδας, έφτασε στη Θεσσαλονίκη γύρω στις 9 του Μάη σαν πολεμικός ανταποκριτής και σκόπευε να φύγει από τη χώρα μας και να επιστρέψει στις ΗΠΑ, γύρω στις 20 του Μάη. Στο δωμάτιό του, στο ξενοδοχείο “Αστόρια” της Θεσσαλονίκης, βρέθηκε ένα γράμμα που φανέρωσε πως είχε τη φιλοδοξία να φτάσει μέχρι το Αρχηγείο του ΔΣΕ, που έδρευε κάπου στη Βόρεια Ελλάδα και να συναντηθεί με τον τότε αρχηγό του ΔΣΕ, Μάρκο Βαφειάδη.
Στις 16 Μάη 1948, λίγες ώρες μετά την ανακάλυψη του πτώματός του, ο τότε Ελληνας πρωθυπουργός, Θεμ. Σοφούλης, δήλωνε:
“Αποτελεί ζήτημα τιμής διά την Ελλάδα η ταχεία ανακάλυψις των δραστών και των αιτίων του αποτρόπαιου τούτου εγκλήματος. Η κυβέρνησις θέλει καταβάλει πάσαν προσπάθειαν προς ανάκαλυψιν των δολοφόνων και την αμείλικτον αυτών τιμωρίαν. Ηδη, επελήφθην προσωπικώς του ζητήματος και έδωσα εντολήν όπως κινητοποιηθεί ολόκληρος η αστυνομία της χώρας διά την ανακάλυψιν των εγκληματιών”.
Η ανάκριση όμως, που άρχισε πράγματι αμέσως μετά τις δηλώσεις του τότε πρωθυπουργού Θεμ. Σοφούλη την εργασία της, μέσα σε μια ατμόσφαιρα μεγάλης και πολύπλευρης συγκίνησης, πολύ γρήγορα, βρέθηκε σε απόλυτο αδιέξοδο. Η κυβέρνηση της Αθήνας προσπαθούσε να ρίξει την ευθύνη στο ΚΚΕ, και συγκεκριμένα στα στελέχη του: Αδάμ Μουζενίδη και Βαγγέλη Βασβανά, ενώ το ΚΚΕ και η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση, με δηλώσεις τους, κατάγγελναν σαν υπεύθυνη για τη δολοφονία του Πολκ, την ειδική Ασφάλεια της Θεσσαλονίκης.
Στο περιοδικό “Δημοκρατικός Στρατός”, μηνιάτικο στρατιωτικό – πολιτικό όργανο του Γεν. Αρχηγείου του ΔΣΕ (τεύχος 6 του 1948), διαβάζουμε:
“Οπως κατάγγειλε με δηλώσεις του ο υπουργός των Εσωτερικών συν. Ιωαννίδης και όπως γίνεται κάθε μέρα και πιο φανερό, ο Πολκ δολοφονήθηκε από τους εγκληματίες της Ειδικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, για να μην έρθει στην Ελεύθερη Ελλάδα και για να αποδοθεί η δολοφονία του στους δημοκρατικούς. Η σκηνοθεσία, όμως, χρεοκόπησε πανηγυρικά και οι εγκληματίες, υπόδικοι μπρος στην παγκόσμια κοινή γνώμη, προσπαθούν τώρα να σκεπάσουν το έγκλημά τους. Αυτό τους ξεσκεπάζει πιο πολύ”.
Ταυτόχρονα, οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι ζητούσαν κάποιου “ένοχου” την κεφαλήν επί πίνακι, ενώ το αμερικανικό κράτος ενδιαφερόταν για τον αντικομμουνιστικό αγώνα.
Οι ανακρίσεις
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η ανάκριση αδυνατούσε να εξηγήσει το πώς μπόρεσε να γίνει ο φόνος. Ολα τα δεδομένα έδειχναν πως επρόκειτο για φόνο εκ προμελέτης και όλα τα στοιχεία της ανάκρισης φανέρωναν πως ο Πολκ δεν είχε προμελετήσει να πάει στο Αρχηγείο του ΔΣΕ και δεν είχε κλείσει συμφωνία πάνω στο θέμα αυτό, με κανέναν και με την έννοια τούτη σκοτώθηκε τυχαία. Στην παραπάνω όμως αντίφαση, υπήρχε εξήγηση, η οποία και δεν άργησε να γίνει γνωστή στους αρμόδιους. Η υπόθεση Πολκ έφερε στην επιφάνεια το πώς οι σκοπιμότητες του αγγλοαμερικανικού ανταγωνισμού στη Μέση Ανατολή και της αγγλοαμερικανικής αλληλεγγύης στον αντικομμουνιστικό αγώνα, εμπόδισαν να έρθει στο φως η αλήθεια.
Εξαιτίας των παραπάνω σκοπιμοτήτων, η ανάκριση δεν μπόρεσε να προχωρήσει στο σωστό δρόμο. Θα μπορούσε, βέβαια, να κλείσει η όλη υπόθεση, αποδίδοντας το φόνο σε αγνώστους, που δε στάθηκε δυνατό να βρεθούν, αλλά η Αμερική και η άκρα Δεξιά στην Ελλάδα δεν μπορούσαν να ησυχάσουν. Χρειάζονταν μια λύση αντικομμουνιστική. Ετσι, μετά από ανακρίσεις μερικών μηνών, που δεν κατάφερναν να βρουν στοιχεία προς καμιά κατεύθυνση, είτε ερευνούσαν όλες τις πιθανές κατευθύνσεις και εκδοχές, είτε όχι, οι αξιωματούχοι της αμερικανικής πλευράς, δρώντας, κυρίως μέσω εκπροσώπων του αμερικανικού Τύπου, έπεισαν – με τη μια ή την άλλη μορφή πίεσης – τους αξιωματούχους της ελληνικής πλευράς ότι ήταν σημαντικό για την εξέλιξη των αμερικανο-ελληνικών, αλλά και των αμερικανο-βρετανικών σχέσεων, να συλληφθεί ένας “ένοχος” και να δικαστεί για τη δολοφονία του Τζορτζ Πολκ.
Ο Κώστας Χατζηαργύρης, στο βιβλίο του “Η υπόθεση Πολκ”, αναφέρεται σε τέσσερις βασικές φάσεις της ανάκρισης. Συγκεκριμένα: “Υπήρξε η ελληνική ανακριτική φάση στη Θεσσαλονίκη, που κάλυψε το δεύτερο μισό του μήνα Μάη. Ακολούθησε η ελληνική ανακριτική φάση στην Αθήνα, που κράτησε τον Ιούνη. Αρχισε παράλληλα κι αποκορυφώθηκε τον Ιούλη η φάση της αμερικανικής επέμβασης με κεντρικό μοτίβο την απαίτηση να βρεθεί και να συλληφθεί οπωσδήποτε ένας κάποιος ένοχος, για το φόνο. Και κλιμακώθηκε η όλη διαδικασία τον Αύγουστο του 1948, με τη σύλληψη και τις “ομολογίες” του Γρηγόρη Στακτόπουλου”.
Κατά την πρώτη ανακριτική φάση της Θεσσαλονίκης (δεύτερο μισό του Μάη), όταν έγιναν γνωστά ορισμένα στοιχεία για την εξαφάνιση του δημοσιογράφου Πολκ από το ξενοδοχείο, την αποστολή της ταυτότητάς του στο Γ` Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης κ.ά., η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση στιγμάτιζε τους δολοφόνους του Αμερικανού δημοσιογράφου.
Η συγκάλυψη της αλήθειας
Στην εφημερίδα “Εξόρμηση”, όργανο του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, την 1η του Ιούνη 1948, γράφονταν:
“Η δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζ. Πολκ έφερε σε δύσκολη θέση την ψευτοκυβέρνηση των δολοφόνων. Είχαν οργανώσει τη δολοφονία με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν εύκολα να την αποδώσουν στους δημοκρατικούς. Γι’ αυτό είχαν κανονίσει να σταλεί η ταυτότητα του Πολκ στην Ασφάλεια, ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση πως ο Πολκ κατόρθωσε να περάσει στους αντάρτες και, επομένως, εκεί εξαφανίστηκε δολοφονημένος. Είχαν, επίσης, κανονίσει να εξαφανιστεί το πτώμα. Η τύχη τα ‘φερε να ξεβράσει η θάλασσα το πτώμα προς στην παραλία της Σαλονίκης. Ετσι, δεν μπορούσαν πια να πουν πως είχε περάσει στους αντάρτες. Δοκίμασαν αμέσως με τις φυλλάδες τους και με δηλώσεις ψευτοϋπουργών, να σκηνοθετήσουν την ενοχή των “κομμουνιστών” στη στυγερή δολοφονία. Μα, στο μεταξύ, οι ξένοι δημοσιογράφοι και η κοινή γνώμη της Αμερικής, κατάπληκτοι μπροστά στην άτιμη αυτή πράξη, ενδιαφέρθηκαν και ξεσκέπασαν την προσπάθεια αυτή. Στη Σαλονίκη έφτασαν δημοσιογράφοι και ντετέκτιβ (ιδιωτικοί αστυνομικοί), που άρχισαν τις δικές τους έρευνες. Η σπείρα των δολοφόνων δυσκολεύτηκε έτσι να βάνει μπροστά τη σκηνοθεσία της. Μοναδική της ελπίδα είναι πια να συγκαλύψει τους δολοφόνους και να μπερδέψει τις ανακρίσεις. Αυτό και κάνει, παρ’ όλες τις δηλώσεις του Σοφούλη πως είναι τάχα ζήτημα τιμής η ανακάλυψη των δολοφόνων. Ολα τα μέχρι τώρα στοιχεία είναι συντριπτικά για τους δολοφόνους. Οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών συναγ. Ιωαννίδη αποδείχνουν αδιάψευστα πως ο Πολκ δολοφονήθηκε από τη σπείρα των δολοφόνων που δρα στη Σαλονίκη, κάτω από την καθοδήγηση της Ασφάλειας, για να ματαιωθεί ο ερχομός του Πολκ στην Ελεύθερη Ελλάδα. Οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι αποφάσισαν να στείλουν στην Ελλάδα επιτροπή για να παρακολουθήσει τις ανακρίσεις. Τρομοκρατημένοι μπροστά στον κίνδυνο να αποκαλυφτούν οι δράστες και η ενοχή τους, η ψευτοκυβέρνηση της ΑΘήνας ζήτησε από το αμερικανικό υπουργείο των Εξωτερικών, να εμποδίσει τον ερχομό της επιτροπής των δημοσιογράφων, πράγμα που έγινε. Ετσι, ελπίζουν να σκεπάσουν την υπόθεση. Μα, άδικα πασχίζουν. Και το νέο τους έγκλημα, αργά ή γρήγορα, θα αποκαλυφθεί. “Το αίμα θα πνίξει τους δολοφόνους”.
Οπως απέδειξαν οι νεότερες έρευνες, τον Τζορτζ Πολκ σκότωσε ο Αγγλος πράκτορας της Ιντέλιτζενς Σέρβις, Ράνταλ Κόουτς, ο οποίος και υπηρετούσε ως πρόξενος της Μ. Βρετανίας στη Θεσσαλονίκη. Την υπόθεση σκέπασαν τότε οι ελληνικές και οι αμερικανικές αρχές. Στην εισαγωγή του βιβλίου του “Πόλεμος, διείσδυση και προπαγάνδα”, ο Φ. Οικονομίδης σημειώνει, σχετικά με την υπόθεση Πολκ: “Σήμερα, για πρώτη φορά, μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου, αποκαλύπτεται ότι πίσω από τη δολοφονία του Πολκ κρύβονται οι αμερικανικές στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες, σε συνεργασία με τμήματα του ελληνικού και βρετανικού στρατιωτικού κατεστημένου.
Κύριος οργανωτής της συνωμοσίας εναντίον του Πολκ ήταν ο στρατιωτικός ακόλουθος της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, συνταγματάρχης του αμερικανικού ΓΕΣ, Χάρβι Σμιθ”.
Ο Πολκ θύμα του αντικομμουνισμού
Οσοι ασχολήθηκαν και ασχολούνται με την υπόθεση Πολκ προσπαθούν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα: Τι ήταν αυτό που επέτρεψε στις ελληνικές, τις αμερικανικές και τις βρετανικές αρχές, να συνεργαστούν τελικά, παρά τις επί μέρους αντιθέσεις τους, στην προώθηση μιας απεχθούς λύσης σ’ ένα “ανεξιχνίαστο” έγκλημα και μετά να κουκουλώσουν αυτή τη λύση, ώστε να παραμείνει συγκαλυμμένη επί τόσα χρόνια;
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα βρίσκεται στο γεγονός ότι και οι τρεις κυβερνήσεις (Ελλάδα – ΗΠΑ – Βρετανία), είχαν μια κοινή αντίληψη περί κοινού συμφέροντος απέναντι σ’ έναν κοινό εχθρό, τον κομμουνισμό.
Την εποχή εκείνη στην Ευρώπη και σ’ όλον τον κόσμο, επικρατούσε το ψυχροπολεμικό κλίμα. Στην Ελλάδα, μαινόταν ένας αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος. Οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές, που είχαν αντικαταστήσει τους Αγγλους, προσπαθούσαν να συντρίψουν το λαϊκο-δημοκρατικό κίνημα. Ο αντικομμουνισμός, κυριολεκτικά, οργίαζε. Το κίνημα συμπαράστασης προς τις προοδευτικές δημοκρατικές δυνάμεις της Ελλάδας έπαιρνε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις στην Ευρώπη και σ’ όλο τον κόσμο.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1948, η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση (ΠΔΚ) δήλωνε ότι ήταν πάντα έτοιμη να δεχτεί και να ενθαρρύνει οποιαδήποτε πρωτοβουλία και από οποιαδήποτε πλευρά, που θα έτεινε να βοηθήσει να βρει η Ελλάδα τον εαυτό της και την ησυχία της. Ζητούσε επίμονα να παύσει να χύνεται στην Ελλάδα αίμα, επειδή αυτό ήθελαν οι ξένοι ιμπεριαλιστές και η ντόπια αντίδραση. Ζητούσαν να σταματήσουν οι δολοφονίες, οι εκτελέσεις και οι σφαγές των λαϊκών αγωνιστών.
Ο δημοσιογράφος Πολκ, θέλοντας να συμβάλει στο σταμάτημα του εμφυλίου πολέμου και στη συμφιλίωση του ελληνικού λαού, σκόπευε να πάει στο βουνό, να έρθει σε επαφή με την ηγεσία του ΔΣΕ και να ενημερώσει την αμερικανική και την παγκόσμια δημοκρατική γνώμη για τις προθέσεις και τις επιδιώξεις της ΠΔΚ, σχετικά με τη λύση του ελληνικού δράματος.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, έπρεπε να βγει από τη μέση ο Πολκ και, ταυτόχρονα, η ευθύνη για το έγκλημα να αποδοθεί στους κομμουνιστές. Η ενοχοποίηση των κομμουνιστών ικανοποιούσε τις αμερικανικές απαιτήσεις και διασφάλιζε την πραγματοποίηση του προγράμματος βοήθειας ενάντια στον κοινό εχθρό.
Συνεπώς, ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τζορτζ Πολκ υπήρξε ένα από τα τραγικά θύματα της αντικομμουνιστικής εκστρατείας που είχε εξαπολυθεί την εποχή εκείνη στην Ελλάδα από την ντόπια αντίδραση και τους Αμερικανούς και τους Αγγλους πάτρωνές της.
Οι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο του Φοίβου Οικονομίδη “Πόλεμος, διείσδυση και προπαγάνδα” και από το αρχείο του “Ρ”
Περιεχόμενα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου