22 Φεβ 2013

Τι σενάρια κάνουν για την ΕΕ;


Τι σενάρια κάνουν για την ΕΕ;

-- Πώς βλέπει η κυρίαρχη τάση της γερμανικής αστικής τάξης τη διαχείριση της κρίσης και την εξέλιξη της ΕΕ και της Ευρωζώνης;


Σ
ε εκδήλωση που διοργάνωσε την Τρίτη στην Αθήνα ο «Economist», παρουσίασε τις απόψεις του για την κρίση στην Ελλάδα ο Γερμανός βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών Κλάους - Πέτερ Βιλς, αρμόδιος για δημοσιονομικά θέματα και ειδικός επί του προϋπολογισμού στο κόμμα της Γερμανίδας καγκελάριου Α. Μέρκελ. Είπε μεταξύ άλλων:

«Τα κράτη της Ευρωζώνης με δική τους θέληση και προθυμία υιοθέτησαν το κοινό νόμισμα, γνωρίζοντας πως το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ προέβλεπε ότι κάθε κράτος θα έπρεπε να έχει δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ και δημοσιονομικό έλλειμμα έως 3%. Κανείς δεν εξαναγκάσθηκε να μπει στην Ευρωζώνη». Αρα, στρατηγική επιλογή της ντόπιας αστικής τάξης η ένταξη στο ευρώ, με όρους που ήταν γνωστοί εκ των προτέρων. Επομένως, στρατηγική επιλογή και τα μέτρα που σήμερα παίρνονται σε βάρος του λαού, προκειμένου να ξεκολλήσει από την κρίση το κεφάλαιο, να παραμείνει στο ευρώ και στην ΕΕ.
«Στην Ευρωζώνη επικρατούσαν εξ αρχής διαφορετικά επίπεδα ανταγωνιστικότητας μεταξύ οικονομιών. Το διάσημα 2000-2008 ο μέσος μισθός στη Γερμανία σημείωσε ισχνή μείωση 0,8%, όταν στο ίδιο διάστημα το μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 39,6%». Δηλαδή, η ανισομετρία στην καπιταλιστική ΕΕ και Ευρωζώνη είναι δεδομένη και τα περί «σύγκλισης» και άλλα παρόμοια, είναι φούμαρα. Οι σχέσεις ανισοτιμίας ανάμεσα σε καπιταλιστικές οικονομίες με διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης, είναι αγιάτρευτες και μέσα από αυτές, η αστική τάξη σε κάθε χώρα, προσπαθεί με τις συμμαχίες της να αποσπάσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη για λογαριασμό της. Δεύτερη διαπίστωση είναι ότι η ανταγωνιστικότητα σημαίνει φτηνοί εργάτες. Αρα, για να γίνει η Ελλάδα ανταγωνιστική, θα πρέπει να κάνει ό,τι και η Γερμανία: Να μειώσει και να διατηρήσει χαμηλό το λεγόμενο «εργατικό κόστος», να φτηνύνει κι άλλο την εργατική δύναμη. Αυτή είναι η συνταγή της «επιτυχίας» για την ανταγωνιστικότητα στον καπιταλισμό. Ο Κλάους - Πέτερ Βιλς υπήρξε κυνικός ως προς αυτό. Είπε ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα πρέπει να συνεχιστούν» και ότι «χρειάζεται περαιτέρω μείωση μισθών για να ανακτηθεί η ανταγωνιστικότητα».
«Οποιος έχει δικό του νόμισμα δεν υποφέρει από τη λιτότητα. Για παράδειγμα η Τουρκία, μετά τη χρεοκοπία της και με την αρωγή του ΔΝΤ, ανέκαμψε δυναμικά. Η ΕΕ πρέπει να αναδιαταχθεί μελλοντικά σε συμμαχία των "πρόθυμων»" και "ικανών". Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει διευρυνθεί πολύ». Οι αναφορές αυτές του Κλάους - Πέτερ Βιλς δείχνουν ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο στην ΕΕ και στον τρόπο που επιλέγει να διαχειριστεί την κρίση. Τα σενάρια για αναμόρφωση της ΕΕ σε μια μικρότερη Ενωση, αποτελούμενη από λιγότερες και ισχυρότερες οικονομικά χώρες, «δουλεύεται» στο παρασκήνιο από κυβερνήσεις και μερίδες της πλουτοκρατίας που βλέπουν πιο συμφέρον να απαλλαγούν από «προβληματικούς» εταίρους, έστω κι αν τα μονοπώλιά τους πληγούν μεσοπρόθεσμα. Σ' αυτό το πνεύμα είναι και η υπόμνηση του Γερμανού αξιωματούχου για επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Δηλαδή, για άλλο μείγμα διαχείρισης της κρίσης, με έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος. Το παράδειγμα της Τουρκίας, όμως, που ο ίδιος αναφέρει, είναι αποκαλυπτικό. Μπορεί η τουρκική αστική τάξη να βγήκε από την κρίση, αλλά οι εργαζόμενοι και ο λαός στην Τουρκία παραμένουν βυθισμένοι στη φτώχεια, με μισθούς πείνας, ανύπαρκτα δικαιώματα και οξυμένες κοινωνικές αντιθέσεις.

Γ
ράφουν οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο του Κόμματος: «Η ΕΕ και η Ευρωζώνη δέχονται ισχυρότερα τις πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού, ενώ δυναμώνουν συνεχώς και οι εσωτερικές αντιθέσεις (...) Οι κοινές στοχεύσεις του μεγάλου κεφαλαίου -που καθορίζουν τη συγκρότηση της ΕΕ ως διακρατικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας- δεν αναιρούν την ανισόμετρη ανάπτυξη στο εσωτερικό της, την εθνοκρατική οργάνωση πάνω στην οποία στηρίζεται το μεγαλύτερο μέρος της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Με βάση ένα σύνολο βασικών οικονομικών δεικτών (ρυθμός μεταβολής ΑΕΠ, βιομηχανική παραγωγή, παραγωγικότητα, ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, δημοσιονομική κατάσταση) διακρίνονται τρεις κατηγορίες στο εσωτερικό της σημερινής Ευρωζώνης. Η ισχυρή ομάδα (Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία), η κατηγορία Γαλλίας - Ιταλίας, των οποίων η απόσταση από τη Γερμανία μεγαλώνει, και η κατηγορία των ασθενέστερων υπερχρεωμένων οικονομιών (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ελλάδα κλπ.) (...) Γι' αυτό η γερμανική και η γαλλική αστική τάξη βρίσκονται μπροστά σε σοβαρά διλήμματα σχετικά με το μέλλον της Ευρωζώνης (...) Η κυρίαρχη τάση της γερμανικής αστικής τάξης θέτει ως προτεραιότητα τη θωράκιση του ευρώ, τη νομισματική σταθερότητα και αμφισβητεί τη σκοπιμότητα και τη δυνατότητα να επωμιστεί η Γερμανία μεγάλο βάρος υποτίμησης κεφαλαίου στις υπερχρεωμένες χώρες. Μια δεύτερη τάση, η οποία ενισχύεται, υπερτονίζει τον κίνδυνο για την ισχύ του ευρώ και τη σταθερότητα των ευρωατλαντικών σχέσεων αν αποβληθούν ορισμένοι αδύναμοι κρίκοι, εξέλιξη που θα οδηγήσει σε συρρίκνωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Μια τρίτη τάση αμφισβητεί συνολικά τη σημερινή μορφή της Ευρωζώνης και δίνει προβάδισμα στην προσέγγιση με τον άξονα Κίνας - Ρωσίας. Η εκδήλωση νέας οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη το 2012 και οι διαμορφούμενες συνθήκες στη διεθνή αγορά δείχνουν ότι η εργατική τάξη σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ θα βρεθεί σε δυσμενέστερη θέση, θα υποβληθεί σε θυσίες διαρκείας για να θωρακιστεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ