Οι κόκκινες γραμμές
Κόκκινη γραμμή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη
Δωσ’ της κλότσο να κυλήσει, η ανάρτηση να αρχίσει
Οι δικές μας κόκκινες γραμμές δε μπαίνουν για να ξεχωρίσουν από τον κόσμο αλλά για να σμίξουν μαζί του στη σωστή βάση. Ο κόσμος της εργασίας και όλα τα σύμμαχα στρώματα που έχουν συμφέρον να παλέψουν στο πλευρό του, απέναντι στο αντιδραστικό μπλοκ της αστικής εξουσίας και τους πολιτικούς του εκφραστές. Ενάντια στους καπιταλιστές και τα παράσιτα που αυγατίζουν τα κέρδη τους από την αποσπασμένη υπεραξία. Ο λαός ενάντια στα μονοπώλια, στην πιο πλατιά κοινωνική συμμαχία και δυνατή ενότητα. Εμείς και οι άλλοι.
Αλλά ο πραγματικός κόσμος είναι πολύ πιο σύνθετος από αυτόν των αφαιρέσεων, αριστερά-δεξιά, από εδώ η εργατική τάξη κι από εκεί οι καπιταλιστές. Τι γίνεται λοιπόν όταν ανακαλύψουμε, όπως στο γνωστό ανέκδοτο, πως εμείς είμαστε οι άλλοι–ή κάποιοι από εμάς τουλάχιστον; Γιατί ξέρεις, η αντεπανάσταση –όπως ακριβώς κι η επανάσταση- δεν έρχεται πάντα σε καθαρή μορφή και μπορεί να έχει πολλά προσωπεία.
Εν αρχή ην η σοσιαλδημοκρατία που κιτρίνισε και χρεοκόπησε, αλλά συνέχισε να διακηρύσσει την (σοσιαλ)δημοκρατική της οδό (σε διάκριση με το πραξικόπημα των μπολσεβίκων), η οποία έστρωσε το δρόμο στο (σοσιαλ)φασισμό των εθνικοσοσιαλιστών, ακόμα και όταν συμμετείχε τυπικά στα αντιφασιστικά μέτωπα.
Για να ‘ρθει η νέα αριστερά, ανανεωτική και ριζοσπαστική, να διακηρύξει τον τρίτο δρόμο ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία και το αποτυχημένο σοβιετικό μοντέλο. Ο οποίος κατέληξε στο ίδιο ακριβώς σημείο της εναλλακτικής ενσωμάτωσης στο σύστημα, επαληθεύοντας την παροιμία που λέει πως η καλή αστική τάξη ξέρει κι άλλο (τρίτο) μονοπάτι.
Αλλά και διάφορες εξωκοινοβουλευτικές ομάδες που φιλοδοξούσαν να φτιάξουν τον τρίτο πόλο της αριστεράς, ενάντια στην παραδοσιακή ορθόδοξη εκδοχή και την ευρωκομμουνιστική –με όλες τις κατοπινές μετεξελίξεις της. Κι έμειναν να αναζητούν ουτοπικά την υπέρβαση της φυσικής και του κλασικού μαρξισμού.
Για να αποδειχτεί τελικά πως τρίτος δρόμος δεν υπάρχει μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, όπως διακήρυσσε η σοσιαλδημοκρατία. Ούτε τρίτος δρόμος για το σοσιαλισμό, αλλά ούτε και στην αριστερά –μεταξύ κομμουνιστών και αναθεωρητών. Αλλά όσο περισσότεροι τσιμπήσουν, τόσο θα αυξάνεται η επιρροή της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα και όσων πολιτικών χώρων το έχουν –υποκριτικά ή μη- ως σημείο αναφοράς. Τόσο θα αυξάνονται ο εμπαιγμός και οι αυταπάτες και θα περιπλέκει η καθαρή μορφή της αντίθεσης που φωνάζουμε και στο σύνθημα: με τα μονοπώλια ή με το λαό. Ή με το κεφάλαιο ή με τους εργάτες.
Εξάλλου το σύνθημα είναι δημοκρατικό και σου αφήνει περιθώρια να διαλέξεις. Ή με… ή με… Δε σου λέει να διαλέξεις ντε και καλά αυτό. Σε υποχρεώνει όμως να σταματήσεις να βρίσκεσαι σε δύο βάρκες, όπως η ευαίσθητη κυβερνώσα αριστερά της ευθύνης, αλλά και η επίδοξη αντικαταστάτριά της, που λανσάρει (σε διάφορες συσκευασίες και ονόματα) την αριστερή κυβέρνηση.
Και είναι εκπληκτικό να βλέπεις σήμερα όλους αυτούς τους τρίτους δρόμους να συγκλίνουν και τις αγεφύρωτες ιδεολογικές διαφορές από θέση αρχής να εξαλείφονται χάριν της ενότητας. Ρηγάδες και παλιοί κνίτες της μεταπολίτευσης, τροτσκιστές και μαοϊκοί, ευρώδουλοι, ευρωμάχοι και λοιποί ευρωσκεπτικιστές, τα «παιδιά του χαρίλαου» και οι άσωτοι υιοί του, κολλημένοι με το 89’ –ως έτος ένα μετά το τέλος της ιστορίας και των αυταπατών- και την πανσπουδαστική νο 8 μαζί με αυτούς που τα υπερασπίζονται. Όλοι μαζί (βρε ντιρλιντί) μια ωραία ατμόσφαιρα, να θυμίζουν συνειρμικά μια παλιότερη ατάκα, ειπωμένη σε άλλο ιστορικό πλαίσιο και για άλλους λόγους, αλλά επίκαιρη. Αυτή η ενωμένη αριστερά, ούτε ενωμένη ούτε αριστερά είναι.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο βασικά είδη αριστεράς. Αυτή που είναι –ή επιδιώκει να γίνει- επικίνδυνη για το σύστημα κι αυτή που είναι χρήσιμη κι υπεύθυνη. Κι εκτός από την χρηστική της αξία για την εξουσία, διαθέτει άλλη μία, ανταλλακτική. Εμπορεύεται ελπίδες, ξεπουλάει ιδανικά, συναντιέται με τον εμπορικό κόσμο και συζητάει μαζί του για μαρξισμό σε επίσημες ημερίδες.
Το θετικό είναι πως όσο κατακάθεται ο κουρνιαχτός κι ο αντιμνημονιακός χυλός, οι εφεδρείες του συστήματος, που μοιάζουν με τα κεφάλια της λερναίας ύδρας, αρχίζουν να καίγονται η μία μετά την άλλη –ήδη αναγκάστηκαν να κάψουν την πιο σημαντική εφεδρεία τους επί μεταπολίτευσης: το πασόκ. Είναι κι αυτό μια κάποια εξέλιξη…
Δωσ’ της κλότσο να κυλήσει, η ανάρτηση να αρχίσει
Οι δικές μας κόκκινες γραμμές δε μπαίνουν ως απαγορευτικές για τον κόσμο, αλλά για να οριοθετήσουν τον αντίπαλο. Που με τη σειρά του βάζει τις δικές του κόκκινες γραμμές στις λαϊκές κατακτήσεις, τάχα για να τις προστατέψει, έστω ένα μίνιμουμ που είναι αδιαπραγμάτευτο, ενώ στην πραγματικότητα τις διαγράφει εν μία νυκτί.
Η δική μας κόκκινη γραμμή (πρέπει να) είναι μαζική και επαναστατική και δε μπορεί να είναι το ένα χωρίς το άλλο. Η επανάσταση δεν έχει νόημα χωρίς τις μάζες που θα την πραγματοποιήσουν. Κι η «γραμμή μαζών» που θα παραπέμπει την επανάσταση στη δευτέρα παρουσία μπορεί να έχει μόνο μαζικούς ψηφοφόρους, αλλά καμία σχέση με το μαζικό κίνημα και την πραγματική κίνηση των μαζών –που αποκτούν πρωταγωνιστικό ρόλο μόνο σε μια επαναστατική διαδικασία
Η δική μας κόκκινη γραμμή δε σταματά στο σύνταγμα και τη βουλή, ούτε σε μια αταξική εθνική ομόνοια –που κάποτε θα την ονομάσουμε πλατεία μπελογιάννη- και δεν παραπέμπει τα πάντα στου αγίου σοσιαλισμού, αντώνη ή δημήτρη. Γενικώς δεν αντιλαμβάνεται την επανάσταση ως ένα απλό ευθύγραμμο δρομολόγιο με ενδιάμεσους σταθμούς πριν από τον τερματικό στόχο. Επόμενη στάση: πληρωμών. Παρακαλώ, προσοχή στο κενό μεταξύ των αυταπατών της αριστεράς του συρμού και της πραγματικότητας.
Η δική μας κόκκινη γραμμή διαπερνά σαν κόκκινο νήμα τις φτωχογειτονιές της δυτικής αθήνας και τα γκέτο των μεταναστών στο κέντρο, κατευθύνοντάς τα με ορμή ενάντια στις μικροαστικές αυταπάτες των νοτίων προαστίων και το μεγαλοαστικό μπλοκ των βορείων. Ενώ προεκτείνεται συνεχώς μέχρι την τελική νίκη· hasta la Βικτώρια siempre –από την οποία όμως επιμένει να περνά ξώφαλτσα, ένα τσιγάρο δρόμο.
Στη λεωφόρο σε ζητώ και στη βικτώρια, και απ’ το κρεμλίνο μας περνάω το παλιό,
ξέρεις καλά πως πια δεν έχω περιθώρια, ξέρω καλά πως θα σαλτάρω αν δε σε δω.
Η δική μας κόκκινη γραμμή δεν ακολουθεί την αριστερά του συρμού και διάφορα… ανακόλουθα εναλλακτικά περιοδικά. Δεν απορρέει μονοσήμαντα από τη βάση ή την ηγεσία, αλλά είναι διπλής κατεύθυνσης, ανατροφοδοτείται από κάθε πόλο κι ενισχύεται ανεβοκατεβαίνοντας. Περιγελά τον «ατομικό φιλελευθερισμό» όσων δεν ανέχονται τα ασφυκτικά της καλούπια και βγάζουν ανέκδοτα για αυτούς που την κρατάνε. Κι απευθύνεται σε ένα ρωμαλέο ταξικό κίνημα, με τακτική ευκινησία και γράμμωση· όχι σε έναν πλαδαρό χυλό, που κάνει κοιλιά και τελικά εξαφανίζεται όσο απότομα εμφανίστηκε.
Του Πάνου Ζάχαρη από το Ποντίκι |
Η δική μας κόκκινη γραμμή δε σταματά στο σύνταγμα και τη βουλή, ούτε σε μια αταξική εθνική ομόνοια –που κάποτε θα την ονομάσουμε πλατεία μπελογιάννη- και δεν παραπέμπει τα πάντα στου αγίου σοσιαλισμού, αντώνη ή δημήτρη. Γενικώς δεν αντιλαμβάνεται την επανάσταση ως ένα απλό ευθύγραμμο δρομολόγιο με ενδιάμεσους σταθμούς πριν από τον τερματικό στόχο. Επόμενη στάση: πληρωμών. Παρακαλώ, προσοχή στο κενό μεταξύ των αυταπατών της αριστεράς του συρμού και της πραγματικότητας.
Η δική μας κόκκινη γραμμή διαπερνά σαν κόκκινο νήμα τις φτωχογειτονιές της δυτικής αθήνας και τα γκέτο των μεταναστών στο κέντρο, κατευθύνοντάς τα με ορμή ενάντια στις μικροαστικές αυταπάτες των νοτίων προαστίων και το μεγαλοαστικό μπλοκ των βορείων. Ενώ προεκτείνεται συνεχώς μέχρι την τελική νίκη· hasta la Βικτώρια siempre –από την οποία όμως επιμένει να περνά ξώφαλτσα, ένα τσιγάρο δρόμο.
Στη λεωφόρο σε ζητώ και στη βικτώρια, και απ’ το κρεμλίνο μας περνάω το παλιό,
ξέρεις καλά πως πια δεν έχω περιθώρια, ξέρω καλά πως θα σαλτάρω αν δε σε δω.
Η δική μας κόκκινη γραμμή δεν ακολουθεί την αριστερά του συρμού και διάφορα… ανακόλουθα εναλλακτικά περιοδικά. Δεν απορρέει μονοσήμαντα από τη βάση ή την ηγεσία, αλλά είναι διπλής κατεύθυνσης, ανατροφοδοτείται από κάθε πόλο κι ενισχύεται ανεβοκατεβαίνοντας. Περιγελά τον «ατομικό φιλελευθερισμό» όσων δεν ανέχονται τα ασφυκτικά της καλούπια και βγάζουν ανέκδοτα για αυτούς που την κρατάνε. Κι απευθύνεται σε ένα ρωμαλέο ταξικό κίνημα, με τακτική ευκινησία και γράμμωση· όχι σε έναν πλαδαρό χυλό, που κάνει κοιλιά και τελικά εξαφανίζεται όσο απότομα εμφανίστηκε.
Οι δικές μας κόκκινες γραμμές δε μπαίνουν για να ξεχωρίσουν από τον κόσμο αλλά για να σμίξουν μαζί του στη σωστή βάση. Ο κόσμος της εργασίας και όλα τα σύμμαχα στρώματα που έχουν συμφέρον να παλέψουν στο πλευρό του, απέναντι στο αντιδραστικό μπλοκ της αστικής εξουσίας και τους πολιτικούς του εκφραστές. Ενάντια στους καπιταλιστές και τα παράσιτα που αυγατίζουν τα κέρδη τους από την αποσπασμένη υπεραξία. Ο λαός ενάντια στα μονοπώλια, στην πιο πλατιά κοινωνική συμμαχία και δυνατή ενότητα. Εμείς και οι άλλοι.
Αλλά ο πραγματικός κόσμος είναι πολύ πιο σύνθετος από αυτόν των αφαιρέσεων, αριστερά-δεξιά, από εδώ η εργατική τάξη κι από εκεί οι καπιταλιστές. Τι γίνεται λοιπόν όταν ανακαλύψουμε, όπως στο γνωστό ανέκδοτο, πως εμείς είμαστε οι άλλοι–ή κάποιοι από εμάς τουλάχιστον; Γιατί ξέρεις, η αντεπανάσταση –όπως ακριβώς κι η επανάσταση- δεν έρχεται πάντα σε καθαρή μορφή και μπορεί να έχει πολλά προσωπεία.
Εν αρχή ην η σοσιαλδημοκρατία που κιτρίνισε και χρεοκόπησε, αλλά συνέχισε να διακηρύσσει την (σοσιαλ)δημοκρατική της οδό (σε διάκριση με το πραξικόπημα των μπολσεβίκων), η οποία έστρωσε το δρόμο στο (σοσιαλ)φασισμό των εθνικοσοσιαλιστών, ακόμα και όταν συμμετείχε τυπικά στα αντιφασιστικά μέτωπα.
Για να ‘ρθει η νέα αριστερά, ανανεωτική και ριζοσπαστική, να διακηρύξει τον τρίτο δρόμο ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία και το αποτυχημένο σοβιετικό μοντέλο. Ο οποίος κατέληξε στο ίδιο ακριβώς σημείο της εναλλακτικής ενσωμάτωσης στο σύστημα, επαληθεύοντας την παροιμία που λέει πως η καλή αστική τάξη ξέρει κι άλλο (τρίτο) μονοπάτι.
Αλλά και διάφορες εξωκοινοβουλευτικές ομάδες που φιλοδοξούσαν να φτιάξουν τον τρίτο πόλο της αριστεράς, ενάντια στην παραδοσιακή ορθόδοξη εκδοχή και την ευρωκομμουνιστική –με όλες τις κατοπινές μετεξελίξεις της. Κι έμειναν να αναζητούν ουτοπικά την υπέρβαση της φυσικής και του κλασικού μαρξισμού.
Για να αποδειχτεί τελικά πως τρίτος δρόμος δεν υπάρχει μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, όπως διακήρυσσε η σοσιαλδημοκρατία. Ούτε τρίτος δρόμος για το σοσιαλισμό, αλλά ούτε και στην αριστερά –μεταξύ κομμουνιστών και αναθεωρητών. Αλλά όσο περισσότεροι τσιμπήσουν, τόσο θα αυξάνεται η επιρροή της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα και όσων πολιτικών χώρων το έχουν –υποκριτικά ή μη- ως σημείο αναφοράς. Τόσο θα αυξάνονται ο εμπαιγμός και οι αυταπάτες και θα περιπλέκει η καθαρή μορφή της αντίθεσης που φωνάζουμε και στο σύνθημα: με τα μονοπώλια ή με το λαό. Ή με το κεφάλαιο ή με τους εργάτες.
Εξάλλου το σύνθημα είναι δημοκρατικό και σου αφήνει περιθώρια να διαλέξεις. Ή με… ή με… Δε σου λέει να διαλέξεις ντε και καλά αυτό. Σε υποχρεώνει όμως να σταματήσεις να βρίσκεσαι σε δύο βάρκες, όπως η ευαίσθητη κυβερνώσα αριστερά της ευθύνης, αλλά και η επίδοξη αντικαταστάτριά της, που λανσάρει (σε διάφορες συσκευασίες και ονόματα) την αριστερή κυβέρνηση.
Και είναι εκπληκτικό να βλέπεις σήμερα όλους αυτούς τους τρίτους δρόμους να συγκλίνουν και τις αγεφύρωτες ιδεολογικές διαφορές από θέση αρχής να εξαλείφονται χάριν της ενότητας. Ρηγάδες και παλιοί κνίτες της μεταπολίτευσης, τροτσκιστές και μαοϊκοί, ευρώδουλοι, ευρωμάχοι και λοιποί ευρωσκεπτικιστές, τα «παιδιά του χαρίλαου» και οι άσωτοι υιοί του, κολλημένοι με το 89’ –ως έτος ένα μετά το τέλος της ιστορίας και των αυταπατών- και την πανσπουδαστική νο 8 μαζί με αυτούς που τα υπερασπίζονται. Όλοι μαζί (βρε ντιρλιντί) μια ωραία ατμόσφαιρα, να θυμίζουν συνειρμικά μια παλιότερη ατάκα, ειπωμένη σε άλλο ιστορικό πλαίσιο και για άλλους λόγους, αλλά επίκαιρη. Αυτή η ενωμένη αριστερά, ούτε ενωμένη ούτε αριστερά είναι.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο βασικά είδη αριστεράς. Αυτή που είναι –ή επιδιώκει να γίνει- επικίνδυνη για το σύστημα κι αυτή που είναι χρήσιμη κι υπεύθυνη. Κι εκτός από την χρηστική της αξία για την εξουσία, διαθέτει άλλη μία, ανταλλακτική. Εμπορεύεται ελπίδες, ξεπουλάει ιδανικά, συναντιέται με τον εμπορικό κόσμο και συζητάει μαζί του για μαρξισμό σε επίσημες ημερίδες.
Το θετικό είναι πως όσο κατακάθεται ο κουρνιαχτός κι ο αντιμνημονιακός χυλός, οι εφεδρείες του συστήματος, που μοιάζουν με τα κεφάλια της λερναίας ύδρας, αρχίζουν να καίγονται η μία μετά την άλλη –ήδη αναγκάστηκαν να κάψουν την πιο σημαντική εφεδρεία τους επί μεταπολίτευσης: το πασόκ. Είναι κι αυτό μια κάποια εξέλιξη…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου