31 Αυγ 2015

Ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης φέρνει τα μνημόνια

Ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης φέρνει τα μνημόνια

Το ερώτημα που προκύπτει από την πορεία της 7μηνης συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι, πώς μία κυβέρνηση κομμάτων που πριν από το Γενάρη του 2015 διακήρυσσαν το τέλος των μνημονίων έφτασε να υπογράφει ένα νέο 3ο μνημόνιο; Αυτό το γεγονός, που εμφανίζεται ως κάτι παράδοξο, κάτι απρόβλεπτο, που η αστική προπαγάνδα - από όποια πλευρά - το παρουσιάζει ως αναγκαίο κακό, στην πραγματικότητα δεν ήταν και τόσο απροσδόκητο. Οταν το ΚΚΕ, ήδη πριν από τις εκλογές του Γενάρη του 2015, έλεγε ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της εξουσίας του κεφαλαίου, της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα συνεχίσει - ανεξάρτητα από τις διακηρύξεις της - την αντιλαϊκή πολιτική, είτε την ονομάζει μνημόνιο είτε κάπως αλλιώς, δεν ήταν μια τυχαία εκτίμηση. Μέσα σε 7 μήνες η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώθηκε. Το γεγονός είναι ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στα 3 μνημόνια αποτελούν αναδιαρθρώσεις αναγκαίες για τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης, για τη στήριξη δηλαδή των προσπαθειών για να στηριχθούν τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων, να ξανατονωθεί το ενδιαφέρον τους για επενδύσεις. Είναι τρανταχτή απόδειξη ότι ο στόχος της καπιταλιστικής ανάκαμψης πάει χέρι χέρι με την αντιλαϊκή πολιτική, με την πολιτική χτυπήματος εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, με την πολιτική ανοίγματος νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο και κατά συνέπεια δεν συμβαδίζει με υποσχέσεις για ανάκτηση απωλειών, ανακούφιση των εργαζομένων. Η διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης απαιτεί τη συνεχή εφαρμογή αναδιαρθρώσεων σε συνδυασμό με τη φοροληστεία αλλά και τις δραστικές περικοπές από τον κρατικό προϋπολογισμό κονδυλίων που δίνονταν για κάποιες λαϊκές ανάγκες, έτσι ώστε να συσσωρεύεται χρήμα στα κρατικά ταμεία κ.λπ. Μέτρα που σε μια σειρά από καπιταλιστικά κράτη είχαν υλοποιηθεί εδώ και μια δεκαετία και που καθυστέρησε η εφαρμογή τους στην Ελλάδα. Αποδείχθηκε ότι ακόμα και η δυνατότητα για λίγα ψίχουλα είναι περιορισμένη. Ο ΣΥΡΙΖΑ πόνταρε όλη του την προεκλογική εκστρατεία πριν από το Γενάρη στο ενδεχόμενο να αλλάξει ο τρόπος εφαρμογής αυτών των αναδιαρθρώσεων και όχι στην αμφισβήτηση επί της ουσίας τους, παρά τα όσα έλεγε. Να επιμηκυνθεί η διάρκεια εφαρμογής, να υπάρξει σταδιακή προσαρμογή, να αλλάξει η ιεράρχησή τους, να συνδυαστεί με ορισμένα ψίχουλα που θα μπορούσαν να αλλάξουν το κλίμα αποδοχής τους. Αυτό το ενδεχόμενο στηριζόταν στην πιθανότητα να χαλαρώσουν ορισμένοι όροι της δημοσιονομικής σταθερότητας, κάτι άλλωστε που ζητούσαν και τμήματα του κεφαλαίου στην Ελλάδα, να εξασφαλιστούν ορισμένοι όροι κρατικής στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης (π.χ. φθηνή Ενέργεια για τη βιομηχανία, κρατικό χρήμα για επενδύσεις κ.λπ.) και ταυτόχρονα να υπάρξει κάποια μικρή, έστω αναιμική ανάκαμψη που να μπορεί να ευνοήσει ορισμένα μέτρα - ασπιρίνες προς την ακραία φτώχεια, όπως αποτυπωνόταν στο πρόγραμμα της αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης. Τα πράγματα βεβαίως ήρθαν αλλιώς. Οι διαπραγματεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το μείγμα διαχείρισης (που δεν αφορούσαν κυρίως την Ελλάδα), σε συνδυασμό με την όξυνση των ανταγωνισμών για το μέλλον της Ευρωζώνης, τις ανησυχίες για την πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ευρώπη, τις δυσκολίες για το πέρασμα στην καπιταλιστική ανάκαμψη στην Ελλάδα, την πορεία του ελληνικού δημόσιου χρέους, κατέδειξαν ότι τα περιθώρια χαλάρωσης των πολιτικών διαχείρισης της κρίσης ήταν ελάχιστα.

Τα μνημόνια έχουν συνέχεια. Είναι συμφωνίες της Ελλάδας με τους διακρατικούς καπιταλιστικούς οργανισμούς (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας - ESM και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), που συμμετέχουν στη δανειοδότησή της ως μέσο για την έξοδο της καπιταλιστικής οικονομίας της από την οικονομική κρίση, τη διαχείριση της οποίας δυσκολεύει αφάνταστα το μεγάλο κρατικό χρέος που πρέπει να αποπληρώνεται. Χρέος που βεβαίως δημιουργήθηκε από κρατικές λειτουργίες για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων (φοροαπαλλαγές, κρατικές επιδοτήσεις κ.λπ.).
Ηδη απ' το 1ο ακόμα μνημόνιο το ΚΚΕ είχε αναδείξει ότι στις γραμμές του περιλαμβάνονται προωθούμενες αναδιαρθρώσεις που υπήρξαν πάγιοι στόχοι του κεφαλαίου, ενταγμένοι στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης πολύ πριν από την καπιταλιστική οικονομική κρίση. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από όλη την πορεία των μνημονίων μέχρι σήμερα.
Για παράδειγμα, οι προωθούμενες σήμερα ανατροπές στο Ασφαλιστικό, αν και έχουν ουρά χρόνων πίσω τους καθώς το ξήλωμα άρχισε στο μακρινό 1991, εντούτοις εντάθηκαν με τα μνημόνια και έχουν μια συνέχεια και κλιμάκωση από το πρώτο στο δεύτερο και στο τρίτο. Οι ανατροπές στις Συλλογικές Συμβάσεις έχουν τη βάση τους επίσης πριν από τα μνημόνια, αλλά οι πολλαπλές μορφές που έφεραν τις ανατροπές αυτές, εντάθηκαν με το πρώτο μνημόνιο και κλιμακώνονταν επίσης με τα επόμενα. Για παράδειγμα, ξεκίνησαν με τις επιχειρησιακές συμβάσεις, συνεχίστηκαν με τις ατομικές, και ενισχύθηκαν με τους ενοικιαζόμενους εργαζόμενους. Το ίδιο ισχύει με τις πολλαπλές μορφές ελαστικών εργασιακών σχέσεων, την καταστρατήγηση του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου σε συνδυασμό με τις μειώσεις μισθών κ.λπ. Το χτύπημα της μικρής αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής ανάγεται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική αλλά εντάθηκε με τα μνημόνια, ιδιαίτερα με το τρίτο γιατί η κρίση εντείνει την ανάγκη του συστήματος για συγκέντρωση της γης, ενίσχυση των μονοπωλίων του τομέα τροφίμων. Το ίδιο ισχύει με την τεράστια φορολογία των αυτοαπασχολούμενων που σε συνδυασμό με την κρίση και τον ανταγωνισμό, «πετιούνται» από την αγορά σε όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Το ίδιο αφορά και το άνοιγμα νέων αγορών και νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο, την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων σε μια σειρά τομείς, που είναι απλώς εξειδίκευση της στρατηγικής «απελευθέρωσης» αγορών και κλάδων της οικονομίας που βρίσκονταν παλιότερα σε κάποιο καθεστώς προστασίας. Είναι γι' αυτό υποκριτικό το γεγονός ότι δυνάμεις που στηρίζουν την πολιτική απελευθέρωσης π.χ. στην Ενέργεια, στηρίζουν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας σε έναν κλάδο, να αντιτίθενται με τη συγκεκριμένη μορφή που αυτή παίρνει στη μια ή την άλλη εκδοχή ιδιωτικοποίησης.
Χρειάζεται λοιπόν να βγουν συμπεράσματα απ' τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, ότι χωρίς σύγκρουση με τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, τη συμμετοχή στις διεθνείς αγορές του κεφαλαίου, το ιμπεριαλιστικό σύστημα, την ΕΕ δεν είναι δυνατόν να ανατραπούν οι πολιτικές των μνημονίων, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει έξοδος απ' την κρίση υπέρ του λαού. Αυτή είναι η αλήθεια της 7μηνης διακυβέρνησης των «αντιμνημονιακών» κατά τ' άλλα δυνάμεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ