30 Αυγ 2015

Σύριζα εσωτερικού

 Σύριζα εσωτερικού



Δε θυμάμαι ποιος σφος είχε σχολιάσει σε μια κουβέντα (ή μήπως κάπου στο διαδίκτυο;) πως το σήμα και τα χρώματα της Λαφαζανικής Ενότητας του φέρνουν κάπως σε Κκε εσωτερικού, (οι πράσινες) οι κόκκινες, οι θαλασσιές οι χάντρες, με το κόκκινο να μπαίνει για ξεκάρφωμα και το γαλάζιο να υποδηλώνει τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τον εθνικό δρόμο κάθε κόμματος προς το σοσιαλισμό. Όπως σημειώνει εύστοχα όμως κι ο Κώστας Σκολαρίκος στη μελέτη του για τον «ευρωκομμουνισμό», αυτές οι ιδιαιτερότητες και η σχετική αυτονόμηση εξαφανίζονταν ως δια μαγείας μπροστά στο στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Θυμάμαι παρεμπιπτόντως και μια άλλη πετυχεσιά ενός φιλοκυβερνητικού διαδικτυακού παράγοντα, που υποστήριζε την παραμονή της χώρας στην ΕΕ, με το σκεπτικό πως είναι απαραίτητο να υπάρχει κάποια μορφή ολοκλήρωσης, οπότε ελλείψει άλλης εναλλακτικής ας βολευτούμε με αυτή που έχουμε. Κι είναι φοβερό πως αυτού του είδους οι «αριστεροί» -που δε θέλουν να γίνουν παρένθεση, για αυτό και μπαίνουν σε εισαγωγικά- πέρασαν κάποτε και δεν ακούμπησαν από το κόμμα κι από το έργο του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό, με το οποίο μπορεί να συντάχτηκαν προσωρινά, πιθανότατα με τη λογική πως είναι απαραίτητο να υπάρχει μια μορφή... «ολοκληρωτισμού» και διάλεξαν μία στην τύχη.

Προσωπικά, τα χρώματα της ΛαΕ με το αστεράκι μου θυμίζουν πιο πολύ τη σημαία της Χιλής, που παραπέμπει ευθέως στην Unidad Popular και την πικρή αλήθεια της –που τελικά δεν έγινε μάθημα σε πάρα πολλούς. Ο Μπερλίνγκουερ και το Ιταλικό ΚΚ πχ (κι όχι ΚΚ Ιταλίας, για να μην παραπέμπει στα εθνικά τμήματα-μέλη της Κομιντέρν και σε τζιζ, απαγορευμένες αναμνήσεις) αξιοποίησε τη χιλιάνικη πείρα, για να φτάσει στο έτοιμο πολιτικό συμπέρασμα πως χρειάζεται ακόμα πιο πλατιά ενότητα, που σύντομα θα οδηγούσε στην ιδέα και την πολιτική του ιστορικού συμβιβασμού (με την αστική τάξη).

Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο παραλληλισμός της ΛαΕ και του Εσ. Παρουσιάζει ενδιαφέρον κι ιντριγκαδόρικες ομοιότητες.
Αφενός η ραγδαία μνημονιακή «μετάλλαξη» -που μπαίνει σε εισαγωγικά, γιατί το ρηχό, αντιμνημονιακό μέτωπο είναι απλώς η άλλη όψη του ίδιου (εθνικού) νομίσματος, που εξακολουθεί να πρεσβεύει ο Λαφαζάνης- του Σύριζα τον κατέστησε οργανικό τμήμα της τρόικας εσωτερικού και μάλλον κάτι σα Σύριζα εξωτερικού, που παίρνει γραμμή από το Βερολίνο και το διεθνές κέντρο. Κι έτσι για τη ΛαΕ μένει ο ρόλος του Σύριζα εσ. που χαράζει το δικό του εθνικό δρόμο, εκτός ευρωζώνης, όχι όμως κι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ούτε με ευρώ, ούτε και ΕΕ, κάτι σαν τον τρίτο δρόμο και τις αυταπάτες του. Μπορεί να ιδρύσει επίσης και το κίνημα των Αδεσμεύτων ευρωσκεπτικιστών, που είναι μεν σκεπτικοί, αλλά όχι και τελείως αρνητικοί, μάλλον αναποφάσιστοι. Να μείνουμε, να φύγουμε... να μείνουμε, να φύγουμε... Στο κάτω-κάτω της γραφής, κάποια μορφή ολοκλήρωσης είναι απαραίτητη...
Και την ίδια ώρα μαδάνε σα μαργαρίτες τα δικαιώματα των λαών της Ευρώπης.

Αφετέρου γιατί η διάσπαση του 68’, από την οποία προήλθε το λεγόμενο εσωτερικού, παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με τη διάσπαση του 91’, από την οποία προέκυψε το αριστερό ρεύμα κι ο πολιτικός του απόγονος, η ΛαΕ. Κι αν είναι κάπως δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς το σκεπτικό και την πολιτική σχιζοφρένεια όσων έζησαν το 68’ και υποστήριξαν τη 12η ολομέλεια, για να μετανιώσουν ουσιαστικά στο 13ο συνέδριο, με 23 χρόνια καθυστέρηση (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Φαράκος, που στους «Στοχασμούς» του απολογείται αναδρομικά για τη στάση του και νομιμοποιεί ουσιαστικά τις θέσεις του Εσ.), είναι πιο εύκολο να προσδιορίσει κανείς την πολιτική γεωγραφία των δύο διασπάσεων με βάση το σημερινό, πολιτικό σκηνικό και τη θέση των πολιτικών τους απογόνων. Το 68’ ήταν ΔημΑρ, το 91’ ήταν ΛαΕ. Πρόκειται στην ουσία για το ίδιο πολιτικό στίγμα, που το υποστήριξαν από κοινού επί χρόνια, στα πλαίσια της ειρηνικής τους συνύπαρξης στο Συνασπισμό, και για διαφορά φάσης. Πχ την (αμελητέα) διαφορά μεταξύ «αριστερού» και «δεξιού» ευρωκομμουνισμού, ή τη διαφορά μεταξύ των κινηματογραφικών συνεχειών μιας ταινίας, πχ Rocky I και Rocky IV. Μόνο το πρώτο βραβεύτηκε με Όσκαρ, αλλά το 4 ήταν χυδαίος αντικομμουνισμός, στην πιο προλεκάλτ, χυδαία και φαιδρή εκδοχή του, και γι’ αυτό πήρε το Όσκαρ στις καρδιές μας. Κι αυτή η μαγική μελωδία της (κινηματικής) παρακμής, του 60’ και του 80’...

Ένα κοινό χαρακτηριστικό των χώρων που γεννήθηκαν απ’ αυτές τις κρίσεις, είναι πως εξακολουθούσαν να τις κατατρύχουν και να πλανώνται πάνω από τη δράση τους τα φαντάσματα του παρελθόντος, που τους εξώθησαν θεωρητικά στη ρήξη και τη διάσπαση. Κάποιοι σφοι του Αριστερού Ρεύματος στο Συνασπισμό, για παράδειγμα, έβρισκαν το Λαφαζάνη νεοσταλινικό κι αντιευρωπαϊστή, δηλ πολέμιο του Μάαστριχτ και της Ένωσης, (σε στιλ δελτίου ειδήσεων του Αντ-1)· ίσως η πιο άδικη από τις πολλές κατηγορίες που θα μπορούσε να του προσάψει κανείς.
Στο Κκε εσ. αντίστοιχα ήταν συχνές οι σπόντες για επιβίωση του πνεύματος του δογματισμού και κατάλοιπα του ανώμαλου παρελθόντος, στα πλαίσια των εσω-οργανωτικών τους προστριβών. Ενώ το πιο διασκεδαστικό είναι πως διαμορφώθηκαν σύντομα δύο κέντρα, η Κε και το Γραφείο Εσωτερικού που αντιπαρατέθηκαν μεταξύ τους, αναπαράγοντας εν πολλοίς αυτούσιο το σχήμα της διάσπασης του 68’: η ηγεσία που αποφασίζει από το εξωτερικό, κι οι επικεφαλής στο εσωτερικό, που διεκδικούν πιο ενεργό ρόλο και βασικά την ηγεσία για το λογαριασμό τους.
Κοινή συνισταμένη σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ο αδιάπτωτος φραξιονισμός που οδήγησε νομοτελειακά στην ανυποληψία και την περιθωριοποίηση τους οπορτουνιστικούς πόλους (το εσ. και το Συν αντίστοιχα).

Η βασική ομοιότητα όμως των δύο διασπάσεων αφορά τα αριθμητικά δεδομένα και τους συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν πριν, κατά τη διάρκεια και κυρίως μετά απ’ αυτές. Τόσο οι αναθεωρητές του 68’ όσο κι οι ανανεωτές του 91’ πίστευαν πως διαθέτουν άνετη πλειοψηφία στο στελεχικό δυναμικό του κόμματος. Κι αν αυτό τίθεται υπό αμφισβήτηση στην περίπτωση της 12ης ολομέλειας, ήταν αρκετά σαφές στο δρόμο για το 13ο συνέδριο, όταν πχ ο «πιο αριστερός» στη σύνθεση της Επιτροπής Προγράμματος ήταν ο Λαφαζάνης. Παρόλα αυτά, και τις δύο φορές η μεγάλη πλειοψηφία της κομματικής βάσης ακολούθησε το κουκουέδικο Κουκουέ και όχι τα ερζάτς υποκατάστατά του ή όσους φιλοδοξούσαν να το διαλύσουν. Κι αν στη διάσπαση του 68’, οι αναθεωρητές παρηγοριόντουσαν επικαλούμενοι τη στήριξη των σοβιετικών και του διεθνούς παράγοντα, για να δικαιολογήσουν την ήττα τους (αναγνωρίζοντας, ακόμα κι αυτοί, ωστόσο το σημαντικό ρόλο του Χαρίλαου στην «εσωτερικοποίηση» του Κκε, για να γείρει υπέρ του η πλάστιγγα), το 91’ αυτή η δικαιολογία δεν ευσταθούσε, καθώς το διεθνές κέντρο βρισκόταν κατ’ ουσίαν υπό διάλυση και στο βαθμό που υπήρχε και μπορούσε να επηρεάσει πράγματα και καταστάσεις, υποστήριζε τις δικές του απόψεις.

Αυτό που διαφεύγουν συστηματικά πάντως από την ιστορική θεώρηση των εκάστοτε ανανεωτών είναι: η στήριξη της δικής τους πλευράς από τμήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, είτε από την ορθόδοξη πτέρυγα (επί Νικήτα, που «έλιωναν οι πάγοι», ή επί «Περεστρόικα» με το Γκορμπατσόφ), είτε όχι (με το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα). Ο βούρκος του αδιάκοπου φραξιονισμού που γέννησε αλλά και βούλιαξε τα εγχειρήατά τους, καταδικάζοντάς τα σε φθορά διαρκείας. Κι η οργανική σύνδεση του ΚΚ Ελλάδας με τις λαϊκές μάζες, οι βαθιές ρίζες του στον ελληνικό λαό, που έχει πάντα τον τελευταίο και καθοριστικό λόγο, είτε με τη δράση του είτε δια της απουσίας του.

Αλλά αυτά μπορεί να τα δούμε αναλυτικά σε κάποια προσεχή ανάρτηση...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ