https://www.facebook.com/profile.php?id=100007925084483&fref=nf
Λίγες μέρες από τις εκλογές και η πλειοδοσία σε λύσεις για την καπιταλιστική κρίση από τα αστικά κόμματα καλά κρατεί. Τα κυβερνώντα κόμματα υπεραμύνονται της μέχρι τώρα διακυβέρνησής τους που υποστηρίζουν πως εξασφαλίζει την επιτυχή έξοδο από την κρίση, χωρίς να θεωρούν ότι απαιτείται περαιτέρω ανάπτυξη και ανάλυση επ’ αυτού. Ο Α. Σαμαράς διαβεβαιώνει ότι «Εμείς προχωρούμε πάντοτε με κριτήριο το έθνος, την πατρίδα, τη θρησκεία και πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον του τόπου» ενώ ο Ε. Βενιζέλος ότι δεν θα αφήσουν το αεροπλάνο με κυβερνήτη τον Α. Τσίπρα «να πάει σε λάθος προορισμό». Και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ που ετοιμάζεται να κυβερνήσει έχει κάνει την ελπίδα κυρίαρχο σύνθημά της για να πείσει το εκλογικό σώμα να την ψηφίσει, ενώ το ΠΟΤΑΜΙ που οι δημοσκοπήσεις το φέρουν τρίτο κόμμα δεν κρύβει την πρόθεσή του για συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κι αν κανείς αναζητήσει πολιτικά κριτήρια που να ανταποκρίνονται στο μέγεθος των πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε και που να καθορίζουν τη συμπεριφορά των κομμάτων σ’ αυτές τις εκλογές θα είναι δύσκολο να βρει. Η επίδειξη μιας υποκριτικής και παραπλανητικής εικόνας προθέσεων και επιλογών αποκρύπτει σκοπιμότητες και επιλογές που συμβάλουν σ’ αυτό που είναι ο στόχος, στη συνολική υποταγή όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Δεν είναι τυχαίο που όταν γίνεται λόγος για την επόμενη μέρα των εκλογών η διαμόρφωση μιας συμμαχικής κυβέρνησης αναζητείται μεταξύ αυτών, του συνόλου δηλ. των αστικών κομμάτων, που γενικώς επαγγέλλονται βελτίωση των όρων ζωής, όχι σύμφωνα με οποιαδήποτε ταυτότητα με βάση την τάξη, αλλά σύμφωνα με την υπόσχεση μιας άλλης πολιτικής. Και εδώ έρχεται η ελπίδα, το κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι μπορούμε να ελπίζουμε τα πάντα μέχρι την ημέρα των εκλογών. Κι αυτό το πάντα περιλαμβάνει την ελπίδα των πιο συντηρητικών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι έγκυρος διαχειριστής της στρατηγικής του καπιταλισμού αλλά και των αριστερών ότι μπορεί να είναι έγκυρος διαχειριστής και των οραμάτων της αριστεράς.
Συνεπώς, επειδή λόγω κρίσης η παρατεταμένη εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος και ιδιαίτερα της μικροαστικής τάξης στα παραδοσιακά αστικά κόμματα έχει διαρραγεί και επιπλέον επειδή φοβίζει η πιθανότητα ριζοσπαστικοποίησης μεγάλου μέρους και των μικροαστικών στρωμάτων προκρίνεται πως ο εγκλωβισμός τους σε μια κυβέρνηση της αριστεράς μπορεί να μπλοκάρει την ανάπτυξη μαζικού κινήματος. Καθώς η καπιταλιστική κρίση πάντα υπάρχει κίνδυνος να πυροδοτήσει ταξικές συγκρούσεις και άνοδο του λαϊκού κινήματος, μετά τις ποικίλες ανακατατάξεις στα αστικά κόμματα σ’ αυτήν την πενταετία, σ’ ένα επόμενο στάδιο γίνεται έκδηλη και αναγκαία, από τη σκοπιά του κεφαλαίου, η δημιουργία μιας εναλλακτικής λύσης στηριγμένης αυτή τη φορά στη δυναμική των λαϊκών αγώνων. Σ’ αυτούς του χειρισμούς ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει τον κεντρικότερο ρόλο. Η δημιουργία κυβέρνησης της Αριστεράς απέναντι στο λαϊκό κίνημα παίρνει τη μορφή ρεαλιστικής πρότασης εξουσίας. Καθώς μάλιστα το ΚΚΕ έχει πολιτική δύναμη που αντλείται από τη σχέση εκπροσώπησης που διαθέτει με τις ταξικές δυνάμεις και έχει τη δυνατότητα να οργανώσει σε ταξική βάση και να προσανατολίσει το λαϊκό κίνημα σε αντικαπιταλιστική προοπτική η επίμονη πρόσκλησή του από το ΣΥΡΙΖΑ σε συγκυβέρνηση έχει απώτερο στόχο να βοηθήσει στη σταθερότητα και την ανάρρωση του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος, απορροφώντας τις ρωγμές από την άνοδο των ταξικών αγώνων και αποτρέποντας της διατάραξη του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων εις όφελος του κεφαλαίου.
Όπως στη δεκαετία του ’80 φαινόταν πως το ρεαλιστικό ήταν ότι η Αριστερά μπορούσε να επιβάλλει την εναλλακτική λύση στο καπιταλιστικό σύστημα και μια κυβέρνηση της αριστεράς
https://www.facebook.com/profile.php?id=100007925084483&fref=nf
θεωρούνταν η απάντηση και το επιστέγασμα του δυναμικού των ταξικών αγώνων. Οι κυβερνήσεις όμως της αριστεράς –σοσιαλιστική κυβέρνηση στη Γαλλία με συμμετοχή των κομμουνιστών, ιστορικός συμβιβασμός στην Ιταλία, σοσιαλιστικό κόμμα στην Ισπανία, αλλαγή στην Ελλάδα –με τις μεταρρυθμίσεις τους δεν άνοιξαν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Ενσάρκωσαν τις ελπίδες πολλών δεκαετιών των αγωνιστών της αριστεράς που πίστεψαν στην ειρηνική μετάβαση στο σοσιαλισμό μέσα από το μετασχηματισμένο αστικό κράτος, σαν να μην υπήρχε αστική τάξη που θα πάλευε για τα προνόμια της, σαν να ήταν δυνατό να υπάρξει νίκη της εργατικής τάξης χωρίς αγώνα και σύγκρουση. Η εμπειρία έδειξε πως οι μηχανισμοί του αστικού κράτους παρά τους οποιουσδήποτε μετασχηματισμούς τους δεν αναπαράγουν τελικά παρά τους όρους της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μετά λοιπόν απ’ αυτή την εμπειρία πώς μπορεί να γίνει πιστευτή η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ σε μια εποχή μάλιστα σφοδρής καπιταλιστικής επίθεσης;
Εξάλλου και το κυβερνητικό πρόγραμμα της αριστερής κυβέρνησης, κι αυτό όπως και της δεξιάς, δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη και αναδιάρθρωση του καπιταλισμού με τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες μάλιστα να εκπορεύονται από τα κυρίαρχα καπιταλιστικά κέντρα. Μπροστά λοιπόν στην ανάγκη της γρήγορης εξόδου από την κρίση, όσο η Αριστερά βρίσκεται στην Κυβέρνηση, κάθε χειροτέρευση των δεικτών της οικονομικής ανάπτυξης θα έχει σαν αποτέλεσμα στροφή προς συντηρητικότερες κατευθύνσεις και εγκατάλειψη κάθε πίστης σε αριστερές εξαγγελίες. Και θα είναι τότε η «σοβαρότερη» Χρυσή Αυγή η επόμενη εναλλακτική λύση του συστήματος.
Κι αν υποστηρίζεται η υπερψήφιση του ΚΚΕ δεν είναι για να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση που θα διαχειριστεί την κρίση τιθασεύοντας το εργατικό κίνημα προς όφελος του κεφαλαίου, όπως έδειξε η προηγούμενη εμπειρία, αλλά για να αναδειχτεί πως η καπιταλιστική κρίση δημιουργεί δυνατότητες εκλογικών νικών των κομμουνιστών όχι για να συμμετέχουν σε κυβέρνηση αστική αλλά για όξυνση της ταξικής πάλης. Αν η καπιταλιστική κρίση γίνει φάση όξυνσης των ταξικών συγκρούσεων και της κρίσης της αστικής εξουσίας με πρωτοβουλία των πολιτικών δυνάμεων του κομμουνισμού και όχι φάση εξισορρόπησης της ταξικής πάλης, φάση που μπορεί να προετοιμαστεί η εργατική τάξη με καλύτερους όρους τότε οι δυνατότητες της τελικής επικράτησης είναι μεγαλύτερες. Οι εκλογές δεν είναι η κεντρική σύγκρουση, είναι η συγκυρία που μπορεί να επαναβεβαιώσει πως αυτή η σύγκρουση προετοιμάζεται και οργανώνεται για να είναι νικηφόρα για την εργατική τάξη.
Η μήπως αρνούμενοι να δούμε την ταξική σύγκρουση αναθέτουμε ακόμα και την επιβίωσή μας στις καλές διαθέσεις της κυρίαρχης τάξης και των εκπροσώπων της;
Λίγες μέρες από τις εκλογές και η πλειοδοσία σε λύσεις για την καπιταλιστική κρίση από τα αστικά κόμματα καλά κρατεί. Τα κυβερνώντα κόμματα υπεραμύνονται της μέχρι τώρα διακυβέρνησής τους που υποστηρίζουν πως εξασφαλίζει την επιτυχή έξοδο από την κρίση, χωρίς να θεωρούν ότι απαιτείται περαιτέρω ανάπτυξη και ανάλυση επ’ αυτού. Ο Α. Σαμαράς διαβεβαιώνει ότι «Εμείς προχωρούμε πάντοτε με κριτήριο το έθνος, την πατρίδα, τη θρησκεία και πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον του τόπου» ενώ ο Ε. Βενιζέλος ότι δεν θα αφήσουν το αεροπλάνο με κυβερνήτη τον Α. Τσίπρα «να πάει σε λάθος προορισμό». Και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ που ετοιμάζεται να κυβερνήσει έχει κάνει την ελπίδα κυρίαρχο σύνθημά της για να πείσει το εκλογικό σώμα να την ψηφίσει, ενώ το ΠΟΤΑΜΙ που οι δημοσκοπήσεις το φέρουν τρίτο κόμμα δεν κρύβει την πρόθεσή του για συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κι αν κανείς αναζητήσει πολιτικά κριτήρια που να ανταποκρίνονται στο μέγεθος των πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε και που να καθορίζουν τη συμπεριφορά των κομμάτων σ’ αυτές τις εκλογές θα είναι δύσκολο να βρει. Η επίδειξη μιας υποκριτικής και παραπλανητικής εικόνας προθέσεων και επιλογών αποκρύπτει σκοπιμότητες και επιλογές που συμβάλουν σ’ αυτό που είναι ο στόχος, στη συνολική υποταγή όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Δεν είναι τυχαίο που όταν γίνεται λόγος για την επόμενη μέρα των εκλογών η διαμόρφωση μιας συμμαχικής κυβέρνησης αναζητείται μεταξύ αυτών, του συνόλου δηλ. των αστικών κομμάτων, που γενικώς επαγγέλλονται βελτίωση των όρων ζωής, όχι σύμφωνα με οποιαδήποτε ταυτότητα με βάση την τάξη, αλλά σύμφωνα με την υπόσχεση μιας άλλης πολιτικής. Και εδώ έρχεται η ελπίδα, το κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι μπορούμε να ελπίζουμε τα πάντα μέχρι την ημέρα των εκλογών. Κι αυτό το πάντα περιλαμβάνει την ελπίδα των πιο συντηρητικών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι έγκυρος διαχειριστής της στρατηγικής του καπιταλισμού αλλά και των αριστερών ότι μπορεί να είναι έγκυρος διαχειριστής και των οραμάτων της αριστεράς.
Συνεπώς, επειδή λόγω κρίσης η παρατεταμένη εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος και ιδιαίτερα της μικροαστικής τάξης στα παραδοσιακά αστικά κόμματα έχει διαρραγεί και επιπλέον επειδή φοβίζει η πιθανότητα ριζοσπαστικοποίησης μεγάλου μέρους και των μικροαστικών στρωμάτων προκρίνεται πως ο εγκλωβισμός τους σε μια κυβέρνηση της αριστεράς μπορεί να μπλοκάρει την ανάπτυξη μαζικού κινήματος. Καθώς η καπιταλιστική κρίση πάντα υπάρχει κίνδυνος να πυροδοτήσει ταξικές συγκρούσεις και άνοδο του λαϊκού κινήματος, μετά τις ποικίλες ανακατατάξεις στα αστικά κόμματα σ’ αυτήν την πενταετία, σ’ ένα επόμενο στάδιο γίνεται έκδηλη και αναγκαία, από τη σκοπιά του κεφαλαίου, η δημιουργία μιας εναλλακτικής λύσης στηριγμένης αυτή τη φορά στη δυναμική των λαϊκών αγώνων. Σ’ αυτούς του χειρισμούς ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει τον κεντρικότερο ρόλο. Η δημιουργία κυβέρνησης της Αριστεράς απέναντι στο λαϊκό κίνημα παίρνει τη μορφή ρεαλιστικής πρότασης εξουσίας. Καθώς μάλιστα το ΚΚΕ έχει πολιτική δύναμη που αντλείται από τη σχέση εκπροσώπησης που διαθέτει με τις ταξικές δυνάμεις και έχει τη δυνατότητα να οργανώσει σε ταξική βάση και να προσανατολίσει το λαϊκό κίνημα σε αντικαπιταλιστική προοπτική η επίμονη πρόσκλησή του από το ΣΥΡΙΖΑ σε συγκυβέρνηση έχει απώτερο στόχο να βοηθήσει στη σταθερότητα και την ανάρρωση του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος, απορροφώντας τις ρωγμές από την άνοδο των ταξικών αγώνων και αποτρέποντας της διατάραξη του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων εις όφελος του κεφαλαίου.
Όπως στη δεκαετία του ’80 φαινόταν πως το ρεαλιστικό ήταν ότι η Αριστερά μπορούσε να επιβάλλει την εναλλακτική λύση στο καπιταλιστικό σύστημα και μια κυβέρνηση της αριστεράς
https://www.facebook.com/profile.php?id=100007925084483&fref=nf
θεωρούνταν η απάντηση και το επιστέγασμα του δυναμικού των ταξικών αγώνων. Οι κυβερνήσεις όμως της αριστεράς –σοσιαλιστική κυβέρνηση στη Γαλλία με συμμετοχή των κομμουνιστών, ιστορικός συμβιβασμός στην Ιταλία, σοσιαλιστικό κόμμα στην Ισπανία, αλλαγή στην Ελλάδα –με τις μεταρρυθμίσεις τους δεν άνοιξαν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Ενσάρκωσαν τις ελπίδες πολλών δεκαετιών των αγωνιστών της αριστεράς που πίστεψαν στην ειρηνική μετάβαση στο σοσιαλισμό μέσα από το μετασχηματισμένο αστικό κράτος, σαν να μην υπήρχε αστική τάξη που θα πάλευε για τα προνόμια της, σαν να ήταν δυνατό να υπάρξει νίκη της εργατικής τάξης χωρίς αγώνα και σύγκρουση. Η εμπειρία έδειξε πως οι μηχανισμοί του αστικού κράτους παρά τους οποιουσδήποτε μετασχηματισμούς τους δεν αναπαράγουν τελικά παρά τους όρους της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μετά λοιπόν απ’ αυτή την εμπειρία πώς μπορεί να γίνει πιστευτή η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ σε μια εποχή μάλιστα σφοδρής καπιταλιστικής επίθεσης;
Εξάλλου και το κυβερνητικό πρόγραμμα της αριστερής κυβέρνησης, κι αυτό όπως και της δεξιάς, δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη και αναδιάρθρωση του καπιταλισμού με τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες μάλιστα να εκπορεύονται από τα κυρίαρχα καπιταλιστικά κέντρα. Μπροστά λοιπόν στην ανάγκη της γρήγορης εξόδου από την κρίση, όσο η Αριστερά βρίσκεται στην Κυβέρνηση, κάθε χειροτέρευση των δεικτών της οικονομικής ανάπτυξης θα έχει σαν αποτέλεσμα στροφή προς συντηρητικότερες κατευθύνσεις και εγκατάλειψη κάθε πίστης σε αριστερές εξαγγελίες. Και θα είναι τότε η «σοβαρότερη» Χρυσή Αυγή η επόμενη εναλλακτική λύση του συστήματος.
Κι αν υποστηρίζεται η υπερψήφιση του ΚΚΕ δεν είναι για να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση που θα διαχειριστεί την κρίση τιθασεύοντας το εργατικό κίνημα προς όφελος του κεφαλαίου, όπως έδειξε η προηγούμενη εμπειρία, αλλά για να αναδειχτεί πως η καπιταλιστική κρίση δημιουργεί δυνατότητες εκλογικών νικών των κομμουνιστών όχι για να συμμετέχουν σε κυβέρνηση αστική αλλά για όξυνση της ταξικής πάλης. Αν η καπιταλιστική κρίση γίνει φάση όξυνσης των ταξικών συγκρούσεων και της κρίσης της αστικής εξουσίας με πρωτοβουλία των πολιτικών δυνάμεων του κομμουνισμού και όχι φάση εξισορρόπησης της ταξικής πάλης, φάση που μπορεί να προετοιμαστεί η εργατική τάξη με καλύτερους όρους τότε οι δυνατότητες της τελικής επικράτησης είναι μεγαλύτερες. Οι εκλογές δεν είναι η κεντρική σύγκρουση, είναι η συγκυρία που μπορεί να επαναβεβαιώσει πως αυτή η σύγκρουση προετοιμάζεται και οργανώνεται για να είναι νικηφόρα για την εργατική τάξη.
Η μήπως αρνούμενοι να δούμε την ταξική σύγκρουση αναθέτουμε ακόμα και την επιβίωσή μας στις καλές διαθέσεις της κυρίαρχης τάξης και των εκπροσώπων της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου