6 Δεκ 2015

ΒΡΕΤΑΝΙΑ Οι «βέλτιστες πρακτικές» της αντεργατικής επίθεσης

ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Οι «βέλτιστες πρακτικές» της αντεργατικής επίθεσης

Από διαδήλωση, πέρυσι, δημοσίων υπαλλήλων ενάντια στις περικοπές
Από διαδήλωση, πέρυσι, δημοσίων υπαλλήλων ενάντια στις περικοπές
Συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή των Λόρδων του βρετανικού Κοινοβουλίου το νέο αντεργατικό «συνδικαλιστικό νομοσχέδιο», το οποίο έχει ήδη υπερψηφιστεί στη Βουλή των Κοινοτήτων με ψήφους 317 υπέρ και 284 κατά. Ο υπουργός της κυβέρνησης των Συντηρητικών, Σ. Τζάβιντ, στην εισήγησή του τόνισε ότι το νομοσχέδιο δεν αποτελεί «κήρυξη πολέμου» εναντίον των σωματείων, αλλά αναγκαίο βήμα για τον «εκσυγχρονισμό» του συνδικαλιστικού νόμου για να μπει ένα τέλος στην «ατελείωτη απειλή» της απεργίας. Η παραπάνω δήλωση φανερώνει πως την κυβέρνηση και την αστική τάξη της Βρετανίας προβληματίζει διαχρονικά η απειλή που αντιμετωπίζουν, ανεξάρτητα από την κατάσταση του εργατικού κινήματος κάθε φορά, οι εργάτες να οργανώσουν την πάλη τους και να χρησιμοποιήσουν ένα από τα πιο σημαντικά όπλα τους, το δικαίωμα στην απεργία, αλλά και άλλες συνδικαλιστικές ελευθερίες.
Αρκεί μόλις μια ματιά στις διατάξεις του νομοσχεδίου για να διαπιστώσει κανείς τη βαθιά αντεργατική φύση των διατάξεών του. Συγκεκριμένα, μία από τις σημαντικές αλλαγές που εισάγει το νομοσχέδιο είναι το κατώτατο όριο στην αναγκαία συμμετοχή των μελών ενός σωματείου στην ψηφοφορία για την κήρυξη απεργίας. Σύμφωνα με το άρθρο 2, τουλάχιστον το 50% των εγγεγραμμένων μελών πρέπει να έχουν συμμετάσχει στην ψηφοφορία, ώστε το αποτέλεσμα αυτής να είναι έγκυρο και, σε περίπτωση που υπερψηφιστεί η απεργία, αυτή να έχει κριθεί νόμιμη. Αυστηρότερα κριτήρια θεσπίζονται και για τους εργαζομένους στο Δημόσιο σε κλάδους ιδιαίτερης σημασίας (στην Υγεία, στην Παιδεία, στην Πυροσβεστική, στις Μεταφορές, στη Συνοριοφυλακή).
Ενίσχυση των απεργοσπαστικών μηχανισμών
Για παράδειγμα, σε περίπτωση που ένα σωματείο δασκάλων έχει 100 εγγεγραμμένα μέλη, μια απεργία θα κρίνεται ότι έχει προκηρυχθεί νόμιμα μόνο αν έχουν ψηφίσει τουλάχιστον τα 50 από αυτά και αν έχουν υπερψηφίσει την πρόταση υπέρ της απεργίας τουλάχιστον τα 40.
Το νομοσχέδιο περιέχει διατάξεις που διευκολύνουν ακόμη περισσότερο τη λειτουργία απεργοσπαστικού μηχανισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7, προβλέπονται ακόμα μεγαλύτερη προθεσμία ειδοποίησης του εργοδότη, τουλάχιστον 14 μέρες πριν από την απεργία (από 7 μέρες στο ισχύον καθεστώς), καθώς και υποχρέωση λεπτομερούς ενημέρωσής του για όλες τις σχεδιαζόμενες δράσεις και διαδηλώσεις που συνοδεύουν την απεργία, ώστε ο εργοδότης να μπορεί πιο εύκολα να προετοιμαστεί για την απεργία και να ετοιμάσει «εναλλακτικά σχέδια» και «τρόπους αντιμετώπισής» της. Ουσιαστικά, η περίοδος ειδοποίησης θα επιτρέπει στον εργοδότη να βάζει σε λειτουργία τον απεργοσπαστικό μηχανισμό, αντικαθιστώντας τους εργαζομένους που απεργούν με απεργοσπάστες ανειδίκευτους, που θα «νοικιάζει» από δουλεμπορικά γραφεία ειδικά γι' αυτό το σκοπό.
Με πρόσχημα τη διαφάνεια
Ο βαθιά αντεργατικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων φαίνεται και στον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζεται η περιφρούρηση της απεργίας. Συγκεκριμένα, υπάρχει πρόβλεψη για ορισμό από το σωματείο ενός «υπεύθυνου περιφρούρησης», τα στοιχεία του οποίου θα πρέπει να γνωστοποιούνται στις αστυνομικές αρχές και ο ίδιος θα πρέπει να είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή σ' αυτές, κατά τη διάρκεια της απεργίας. Σε περίπτωση που αυτές οι προϋποθέσεις για την περιφρούρηση δεν τηρηθούν, υπάρχει πρόβλεψη για ποινές έως και 20.000 λίρες.
Ανάλογες ποινές μπορεί να επιβληθούν και σε άλλες περιπτώσεις, όπως «κακοδιαχείριση» των οικονομικών του κάθε σωματείου, τα οποία θα υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο από τις κρατικές αρχές, και συγκεκριμένα από «Υπεύθυνο Πιστοποίησης» του αρμόδιου κρατικού οργάνου. Οι ήδη υπάρχουσες εξουσίες του «Υπεύθυνου Πιστοποίησης», να ελέγχει τα βιβλία εισφορών και τον ισολογισμό των σωματείων αλλά και να απαιτεί τον έλεγχο εγγράφων που έχουν να κάνουν με τη δράση, οικονομική και πολιτική, του σωματείου, διευρύνονται.
Διαιωνίζοντας το σκάνδαλο πριμοδότησης των Εργατικών
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθούμε και στο υπάρχον αντεργατικό πλαίσιο του συνδικαλιστικού νόμου του 1992, που απαγορεύει στα σωματεία να παρέχουν μέρος των εσόδων τους για τη στήριξη πολιτικών σκοπών, παρά μόνο μέσω ειδικού ταμείου για το σκοπό αυτό. Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται στην ανοιχτή χρηματοδότηση από τα συνδικάτα κατά κύριο λόγο του Κόμματος των Εργατικών, και στο δικαίωμα τα μέλη των συνδικάτων να ψηφίζουν και να συμμετέχουν στις κομματικές διαδικασίες των Εργατικών. Το νέο νομοσχέδιο επιτρέπει τη χρηματική συνεισφορά στους Εργατικούς μόνο για όσα μέλη έχουν προηγουμένως δηλώσει ότι επιθυμούν να συνεισφέρουν (ενώ έως τώρα υπήρχε τεκμήριο συνεισφοράς, με κάθε μέλος να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει να μη συνεισφέρει). Δηλαδή, και με τη βούλα από το αστικό κράτος διαιωνίζεται η πολυπλόκαμη διασύνδεση της βρετανικής σοσιαλδημοκρατίας με τα συνδικάτα. Να, λοιπόν, που η αστική τάξη της Βρετανίας διά νόμου πλειοδοτεί στη στήριξη πολιτικού κόμματος από τα συνδικάτα, αλλά βέβαια η ίδια βγάζει σπυράκια και μόνο στη σκέψη ο αγώνας των εργατών να παίρνει πολιτική κατεύθυνση ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Επίσημος κυβερνητικός χαφιεδισμός
Αξίζει να αναφερθούμε επίσης και στις αυξημένες εξουσίες που παρέχονται σε υπουργούς να ζητήσουν πληροφορίες από εργοδότες κλάδων του Δημοσίου για ενεργά μέλη των σωματείων, περιλαμβανομένων των στοιχείων τους και του συνολικού χρόνου που τα μέλη αυτά αφιερώνουν σε δουλειά του σωματείου. Δημιουργώντας ουσιαστικά και τυπικά κρατικό μηχανισμό παρακολούθησης της συνδικαλιστικής δράσης.
Είναι φανερό ότι οι αλλαγές στο υπάρχον αντεργατικό πλαίσιο του νόμου 1992 περί εργατικών σωματείων και εργατικών σχέσεων έχουν στόχο να καταστήσουν τα ήδη ελεγχόμενα από το αστικό κράτος και τους εργοδότες σωματεία πλήρως ελεγχόμενα, και να αφοπλίσουν το εργατικό κίνημα από τα μέσα της ταξικής πάλης, ακυρώνοντας βεβαίως στο πλαίσιο του αστικού δικαίου την άσκηση της απεργίας. Ας δούμε, όμως, την αντίδραση των ηγεσιών των εργοδοτικών σωματείων και συνομοσπονδιών στη Βρετανία, που ακόμη και σε αυτά τα μέτρα της κυβέρνησης καλλιεργούν τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας, με αποτέλεσμα τον αφοπλισμό του εργατικού κινήματος.
Στο ρόλο πέμπτης φάλαγγας οι εργατοπατέρες
Για παράδειγμα, το TUC (Trade Union Congress - η βρετανική «ΓΣΕΕ») για το θέμα δηλώνει πως θεωρεί την απεργία ως «το τελευταίο καταφύγιο των εργατών όταν έρχονται αντιμέτωποι με τον παραλογισμό των εργοδοτών τους». Ωστε, σύμφωνα με το TUC, είναι ο παραλογισμός των αφεντικών που είναι υπεύθυνος για τις άθλιες συνθήκες ζωής και εργασίας των εργαζομένων και όχι οι ίδιες οι ανάγκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που καθορίζεται με γνώμονα το κέρδος του κεφαλαιοκράτη και όχι την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Για το TUC η προστασία του δικαιώματος στην απεργία «είναι σημαντική για να φτάνει η φωνή των εργατών στα αφεντικά τους».
Με βάση αυτές τις θέσεις είναι λογικό επακόλουθο ότι το βασικό επιχείρημα του TUC ενάντια στο αντεργατικό νομοσχέδιο είναι το εξής: «Αφού δε συμβαίνουν πια και τόσες απεργίες... γιατί να αλλάξουμε το νόμο;». Από την πλευρά του το TUC ισχυρίζεται ότι οι συνδικαλιστικές ελευθερίες «θα έπρεπε να ενισχύονται ώστε οι εργαζόμενοι να συμμετέχουν σε διαβουλεύσεις σχετικά με την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, και τη διαμόρφωση κατάλληλων συνθηκών για την εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού». Οι ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις του TUC, του βασικού μηχανισμού ενσωμάτωσης και ταξικής συνεργασίας, δεν εκπλήσσουν καθώς ακολουθεί τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας και του συμβιβασμού.
...και η νέα «Αριστερά»
Ας δούμε, όμως, και ποια είναι η θέση του κόμματος των Εργατικών, το οποίο προωθείται ως μια «νέα πνοή» στο χώρο της «Αριστεράς», με τον ίδιο τρόπο που προωθούνταν και ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστική της αντεργατικής θέσης των Εργατικών η τοποθέτηση της λεγόμενης σκιώδους υπουργού Επιχειρήσεων, Ανγκελα Ιγκλ, η οποία κάλεσε τους υπουργούς να «εργαστούν από κοινού με τα σωματεία ώστε να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εθνικής οικονομίας», λέγοντας πως οι «μέρες εργασίας που χάθηκαν από απεργίες έχουν πέσει κατά 90% τις τελευταίες δύο δεκαετίες». Παράλληλα, τόνισε πως η ίδια, ως μέλος του σωματείου της επί χρόνια, πιστεύει στην αξία της κοινωνικής (δηλαδή ταξικής) συνεργασίας για την καλυτέρευση της οικονομικής αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητας της χώρας. Αυτή είναι η θέση της πολυδιαφημισμένης «αντιπολίτευσης» των Εργατικών υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν: Μία ξεκάθαρη θέση ταξικής συνεργασίας, που θέλει το λαό να σέρνεται κάτω από ξένες σημαίες και να ικετεύει μέσω των «εκπροσώπων» του για ψίχουλα.
Η προώθηση του εν λόγω νομοσχεδίου συνδέεται με την σχεδιαζόμενη ένταση της αντεργατικής επίθεσης κυβέρνησης και ΕΕ, μπροστά και στον οξυνόμενο διεθνή ανταγωνισμό, στο πλαίσιο του οποίου η αστική τάξη της Βρετανίας καλεί σε θυσίες είτε με το λεγόμενο Brexit, τη συζητούμενη έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, είτε χωρίς αυτή.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μεταρρυθμίσεις που ψηφίζονται τώρα στην Αγγλία θα ακολουθήσουν και στην Ελλάδα, όπως συμφωνήθηκε στο τρίτο μνημόνιο μεταξύ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και των δανειστών αλλά και σε άλλες χώρες της ΕΕ. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αφορούν τις γνωστές «βέλτιστες πρακτικές», και αντανακλούν πάγιες απαιτήσεις του κεφαλαίου και των εργοδοτών για να εντατικοποιηθεί η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και να μειωθεί η χασούρα των μονοπωλιακών ομίλων.
Γι' αυτό και είναι ανάγκη το εργατικό κίνημα και στη Βρετανία και παντού να δώσει αποφασιστική απάντηση όχι μόνο στα βάρβαρα μέτρα και στους νόμους υπονόμευσης του αγώνα των εργατών, αλλά να δυναμώσει την ταξική πάλη για την οριστική ρήξη με την καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία. Για να κάνει ο λαός κουμάντο στον πλούτο που παράγει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ