2 Οκτ 2013

Ούτε καν για τα μάτια του κόσμου

Ούτε καν για τα μάτια του κόσμου

Το κείμενο αυτό γράφτηκε χτες βράδυ κι ο αρχικός τίτλος του ήταν «φασισμός και στρατηγική». Αλλά το πρόλαβαν οι σημερινές εξελίξεις. Δεν έκρινα σκόπιμο να κάνω ουσιαστικές προσαρμογές (η ουσία του πράγματος δεν έχει αλλάξει εντυπωσιακά άλλωστε) πέρα από ελάχιστες μικρές προσθήκες, σαν εκ των υστέρων σχόλια, εντός παρένθεσης και με πλάγια έντονη γραφή.

Βλέποντας κανείς τις φωτογραφίες των συλληφθέντων χρυσαυγιτών κατά τη μεταφορά τους από τη γαδα, σκέφτεται να αφήσει προς στιγμήν στην άκρη την όποια μαρξιστική του παιδεία και να υποκύψει στον πειρασμό του φυσιογνωμισμού. Έναφαιδρό ανθρωπάκι, που θυμίζει πολύ τους κωμικούς ρόλους του πιατά, όπως σημείωσε εύστοχα μια καλή φίλη και αδυνατεί να εμπνεύσει την παραμικρή υποψία φόβου με την εικόνα που παρουσιάζει.

Αυτός ήταν λοιπόν ο τρομερός αρχηγός της ναζιστικής συμμορίας, που σκορπούσε τον τρόμο; Αυτός ήταν ο ηγετικός πυρήνας των ταγμάτων ασφαλείας, που εξαρθρώθηκε σε μια νύχτα;

Ναι λοιπόν, αυτός είναι. Ή μάλλον και ναι και όχι.
Όχι γιατί ο φασισμός στον καπιταλισμό είναι σαν τον ιδιωτικό τομέα και τις αναπτυξιακές του επενδύσεις. Δηλ ή θα είναι κρατικοδίαιτος ή δε θα μπορεί να σταθεί και να υπάρξει ουσιαστικά. Κι αυτό αποδεικνύεται ιστορικά από την ελληνική και τη διεθνή πείρα του εικοστού αιώνα.
Και ναι, γιατί μπορεί ο σωματότυπος του μιχαλολιάκου να μην παραπέμπει ακριβώς στο πρότυπο της άριας φυλής {κι ο κασιδιάρης, που έχει περισσότερα μούσκουλα εξάλλου, θα μπορούσε κάλλιστα, αν δεν ήταν αναγνωρίσιμος, να φάει ξύλο από τους δικούς του, βάση χρώματος} αλλά είναι σεσημασμένος φασίστας κι έχει συλληφθεί τρεις φορές κατά το παρελθόν –το οποίο δε λέει τίποτα. Κι ο χίτλερ στη φυλακή έγραψε τον «αγώνα του».

Και θα ήταν τραγικό λάθος να σταθούμε στο παρουσιαστικό του αρχηγού ή αντιστοίχως στους γελοίους τηλεφωνικούς διαλόγους των ομοϊδεατών του, για να βγάλουμε συνολικό συμπέρασμα για το φασιστικό κίνδυνο, προσπαθώντας να τον διασκεδάσουμε. Αρκεί να θυμίσουμε πως και ο μεταξάς ήταν επίσης ένα φαιδρό, καχεκτικό ανθρωπάκι (με κορυφαία στιγμή του το μοιρολατρικό «ώστε λοιπόν έχουμε πόλεμο», που η επίσημη προπαγάνδα βάφτισε «όχι», προσπαθώντας να τον κάνει με τα ζόρι ήρωα). Όπως αντιστοίχως και ο δικτάτορας παπαδόπουλος με την παρέα του –ιδίως στις δημόσιες εμφανίσεις του και τις ομιλίες του ενώπιον δημοσιογράφων. Αυτά όμως δε μειώνουν σε τίποτα τη φρίκη της επταετίας και του τεταρταυγουστιανού καθεστώτος.

Εξίσου γελοίο μπορεί να μας φαίνεται σήμερα και το σύγχρονο πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης με τους ηγέτες του. Από τον (γαμώ το κεφάλι σου μαλάκα) σαμαρά και τον δάμαλο με το playstation της νδ, μέχρι την ευφράδεια και την ευφυΐα του γιωργάκη και του σημίτη από το πασόκ, που πετάχτηκαν σα στημένες λεμονόκουπες μετά το πέρας της θητείας/υπηρεσίας τους. Ή και τον αλέξη, ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γιατί κάθε εποχή έχει το πασόκ και τον παπατζή που της αξίζει.

Αυτό όμως δεν αλλάζει σε τίποτα τη στρατηγική της αστικής τάξης και τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που προωθήθηκαν την τελευταία εικοσαετία. Ίσα-ίσα που λειτουργεί σα βαλβίδα ασφαλείας για το σύστημα να εκτονώνεται ο κοσμάκης με υποτιμητικά σχόλια ενάντια στους ανίκανους πολιτικούς που μας κυβερνάνε και να αναπολεί τους χαρισματικούς ηγέτες του παρελθόντος.
Το θέμα λοιπόν είναι να αναζητήσουμε την ουσία της πολιτικής και το σχεδιασμό των αστικών επιτελείων πέρα από προσωποκεντρικές αντιλήψεις και τους διάφορους ηγέτες –όσο χαρισματικοί ή ανίκανοι και αν μας φαίνονται.

Η παρούσα κυβέρνηση ως βασικός αλλά όχι αποκλειστικός εκπρόσωπος της αστικής εξουσίας φαίνεται να εξασφαλίζει ή τουλάχιστον να στοχεύει σε μια σειρά παράπλευρα οφέλη από τη διαχείριση της υπόθεσης, που (όπως είπαμε και σε προηγούμενη ανάρτηση) μοιάζει να υπερβαίνει τα στενά όρια ενός κομματικού σχεδιασμού για πρόσκαιρα εκλογικά οφέλη στην επόμενη αναμέτρηση.

Η κυβέρνηση επιχειρεί να ταυτίσει με το φασισμό της χρυσής αυγής οποιαδήποτε φωνή αμφισβήτησης ενάντια στο μνημόνιο ή και την κοινοβουλευτική δημοκρατία γενικότερα. Θωρακίζει την έξωθεν «καλή μαρτυρία» της τελευταίας μετά την «κάθαρση του ναζιστικού αποστήματος» και φορά το στεφάνι του δημοκράτη τοξότη που πιάνει τον ταύρο από τα κέρατα και κρατά σταθερά στα χέρια του το συνταγματικό τόξο, βάζοντας τα άκρα στη θέση τους. Κρατά όμως σε εφεδρεία την χρυσή αυγή και το μηχανισμό του υπόκοσμου, για να τον επαναφέρει στο προσκήνιο, με τη μία ή την άλλη μορφή –ειδικά αν δε δέσει πειστικά το κατηγορητήριο (πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις, που λένε).

Παράλληλα δημιουργεί νομικό προηγούμενο κι αποκτά πολιτικό έρεισμα για την χρησιμοποίηση του υπάρχοντος νομικού πλαισίου (συν όσες άλλες ειδικές διατάξεις προστεθούν) εις  βάρος και του άλλου άκρου, που είναι και ο πραγματικός της στόχος(όπως φάνηκε κι από τις δηλώσεις σαμαρά στην άλλη όχθη του ατλαντικού). Και δεν ήταν πολύ εύκολο να ξεκινήσει από εκεί την επιχείρηση, όπως φάνηκε πχ στις σκουριές ή την υπόθεση των 35 συνδικαλιστών του παμε με τη συμβολική κατάληψη του υπουργείου εργασίας. Μια υπόθεση που εκδικάζεται εκ νέου αύριο κι έχουμε χρέος να αποδείξουμε ότι οι κομμουνιστές δεν είναι σαν τους… αλληλέγγυους χρυσαυγίτες που λούφαξαν στις τρύπες τους και εγκατέλειψαν το πλοίο, πριν καν αυτό αρχίσει να βουλιάζει.

Σε τελική ανάλυση η κυβέρνηση παίρνει ένα δημοσκοπικό αέρα (κοπανιστό ή μη μπορεί να το δούμε σύντομα στην πράξη) που της εξασφαλίζει κάποια ευχέρεια κινήσεων στους εκλογικούς χειρισμούς και μπορεί να την προσανατολίζει προς μια ανανέωση της ‘λαϊκής εντολής’, για να περάσει ανενόχλητη νέα πακέτα αντιλαϊκών μέτρων ή πιθανόν και ένα νέο μνημόνιο. Κι αυτό είναι το βασικό ζήτημα που ενδιαφέρει τους εργοδότες της.

Προσωπικά δε συμμερίζομαι καθόλου την εκτίμηση που φαίνεται να έχουν και κάποιοι σύντροφοι ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προχωρήσει σε αυτές τις κινήσεις κάτω από την πίεση του αντιφασιστικού κινήματος και της λαϊκής οργής που φούσκωνε σαν ποτάμι, απειλώντας να παρασύρει τα πάντα. Μπορώ να δεχτώ πως τις πρώτες μέρες η κυβέρνηση μέτρησε τις αντιδράσεις του κόσμου, τηρώντας στάση αναμονής. Ή ότι θεώρησε την χρυσή αυγή, με αυτή τη μορφή, ένα ούτως ή άλλως καμένο χαρτί που δεν μπορούσε να επιτελέσει τον προηγούμενο ρόλο της –ιδίως μετά την ακύρωση προγραμματισμένων δραστηριοτήτων της από τις δικές μας αντισυγκεντρώσεις- κι έτσι έσπευσε να τη μαζέψει. Όπως περίπου οι άγγλοι έσπευδαν να γλιτώσουν τα αυθεντικά τάγματα ασφαλείας από την οργή του κόσμου και να τα περισυλλέξουν σε στρατόπεδα, τάχα για να τα δικάσουν –στην πραγματικότητα να τα χρησιμοποιήσουν) στη συνέχεια.

Μάλλον όμως πρέπει να περιμένουμε λίγες μέρες ακόμα (τελικά δεν χρειάστηκε και πολύ μεγάλη αναμονή), για να δούμε καθαρά το μακροπρόθεσμο στόχο των αστικών επιτελείων. Σε κάθε περίπτωση η στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης εν καιρώ κρίσης είναι ο εκφασισμός του συστήματος, με ή χωρίς τους φασίστες, για να επιβάλει αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις», να τσακίσει τις εργατικές αντιστάσεις και να ελέγξει την κατάσταση. Κι αυτό είναι που καθορίζει αντιστοίχως και τη δική μας στρατηγική-τακτική απάντηση.

Μιλήσαμε ήδη σε προηγούμενη ανάρτηση για το κομμάτι του μαζικού μαχητικού αντιφασισμού, που είχε κάποια έμπρακτα αποτελέσματα πριν καν προλάβει να αποκτήσει ιδιαίτερα μαχητικές μορφές –οι οποίες όμως μπορεί να φανούν χρήσιμες στο άμεσο μέλλον

Αυτές τις μέρες ωστόσο φάνηκαν καθαρά τα πολιτικά όρια ενός γενικού, θολού αντιφασισμού, που μεταφέρει μηχανικά στο σήμερα τακτικές επιλογές προηγούμενων ιστορικών συγκυριών, χωρίς καν να τις εξετάζει κριτικά. Κι αν ακολουθούσαμε πιστά τη λογική του, θα έπρεπε να συγκροτήσουμε ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο (ως ευφημισμό του περιβόητου συνταγματικού τόξου) με τα αστικά κόμματα που προωθούν ανοιχτά ή έμμεσα την χρυσή αυγή, με στόχο την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας και των ελευθεριών που μας δίνει.

Ο γνήσιος και συνεπής αντιφασισμός όμως είναι κάτι ευρύτερο. Είναι η οργή για τα εγκλήματα του φασισμού, που πρέπει να γίνει δύναμη οργάνωσης κι ανατροπής της μήτρας που τον γέννησε. Είναι η πάλη ενάντια στις αιτίες που ενίσχυσαν το φασισμό και παραμένουν ακέραιες στην ελληνική κοινωνία. Είναι ο αγώνας ενάντια στην αλλοτρίωση, τη λουμπενοποίηση και τα αγελαία υποκατάστατα συλλογικότητας. Με άλλα λόγια είναι περισσότερο από ποτέ η πάλη ενάντια στον κόσμο της εκμετάλλευσης και την καπιταλιστική βαρβαρότητα συνολικά.


Αυτή η πτυχή δεν μπαίνει για να στενέψει το μέτωπο και να αποκλείσει απλό κόσμο που νιώθει γενικά αντιφασίστας, χωρίς να το προσδιορίζει περαιτέρω –έτσι ήταν εξάλλου και το παιδί που δολοφονήθηκε- αλλά για να μπολιάσει γόνιμα αυτόν τον αγώνα, να διευρύνει το περιεχόμενό του, να τον κατευθύνει απέναντι στις γενεσιουργές αιτίες του φαινομένου, για να μη μας πιάσει με τις πιτζάμες η επόμενη χρυσή αυγή –όποιο όνομα κι αν φέρει. Όποιος αρνείται να ζυμώσει αυτή την πτυχή –και κοσκινίζει στα θολά νερά ενός αφηρημένου και κούφιου αντιφασισμού, ακυρώνει ουσιαστικά τον εαυτό του ως επίδοξη πρωτοπορία και παύει να έχει πραγματικό λόγο πολιτικής ύπαρξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ