Το μεγάλο ψέμα περί «κράτους-Σοβιέτ» και η Ελλάδα του Καπιταλισμού
Του Νικόλαου Μόττα.
«Ένα ψέμα», έλεγε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, «κάνει το γύρο του κόσμου πριν η αλήθεια προλάβει να φορέσει το παντελόνι της». Ως πολιτικός εκφραστής της βρετανικής αστικής τάξης, ο Τσώρτσιλ γνώριζε αν μη τι άλλο πολύ καλά την χρησιμότητα του ψέματος στην χειραγώγηση των μαζών. Όπως πολύ καλά την γνωρίζουν και οι πολιτικοί εκπρόσωποι της καθ' ημάς αστικής τάξης και οι ιδεολογικοί τους υπερασπιστές και υπέρμαχοι. Ένα ψέμα λοιπόν που, με αφορμή την καπιταλιστική κρίση, έχει «κάνει το γύρο της Ελλάδας» είναι πως η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης είναι «η τελευταία σοβιετική χώρα της Ευρώπης». Το επιχείρημα αυτό έχει δύο σκέλη: Αφενός προσπαθεί να πείσει ότι η κρίση δεν οφείλεται στο ίδιο το DNA του καπιταλιστικού συστήματος και στην υπερσυσσώρευση πλούτου, αλλά στη δήθεν «σοβιετοποιημένη» (κατ' αυτούς) δομή του ελληνικού κρατικού οικοδομήματος. Αφετέρου, επιχειρεί να περάσει τις αντιδραστικές, αντιλαϊκές, φιλομονοπωλιακές «μεταρρυθμίσεις» στην οικονομία και το κράτος ως αναγκαίες για την (δήθεν) «αποσοβιετικοποίηση» της χώρας και την έξοδο απ' την κρίση.
Υπάρχει όμως ένα βασικό πρόβλημα με την παραπάνω άποψη: δεν συμφωνεί μαζί της η πραγματικότητα. Και αυτό διότι αυτή η δήθεν «τελευταία σοβιετική χώρα της Ευρώπης» (η μεταπολιτευτική Ελλάδα) έχει τόση σχέση με το σοσιαλιστικό σύστημα των σοβιετικών δημοκρατιών του 20ου αιώνα όση έχουν οι ιδέες του Σαμαρά με το Λένιν. Απολύτως καμία δηλαδή. Αντιθέτως, η Ελλάδα της μεταπολίτευσης χτίστηκε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του δυτικού καπιταλιστικού μοντέλου, βασιζόμενη στην εδραιωμένη κυριαρχία της αστικής τάξης και των πολιτικών εκφραστών της που επεκράτησαν μετά το τέλος του Εμφυλίου.
Στο ελληνικό μεταπολιτευτικό οικοδόμημα, αυτό που ονομάζουν ως «τελευταίο σοβιετικό καθεστώς», τα μέσα παραγωγής βρισκόντουσαν – και βρίσκονται – στα χέρια της πλουτοκρατίας. Εκτός κι' αν οι μεγάλες επιχειρήσεις (εργοστάσια, βιομηχανικές μονάδες, λιμάνια, ναυπηγεία κλπ.) τελούσαν υπό εργατικό έλεγχο και δεν το γνωρίζαμε...
Σε αυτήν, λοιπόν, την κατά τους ινστρούκτορες του καπιταλισμού, «σοβιετική Ελλάδα»:
Την περίοδο 1980-1997 τα ποσοστά κέρδους του κεφαλαίου στον επιχειρηματικό τομέα της ελληνικής οικονομίας διατηρήθηκαν με αυξανόμενη τάση πάνω από το 23%. Την ίδια περίοδο στην ίδια την ΕΟΚ/ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπέρασε το 14,6%. (Στοιχεία: ΟΟΣΑ, 1997,1999).
Σε περίοδο 17 χρόνων (1990-2007) τα κέρδη των ιδιωτικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 28 φορές. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 έφταναν τα 575 εκατ. ευρώ και το 2007 είχαν αγγίξει τα 16 δις ευρώ (Στοιχεία ICAP).
Κατά την ίδια περίοδο (1990-2007), την ώρα που τα κέρδη των μονοπωλίων μεγεθύνονταν με γοργούς ρυθμούς, οι εργαζόμενοι είδαν αύξηση των κατώτατου μισθού κατά...1%. Δηλαδή στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980. Σε μια δεκαπενταετία (1984-1997, κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και πάλι ΠΑΣΟΚ) η μείωση των πραγματικών αποδοχών του εργαζόμενου λαού άγγιξε το 17,3%, παρά τις σύντομες περιόδους ονομαστικών αυξήσεων της αγοραστικής δύναμης των μισθών.
Στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, την ίδια στιγμή που μισθοί, συντάξεις και εργασιακά δικαιώματα κυριολεκτικά τσακίζονταν, οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις έβλεπαν αύξηση κερδών κατά 18,2% (2011), δηλαδή 25 δις ευρώ περισσότερα κέρδη σε σχέση με το 2010 (Στοιχεία: ICAP, 2012).
Οι κοινωνικές-εισοδηματικές ανισότητες (εγγενές σύμπτωμα καπιταλιστικής ανάπτυξης) διευρύνθηκαν ώστε να φτάνει το 10% των πλουσιότερων ελλήνων να κατέχει 26,3% του συνολικού εισοδήματος και η Ελλάδα να έχει τους φθηνότερους εργαζόμενους στην Ευρώπη. (Eurostat 1999 & Ευρωπ. Επιτροπή 1998-99).
Μονοπώλια και τράπεζες κατέχουν συσσωρευμένο πλούτο που στο σύνολο του φτάνει τα 1.1 τρισεκατομμύρια ευρώ (700 δις οι τραπεζικοί όμιλοι και 400 δις μονοπώλια και πολυεθνικές). Την ίδια ακριβώς στιγμή που το ζάμπλουτο ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο απολαμβάνει περί τις 60 φοροαπαλλαγές (Νόμος 27/1975) και ο κατώτατος μισθός βυθίζεται σε κάτω από 500 ευρώ για τον εργαζόμενο πολίτη.
Τα ψέματα των πραιτωριανών του καπιταλιστικού συστήματος αγγίζουν τα όρια της ξεδιαντροπιάς όταν αναφέρονται στο «υπερτροφικό ελληνικό κράτος». Και αυτό διότι, όλως περιέργως, «ξεχνούν» να αναφέρουν ότι το ελληνικό κράτος – από την σύσταση του μέχρι και σήμερα – έχει συγκεκριμένο ταξικό χαρακτήρα. Αυτό το κράτος, αυτό το δημόσιο, ανεξαρτήτως εάν η κυβέρνηση που το διαχειρίζεται αποκαλείται συντηρητική, φιλελεύθερη ή σοσιαλδημοκρατική, βρίσκεται στα χέρια της αστικής εξουσίας, αποτελεί λοιπόν κομμάτι του ευρύτερου αστικοδημοκρατικού περιβάλλοντος. Και αυτό επειδή, όπως έγραφε ο Ένγκελς, «το κράτος γεννήθηκε από την ανάγκη χαλιναγώγησης των ταξικών αντιθέσεων και επειδή ταυτόχρονα γεννήθηκε μέσα στη σύγκρουση των τάξεων αυτών, είναι κατά γενικό κανόνα κράτος της πιο ισχυρής, οικονομικά κυρίαρχης τάξεως, που με τη βοήθεια του κράτος γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη και αποκτά έτσι νέα μέσα για την καθυπόταξη και την εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης». Μιλάμε, επομένως, όχι αφηρημένα για κάποιο «ουδέτερο» κράτος που ανήκει σε όλο το λαό, απο κοινού σε καπιταλιστές και εργατική τάξη, αλλά για το «κράτος τους», αυτό της άρχουσας τάξης.
Όσοι διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για το «υπερτροφικό δημόσιο» και τους «υπεράρθιμους δημόσιους υπαλλήλους» είτε αγνοούν είτε, ακόμη χειρότερα, αποκρύπτουν την αλήθεια. Κάνουν λόγο για «κράτος-σοβιέτ» αποκρύπτοντας:
Ότι ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τις 626.000. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2010) το σύνολο των εργαζόμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είναι 768.009, συμπεριλαμβανομένων κατηγοριών όπως των σωμάτων ασφαλείας, των εκπαιδευτικών, των δικαστικών, του κλήρου.
Ότι επι του συνόλου των εργαζόμενων στην Ελλάδα το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων είναι 11.4%, ένα απο τα χαμηλότερα στην Ευρώπη και περίπου το 1/3 του αντίστοιχου αριθμού δημ. υπαλλήλων σε Σουηδία και Δανία. (Προφανώς και ο ευρωπαϊκός βορράς θα τελεί «υπό σοβιετικό καθεστώς», δεν εξηγείται αλλιώς).
Ότι από το 1990 και έπειτα τα ποσά που διαθέτει το κράτος για μισθούς και συντάξεις έχουν πάρει την κατιούσα (την ίδια στιγμή που, το ίδιο κράτος, πριμοδοτεί τους κεφαλαιοκράτες με πάσης φύσεως κονδύλια). Το 1990 το Δημόσιο πλήρωνε για μισθούς και συντάξεις ποσό αντίστοιχο με το 14,1% του ΑΕΠ, μετά το 1994 το ποσοστό έπεσε στο 11% και απ' το 2004 και έπειτα σταθεροποιήθηκε στο 9%.
Ότι την τελευταία τουλάχιστον τριακονταετία, ο δημόσιος τομέας υπήρξε προνομιακό πεδίο ψηφοθηρίας και εξαγοράς πολιτικών συνειδήσεων από τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα του Κεφαλαίου (ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία). Το λεγόμενο «πελατειακό σύστημα» είναι χαρακτηριστική πρακτική των αστικών κομμάτων διότι, πέραν της εξασφάλισης κομματικού στρατού, ενισχύει τις προσβάσεις των κομμάτων αυτών στο ίδιο το εργατικό κίνημα, στον έλεγχο και την χειραγώγηση του. Χειραγώγηση και εκφυλισμό του εργατικού κινήματος που αναλαμβάνουν τα φέρουν εις πέρας οι φιλοκυβερνητικοί συνδικαλιστικοί αυλοκόλακες της αστικής εξουσίας (ηγεσίες ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ). Σάμπως δεν είναι πολλάκοις αποδεδειγμένος, στην πράξη, ο απεργοσπαστικός, εκφυλιστικός απέναντι στην εργατική τάξη, ρόλος της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και της Αυτόνομης Παρέμβασης (ΣΥΡΙΖΑ);
Μιλάνε για «λιγότερο κράτος» το οποίο θα απεγκλωβιστεί από επιχειρηματικές δραστηριότητες. Εδώ, οι θιασώτες της προπαγάνδας περί «κράτους-σοβιέτ», αποκρύπτουν:
Ότι εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας λειτουργούν ουσιαστικά ως ενιαίος μηχανισμός στο πλαίσιο ενός κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Οι κραδασμοί στο πεδίο των ιδιωτικών επιχειρήσεων απορροφώνται από το αστικοκαπιταλιστικό κράτος. Το κράτος των καπιταλιστών χρησιμοποιείται επομένως συμπληρωματικά για τη διόγκωση των μονοπωλίων, υπογράφει συμβάσεις με μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, τους τρέφει με προγράμματα κρατικών προμηθειών, κοινοτικά κονδύλια κλπ.
Ότι πίσω απ' το επιχείρημα περί «λιγότερου κράτους» βρίσκεται η ιδιωτικοποίηση όσων κοινωνικών παροχών έχουν παραμείνει δημόσιες. Το ξεπούλημα δηλαδή ολοκληρωτικά στο μεγάλο κεφάλαιο ακόμα και των στοιχειωδών κοινωνικών παροχών. Εάν, όπως λένε, η Ελλάδα ήταν πράγματι «σοβιετικό κράτος» τότε οι παροχές Υγείας και Παιδείας, η Κοινωνική Ασφάλιση, θα έπρεπε λογικά να είναι προσβάσιμες και δωρεάν για το σύνολο του πληθυσμού. Συμβαίνει όμως το αντίθετο. Εάν, όπως λένε, η Ελλάδα ήταν πράγματι «σοβιετικό κράτος» τότε η Κοινωνική Ασφάλιση θα κάλυπτε το σύνολο των εργαζόμενων και τις οικογένειες τους, όπως συνέβαινε στην ΕΣΣΔ. Επειδή όμως η Ελλάδα είναι το αντίθετο, είναι μια καπιταλιστική χώρα ενταγμένη επί τριακονταετία στην ΕΟΚ/ΕΕ, το 40,5% των εργαζομένων είναι ανασφάλιστοι και το 52% των επιχειρήσεων απασχολούν ανασφάλιστο ή αδήλωτο προσωπικό (Καθημερινή, 24 Απρίλη 2013).
Ότι σε περιόδους καπιταλιστικής ύφεσης το ίδιο το κράτος των καπιταλιστών κρατικοποιεί χρεωκοπημένες επιχειρήσεις, τις οποίες αφού «εξυγιάνει» παραδίδει και πάλι στα χέρια των μονοπωλίων και του ιδιωτικού τομέα. Να θυμηθούμε τον «Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων» των αρχών της δεκαετίας του '80; Να θυμηθούμε τις κρατικές επενδύσεις σε δημόσιες εταιρείες (ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΕΛΠΕ κλπ.) που στην συνέχεια ξεπουλήθηκαν σε ιδιωτικά κεφάλαια; Να θυμηθούμε τη μετατροπή των επιδομάτων ανεργίας σε επιδόματα απασχόλησης ώστε να έχουν φθηνό εργατικό δυναμικό οι επιχειρηματίες με χρήματα του κοινωνικού προϋπολογισμού (ΟΑΕΔ);
Η Ελλάδα που περιγράψαμε παραπάνω, η Ελλάδα που σήμερα βιώνει τα μνημόνια της εξαθλίωσης, είναι η Ελλάδα:
της ΕΟΚ/ΕΕ, της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992),
των τεσσάρων ελευθεριών (ελευθερία κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, εργατικού δυναμικού),
είναι η Ελλάδα της ελεύθερης αγοράς.
Είναι η Ελλάδα των αστικών (νεοφιλελεύθερων ή σοσιαλδημοκρατικών) κυβερνήσεων που κάνουν τα αδύνατα-δυνατά για να βγούν αλώβητα απ' την κρίση τα μονοπώλια, σε βάρος της πλειοψηφίας του λαού. Είναι αυτή η Ελλάδα στην οποία εφαρμόζονται μέτρα τόσο αντιλαϊκά και βάρβαρα που μέχρι και η αλλήστου μνήμης – νεκροθάφτης της βρετανικής εργατικής τάξης - Θάτσερ θα ζήλευε.
Είναι η Ελλάδα του κράτους των καπιταλιστών, αυτού του κράτους-αιμοδότη του παρασιτικού μεγάλου κεφαλαίου, του κράτους που κάνει μπιζνες με, ντόπια και ξένα, μονοπώλια (βλέπε Siemens, Deutsche Telekom, Cosco, κλπ.), την ίδια στιγμή που σαρώνει εργασιακά δικαιώματα, πετσοκόβει μισθούς, συντάξεις και προνοιακά επιδόματα, βάζει λουκέτο σε σχολεία και νοσοκομεία και εντείνει τη φορομπηχτική πολιτική ενάντια στα λαϊκά στρώματα.
Για τους καμποτίνους του νεοφιλελευθερισμού τα παραπάνω είναι ψιλά γράμματα. Τα ανταπεξέρχονται όλα, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα όπως τους βολεύει και αραδιάζοντας τέτοια ψέματα που – όπως θα 'γραφε και ο Λουντέμης – σε λίγο θα ντρέπονται τα ίδια τα ψέματα μιας και δε ντρέπονται τα στόματα που τα εκστομίζουν...
*Ο Ν. Μόττας είναι υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας (PhD), αρθρογράφος και διαχειριστής του guevaristas.net.
Του Νικόλαου Μόττα.
«Ένα ψέμα», έλεγε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, «κάνει το γύρο του κόσμου πριν η αλήθεια προλάβει να φορέσει το παντελόνι της». Ως πολιτικός εκφραστής της βρετανικής αστικής τάξης, ο Τσώρτσιλ γνώριζε αν μη τι άλλο πολύ καλά την χρησιμότητα του ψέματος στην χειραγώγηση των μαζών. Όπως πολύ καλά την γνωρίζουν και οι πολιτικοί εκπρόσωποι της καθ' ημάς αστικής τάξης και οι ιδεολογικοί τους υπερασπιστές και υπέρμαχοι. Ένα ψέμα λοιπόν που, με αφορμή την καπιταλιστική κρίση, έχει «κάνει το γύρο της Ελλάδας» είναι πως η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης είναι «η τελευταία σοβιετική χώρα της Ευρώπης». Το επιχείρημα αυτό έχει δύο σκέλη: Αφενός προσπαθεί να πείσει ότι η κρίση δεν οφείλεται στο ίδιο το DNA του καπιταλιστικού συστήματος και στην υπερσυσσώρευση πλούτου, αλλά στη δήθεν «σοβιετοποιημένη» (κατ' αυτούς) δομή του ελληνικού κρατικού οικοδομήματος. Αφετέρου, επιχειρεί να περάσει τις αντιδραστικές, αντιλαϊκές, φιλομονοπωλιακές «μεταρρυθμίσεις» στην οικονομία και το κράτος ως αναγκαίες για την (δήθεν) «αποσοβιετικοποίηση» της χώρας και την έξοδο απ' την κρίση.
Υπάρχει όμως ένα βασικό πρόβλημα με την παραπάνω άποψη: δεν συμφωνεί μαζί της η πραγματικότητα. Και αυτό διότι αυτή η δήθεν «τελευταία σοβιετική χώρα της Ευρώπης» (η μεταπολιτευτική Ελλάδα) έχει τόση σχέση με το σοσιαλιστικό σύστημα των σοβιετικών δημοκρατιών του 20ου αιώνα όση έχουν οι ιδέες του Σαμαρά με το Λένιν. Απολύτως καμία δηλαδή. Αντιθέτως, η Ελλάδα της μεταπολίτευσης χτίστηκε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του δυτικού καπιταλιστικού μοντέλου, βασιζόμενη στην εδραιωμένη κυριαρχία της αστικής τάξης και των πολιτικών εκφραστών της που επεκράτησαν μετά το τέλος του Εμφυλίου.
Στο ελληνικό μεταπολιτευτικό οικοδόμημα, αυτό που ονομάζουν ως «τελευταίο σοβιετικό καθεστώς», τα μέσα παραγωγής βρισκόντουσαν – και βρίσκονται – στα χέρια της πλουτοκρατίας. Εκτός κι' αν οι μεγάλες επιχειρήσεις (εργοστάσια, βιομηχανικές μονάδες, λιμάνια, ναυπηγεία κλπ.) τελούσαν υπό εργατικό έλεγχο και δεν το γνωρίζαμε...
Σε αυτήν, λοιπόν, την κατά τους ινστρούκτορες του καπιταλισμού, «σοβιετική Ελλάδα»:
Την περίοδο 1980-1997 τα ποσοστά κέρδους του κεφαλαίου στον επιχειρηματικό τομέα της ελληνικής οικονομίας διατηρήθηκαν με αυξανόμενη τάση πάνω από το 23%. Την ίδια περίοδο στην ίδια την ΕΟΚ/ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπέρασε το 14,6%. (Στοιχεία: ΟΟΣΑ, 1997,1999).
Σε περίοδο 17 χρόνων (1990-2007) τα κέρδη των ιδιωτικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 28 φορές. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 έφταναν τα 575 εκατ. ευρώ και το 2007 είχαν αγγίξει τα 16 δις ευρώ (Στοιχεία ICAP).
Κατά την ίδια περίοδο (1990-2007), την ώρα που τα κέρδη των μονοπωλίων μεγεθύνονταν με γοργούς ρυθμούς, οι εργαζόμενοι είδαν αύξηση των κατώτατου μισθού κατά...1%. Δηλαδή στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980. Σε μια δεκαπενταετία (1984-1997, κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και πάλι ΠΑΣΟΚ) η μείωση των πραγματικών αποδοχών του εργαζόμενου λαού άγγιξε το 17,3%, παρά τις σύντομες περιόδους ονομαστικών αυξήσεων της αγοραστικής δύναμης των μισθών.
Στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, την ίδια στιγμή που μισθοί, συντάξεις και εργασιακά δικαιώματα κυριολεκτικά τσακίζονταν, οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις έβλεπαν αύξηση κερδών κατά 18,2% (2011), δηλαδή 25 δις ευρώ περισσότερα κέρδη σε σχέση με το 2010 (Στοιχεία: ICAP, 2012).
Οι κοινωνικές-εισοδηματικές ανισότητες (εγγενές σύμπτωμα καπιταλιστικής ανάπτυξης) διευρύνθηκαν ώστε να φτάνει το 10% των πλουσιότερων ελλήνων να κατέχει 26,3% του συνολικού εισοδήματος και η Ελλάδα να έχει τους φθηνότερους εργαζόμενους στην Ευρώπη. (Eurostat 1999 & Ευρωπ. Επιτροπή 1998-99).
Μονοπώλια και τράπεζες κατέχουν συσσωρευμένο πλούτο που στο σύνολο του φτάνει τα 1.1 τρισεκατομμύρια ευρώ (700 δις οι τραπεζικοί όμιλοι και 400 δις μονοπώλια και πολυεθνικές). Την ίδια ακριβώς στιγμή που το ζάμπλουτο ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο απολαμβάνει περί τις 60 φοροαπαλλαγές (Νόμος 27/1975) και ο κατώτατος μισθός βυθίζεται σε κάτω από 500 ευρώ για τον εργαζόμενο πολίτη.
Τα ψέματα των πραιτωριανών του καπιταλιστικού συστήματος αγγίζουν τα όρια της ξεδιαντροπιάς όταν αναφέρονται στο «υπερτροφικό ελληνικό κράτος». Και αυτό διότι, όλως περιέργως, «ξεχνούν» να αναφέρουν ότι το ελληνικό κράτος – από την σύσταση του μέχρι και σήμερα – έχει συγκεκριμένο ταξικό χαρακτήρα. Αυτό το κράτος, αυτό το δημόσιο, ανεξαρτήτως εάν η κυβέρνηση που το διαχειρίζεται αποκαλείται συντηρητική, φιλελεύθερη ή σοσιαλδημοκρατική, βρίσκεται στα χέρια της αστικής εξουσίας, αποτελεί λοιπόν κομμάτι του ευρύτερου αστικοδημοκρατικού περιβάλλοντος. Και αυτό επειδή, όπως έγραφε ο Ένγκελς, «το κράτος γεννήθηκε από την ανάγκη χαλιναγώγησης των ταξικών αντιθέσεων και επειδή ταυτόχρονα γεννήθηκε μέσα στη σύγκρουση των τάξεων αυτών, είναι κατά γενικό κανόνα κράτος της πιο ισχυρής, οικονομικά κυρίαρχης τάξεως, που με τη βοήθεια του κράτος γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη και αποκτά έτσι νέα μέσα για την καθυπόταξη και την εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης». Μιλάμε, επομένως, όχι αφηρημένα για κάποιο «ουδέτερο» κράτος που ανήκει σε όλο το λαό, απο κοινού σε καπιταλιστές και εργατική τάξη, αλλά για το «κράτος τους», αυτό της άρχουσας τάξης.
Όσοι διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για το «υπερτροφικό δημόσιο» και τους «υπεράρθιμους δημόσιους υπαλλήλους» είτε αγνοούν είτε, ακόμη χειρότερα, αποκρύπτουν την αλήθεια. Κάνουν λόγο για «κράτος-σοβιέτ» αποκρύπτοντας:
Ότι ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τις 626.000. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2010) το σύνολο των εργαζόμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είναι 768.009, συμπεριλαμβανομένων κατηγοριών όπως των σωμάτων ασφαλείας, των εκπαιδευτικών, των δικαστικών, του κλήρου.
Ότι επι του συνόλου των εργαζόμενων στην Ελλάδα το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων είναι 11.4%, ένα απο τα χαμηλότερα στην Ευρώπη και περίπου το 1/3 του αντίστοιχου αριθμού δημ. υπαλλήλων σε Σουηδία και Δανία. (Προφανώς και ο ευρωπαϊκός βορράς θα τελεί «υπό σοβιετικό καθεστώς», δεν εξηγείται αλλιώς).
Ότι από το 1990 και έπειτα τα ποσά που διαθέτει το κράτος για μισθούς και συντάξεις έχουν πάρει την κατιούσα (την ίδια στιγμή που, το ίδιο κράτος, πριμοδοτεί τους κεφαλαιοκράτες με πάσης φύσεως κονδύλια). Το 1990 το Δημόσιο πλήρωνε για μισθούς και συντάξεις ποσό αντίστοιχο με το 14,1% του ΑΕΠ, μετά το 1994 το ποσοστό έπεσε στο 11% και απ' το 2004 και έπειτα σταθεροποιήθηκε στο 9%.
Ότι την τελευταία τουλάχιστον τριακονταετία, ο δημόσιος τομέας υπήρξε προνομιακό πεδίο ψηφοθηρίας και εξαγοράς πολιτικών συνειδήσεων από τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα του Κεφαλαίου (ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία). Το λεγόμενο «πελατειακό σύστημα» είναι χαρακτηριστική πρακτική των αστικών κομμάτων διότι, πέραν της εξασφάλισης κομματικού στρατού, ενισχύει τις προσβάσεις των κομμάτων αυτών στο ίδιο το εργατικό κίνημα, στον έλεγχο και την χειραγώγηση του. Χειραγώγηση και εκφυλισμό του εργατικού κινήματος που αναλαμβάνουν τα φέρουν εις πέρας οι φιλοκυβερνητικοί συνδικαλιστικοί αυλοκόλακες της αστικής εξουσίας (ηγεσίες ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ). Σάμπως δεν είναι πολλάκοις αποδεδειγμένος, στην πράξη, ο απεργοσπαστικός, εκφυλιστικός απέναντι στην εργατική τάξη, ρόλος της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και της Αυτόνομης Παρέμβασης (ΣΥΡΙΖΑ);
Μιλάνε για «λιγότερο κράτος» το οποίο θα απεγκλωβιστεί από επιχειρηματικές δραστηριότητες. Εδώ, οι θιασώτες της προπαγάνδας περί «κράτους-σοβιέτ», αποκρύπτουν:
Ότι εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας λειτουργούν ουσιαστικά ως ενιαίος μηχανισμός στο πλαίσιο ενός κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Οι κραδασμοί στο πεδίο των ιδιωτικών επιχειρήσεων απορροφώνται από το αστικοκαπιταλιστικό κράτος. Το κράτος των καπιταλιστών χρησιμοποιείται επομένως συμπληρωματικά για τη διόγκωση των μονοπωλίων, υπογράφει συμβάσεις με μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, τους τρέφει με προγράμματα κρατικών προμηθειών, κοινοτικά κονδύλια κλπ.
Ότι πίσω απ' το επιχείρημα περί «λιγότερου κράτους» βρίσκεται η ιδιωτικοποίηση όσων κοινωνικών παροχών έχουν παραμείνει δημόσιες. Το ξεπούλημα δηλαδή ολοκληρωτικά στο μεγάλο κεφάλαιο ακόμα και των στοιχειωδών κοινωνικών παροχών. Εάν, όπως λένε, η Ελλάδα ήταν πράγματι «σοβιετικό κράτος» τότε οι παροχές Υγείας και Παιδείας, η Κοινωνική Ασφάλιση, θα έπρεπε λογικά να είναι προσβάσιμες και δωρεάν για το σύνολο του πληθυσμού. Συμβαίνει όμως το αντίθετο. Εάν, όπως λένε, η Ελλάδα ήταν πράγματι «σοβιετικό κράτος» τότε η Κοινωνική Ασφάλιση θα κάλυπτε το σύνολο των εργαζόμενων και τις οικογένειες τους, όπως συνέβαινε στην ΕΣΣΔ. Επειδή όμως η Ελλάδα είναι το αντίθετο, είναι μια καπιταλιστική χώρα ενταγμένη επί τριακονταετία στην ΕΟΚ/ΕΕ, το 40,5% των εργαζομένων είναι ανασφάλιστοι και το 52% των επιχειρήσεων απασχολούν ανασφάλιστο ή αδήλωτο προσωπικό (Καθημερινή, 24 Απρίλη 2013).
Ότι σε περιόδους καπιταλιστικής ύφεσης το ίδιο το κράτος των καπιταλιστών κρατικοποιεί χρεωκοπημένες επιχειρήσεις, τις οποίες αφού «εξυγιάνει» παραδίδει και πάλι στα χέρια των μονοπωλίων και του ιδιωτικού τομέα. Να θυμηθούμε τον «Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων» των αρχών της δεκαετίας του '80; Να θυμηθούμε τις κρατικές επενδύσεις σε δημόσιες εταιρείες (ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΕΛΠΕ κλπ.) που στην συνέχεια ξεπουλήθηκαν σε ιδιωτικά κεφάλαια; Να θυμηθούμε τη μετατροπή των επιδομάτων ανεργίας σε επιδόματα απασχόλησης ώστε να έχουν φθηνό εργατικό δυναμικό οι επιχειρηματίες με χρήματα του κοινωνικού προϋπολογισμού (ΟΑΕΔ);
Η Ελλάδα που περιγράψαμε παραπάνω, η Ελλάδα που σήμερα βιώνει τα μνημόνια της εξαθλίωσης, είναι η Ελλάδα:
της ΕΟΚ/ΕΕ, της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992),
των τεσσάρων ελευθεριών (ελευθερία κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, εργατικού δυναμικού),
είναι η Ελλάδα της ελεύθερης αγοράς.
Είναι η Ελλάδα των αστικών (νεοφιλελεύθερων ή σοσιαλδημοκρατικών) κυβερνήσεων που κάνουν τα αδύνατα-δυνατά για να βγούν αλώβητα απ' την κρίση τα μονοπώλια, σε βάρος της πλειοψηφίας του λαού. Είναι αυτή η Ελλάδα στην οποία εφαρμόζονται μέτρα τόσο αντιλαϊκά και βάρβαρα που μέχρι και η αλλήστου μνήμης – νεκροθάφτης της βρετανικής εργατικής τάξης - Θάτσερ θα ζήλευε.
Είναι η Ελλάδα του κράτους των καπιταλιστών, αυτού του κράτους-αιμοδότη του παρασιτικού μεγάλου κεφαλαίου, του κράτους που κάνει μπιζνες με, ντόπια και ξένα, μονοπώλια (βλέπε Siemens, Deutsche Telekom, Cosco, κλπ.), την ίδια στιγμή που σαρώνει εργασιακά δικαιώματα, πετσοκόβει μισθούς, συντάξεις και προνοιακά επιδόματα, βάζει λουκέτο σε σχολεία και νοσοκομεία και εντείνει τη φορομπηχτική πολιτική ενάντια στα λαϊκά στρώματα.
Για τους καμποτίνους του νεοφιλελευθερισμού τα παραπάνω είναι ψιλά γράμματα. Τα ανταπεξέρχονται όλα, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα όπως τους βολεύει και αραδιάζοντας τέτοια ψέματα που – όπως θα 'γραφε και ο Λουντέμης – σε λίγο θα ντρέπονται τα ίδια τα ψέματα μιας και δε ντρέπονται τα στόματα που τα εκστομίζουν...
*Ο Ν. Μόττας είναι υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας (PhD), αρθρογράφος και διαχειριστής του guevaristas.net.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου