29 Οκτ 2014

Το τρίτο μέγα ΟΧΙ

 Το τρίτο μέγα ΟΧΙ
Για μένα τα χρόνια στο δημοτικό ήταν συνυφασμένα με μια παιδική ανεμελιά, που κόπηκε κάπως απότομα με τη μετάβαση στην εφηβεία και το γυμνάσιο. Εκ των υστέρων καταλαβαίνω πως μία από τις βασικές δυσκολίες αυτής της μετάβασης ήταν η προσαρμογή από τη «γενική μόρφωση» του δημοτικού και τη σύνδεσή της με εξωσχολικά διαβάσματα, που μας απασχολούσαν και μες στην τάξη, στην εξειδίκευση μιας ύλης που πρέπει να βγει πάση θυσία, χωρίς χρονοβόρες παρεκκλίσεις, για να ξεχαστεί την αμέσως επόμενη μέρα των εξετάσεων. Κι όταν θυμάμαι τη δασκάλα που είχα ως την τετάρτη δημοτικού, σκέφτομαι πως της οφείλω πολλές χρήσιμες γνώσεις, εκτός σχολικών εγχειριδίων κι ως ένα βαθμό το ευ ζην –αν και τελευταία έχει καταστεί εντελώς αμφίβολο αυτό καθαυτό το ζην, για όσους δεν μπορούν να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους τα προς το ζην, δηλ την επιβίωση, πόσο μάλλον την πραγματική ζωή, που παραπέμπει περισσότερο στο ευ ζην.

Ευτυχώς όμως δεν της οφείλω τις πολιτικές πεποιθήσεις μου. Γιατί ανάμεσα στις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις που μας περνούσε, ήταν κι ένα τραγουδάκι για τη μακεδονία (ήταν στην επικαιρότητα τότε και τα σκοπιανοφάγα συλλαλητήρια με την καθολική –πλην λακεδαιμονίων- συμμετοχή) που έλεγε: στρατός, ξηρά και ναυτικό κρατούν γερά τη λόγχη, για να απαντήσουν στον εχθρό το τρίτο μέγα όχι. Ήμασταν βέβαια πολύ μικροί για να πιάσουμε το ιστορικό υπονοούμενο στο τακτικό αριθμητικό τρίτο και σε ποιο γεγονός αναφερόταν. Πότε ήταν δηλ το δεύτερο όχι, για να φτάσουμε στο τρίτο; Χρειάζονταν εξωσχολικά αναγνώσματα, για να το καταλάβουμε. Ενώ κι οι μισές, κουτσουρεμένες απαντήσεις που θα βρίσκαμε τα επόμενα χρόνια στα σχολικά εγχειρίδια του γυμνασίου και του λυκείου έμεναν πάντα εκτός διδακτέας κι εξεταζόμενης ύλης.

Και το πρώτο όχι πότε ειπώθηκε δηλ; Ο μεταξάς απάντησε στον ιταλό πρέσβη κάτι σαν «αλόρ, σε λα γκερ», λοιπόν έχουμε πόλεμο. Με βάση όσα μας έμαθε η δασκάλα μας στο δημοτικό, αυτό είναι συμπερασματικός σύνδεσμος και δεν εισάγει κάποια άρνηση αλλά μια διαπίστωση. Ώστε έτσι λοιπόν.. Και τέλος πάντων η τάξη που εκπροσωπούσε ο μεταξάς, χωρισμένη σε φιλοβρετανικό και φιλογερμανικό τμήμα, δεν είπε κανένα απολύτως όχι, ούτε έμεινε να υπερασπιστεί, γιατί το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, παρά μόνο συμφέροντα και εθνικά κράτη ή διακρατικούς οργανισμούς ως όργανα και συλλογικούς εκφραστές τους.

Το ΟΧΙ το είπε ο ελληνικός λαός που πολέμησε στην πίνδο τους ιταλούς κι αργότερα ενάντια στους γερμανούς φασίστες (και όχι τη γερμανία και την ιταλία ως έθνη, όπως έλεγαν οι τεταρταυγουστιανές αρχές) ενώ η πολιτική του ηγεσία ήταν τελείως απρόθυμη κι ανέτοιμη για αυτόν τον πόλεμο, χωρίς να έχει προχωρήσει στη στοιχειώδη υλική προπαρασκευή για τη διεξαγωγή του.
Το ΟΧΙ το είπε ο ελληνικός λαός που δεν τράπηκε σε φυγή στο κάιρο, αλλά αντιστάθηκε στις δυνάμεις κατοχής με ψυχή και οργανωτή του αγώνα του το εαμ, τον αντάρτικο στρατό του ελας, την επον και την εθνική αλληλεγγύη.  Το δεύτερο ΟΧΙ δεν το είπαν οι δοσίλογοι συνεργάτες του κατακτητή, που βρήκαν προστασία κάτω από τις φτερούγες των βρετανών και των αμερικάνων αργότερα, αλλά οι ηρωικοί μαχητές του δημοκρατικού στρατού, που ιδρύθηκε στην έκτη επέτειο του ΟΧΙ στους ιταλούς, 28 οκτώβρη του 46’.

Συνεπώς το πρώτο όχι συνδέεται άρρηκτα με το δεύτερο και δεν μπορεί να ιδωθεί ξεκομμένο από αυτό και από όλα τα μικρά και μεγαλύτερα όχι που ακολούθησαν: στις νατοϊκές βάσεις, στο λάκκο των λεόντων της εοκ και το μάαστριχτ, στο σχέδιο ανάν. Η άρνηση να γίνουμε δούλοι του εικοστού πρώτου αιώνα και το «τρίτο μέγα όχι» στον κόσμο της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής αδικίας.

Τα ιστορικά μισόλογα (όχι μεν αλλά) προσιδιάζουν κατεξοχήν στον πολιτικό χυλό της σοσιαλδημοκρατίας (σε όλες του τις ιστορικές εκδοχές κι απ’ όπου κι αν προέρχεται) που επιχειρεί να αντλήσει (συνήθως με όρους λεηλασίας) πολιτική υπεραξία από την ιστορική παράδοση του εαμ, αλλά... αναγνωρίζει την αντίσταση μόνο ως το 44’, οικτίρει το «λάθος» του δεκέμβρη και της αποχής του 46’, τον «αδελφοκτόνο εμφύλιο» (έλληνες να ντουφεκάνε έλληνες) και τον αγώνα του δσε. Καλλιεργεί την αυταπάτη ότι υπήρχε δυνατότητα ομαλής, δημοκρατικής εξέλιξης αλά γαλλία κι ιταλία και ότι η αντίδραση θα ανεχόταν την ειρηνική συνύπαρξή της με ένα τόσο ισχυρό εαμικό κίνημα, χωρίς να συγκρουστεί στρατιωτικά μαζί του, για να το τσακίσει και να το οδηγήσει στη συντριβή.

Είναι ο ίδιος πολιτικός χυλός που απορρίπτει τη «στείρα άρνηση» των κομμουνιστών, «που δεν έχουν προτάσεις, δε θέλουν να κυβερνήσουν και λένε σε όλα όχι, από συνήθεια και θέση αρχής». Αυτός που προβάλλει τον «τρίτο δρόμο» των παπατζήδων και των ιστορικών τους κακέκτυπων, γιατί… αυτοί έλεγαν και κανένα όχι τουλάχιστον –κι ας μην το εννοούσαν- στην εοκ, τους αμερικάνους, το παλάτι. Αλλά τα περήφανα «όχι» και «μη» έγιναν «μη κυβερνητικές οργανώσεις» και «μη κρατικά πανεπιστήμια» (με ιδιωτικούς σεκιούριτι) ή ένα αφοριστικό «όχι σε όλα τα κόμματα», σε μια άλλη του εκδοχή.

Η διέξοδος όμως, ιδίως σήμερα, δε βρίσκεται σε μισόλογα και ντροπαλές αρνήσεις, που είναι σαν τα νάζια της σεμνότυφης χαμηλοβλεπούσας που λέει «μη» για τα μάτια του κόσμου. Το ζήτημα είναι να ξέρουμε πού να χτυπήσουμε και τι να αρνηθούμε. Το ζητούμενο είναι το τρίτο μέγα ‘όχι’ που λέγαμε και παραπάνω, η συνολική άρνηση της σημερινής μιζέριας. Ένα «όχι» που δεν είναι στείρο, αλλά διαλεκτικό και αρνείται όλα όσα κρατάνε πίσω την εξέλιξη του κόσμου και τον εμποδίζουν να σταθεί στο μπόι των ονείρων μας και των δυνατοτήτων της εποχής μας.

Για να τα βρει κανείς αυτά όμως, πρέπει πρώτα να διαβάσει φιλοσοφία, για να αρχίσει να καταλαβαίνει τη διαλεκτική, να διαβάσει την πραγματική ιστορία του τόπου, που δεν πρόκειται να τη μάθει στο σχολείο, από τα βιβλία και τους καθηγητές του, αλλά μόνο σε εξωσχολικά αναγνώσματα. Ένα σχολείο, που συνήθως αφήνει στους απόφοιτούς του, ως μοναδικό εφόδιο, την απέχθεια για το διάβασμα, το βιβλίο και συνολικά τη γνώση. Και δίνει και μια άλλη διάσταση στο περίφημο «απέξω» του βλαδίμηρου και στο ερώτημα πώς και σε ποια βάση μπορεί να προκύψει η επαναστατική συνείδηση.

Υστερόγραφο

Το.. «πουλιοπουλικό αντιεαμικό μένος» –όπως θα έλεγε κάποια ψυχή- έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα, που χτες στην πάτρα, μετά την κατάθεση στεφάνου από το κκε στο σημείο που είχε πέσει η πρώτη βόμβα στον πόλεμο του 40’, οι συγκεντρωμένοι κομμουνιστές (και κομμουνίζοντες σαν κι εμένα) τραγουδήσαμε για το εαμ: «τρία γράμματα μόνο φωτίζουν» και τους «ήρωες». Ναι αλλά γιατί ο σφος που τραγουδούσε από τη ντουντούκα ξέχασε και παρέλειψε τη δεύτερη στροφή «νέοι, γέροι, όλοι μαζί φωνάζουν»; Πού θα φτάσει πια αυτός ο κατήφορος; Ε;
Πεντάλεπτη τοποθέτηση από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ