Γράφει ο Σφυροδρέπανος //
Χτες συμπληρώθηκαν 28 χρόνια (πότε κιόλας;) από το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, το μεγάλο τελικό με τους Σοβιετικούς και το πρώτο χρυσό μετάλλιο της «επίσημης αγαπημένης», με τον Γκάλη, το Γιαννάκη, το Φασούλα και τα άλλα παιδιά. Το Ατέχνως επιχειρεί μια μικρή ανάλυση για όσα μας έμειναν κι όσα έχουν αλλάξει από τα χρόνια της Αλλαγής και το λεγόμενο «τιρινινί» (από τις νότες του δημοφιλούς «Final Countdown», που έντυσε μουσικά τη διοργάνωση).
-Τα συγχαρητήρια του σοβιετικού Γκομέλσκι στη Μαυριτανία για τη νίκη της –μπηχτή για τις «συνθήκες ζούγκλας» του τελικού. Μετά από τόσα χρόνια, τα φαβορί εξακολουθούν να ψάχνουν άλλοθι για τις αποτυχίες τους. Ενώ η Ελλάδα παραμένει ελαφρώς τριτοκοσμική, αήττητη από Μαυριτανούς και Σοβιετικούς (καθώς η ΕΣΣΔ διαλύθηκε το 91’) αλλά η ποδοσφαιρική μας ομάδα χάνει απ’ τα νησιά Φερόε, που δεν έχουν δύο σερί νίκες ούτε καν σε προπονητικό διπλό.
-Οι δηλώσεις του Γκάλη, που μιλούσε κυρίως μες στο γήπεδο και ναι μεν δεν ήταν ο καλύτερος χειριστής της ελληικής γλώσσας αλλά ήταν μεγάλος ατακαδόρος. Ήξερε πως θα νικούσαμε τους Ιταλούς στον προημιτελικό, γιατί «είδα το φόβο μες στα μάτια τους», αλλά δεν έβαζε ταβάνι μετά από καμία νίκη, που ήταν απλώς η μεγαλύτερη μέχρι την επόμενη.
Σήμερα ο Γκάλης έχει δει να γίνεται ένα φιλικό προς τιμήν του και την κεντρική σάλα του Αλεξανδρείου να παίρνει το όνομά του, μόλις πρόπερσι. Κάλλιο αργά παρά ποτέ…
-Η ιαχή του Φίλιππα Συρίγου «όχι τρίποντο» στην τελευταία επίθεση των σοβιετικών με το Γιοβάισα. Από τις πιο νηφάλιες μεταδόσεις, χωρίς πολλές εθνικιστικές κορόνες.
Πέρυσι, ο γενειοφόρος δημοσιογράφος με τη μαχητική αρθρογραφία ενάντια στο φαγοπότι των Ολυμπιακών, έχασε τη μάχη με τον καρκίνο και μαζί του πιθανότα εξέλιψε εντελώς το ούτως ή άλλως προς εξαφάνιση είδος του «τίμιου καλού Πασόκου».
-Το βάθρο όπου βρέθηκαν η Ελλάδα της αλλαγής, η Σοβιετική Ένωση της Περεστρόικα και η (μετα)τιτοϊκη Γιουγκοσλαβία. Ένας τρίτος δρόμος είναι εφικτός…
Σήμερα έχει επικρατήσει πλήρως η Νέα Τάξη Πραγμάτων και οι πάλαι ποτέ κραταιές δυνάμεις είναι κατακερματισμένες κι αποδυναμωμένες (μπασκετικά και όχι μόνο).
-Ο τίμιος γίγαντας Αργύρης Καμπούρης, που πέτυχε τις κρίσιμες βολές στο φινάλε κι ως γνήσιο τέκνο της εργατιάς, κατήγαγε μια στρατηγικής σημασίας νίκης επί των αθλητικών αντιπροσώπων του ρεβιζιονισμού και της Περεστρόικα.
Σήμερα ο Καμπούρης περνάει συνήθως απαρατήρητος κάπου στα επίσημα του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (με το σοβιετικής ‘τεχνοτροπίας’ όνομα).
-Ο άλλος τίμιος γίγαντας, Βλαντίμιρ Τκατσένκα (που όλοι το λένε Τσατσένκο για να ξεμπερδεύουν). Και η τρομερή ακούσια αγκωνιά του στον Παναγιώτη Γιαννάκη, που δεν ήθελε και πολύ τότε, για να δακρύσει («κλά-ψε, κλά-ψε…»).
SabonisTsatsenko
Σήμερα ο μη αστικός μύθος μας λέει πως ο Τσατσένκο είναι οδηγός ταξί, για να βγάλει τα προς το ζην (αν και μόνο ένα Λάντα θα μπορούσε να χωρέσει το 220 εκατοστών σκαρί του). Έχει ένα γιο που ασχολείται με το μπάσκετ και δίνει συχνά το «παρών» στους αγώνες της αγαπημένης του ΤΣΣΚΑ.
Έτσι για κάθε αντισοβιετικό θαύμα της φύσης (λέγε με Σαμπόνις), θα υπάρχει πάντα ένας τίμιος γίγαντας, σαν τον Τσατσένκο, πιο συμβατικής τεχνολογίας, αλλά με φλογερή (σαν του Ντάνκο) καρδιά.
Θα ξανάρθει η ρουτίνα και θα ξανάρθουνε βροχές
Μα κάτι άλλαξε από χτες, είμαστε πια πρωταθλητές
Έρχονται άλλες εποχές
Τραγουδούσαν για το 87’ οι Φατμέ κι ο Πορτοκάλογλου.
Σήμερα είμαστε πρωταθλητές στην ανεργία, ενώ όλα σχεδόν έχουν αλλάξει προς το χειρότερο. Ιδίως τα τραγούδια της εθνικής («σήκωσέ το» και «στη Βραζιλία ήρθα»).
Μόνο το μπάσκετ εξελίσσεται, ενίοτε όμως εις βάρος του θεάματος. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία…