Η ελευθερία για εμάς
Η ελευθερία για εμάς, είναι μια ωραία γυναίκα, έλεγε ο ποιητής, πριν τελικά ξεπουληθεί στις αξίες του «ελεύθερου» δυτικού κόσμου, με τις τέσσερις βασικές ελευθερίες του μάαστριχτ και βασικά την εξής μία: την ελευθερία του κεφαλαίου, της νεκρής αντικειμενοποιημένης εργασίας, να υποτάσσει και να εκμεταλλεύεται τον κόσμο της ζωντανής εργασίας.
Η ελευθερία στον αστικό κόσμο είναι κατά βάση αυτό που περιγράφει μια ανόητη, τηλεοπτική διαφήμιση, όπου τα πλήθη συγκεντρώνονται για να μάθουν από τις αρχές με τις μεσαιωνικές περούκες, πως στο εξής θα ακούνε μόνο ένα τραγούδι (συγκεκριμένα το μακαρένα), και θα μπορούν να οδηγούν μόνο ένα αυτοκίνητο –δε μας λέει ποιο, αλλά είμαι σίγουρος πως θα ήθελε να πει το λάντα, ένα τράμπαντ, ή στην καλύτερη το ζάσταβα. Αλλά ο αγέρωχος δημοκρατικός πρωταγωνιστής αγανακτεί κι αρνείται να υπακούσει τυφλά σε ό,τι του λένε. Τους πετάει στα μούτρα ένα περήφανο «why?» και φεύγει χωρίς να περιμένει να ακούσει καν την απάντηση, για να πάει να οδηγήσει το… αμάξι που μας προτείνει η διαφήμιση.
Η ελευθερία είναι να έχεις την ψευδαίσθηση μιας ποικιλίας επιλογών, αλλά να επιλέγεις ελεύθερα αυτό που προβάλλει η τηλεόραση και είναι της μόδας, είτε μιλάμε για απλά προϊόντα, είτε για πολιτικά προϊόντα και καλλιτεχνικά εμπορεύματα μιας χρήσης, χωρίς άλλη χρηστική αξία. Ελευθερία είναι να αγοράζεις με αιματηρές θυσίες ένα αυτοκίνητο και να μη μπορείς να το μετακινήσεις, γιατί η βενζίνη έχει φτάσει στα δύο ευρώ –πότε επιτέλους θα βάλετε μυαλό; Ελευθερία είναι να αποθεώνεις τη μοναδική αίσθηση της αυτοκίνησης έναντι της ομαδικής μετακίνησης του όχλου, για να καταλήξεις πλήρως ακινητοποιημένος στη μέσης ενός ωραιότατου μποτιλιαρίσματος στο κέντρο της πόλης, όπου αισθάνεσαι πραγματικός άνθρωπος, σαν παστή σαρδέλα. Ελευθερία είναι το δικαίωμα στην ψευδαίσθηση για όσα θεωρητικά θα μπορούσες να έχεις ή να κάνεις και η αντίδρασή σου μπροστά σε μια ενδεχόμενη απώλεια αυτής της ψευδαίσθησης και όποιον απειλεί να σου την αφαιρέσει βίαια.
Η ελευθερία για εμάς είναι μια ωραία γυναίκα. Έχει υπογάστριο και υπεργάστριο, ενδεχομένως και μερικά πιασιματάκια, ή κυτταρίτιδα και κοιλίτσα. Δεν είναι κάνα χοντρογούρουνο αστικό, ούτε το ανορεξικό του αντίστροφο. Έχει καμπύλες κι ατέλειες που τονίζουν την ομορφιά της. Έχει ιδιοτροπίες κι ιδιαιτερότητες, που την κάνουν μοναδική, χωρίς να τη βάζουν πάνω από τις άλλες γυναίκες, αποθεώνοντάς την σαν άτομο, σα μονάδα.
Η ελευθερία για αυτούς είναι μια βιτρίνα. Μια γυναίκα-καρικατούρα, που δεν τα έχει καλά με τον εαυτό της και προσπαθεί να μιμηθεί τα πρότυπα ομορφιάς που της βάζουν. Κι όσο περισσότερο προσπαθεί να διαφέρει από τις άλλες, τόσο περισσότερο καταλήγουν να μοιάζουν μεταξύ τους σαν τις σταγόνες του νερού, όπως λέει κι ο wekwerth, που ντύνονται, διασκεδάζουν και συμπεριφέρονται πανομοιότυπα, σα να βγήκαν από το ίδιο καλούπι.
Η ελευθερία για εμάς σημαίνει ελεύθερη σκέψη. Όπου ένας –πρώην έστω- σύντροφος μπορεί να γράψει στίχους για την ελευθερία, που είναι μια ωραία γυναίκα. Κι ένας άλλος να διαφωνήσει και να πει ότι αυτό είναι σεξιστικό. Ένας τρίτος να κάνει την κριτική παρατήρηση πως το θέμα δεν είναι «κανένας χαφιές δουλειά να μη βρίσκει», αλλά να μην υπάρχουν καθόλου χαφιέδες, ούτε ανεργία. Κι ένας τέταρτος να έχει κάποια ένσταση σχετικά με το «χριστούλη μου, όμορφη που είναι η προφητεία αυτή», γιατί ρέπει κάπως προς τον ιδεαλισμό. Την ίδια στιγμή που το αστικό στρατόπεδο χαιρετίζει σύσσωμο με –προσποιητό και άνωθεν υπαγορευόμενο- ενθουσιασμό τους αιρετικούς στίχους του κωνσταντίνου μπογδάνου. Οι κομμουνιστές διαψεύδουν συχνά τη ρετσινιά του συγκεντρωτισμού, όπως ακριβώς οι αστοί διαψεύδουν με πολλούς και ποικίλους τρόπους το βασικό, υποτιθέμενο πλεονέκτημα του «ελεύθερου» κόσμου τους, δηλ αυτό της ποικιλίας.
Η ελευθερία για αυτούς είναι μια φτηνή γυναίκα που εκδίδεται και τους κάνει όλα τα βίτσια. Το ελεύθερο να γράφουν το μακρύ τους και το κοντό τους, και να πληρώνονται για αυτό. Γιατί αν επρόκειτο απλώς για το πρώτο, χωρίς το δεύτερο, αυτό θα ήταν το μόνο εύκολο στην εποχή των ιστολογίων και του διαδικτύου. Η ελευθερία για αυτόν είναι η μικροαστική αναπόληση του παρελθόντος κι η εναντίωση στο κόμμα των σταλινικών, όπου με μια απλή έκφραση διαφωνίας, απειλείται η κομματική σου υπόσταση. Είναι γνωστές εξάλλου οι εκατόμβες των θυμάτων από τις εκκαθαρίσεις του περισσού, μετά τον πρόσφατο προσυνεδριακό διάλογο. Ελευθερία γενικώς είναι να γράφεις χοντράδες και να μην χρειάζεται να απολογείσαι για αυτό, ή έστω να ελέγχεις αν ισχύουν.
Ελευθερία είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη κι έκφραση του ατόμου, πολιτική και καλλιτεχνική. Ακόμα κι αν τη βλέπεις μπροστά σου –όπως στα πρόσφατα μαθητικά φεστιβάλ- και νιώθεις ξεπερασμένος από την εποχή σου. Πόσα έχουν αλλάξει άραγε από τότε που ήμασταν εμείς στη νεολαία;
Ξεκινάμε με έναν χορό οριεντάλ (κατ' ευφημισμόν όρος για το τσιφτετέλι), από τη νατάσα μας -όπως την ανήγγειλε ο εκφωνητής της εκδήλωσης- που τον απέδωσε με άψογη μπρεχτική αποστασιοποίηση.
Στο τέλος το κοινό της ζητούσε "κι άλλο, κι άλλο" και η νατάσα μας έκανε πράξη τη λαϊκή απαίτηση βάσης και ξαναχόρεψε.
Συνεχίζουμε με λίγο τάνγκο, στους ήχους του βασίλη παπακωνσταντίνου -γιατί είπαμε να αλλάξουμε κάποια πράγματα, αλλά υπάρχουν και μερικές διαχρονικές σταθερές αξίες.
Και κλείνουμε θεαματικά, με ένα ντίσκο-ποπ κομμάτι, που για τις ανάγκες της παράστασης βαφτίστηκε ροκ εν ρολ.
Σε κάποια φάση "ροκάρει" θεαματικά κι ο εικονολήπτης και βλέπουμε τη λήψη στα πλάγια. Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε ωστόσο η ακραία συμπεριφορά μιας μικρής μειοψηφίας κάφρων που κοιτούσε τις μίνι φούστες των χορευτριών και φώναζε φύσα αγέρι, φύσα αγέρι, για να ικανοποιηθεί τελικά κάπου στη μέση του κομματιού, όταν μια μαθήτρια έκανε ρόδα και στη συνέχεια κεφαλοκλείδωμα με τα πόδια στον παρτενέρ της, που παρέμεινε ψύχραιμος.
Κι έλα μετά εσύ να μου πεις για την ελευθερία έκφρασης στην τέχνη, και τους ζντανοφικούς που την καταπνίγουν..
Η ελευθερία στον αστικό κόσμο είναι κατά βάση αυτό που περιγράφει μια ανόητη, τηλεοπτική διαφήμιση, όπου τα πλήθη συγκεντρώνονται για να μάθουν από τις αρχές με τις μεσαιωνικές περούκες, πως στο εξής θα ακούνε μόνο ένα τραγούδι (συγκεκριμένα το μακαρένα), και θα μπορούν να οδηγούν μόνο ένα αυτοκίνητο –δε μας λέει ποιο, αλλά είμαι σίγουρος πως θα ήθελε να πει το λάντα, ένα τράμπαντ, ή στην καλύτερη το ζάσταβα. Αλλά ο αγέρωχος δημοκρατικός πρωταγωνιστής αγανακτεί κι αρνείται να υπακούσει τυφλά σε ό,τι του λένε. Τους πετάει στα μούτρα ένα περήφανο «why?» και φεύγει χωρίς να περιμένει να ακούσει καν την απάντηση, για να πάει να οδηγήσει το… αμάξι που μας προτείνει η διαφήμιση.
Η ελευθερία είναι να έχεις την ψευδαίσθηση μιας ποικιλίας επιλογών, αλλά να επιλέγεις ελεύθερα αυτό που προβάλλει η τηλεόραση και είναι της μόδας, είτε μιλάμε για απλά προϊόντα, είτε για πολιτικά προϊόντα και καλλιτεχνικά εμπορεύματα μιας χρήσης, χωρίς άλλη χρηστική αξία. Ελευθερία είναι να αγοράζεις με αιματηρές θυσίες ένα αυτοκίνητο και να μη μπορείς να το μετακινήσεις, γιατί η βενζίνη έχει φτάσει στα δύο ευρώ –πότε επιτέλους θα βάλετε μυαλό; Ελευθερία είναι να αποθεώνεις τη μοναδική αίσθηση της αυτοκίνησης έναντι της ομαδικής μετακίνησης του όχλου, για να καταλήξεις πλήρως ακινητοποιημένος στη μέσης ενός ωραιότατου μποτιλιαρίσματος στο κέντρο της πόλης, όπου αισθάνεσαι πραγματικός άνθρωπος, σαν παστή σαρδέλα. Ελευθερία είναι το δικαίωμα στην ψευδαίσθηση για όσα θεωρητικά θα μπορούσες να έχεις ή να κάνεις και η αντίδρασή σου μπροστά σε μια ενδεχόμενη απώλεια αυτής της ψευδαίσθησης και όποιον απειλεί να σου την αφαιρέσει βίαια.
Η ελευθερία για εμάς είναι μια ωραία γυναίκα. Έχει υπογάστριο και υπεργάστριο, ενδεχομένως και μερικά πιασιματάκια, ή κυτταρίτιδα και κοιλίτσα. Δεν είναι κάνα χοντρογούρουνο αστικό, ούτε το ανορεξικό του αντίστροφο. Έχει καμπύλες κι ατέλειες που τονίζουν την ομορφιά της. Έχει ιδιοτροπίες κι ιδιαιτερότητες, που την κάνουν μοναδική, χωρίς να τη βάζουν πάνω από τις άλλες γυναίκες, αποθεώνοντάς την σαν άτομο, σα μονάδα.
Η ελευθερία για αυτούς είναι μια βιτρίνα. Μια γυναίκα-καρικατούρα, που δεν τα έχει καλά με τον εαυτό της και προσπαθεί να μιμηθεί τα πρότυπα ομορφιάς που της βάζουν. Κι όσο περισσότερο προσπαθεί να διαφέρει από τις άλλες, τόσο περισσότερο καταλήγουν να μοιάζουν μεταξύ τους σαν τις σταγόνες του νερού, όπως λέει κι ο wekwerth, που ντύνονται, διασκεδάζουν και συμπεριφέρονται πανομοιότυπα, σα να βγήκαν από το ίδιο καλούπι.
Η ελευθερία για εμάς σημαίνει ελεύθερη σκέψη. Όπου ένας –πρώην έστω- σύντροφος μπορεί να γράψει στίχους για την ελευθερία, που είναι μια ωραία γυναίκα. Κι ένας άλλος να διαφωνήσει και να πει ότι αυτό είναι σεξιστικό. Ένας τρίτος να κάνει την κριτική παρατήρηση πως το θέμα δεν είναι «κανένας χαφιές δουλειά να μη βρίσκει», αλλά να μην υπάρχουν καθόλου χαφιέδες, ούτε ανεργία. Κι ένας τέταρτος να έχει κάποια ένσταση σχετικά με το «χριστούλη μου, όμορφη που είναι η προφητεία αυτή», γιατί ρέπει κάπως προς τον ιδεαλισμό. Την ίδια στιγμή που το αστικό στρατόπεδο χαιρετίζει σύσσωμο με –προσποιητό και άνωθεν υπαγορευόμενο- ενθουσιασμό τους αιρετικούς στίχους του κωνσταντίνου μπογδάνου. Οι κομμουνιστές διαψεύδουν συχνά τη ρετσινιά του συγκεντρωτισμού, όπως ακριβώς οι αστοί διαψεύδουν με πολλούς και ποικίλους τρόπους το βασικό, υποτιθέμενο πλεονέκτημα του «ελεύθερου» κόσμου τους, δηλ αυτό της ποικιλίας.
Η ελευθερία για αυτούς είναι μια φτηνή γυναίκα που εκδίδεται και τους κάνει όλα τα βίτσια. Το ελεύθερο να γράφουν το μακρύ τους και το κοντό τους, και να πληρώνονται για αυτό. Γιατί αν επρόκειτο απλώς για το πρώτο, χωρίς το δεύτερο, αυτό θα ήταν το μόνο εύκολο στην εποχή των ιστολογίων και του διαδικτύου. Η ελευθερία για αυτόν είναι η μικροαστική αναπόληση του παρελθόντος κι η εναντίωση στο κόμμα των σταλινικών, όπου με μια απλή έκφραση διαφωνίας, απειλείται η κομματική σου υπόσταση. Είναι γνωστές εξάλλου οι εκατόμβες των θυμάτων από τις εκκαθαρίσεις του περισσού, μετά τον πρόσφατο προσυνεδριακό διάλογο. Ελευθερία γενικώς είναι να γράφεις χοντράδες και να μην χρειάζεται να απολογείσαι για αυτό, ή έστω να ελέγχεις αν ισχύουν.
Ελευθερία είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη κι έκφραση του ατόμου, πολιτική και καλλιτεχνική. Ακόμα κι αν τη βλέπεις μπροστά σου –όπως στα πρόσφατα μαθητικά φεστιβάλ- και νιώθεις ξεπερασμένος από την εποχή σου. Πόσα έχουν αλλάξει άραγε από τότε που ήμασταν εμείς στη νεολαία;
Ξεκινάμε με έναν χορό οριεντάλ (κατ' ευφημισμόν όρος για το τσιφτετέλι), από τη νατάσα μας -όπως την ανήγγειλε ο εκφωνητής της εκδήλωσης- που τον απέδωσε με άψογη μπρεχτική αποστασιοποίηση.
Στο τέλος το κοινό της ζητούσε "κι άλλο, κι άλλο" και η νατάσα μας έκανε πράξη τη λαϊκή απαίτηση βάσης και ξαναχόρεψε.
Συνεχίζουμε με λίγο τάνγκο, στους ήχους του βασίλη παπακωνσταντίνου -γιατί είπαμε να αλλάξουμε κάποια πράγματα, αλλά υπάρχουν και μερικές διαχρονικές σταθερές αξίες.
Και κλείνουμε θεαματικά, με ένα ντίσκο-ποπ κομμάτι, που για τις ανάγκες της παράστασης βαφτίστηκε ροκ εν ρολ.
Σε κάποια φάση "ροκάρει" θεαματικά κι ο εικονολήπτης και βλέπουμε τη λήψη στα πλάγια. Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε ωστόσο η ακραία συμπεριφορά μιας μικρής μειοψηφίας κάφρων που κοιτούσε τις μίνι φούστες των χορευτριών και φώναζε φύσα αγέρι, φύσα αγέρι, για να ικανοποιηθεί τελικά κάπου στη μέση του κομματιού, όταν μια μαθήτρια έκανε ρόδα και στη συνέχεια κεφαλοκλείδωμα με τα πόδια στον παρτενέρ της, που παρέμεινε ψύχραιμος.
Κι έλα μετά εσύ να μου πεις για την ελευθερία έκφρασης στην τέχνη, και τους ζντανοφικούς που την καταπνίγουν..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου