Τρεις συνεταιρισμοί και μια κομμώτρια – Α’ Μέρος: Η Κούβα των αγροτικών συνεταιρισμών
Η πάλη για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου του λαού στην Κούβα σε συνθήκες αποκλεισμού και παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης
Γράφει η Νατάσα Τερλεξή //Τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, η εθελοντική εργασία στις διεθνείς μπριγάδες στην Κούβα, κρατούσε τρεις και πλέον μήνες. Για την Ευρωπαϊκή μπριγάδα τουλάχιστον, το κομμάτι αυτό έχει πλέον περιοριστεί αρκετά, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να συμμετάσχει και ένας εργαζόμενος με περιορισμένες μέρες άδειας, καθώς και άνθρωποι που έχουν φυσικούς περιορισμούς.
H εθελοντική εργασία στις μπριγάδες είναι κυρίως (1) τρόπος γνωριμίας με τις μονάδες αγροτικής παραγωγής και τους ανθρώπους τους και (2) γνωριμία με τον θεσμό της εθελοντικής εργασίας που, όπως επέμενε ο Τσε1, προάγει τη σοσιαλιστική συνείδηση, καθώς ο εργαζόμενος λαός παρεμβαίνει συλλογικά και λύνει προβλήματα εκεί που οι τεχνοκράτες σηκώνουν τα χέρια. Ένα από τα προβλήματα αυτά είναι ο μεγάλος αριθμός εργατικών χεριών που απαιτούνται για να μαζευτεί η σοδειά σε μια χώρα χωρίς «Μανολάδες» και χωρίς ένα εξαθλιωμένο αγροτικό προλεταριάτο να περιμένει τον εργολάβο.
Τι συναντάμε στην μπριγάδα όταν με πανάρχαια σχολικά λεωφορεία ή καρότσες τρακτέρ φτάνουμε σε ένα χωράφι να δουλέψουμε; Μπορεί να είναι κάποιο κρατικό αγροκτήματα (UBPC – Unidades Básicas de Producción Cooperativa), μπορεί να είναι παραγωγικός συνεταιρισμός (CPΑ – Cooperativas de Producción Agropecuaria). Μπορεί ακόμα να είναι συνεταιρισμός πιστώσεων και υπηρεσιών από ανεξάρτητους μικροκαλλιεργητές (CCS – Cooperativas de Créditos y Servicios). Σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, μαθαίνουμε ότι υπάρχουν και μη συνεταιρισμένοι ανεξάρτητοι αγρότες που ευθύνονται επίσης για ένα μικρό ποσοστό της αγροτικής παραγωγής.2
Ό,τι είδους αγρόκτημα και να είναι, 3 πράγματα αποτελούν το ρεφρέν που ακούσαμε από τους παραγωγούς:
– Η γη δεν είναι εμπόρευμα να πωλείται και να αγοράζεται – είναι αγαθό που ανήκει στο έθνος.
– Καθορισμένο ποσοστό της παραγωγής αγοράζεται από το κράτος και προορίζεται καταρχήν για τις ανάγκες παιδικών σταθμών, σχολείων, νοσοκομείων, κέντρων ηλικιωμένων κ.λπ.(τα λεγόμενα centros prioritarios) και μετά διατίθεται στην ευρύτερη κατανάλωση.
– Ο αγρότης δεν αφήνεται ποτέ στην τύχη του σε μια θεομηνία ή κακή σοδιά.
Από πού έρχεται, όμως, αυτή η ποικιλομορφία στην οργάνωση της παραγωγής; Πού βρίσκεται ο σοσιαλισμός εδώ; Η απάντηση έχει να κάνει με τις ίδιες τις ρίζες της κουβανικές επανάστασης. Η κυβέρνηση που προέκυψε από την επανάσταση του 1959 εκπροσωπούσε μια συμμαχία ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους φτωχούς αγρότες, τους εκμεταλλευόμενους χωρικούς που παράγουν χωρίς την εκμετάλλευση μισθωτής εργασίας.
Η πλειονότητα των ανθρώπων του μόχθου της υπαίθρου στην προ-επαναστατική Κούβα ήταν εργάτες γης στα ξένα και ντόπια «λατιφούντια» (τσιφλίκια που παρήγαγαν ζάχαρη, καφέ κ.λπ. για την αγορά των ΗΠΑ) που ζούσαν στη μιζέρια εργαζόμενοι εποχικά και αγωνιούσαν για σταθερή εργασία και ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Από τους μικροκαλλιεργητές, ελάχιστοι είχαν δικό τους χωράφι. Οι περισσότεροι αγρότες νοίκιαζαν ή αναγκάζονταν να καταπατούν τη γη που καλλιεργούσαν. Ζούσαν με τη διαρκή απειλή της έξωσης από τους γαιοκτήμονες, τους τοκογλύφους ή τις τράπεζες.
Από την περίοδο του αντάρτικου αγώνα άρχισε να δένεται σφιχτά αυτή η συμμαχία των εκμεταλλευομένων της πόλης και της υπαίθρου, χωρίς την οποία η επανάσταση ούτε θα μπορούσε να νικήσει, ούτε και θα είχε ανατρεπτικό νόημα. Εκείνοι οι νεαροί αγωνιστές που προέρχονταν από τις πόλεις και εντάχτηκαν στον Επαναστατικό Στρατό γνώρισαν δίπλα στους χωρικούς τις εξευτελιστικές μορφές εκμετάλλευσης που βίωναν και την απόλυτη ανέχεια στην οποία ζούσαν τόσοι Κουβανοί. Γνώρισαν και τη μαχητικότητα και το πνεύμα αυτοθυσίας που είχε μέσα του ο χωρικός όταν έβλεπε την προοπτική να αγωνιστεί για να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής του.
Από τα πρώτα μέτρα της επαναστατικής κυβέρνησης το 1959 ήταν η διάλυση των λατιφούντιων και η κατάργηση του συστήματος των ενοικίων στη γη, εξασφαλίζοντας με τίτλους γης την πρόσβαση στη γη για τους αγρότες που την καλλιεργούσαν.
Οι μεγάλες αγροκαλλιέργειες ζαχαροκάλαμου και εκτροφής βοοειδών όμως δεν τεμαχίστηκαν, αλλά διατηρήθηκαν ως ενιαίες επιχειρήσεις, με τη στήριξη των εργατών γης. Από αυτή τη βάση άρχισε να μεταμορφώνεται η ζωή στις αγροτικές περιοχές και να ξεφυτρώνουν αξιοπρεπείς κατοικίες, σχολεία, κλινικές και γήπεδα. Από αυτή τη βάση λύθηκε το πρόβλημα της χρόνιας ανεργίας στην ύπαιθρο, αυξήθηκε η αγροτική παραγωγή, εισάγονταν νέες τεχνολογίες και καταπολεμήθηκε η κερδοσκοπία στα τρόφιμα.
Πώς οργανώθηκε η παραγωγή σε αυτές τις μονάδες; Με δύο τρόπους: (1) Στις ζαχαροκαλλιέργειες (κυρίως) λειτούργησαν ως παραγωγικοί συνεταιρισμοί. (2) Στα βοοειδή, το ρύζι κ.ά. λειτούργησαν ως κρατικές επιχειρήσεις, όπου ο καθένας εργάζεται όπως σε ένα εργοστάσιο με μισθό. Στις κρατικές επιχειρήσεις τα μέσα παραγωγής, οι κατοικίες κ.λπ. παρέχονται από το κράτος. Στον συνεταιριστή παρέχεται δωρεάν η γη, ενώ για τα υπόλοιπα διευκολύνεται με πιστώσεις.
Όσο για τους μικροκαλλιεργητές, η επανάσταση απέκλεισε κατηγορηματικά οποιαδήποτε επιβολή είτε συνεταιριστικών μορφών είτε καθαρά κρατικών δομών στους αγρότες.3 Οι Κουβανοί κομμουνιστές, όπως εξηγεί ο Φιντέλ Κάστρο, απέρριψαν συνειδητά τις πρακτικές που τόσο καταστροφικές συνέπειες είχαν στην ΕΣΣΔ της δεκαετίας του 1930.4
Μιλώντας σε συνέλευση ανεξάρτητων αγροτών το 1967,5 ο Φιντέλ εξηγεί πολιτικά τη στάση αυτή της επανάστασης:
Ποια λύση επιδίωξε η επανάσταση; […] Αφήσαμε τον αγρότη να δουλεύει με τον τρόπο που ξέρει. Τον ελευθερώσαμε από τα ενοίκια, δηλαδή από την εκμετάλλευση, και αρχίσαμε να του παρέχουμε όλες τις υπηρεσίες που μπορούσαμε –σχολεία, γιατρούς, πιστώσεις, επικοινωνίες– ό,τι είχαμε τη δυνατότητα να δώσουμε. […]
Η αστική τάξη και οι γαιοκτήμονες χρησιμοποιούσαν πολλά επιχειρήματα. έλεγαν στον χωρικό, ‘αυτός είναι σοσιαλισμός, και σημαίνει ότι θα κοινωνικοποιήσουν τη γη σου’. Ήρθαμε λοιπόν εμείς και είπαμε στους χωρικούς, ‘αυτός είναι σοσιαλισμός και σημαίνει ότι δεν θα κοινωνικοποιήσουμε τη γη σου’. Επειδή ο σοσιαλισμός είναι μια ρεαλιστική και επιστημονική αντίληψη για την κοινωνία και επειδή η φτωχή και εκμεταλλευόμενη αγροτιά είναι οπωσδήποτε σύμμαχος της εργατικής τάξης, πρέπει να της συμπεριφερόμαστε όπως σε έναν επαναστάτη, σε έναν σύντροφο, σε έναν φίλο […].
Εξάλλου, τι είναι η επανάσταση; Η κοινωνική επανάσταση είναι η ενότητα όλων των εκμεταλλευομένων ενάντια στους εκμεταλλευτές. […] Ο χωρικός δεν εκμεταλλευόταν κανέναν. Δούλευε τη γη με τα ίδια του τα χέρια και τον εκμεταλλεύονταν. Εκ των πραγμάτων είναι σύμμαχος της επανάστασης. Και στη δική μας επανάσταση μάλιστα, η αγροτιά έπαιξε σημαντικότατο ρόλο, καθώς οι πρώτοι αντάρτικοι πυρήνες σχηματίστηκαν στα βουνά, μεταξύ των χωρικών.
Η επαναστατική κυβέρνηση επίσης κατανοούσε ότι απαιτείται μια πολύπλευρη οικονομική ανάπτυξη για να δει ο ανεξάρτητος παραγωγός το όφελος του συνεταιρισμού, και ο συνεταιριστής το όφελος του να είναι εργαζόμενος σε μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση.
Όταν τα granjas (κρατικά αγροκτήματα) θα ενσωματώσουν όλη την εργατική δύναμη, τότε δεν θα επαρκεί πια το ζευγάρι τα βόδια. Όταν θα εκμηχανίζονται τα πάντα. Τότε ο χωρικός θα καταλάβει ότι, ενώνοντας τις δυνάμεις του με άλλους αγρότες, […] θα έχει περισσότερες δυνατότητες και θα παράγει πιο πολύ. Τότε θα κάνει το επόμενο βήμα μπροστά.6
Η επανάσταση, λοιπόν, εξαρχής δεν αντιμετώπισε το αγροτικό ζήτημα αποκλειστικά από τη σκοπιά της αύξησης της παραγωγής, αλλά από τη σκοπιά της ενδυνάμωσης της αντικαπιταλιστικής συμμαχίας δύο τάξεων υπό την καθοδήγηση της εργατικής.
Η ποικιλία μορφών συνεταιριστικής οργάνωσης της αγροτικής παραγωγής αναπτύχθηκε και εξακολουθεί να αναπτύσσεται στο πλαίσιο αυτού του στόχου. Η δυνατότητα της πόλης να παρέχει στον αγρότη τα εργαλεία, τα υλικά που χρειάζεται, καθώς και ένα επίπεδο ζωής εφάμιλλο των πόλεων έχει γνωρίσει μεγάλες διακυμάνσεις. Επίσης, η κουβανική ηγεσία δεν έκανε ποτέ πίσω από την αρχή της ολοένα ευρύτερης πρόσβασης στη μόρφωση, ούτε επέβαλλε περιορισμούς που θα υποχρέωναν τα παιδιά των αγροτών να παραμένουν στην ύπαιθρο. Η «φυγή προς τα εμπρός» της σοσιαλιστικής επανάστασης στη γεωργία, όπως και σε άλλους τομείς, γνώρισε πολλά πισωγυρίσματα.
Οι συνεταιρισμοί που βλέπουμε σήμερα είναι αποτέλεσμα διορθώσεων, προσαρμογών και απαντήσεων απέναντι στις προκλήσεις των δεκαετιών που ακολούθησαν: αριστερίστικα λάθη, γραφειοκρατική κακοδιαχείριση, σθεναρή πάλη εναντίων τους, κατάρρευση του εμπορίου με τη Σοβιετική Ένωση. Και όλα αυτά με την επιθετικότητα της Ουάσιγκτον και τη θηλιά του οικονομικού αποκλεισμού να σφίγγει 55 χρόνια τώρα και μια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση να σοβεί. Μέσα από τους αγώνες τους οι εργάτες και οι αγρότες της Κούβας και η επαναστατική τους κυβέρνηση μαθαίνουν και προχωρούν. Από τη ζωντανή τους εμπειρία, που θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω στη συνέχεια, έχουμε πολλά να διδαχτούμε.
1) Βλ. Τσε Γκεβάρα, «Η εθελοντική εργασία είναι σχολή σοσιαλιστικής συνείδησης» στο Ο σοσιαλισμός και ο άνθρωπος στην Κούβα, Αθήνα, 2011, Διεθνές Βήμα.
2) Η μαζική οργάνωση που συσπειρώνει τους αγρότες, συνεταιρισμένους και μη, είναι η ANAP (Εθνική Ένωση Μικροκαλλιεργητών – Asociación Nacional de Agricultores Pequeños), στη βάση ότι τα κοινά τους συμφέροντα είναι συνυφασμένα με την ανάπτυξη του σοσιαλισμού. Σήμερα έχει πάνω από 330.000 μέλη.
3) Βλ. ομιλία Φιντέλ Κάστρο προς εκπροσώπους στο δεύτερο εθνικό συνέδριο των αγροτικών συνεταιρισμών στο ζαχαροκάλαμο, 18 Αυγούστου 1962.
4) «Η Κουβανική Επανάσταση δήλωσε από την πρώτη μέρα ότι πάντα θα σεβόταν τη θέληση των χωρικών και ότι ποτέ κανένας χωρικός δεν θα πιεζόταν να ενώσει τη γη του για να δημιουργηθούν αγροτικές μονάδες μεγαλύτερου μεγέθους. […] Δεν έγινε αυτό στη Σοβιετική Ένωση, πήγαιναν από το ένα άκρο στο άλλο. Μηδέν κολεκτιβοποίηση τα χρόνια της ΝΕΠ και μετά πλήρης κολεκτιβοποίηση σε δύο ή τρία χρόνια που προκάλεσε τρομερή βία, καταχρήσεις, συγκρούσεις και ζημιές». Στο Ιγνάσιο Ραμονέ, Εκατό ώρες με τον Φιντέλ, μεταφρ. Τιτίνα Σπερελάκη, Αθήνα, 2003, Πατάκης, σ.227.
5) Βλ. ομιλία Φιντέλ Κάστρο στο κλείσιμο του 3ου Συνέδριου της ANAP (Μικρών αγροτικών παραγωγών), 18 Μάη 1967, Αβάνα.
6) Βλ. υποσημείωση 2.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου