Ο "Πορθμός" φρακάρησε
Ο "Θαλάσσιος Δρόμος τού Αγίου Λαυρεντίου" είναι ένας εξαιρετικής σπουδαιότητας υδάτινος "δρόμος", που συνδέει τον Ατλαντικό ωκεανό με τις πέντε Μεγάλες Λίμνες, οι οποίες βρίσκονται ανάμεσα στον Καναδά και τις Η.Π.Α. Ουσιαστικά, αυτός ο "δρόμος" αποτελείται από τον ποταμό Σαιντ Λώρενς (= Άγιος Λαυρέντιος), στον οποίο "υπερχειλίζει" η λίμνη Οντάριο. Η λίμνη Οντάριο δέχεται την "υπερχείλιση" της λίμνης Ήρι, η οποία συνδέεται με την λίμνη Χιούρον μέσω του ποταμού Σαιν Κλαιρ. Στις όχθες αυτού του άσημου ποταμού, το 1701, ένας γάλλος αξιωματικός έχτισε έναν οικισμό με την πεζή επωνυμία "Ο πορθμός τής λίμνης Ήρι (Le Détroit du Lac Érié)". Πολύ σύντομα, το γαλλικό "Ντετρουά" εξαγγλίστηκε και ο ραγδαία αναπτυσσόμενος οικισμός έγινε γνωστός ως Ντητρόιτ.
Η πόλη γνώρισε μέρες δόξας, ευνοημένη από την εξαιρετική γεωγραφική της θέση, η οποία σχεδόν προκαλούσε όλες τις μεγάλες βιομηχανίες να εγκατασταθούν εκεί: από την μια, υπήρχε η άνετη και γρήγορη μεταφορά των παραγόμενων προϊόντων μέσω του "Θαλάσσιου Δρόμου τού Αγίου Λαυρεντίου" κι από την άλλη υπήρχαν άφθονα φτηνά εργατικά χέρια. Παρεμπιπτόντως, μάλιστα, οι εργαζόμενοι του Ντητρόιτ βρίσκονταν μακρυά από την "κακή επήρεια" των συνδικαλιστικών σωματείων, που έκαναν θραύση στο Σικάγο ή στην Φιλαδέλφεια. Τέλος, μέσω των λιμνών, υπήρχε άμεση και γρήγορη πρόσβαση στις άφθονες καναδικές πρώτες ύλες. Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο κορυφαίος -για την εποχή- κλάδος τής αυτοκινητοβιομηχανίας διάλεξε το Ντητρόιτ για να εγκατασταθεί.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το Ντητρόιτ έφτασε στον κολοφώνα του κατά την δεκαετία τού 1950, οπότε και έγινε η τέταρτη σε πληθυσμό πόλη των Η.Π.Α., αγγίζοντας τους 1.800.000 κατοίκους. Η κατακόρυφη πρόοδος της πόλης φαίνεται από το γεγονός ότι η παραδοσιακή πρωτεύουσα της πολιτείας Μίτσιγκαν, το Λάνσινγκ, δεν ξεπερνάει τους 115.000 κατοίκους. Τόσο το Ντητρόιτ όσο και η ευρύτερη περιοχή του αλλά και ολόκληρη η πολιτεία Μίτσιγκαν, στηρίζουν παραδοσιακά το κόμμα των Δημοκρατικών. Ίσως αυτό να εξηγεί την δήλωση του Μιτ Ρόμνευ (υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών στις τελευταίες προεδρικές εκλογές) για την οποία θα κάνουμε λόγο πιο κάτω.
Η καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε στις Η.Π.Α. στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, έδωσε την χαριστική βολή στο Ντητρόιτ, το οποίο είχε αρχίσει να παρουσιάζει ρωγμές από την εποχή Κλίντον. Οι ίδιες ρωγμές, άλλωστε, εμφανίστηκαν στην "βιτρίνα" όλων των μεγάλων βιομηχανικών πόλεων των Η.Π.Α. για έναν πολύ απλό λόγο: το ξέφρενο πανηγύρι που είχαν στήσει οι κερδοσκόποι, κυρίως τζογάροντας στην αγορά ακινήτων, αφαίρεσε κεφάλαια από τις βιομηχανικές επενδύσεις.
Μοιραία, το κατ' εξοχήν βιομηχανικό Ντητρόιτ άρχισε να καταρρέει, τα εργοστάσια να ερημώνουν και οι εργάτες να παίρνουν των ομματιών τους προκειμένου να βρουν μεροκάματο. Ο πληθυσμός τής πόλης άρχισε να μειώνεται με πρωτοφανείς ρυθμούς: μέσα σε λιγώτερο από δέκα χρόνια, στην άλλοτε πανίσχυρη πόλη, έχουν απομείνει κάπου 700.000 άνθρωποι, ενώ ολόκληρες συνοικίες έχουν καταντήσει παντελώς ακατοίκητες. Ήταν το 2008 όταν ο -καταγόμενος από το Ντητρόιτ!- Μιτ Ρόμνεϋ δήλωνε στους New York Times απροκάλυπτα: "Ας αφήσουμε τον δήμο να χρεωκοπήσει. Με μια αναδιάρθρωση του χρέους και βοηθώντας την αυτοκινητοβιομηχανία να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά της, η πόλη θα μπορούσε να κάνει νέο ξεκίνημα". Χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να πιάσει τόπο η "ευχή" τού Ρόμνεϋ.
Σε μια ορθά δομημένη κοινωνία, ακόμη κι αυτή η οπισθοδρόμηση θα άφηνε μεν πληγές αλλά πλήρως επουλώσιμες. Όμως, η άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καπιταλισμό διαφθορά τσάκισε ανεπανόρθωτα την πόλη. Για παράδειγμα, παρά την κατακόρυφη μείωση του πληθυσμού, τα κονδύλια που διέθετε ο δήμος για παροχές στους πολίτες του (από κοινωνική περίθαλψη μέχρι φωτισμό στους δρόμους) όχι μόνο δεν μειώνονταν αλλά αυξάνονταν, μιας και όλες αυτές οι παροχές είχαν εκχωρηθεί σε ιδιώτες, οι οποίοι δεν είχαν κανέναν απολύτως λόγο να μειώσουν τα τιμολόγιά τους προς τον δήμο. Μόνο που τώρα πλέον, με τον πληθυσμό να μειώνεται ταχύτατα, ο δήμος δεν μπορούσε να συγκεντρώσει τα έσοδα που είχε κάποτε από φόρους και τέλη. Προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των ιδιωτών εργολάβων, η δημοτική αρχή άρχισε να παίρνει το ένα θαλασσοδάνειο μετά το άλλο, ώσπου το χρέος της πόλης σκαρφάλωσε στο ιλιγγιώδες ύψος των 18,5 δισεκατομμυρίων δολλαρίων ή, σε αναλογία, κάπου 26.500 δολλάρια ανά κάτοικο!
Μπροστά στο αδιέξοδο, ο δήμος κάλεσε τους πιστωτές του να αποδεχθούν εθελοντικά ένα "κούρεμα" των απαιτήσεών τους. Όμως, το εγχείρημα έπεσε στο κενό, αφού η πρόσκληση έμεινε αναπάντητη. Μια ύστατη προσπάθεια για αναχρηματοδότηση των δανείων τής πόλης έπεσε στο κενό. Τελικά, την περασμένη Πέμπτη, ο κυβερνήτης τού Μίτσιγκαν κήρυξε το Ντητρόιτ σε χρεωκοπία.
Οι αστικοί αναλυτές προσδιόρισαν ως αιτία τής κατάρρευσης του Ντητρόιτ την διαφθορά, την κακοδιαχείριση και την σπατάλη. Κομίζουν γλαύκα εις Αθήνας. Το Ντητρόιτ αποτελεί απλώς άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι "καταφέρνει" ο καπιταλισμός, με τον οποίο είναι σύμφυτη η διαφθορά (η κακοδιαχείριση και η σπατάλη συνιστούν παρεπόμενα διαφθοράς). Επί μακρά σειρά ετών, τα εκατομμύρια εργαζομένων που παρέλασαν από την μεγαλούπολη του Μίτσιγκαν, δούλεψαν και παρήγαγαν πλούτο. Τόσον πλούτο ώστε έγινε "κράχτης" για επενδύσεις. Μόνο που όλος αυτός ο πλούτος μπήκε στις τσέπες των ολίγων κεφαλαιοκρατών που επένδυσαν, δίχως να περισσέψει ψίχουλο για όσους τον παρήγαγαν και οι οποίοι καλούνται σήμερα να πληρώσουν τα σπασμένα. Διότι, βεβαίως, οι επενδύσεις αυτές (όπως και όλες οι επενδύσεις στον καπιταλισμό) έχουν σχέση μάλλον με "αρπαχτές", αφού οποιαδήποτε μείωση στα προσδοκώμενα επίπεδα κέρδους του επενδυομένου κεφαλαίου οδηγεί σε απένδυση (*). Το Ντητρόιτ δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση στον κανόνα.
Όσο για την αποστροφή τού Μιτ Ρόμνεϋ, οι φίλοι του ιστολογίου που έχουν διαβάσει την "Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού" δεν πρέπει να εκπλήσσονται με το γάντι (mitt = γάντι) που πέταξε στα μούτρα των κατοίκων τού Ντητρόιτ ο βαθύπλουτος ρεπουμπλικανός πολιτικός. Η φράση "ας αφήσουμε το Ντητρόιτ να χρεωκοπήσει" θα δεχόταν τις ολόψυχες επευφημίες τού Φρήντμαν (αν ζούσε). Άλλωστε, το 1998 ο Φρήντμαν είχε πει το περίφημο για την κυνικότητά του "αφήστε τους να βουλιάξουν", αναφερόμενος στις χώρες τής Άπω Ανατολής, όταν ξέσπασε η κρίση των "ασιατικών τίγρεων" (δείτε περισσότερα στο: "Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού - 43. Ο καπιταλισμός ξεγυμνώνεται).
Και κάτι τελευταίο. Την ιστορία τού Ντητρόιτ θα την ξαναθυμηθούμε πολύ σύντομα. Οι διατάξεις που έχουν θεσπιστεί για τα χρέη των καλλικρατικών δήμων θα μας υποχρεώσουν να το κάνουμε, θέλοντας ή μη.
(*) Αν και αδόκιμη, η λέξη απένδυση είναι σωστή και, εν πάση περιπτώσει, δεν φέρει την γελοιότητα του ευρύτατα χρησιμοποιούμενου σολοικισμού αποεπένδυση.
Η πόλη γνώρισε μέρες δόξας, ευνοημένη από την εξαιρετική γεωγραφική της θέση, η οποία σχεδόν προκαλούσε όλες τις μεγάλες βιομηχανίες να εγκατασταθούν εκεί: από την μια, υπήρχε η άνετη και γρήγορη μεταφορά των παραγόμενων προϊόντων μέσω του "Θαλάσσιου Δρόμου τού Αγίου Λαυρεντίου" κι από την άλλη υπήρχαν άφθονα φτηνά εργατικά χέρια. Παρεμπιπτόντως, μάλιστα, οι εργαζόμενοι του Ντητρόιτ βρίσκονταν μακρυά από την "κακή επήρεια" των συνδικαλιστικών σωματείων, που έκαναν θραύση στο Σικάγο ή στην Φιλαδέλφεια. Τέλος, μέσω των λιμνών, υπήρχε άμεση και γρήγορη πρόσβαση στις άφθονες καναδικές πρώτες ύλες. Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο κορυφαίος -για την εποχή- κλάδος τής αυτοκινητοβιομηχανίας διάλεξε το Ντητρόιτ για να εγκατασταθεί.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το Ντητρόιτ έφτασε στον κολοφώνα του κατά την δεκαετία τού 1950, οπότε και έγινε η τέταρτη σε πληθυσμό πόλη των Η.Π.Α., αγγίζοντας τους 1.800.000 κατοίκους. Η κατακόρυφη πρόοδος της πόλης φαίνεται από το γεγονός ότι η παραδοσιακή πρωτεύουσα της πολιτείας Μίτσιγκαν, το Λάνσινγκ, δεν ξεπερνάει τους 115.000 κατοίκους. Τόσο το Ντητρόιτ όσο και η ευρύτερη περιοχή του αλλά και ολόκληρη η πολιτεία Μίτσιγκαν, στηρίζουν παραδοσιακά το κόμμα των Δημοκρατικών. Ίσως αυτό να εξηγεί την δήλωση του Μιτ Ρόμνευ (υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών στις τελευταίες προεδρικές εκλογές) για την οποία θα κάνουμε λόγο πιο κάτω.
Η καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε στις Η.Π.Α. στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, έδωσε την χαριστική βολή στο Ντητρόιτ, το οποίο είχε αρχίσει να παρουσιάζει ρωγμές από την εποχή Κλίντον. Οι ίδιες ρωγμές, άλλωστε, εμφανίστηκαν στην "βιτρίνα" όλων των μεγάλων βιομηχανικών πόλεων των Η.Π.Α. για έναν πολύ απλό λόγο: το ξέφρενο πανηγύρι που είχαν στήσει οι κερδοσκόποι, κυρίως τζογάροντας στην αγορά ακινήτων, αφαίρεσε κεφάλαια από τις βιομηχανικές επενδύσεις.
Μοιραία, το κατ' εξοχήν βιομηχανικό Ντητρόιτ άρχισε να καταρρέει, τα εργοστάσια να ερημώνουν και οι εργάτες να παίρνουν των ομματιών τους προκειμένου να βρουν μεροκάματο. Ο πληθυσμός τής πόλης άρχισε να μειώνεται με πρωτοφανείς ρυθμούς: μέσα σε λιγώτερο από δέκα χρόνια, στην άλλοτε πανίσχυρη πόλη, έχουν απομείνει κάπου 700.000 άνθρωποι, ενώ ολόκληρες συνοικίες έχουν καταντήσει παντελώς ακατοίκητες. Ήταν το 2008 όταν ο -καταγόμενος από το Ντητρόιτ!- Μιτ Ρόμνεϋ δήλωνε στους New York Times απροκάλυπτα: "Ας αφήσουμε τον δήμο να χρεωκοπήσει. Με μια αναδιάρθρωση του χρέους και βοηθώντας την αυτοκινητοβιομηχανία να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά της, η πόλη θα μπορούσε να κάνει νέο ξεκίνημα". Χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να πιάσει τόπο η "ευχή" τού Ρόμνεϋ.
Σε μια ορθά δομημένη κοινωνία, ακόμη κι αυτή η οπισθοδρόμηση θα άφηνε μεν πληγές αλλά πλήρως επουλώσιμες. Όμως, η άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καπιταλισμό διαφθορά τσάκισε ανεπανόρθωτα την πόλη. Για παράδειγμα, παρά την κατακόρυφη μείωση του πληθυσμού, τα κονδύλια που διέθετε ο δήμος για παροχές στους πολίτες του (από κοινωνική περίθαλψη μέχρι φωτισμό στους δρόμους) όχι μόνο δεν μειώνονταν αλλά αυξάνονταν, μιας και όλες αυτές οι παροχές είχαν εκχωρηθεί σε ιδιώτες, οι οποίοι δεν είχαν κανέναν απολύτως λόγο να μειώσουν τα τιμολόγιά τους προς τον δήμο. Μόνο που τώρα πλέον, με τον πληθυσμό να μειώνεται ταχύτατα, ο δήμος δεν μπορούσε να συγκεντρώσει τα έσοδα που είχε κάποτε από φόρους και τέλη. Προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των ιδιωτών εργολάβων, η δημοτική αρχή άρχισε να παίρνει το ένα θαλασσοδάνειο μετά το άλλο, ώσπου το χρέος της πόλης σκαρφάλωσε στο ιλιγγιώδες ύψος των 18,5 δισεκατομμυρίων δολλαρίων ή, σε αναλογία, κάπου 26.500 δολλάρια ανά κάτοικο!
Μπροστά στο αδιέξοδο, ο δήμος κάλεσε τους πιστωτές του να αποδεχθούν εθελοντικά ένα "κούρεμα" των απαιτήσεών τους. Όμως, το εγχείρημα έπεσε στο κενό, αφού η πρόσκληση έμεινε αναπάντητη. Μια ύστατη προσπάθεια για αναχρηματοδότηση των δανείων τής πόλης έπεσε στο κενό. Τελικά, την περασμένη Πέμπτη, ο κυβερνήτης τού Μίτσιγκαν κήρυξε το Ντητρόιτ σε χρεωκοπία.
Οι αστικοί αναλυτές προσδιόρισαν ως αιτία τής κατάρρευσης του Ντητρόιτ την διαφθορά, την κακοδιαχείριση και την σπατάλη. Κομίζουν γλαύκα εις Αθήνας. Το Ντητρόιτ αποτελεί απλώς άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι "καταφέρνει" ο καπιταλισμός, με τον οποίο είναι σύμφυτη η διαφθορά (η κακοδιαχείριση και η σπατάλη συνιστούν παρεπόμενα διαφθοράς). Επί μακρά σειρά ετών, τα εκατομμύρια εργαζομένων που παρέλασαν από την μεγαλούπολη του Μίτσιγκαν, δούλεψαν και παρήγαγαν πλούτο. Τόσον πλούτο ώστε έγινε "κράχτης" για επενδύσεις. Μόνο που όλος αυτός ο πλούτος μπήκε στις τσέπες των ολίγων κεφαλαιοκρατών που επένδυσαν, δίχως να περισσέψει ψίχουλο για όσους τον παρήγαγαν και οι οποίοι καλούνται σήμερα να πληρώσουν τα σπασμένα. Διότι, βεβαίως, οι επενδύσεις αυτές (όπως και όλες οι επενδύσεις στον καπιταλισμό) έχουν σχέση μάλλον με "αρπαχτές", αφού οποιαδήποτε μείωση στα προσδοκώμενα επίπεδα κέρδους του επενδυομένου κεφαλαίου οδηγεί σε απένδυση (*). Το Ντητρόιτ δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση στον κανόνα.
Όσο για την αποστροφή τού Μιτ Ρόμνεϋ, οι φίλοι του ιστολογίου που έχουν διαβάσει την "Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού" δεν πρέπει να εκπλήσσονται με το γάντι (mitt = γάντι) που πέταξε στα μούτρα των κατοίκων τού Ντητρόιτ ο βαθύπλουτος ρεπουμπλικανός πολιτικός. Η φράση "ας αφήσουμε το Ντητρόιτ να χρεωκοπήσει" θα δεχόταν τις ολόψυχες επευφημίες τού Φρήντμαν (αν ζούσε). Άλλωστε, το 1998 ο Φρήντμαν είχε πει το περίφημο για την κυνικότητά του "αφήστε τους να βουλιάξουν", αναφερόμενος στις χώρες τής Άπω Ανατολής, όταν ξέσπασε η κρίση των "ασιατικών τίγρεων" (δείτε περισσότερα στο: "Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού - 43. Ο καπιταλισμός ξεγυμνώνεται).
Και κάτι τελευταίο. Την ιστορία τού Ντητρόιτ θα την ξαναθυμηθούμε πολύ σύντομα. Οι διατάξεις που έχουν θεσπιστεί για τα χρέη των καλλικρατικών δήμων θα μας υποχρεώσουν να το κάνουμε, θέλοντας ή μη.
(*) Αν και αδόκιμη, η λέξη απένδυση είναι σωστή και, εν πάση περιπτώσει, δεν φέρει την γελοιότητα του ευρύτατα χρησιμοποιούμενου σολοικισμού αποεπένδυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου