Τράπεζα της Ελλάδος - 11. Το κατοχικό δάνειο
Επειδή τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος για το περίφημο "κατοχικό δάνειο", πολλά από όσα ακούγονται αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα όρια της κουταμάρας και συχνά οι διάφορες απόψεις είναι αντικρουόμενες, σήμερα θα επιχειρήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά (όσο, τουλάχιστον, επιτρέπουν τα περιορισμένα όρια ενός ιστολογικού σημειώματος).
Στο άρθρο 52 της 6ης Σύμβασης της Χάγης (1907) προστέθηκε διάταξη με την οποία "οι κατοχικές αρχές οποιασδήποτε χώρας δικαιούνται να διενεργούν από αυτή όλων των ειδών τις απολήψεις σε χρήμα, είδος ή υπηρεσίες για τις ανάγκες των στρατευμάτων κατοχής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι ανάλογες με τους πόρους της κατεχόμενης χώρας". Υποχρεώνεται, δηλαδή, ο κατακτημένος να πληρώνει τα έξοδα του κατακτητή του! Όσο κι αν κάτι τέτοιο ακούγεται τρελό, υποτίθεται πως η εν λόγω διάταξη αφ' ενός μεν αποτρέπει τους κατακτητές από αρπαγές και λεηλασίες αφ' ετέρου δε τους αποζημιώνει για τον κόπο που κάνουν να φυλάσσουν πλέον τα σύνορα της κατακτημένης χώρας.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι στην ηττημένη Ελλάδα βρέθηκαν 660.000 κατακτητές (350.000 γερμανοί, 250.000 ιταλοί και 60.000 βούλγαροι), η χώρα ήταν υποχρεωμένη να τους πληρώνει, να τους ταΐζει, να τους υπηρετεί και, γενικά, να τους αποζημιώνει πλήρως για την παρουσία τους. Οι εισβολείς προσδιόρισαν την μηνιαία τους αποζημίωση σε 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές. Πόσα πήραν στην πραγματικότητα; Με το στραπάτσο της δραχμής, στους 41 μήνες κατοχής πήραν 88 τρισεκατομμύρια δραχμές ή, για να έχουν νόημα οι αριθμοί, 3.381.001 χρυσές λίρες (*).
Επειδή, όμως, η ορισθείσα αποζημίωση δεν έφτανε για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κατακτητών, αυτοί επέβαλαν στην Ελλάδα να τους δίνει κάθε μήνα "κάτι παραπάνω", χρεώνοντάς τους. Με απλά λόγια, υποχρέωσαν την Ελλάδα να τους δίνει κάθε μήνα ένα δάνειο. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα αναγκαστικό δάνειο, το οποίο "συμφωνήθηκε" στην Ρώμη στις 14 Μαρτίου 1942 μεταξύ των ιταλών (Γκίτζι) και των γερμανών (Άλτενμπουργκ). Η συμφωνία απλώς ανακοινώθηκε στους έλληνες εννιά μέρες αργότερα, αν και στις διαπραγματεύσεις συμμετείχε και ο έλληνας υπουργός οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης (**).
Η συμφωνία της Ρώμης (α) όριζε ρητά την μηνιαία αποζημίωση εξόδων κατοχής σε 1,5 δισ. δραχμές, (β) έδινε την δυνατότητα στους κατακτητές να παίρνουν με πίστωση και άτοκα από την ΤτΕ όσα παραπάνω χρήματα ήθελαν κάθε μήνα (δεν υπήρχε άνω όριο), (γ) δεν έβαζε χρονικό ορίζοντα (μέχρι πότε θα βαστούσε αυτή η αμαρτία), (δ) όριζε ότι η επιστροφή αυτών των δανεικών θα γινόταν αργότερα, δίχως να προσδιορίζει ούτε το πότε ούτε το πώς.
Επειδή ο πληθωρισμός κάλπαζε, τον Δεκέμβριο του 1942 οι κατακτητές αναπροσάρμοσαν τα έξοδα κατοχής (και, μάλιστα, αναδρομικά) από 1,5 δισ. σε 8 δισ. δραχμές ενώ ταυτόχρονα όρισαν ότι η αποπληρωμή των δανεικών θα άρχιζε στις 1 Απριλίου 1943. Μόνο που εκείνη την πρωταπριλιά, αντί να αρχίσουν να πληρώνουν, οι γερμανοί άλλαξαν τον "πρωθυπουργό" Κων. Λογοθετόπουλο με τον Ιωάννη Ράλλη και, λόγω της ανακατωσούρας, πήραν παράταση από μόνοι τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, άρχισαν να τιμαριθμοποιούν κατά το δοκούν την μηνιαία αποζημίωση εξόδων κατοχής, δίνοντας έτσι το έναυσμα για την εκτίναξη του πληθωρισμού σε απίστευτα ύψη.
Είναι γεγονός ότι οι γερμανοί, αν και δεν σταμάτησαν τις "υπεραναλήψεις", άρχισαν κάποια στιγμή να πληρώνουν. Προφανώς, σκέφτηκαν ότι, αφού έπαιρναν όσα ήθελαν με το ένα χέρι, δεν πείραζε να δείξουν ότι είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους δίνοντας κατιτίς με το άλλο. Μόνο που η ενέργειά τους αυτή μετατρέπει νομικά το αρχικό άτοκο αναγκαστικό δάνειο σε κανονική έντοκη δανειακή σύμβαση. Κι αφού οι γερμανοί, έχοντας στο μεταξύ κάνει 19 πληρωμές, σταμάτησαν κάποια στιγμή να πληρώνουν αλλά συνέχισαν να παίρνουν λεφτά, η εν λόγω δανειακή σύμβαση καθίσταται υπερήμερη και επιβαρύνεται με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας (θεωρητικά μιλώντας πάντα).
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια αναγκαία διευκρίνηση. Οι προαναφερθείσες 19 πληρωμές των γερμανών έγιναν με συμψηφισμό των υποχρεώσεων από το κλήρινγκ, περί του οποίου μιλούσαμε τις προάλλες. Τότε λέγαμε ότι το υπόλοιπο του ελληνογερμανικού κλήρινγκ ήταν υπέρ της Ελλάδας πριν από τον πόλεμο. Όμως, κατά την περίοδο της κατοχής η Ελλάδα δεν κάνει σημαντικές εξαγωγές στην Γερμανία, αφού το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων της καταληστεύεται για να καλύψει τα έξοδα κατοχής. Αντίθετα, όσα γερμανικά προϊόντα μπαίνουν στην χώρα θεωρούνται ως εισαγωγές, αν και προορίζονται σχεδόν αποκλειστικά για κατανάλωση από τα στρατεύματα κατοχής. Εννοείται, επίσης, ότι οι τιμές των προϊόντων ορίζονται αυθαίρετα από τους γερμανούς. Έτσι, λοιπόν, οι έλληνες και πείνασαν και βρέθηκαν και χρεωμένοι με περισσότερα από 264 εκατομμύρια μάρκα (***).
Ας καταλήξουμε κάπου, να τελειώνουμε. Όπως φαίνεται από τον πίνακα που παρατίθεται πιο πάνω, τα "βερεσέδια" που πήραν οι γερμανοί κατά την περίοδο της κατοχής, ξεπερνούν τα 3,67 εκατομμύρια χρυσές λίρες (ποσό που θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν δεν είχε προηγηθεί η κομπίνα με το κλήρινγκ). Μιλάμε, δηλαδή, για περισσότερα από 900 εκατομμύρια σημερινά ευρώ αρχικό κεφάλαιο, συν τους τόκους εβδομήντα-τόσων ετών.
Και κάτι ακόμη. Η Τράπεζα της Ελλάδος, με εμπεριστατωμένη μελέτη της, έχει ενημερώσει από το 1963 (επί Καραμανλή παρακαλώ!) την πολιτεία για όλα όσα έχουν σχέση με το κατοχικό δάνειο. Το ίδιο έκανε και το 1991 (επί Μητσοτάκη) και το 1995 (επί Παπανδρέου) και το 2000 (επί Σημίτη) και το 2005 (επί Καραμανλή τζούνιορ) και το 2010 (επί Παπανδρέου τζούνιορ) και το 2013 (επί Σαμαρά). Όπως λέει η ίδια η τράπεζα, "όποτε οι πολιτειακές αρχές κρίνουν σκόπιμο, η ΤτΕ θα είναι και πάλι έτοιμη να επικουρήσει τη νομική διεκδίκηση του κατοχικού δανείου, με εναλλακτικές οικονομικές αναλύσεις και διαφορετικά σενάρια διεκδίκησης στη βάση μελετών και υπολογισμών που έχουν ήδη εκπονήσει στελέχη της τα έτη που προαναφέρθηκαν"(****). Όποτε...
-------------------------------------
(α) Διαβάστε περισσότερα για το θέμα στην εξαιρετική εργασία τού καθηγητή Παναγιώτη Δερτιλή "Αριθμοί και κείμενα των εξόδων κατοχής και η αξίωσις της Ελλάδος" (περιοδικό "Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών", τεύχος Γ', Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1964). Εργασία που ίσως κουράζει (λόγω γλώσσας και αριθμών) αλλά είναι απαραίτητη σε κάθε μελετητή.
(β) Ενδιαφέρον έχει και η σύντομη μελέτη του καθηγητή και πρώην υπουργού οικονομίας του ΠαΣοΚ Νίκου Χριστοδουλάκη "Άγος απλήρωτον" (εκδόσεις Gutenberg, 2013, σελίδες 138) για την σημερινή αποτίμηση του κατοχικού δανείου, η οποία καταρρίπτει τα παραμύθια που ανεβάζουν την γερμανική οφειλή ακόμη και σε εκατοντάδες δισεκατομμυρίων ευρώ. Ακόμη κι αν δεν διαθέτετε στοιχειώδεις γνώσεις οικονομικών μαθηματικών, δεν θα χάσετε αν την διαβάσετε.
(*) Σήμερα, 4/2/2016, η τιμή τής χρυσής λίρας είναι περίπου 250 ευρώ. Άρα, τα έξοδα κατοχής εκφρασμένα σε σημερινό νόμισμα ξεπέρασαν τα 845 εκατ. ευρώ, ήτοι πάνω από 20 εκατ. ευρώ μηνιαίως.
(**) Ο Γκοτζαμάνης διετέλεσε υπουργός υγείας στην κυβέρνηση Τσαλδάρη (1932-1933) και κατόπιν "υπουργός" οικονομικών στις κατοχικές "κυβερνήσεις" Τσολάκογλου και Λογοθετόπουλου. Εκ της θέσεώς του διαπραγματεύτηκε την συμφωνία της Ρώμης και κανόνισε από ελληνικής πλευράς τις λεπτομέρειες του αναγκαστικού κατοχικού δανείου. Με την απελευθέρωση, κατέφυγε αρχικά στην Ιταλία και κατόπιν στην Γερμανία. Καταδικάστηκε ως δωσίλογος ερήμην σε θάνατο αλλά αμνηστεύθηκε λίγα χρόνια αργότερα. Μετά την αμνήστευσή του επέστρεψε στην χώρα και πολιτεύθηκε ως αρχηγός τού "Εθνικού Μεταρρυθμιστικού Κόμματος", που είχε ιδρύσει προπολεμικά. Το 1954 κατέβηκε ως υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης, έχοντας στον συνδυασμό του τον κατοπινό υπουργό της Ν.Δ. Μιχάλη Παπακωνσταντίνου. Έγραψε το βιβλίο "Κατοχικόν Δάνειον και Δαπάναι Κατοχής" (Θεσσαλονίκη, 1954), το οποίο περιέχει πολλά σημαντικά στοιχεία για το θέμα και αξίζει να του ρίξετε μια ματιά (αν δεν έχετε πρόβλημα με το στομάχι σας διαβάζοντας περί "αειμνήστου Τσολάκογλου" κλπ).
(***) Αναλυτικά στοιχεία για το ελληνογερμανικό clearing δείτε στην εργασία τού Ιωάννου Νούσια από την οποία προέρχεται η πρώτη φωτογραφία τού κειμένου.
(****) Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, "Ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος, 1928-2008", Τράπεζα της Ελλάδος, 2014.
Στο άρθρο 52 της 6ης Σύμβασης της Χάγης (1907) προστέθηκε διάταξη με την οποία "οι κατοχικές αρχές οποιασδήποτε χώρας δικαιούνται να διενεργούν από αυτή όλων των ειδών τις απολήψεις σε χρήμα, είδος ή υπηρεσίες για τις ανάγκες των στρατευμάτων κατοχής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι ανάλογες με τους πόρους της κατεχόμενης χώρας". Υποχρεώνεται, δηλαδή, ο κατακτημένος να πληρώνει τα έξοδα του κατακτητή του! Όσο κι αν κάτι τέτοιο ακούγεται τρελό, υποτίθεται πως η εν λόγω διάταξη αφ' ενός μεν αποτρέπει τους κατακτητές από αρπαγές και λεηλασίες αφ' ετέρου δε τους αποζημιώνει για τον κόπο που κάνουν να φυλάσσουν πλέον τα σύνορα της κατακτημένης χώρας.
[Ιωάννου Νούσια, "Τράπεζα της Ελλάδος"] |
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι στην ηττημένη Ελλάδα βρέθηκαν 660.000 κατακτητές (350.000 γερμανοί, 250.000 ιταλοί και 60.000 βούλγαροι), η χώρα ήταν υποχρεωμένη να τους πληρώνει, να τους ταΐζει, να τους υπηρετεί και, γενικά, να τους αποζημιώνει πλήρως για την παρουσία τους. Οι εισβολείς προσδιόρισαν την μηνιαία τους αποζημίωση σε 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές. Πόσα πήραν στην πραγματικότητα; Με το στραπάτσο της δραχμής, στους 41 μήνες κατοχής πήραν 88 τρισεκατομμύρια δραχμές ή, για να έχουν νόημα οι αριθμοί, 3.381.001 χρυσές λίρες (*).
Επειδή, όμως, η ορισθείσα αποζημίωση δεν έφτανε για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κατακτητών, αυτοί επέβαλαν στην Ελλάδα να τους δίνει κάθε μήνα "κάτι παραπάνω", χρεώνοντάς τους. Με απλά λόγια, υποχρέωσαν την Ελλάδα να τους δίνει κάθε μήνα ένα δάνειο. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα αναγκαστικό δάνειο, το οποίο "συμφωνήθηκε" στην Ρώμη στις 14 Μαρτίου 1942 μεταξύ των ιταλών (Γκίτζι) και των γερμανών (Άλτενμπουργκ). Η συμφωνία απλώς ανακοινώθηκε στους έλληνες εννιά μέρες αργότερα, αν και στις διαπραγματεύσεις συμμετείχε και ο έλληνας υπουργός οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης (**).
Η συμφωνία της Ρώμης (α) όριζε ρητά την μηνιαία αποζημίωση εξόδων κατοχής σε 1,5 δισ. δραχμές, (β) έδινε την δυνατότητα στους κατακτητές να παίρνουν με πίστωση και άτοκα από την ΤτΕ όσα παραπάνω χρήματα ήθελαν κάθε μήνα (δεν υπήρχε άνω όριο), (γ) δεν έβαζε χρονικό ορίζοντα (μέχρι πότε θα βαστούσε αυτή η αμαρτία), (δ) όριζε ότι η επιστροφή αυτών των δανεικών θα γινόταν αργότερα, δίχως να προσδιορίζει ούτε το πότε ούτε το πώς.
Επειδή ο πληθωρισμός κάλπαζε, τον Δεκέμβριο του 1942 οι κατακτητές αναπροσάρμοσαν τα έξοδα κατοχής (και, μάλιστα, αναδρομικά) από 1,5 δισ. σε 8 δισ. δραχμές ενώ ταυτόχρονα όρισαν ότι η αποπληρωμή των δανεικών θα άρχιζε στις 1 Απριλίου 1943. Μόνο που εκείνη την πρωταπριλιά, αντί να αρχίσουν να πληρώνουν, οι γερμανοί άλλαξαν τον "πρωθυπουργό" Κων. Λογοθετόπουλο με τον Ιωάννη Ράλλη και, λόγω της ανακατωσούρας, πήραν παράταση από μόνοι τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, άρχισαν να τιμαριθμοποιούν κατά το δοκούν την μηνιαία αποζημίωση εξόδων κατοχής, δίνοντας έτσι το έναυσμα για την εκτίναξη του πληθωρισμού σε απίστευτα ύψη.
Είναι γεγονός ότι οι γερμανοί, αν και δεν σταμάτησαν τις "υπεραναλήψεις", άρχισαν κάποια στιγμή να πληρώνουν. Προφανώς, σκέφτηκαν ότι, αφού έπαιρναν όσα ήθελαν με το ένα χέρι, δεν πείραζε να δείξουν ότι είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους δίνοντας κατιτίς με το άλλο. Μόνο που η ενέργειά τους αυτή μετατρέπει νομικά το αρχικό άτοκο αναγκαστικό δάνειο σε κανονική έντοκη δανειακή σύμβαση. Κι αφού οι γερμανοί, έχοντας στο μεταξύ κάνει 19 πληρωμές, σταμάτησαν κάποια στιγμή να πληρώνουν αλλά συνέχισαν να παίρνουν λεφτά, η εν λόγω δανειακή σύμβαση καθίσταται υπερήμερη και επιβαρύνεται με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας (θεωρητικά μιλώντας πάντα).
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια αναγκαία διευκρίνηση. Οι προαναφερθείσες 19 πληρωμές των γερμανών έγιναν με συμψηφισμό των υποχρεώσεων από το κλήρινγκ, περί του οποίου μιλούσαμε τις προάλλες. Τότε λέγαμε ότι το υπόλοιπο του ελληνογερμανικού κλήρινγκ ήταν υπέρ της Ελλάδας πριν από τον πόλεμο. Όμως, κατά την περίοδο της κατοχής η Ελλάδα δεν κάνει σημαντικές εξαγωγές στην Γερμανία, αφού το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων της καταληστεύεται για να καλύψει τα έξοδα κατοχής. Αντίθετα, όσα γερμανικά προϊόντα μπαίνουν στην χώρα θεωρούνται ως εισαγωγές, αν και προορίζονται σχεδόν αποκλειστικά για κατανάλωση από τα στρατεύματα κατοχής. Εννοείται, επίσης, ότι οι τιμές των προϊόντων ορίζονται αυθαίρετα από τους γερμανούς. Έτσι, λοιπόν, οι έλληνες και πείνασαν και βρέθηκαν και χρεωμένοι με περισσότερα από 264 εκατομμύρια μάρκα (***).
Ας καταλήξουμε κάπου, να τελειώνουμε. Όπως φαίνεται από τον πίνακα που παρατίθεται πιο πάνω, τα "βερεσέδια" που πήραν οι γερμανοί κατά την περίοδο της κατοχής, ξεπερνούν τα 3,67 εκατομμύρια χρυσές λίρες (ποσό που θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν δεν είχε προηγηθεί η κομπίνα με το κλήρινγκ). Μιλάμε, δηλαδή, για περισσότερα από 900 εκατομμύρια σημερινά ευρώ αρχικό κεφάλαιο, συν τους τόκους εβδομήντα-τόσων ετών.
Και κάτι ακόμη. Η Τράπεζα της Ελλάδος, με εμπεριστατωμένη μελέτη της, έχει ενημερώσει από το 1963 (επί Καραμανλή παρακαλώ!) την πολιτεία για όλα όσα έχουν σχέση με το κατοχικό δάνειο. Το ίδιο έκανε και το 1991 (επί Μητσοτάκη) και το 1995 (επί Παπανδρέου) και το 2000 (επί Σημίτη) και το 2005 (επί Καραμανλή τζούνιορ) και το 2010 (επί Παπανδρέου τζούνιορ) και το 2013 (επί Σαμαρά). Όπως λέει η ίδια η τράπεζα, "όποτε οι πολιτειακές αρχές κρίνουν σκόπιμο, η ΤτΕ θα είναι και πάλι έτοιμη να επικουρήσει τη νομική διεκδίκηση του κατοχικού δανείου, με εναλλακτικές οικονομικές αναλύσεις και διαφορετικά σενάρια διεκδίκησης στη βάση μελετών και υπολογισμών που έχουν ήδη εκπονήσει στελέχη της τα έτη που προαναφέρθηκαν"(****). Όποτε...
Από την επίσκεψη Καραμανλή στην Πτολεμαΐδα το 1958. Με τον κόκκινο κύκλο σημαίνεται ο κατοχικός "υπουργός" οικονομικών και καταδικασμένος εις θάνατον ως δωσίλογος Σωτήριος Γκοτζαμάνης. |
-------------------------------------
(α) Διαβάστε περισσότερα για το θέμα στην εξαιρετική εργασία τού καθηγητή Παναγιώτη Δερτιλή "Αριθμοί και κείμενα των εξόδων κατοχής και η αξίωσις της Ελλάδος" (περιοδικό "Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών", τεύχος Γ', Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1964). Εργασία που ίσως κουράζει (λόγω γλώσσας και αριθμών) αλλά είναι απαραίτητη σε κάθε μελετητή.
(β) Ενδιαφέρον έχει και η σύντομη μελέτη του καθηγητή και πρώην υπουργού οικονομίας του ΠαΣοΚ Νίκου Χριστοδουλάκη "Άγος απλήρωτον" (εκδόσεις Gutenberg, 2013, σελίδες 138) για την σημερινή αποτίμηση του κατοχικού δανείου, η οποία καταρρίπτει τα παραμύθια που ανεβάζουν την γερμανική οφειλή ακόμη και σε εκατοντάδες δισεκατομμυρίων ευρώ. Ακόμη κι αν δεν διαθέτετε στοιχειώδεις γνώσεις οικονομικών μαθηματικών, δεν θα χάσετε αν την διαβάσετε.
(*) Σήμερα, 4/2/2016, η τιμή τής χρυσής λίρας είναι περίπου 250 ευρώ. Άρα, τα έξοδα κατοχής εκφρασμένα σε σημερινό νόμισμα ξεπέρασαν τα 845 εκατ. ευρώ, ήτοι πάνω από 20 εκατ. ευρώ μηνιαίως.
(**) Ο Γκοτζαμάνης διετέλεσε υπουργός υγείας στην κυβέρνηση Τσαλδάρη (1932-1933) και κατόπιν "υπουργός" οικονομικών στις κατοχικές "κυβερνήσεις" Τσολάκογλου και Λογοθετόπουλου. Εκ της θέσεώς του διαπραγματεύτηκε την συμφωνία της Ρώμης και κανόνισε από ελληνικής πλευράς τις λεπτομέρειες του αναγκαστικού κατοχικού δανείου. Με την απελευθέρωση, κατέφυγε αρχικά στην Ιταλία και κατόπιν στην Γερμανία. Καταδικάστηκε ως δωσίλογος ερήμην σε θάνατο αλλά αμνηστεύθηκε λίγα χρόνια αργότερα. Μετά την αμνήστευσή του επέστρεψε στην χώρα και πολιτεύθηκε ως αρχηγός τού "Εθνικού Μεταρρυθμιστικού Κόμματος", που είχε ιδρύσει προπολεμικά. Το 1954 κατέβηκε ως υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης, έχοντας στον συνδυασμό του τον κατοπινό υπουργό της Ν.Δ. Μιχάλη Παπακωνσταντίνου. Έγραψε το βιβλίο "Κατοχικόν Δάνειον και Δαπάναι Κατοχής" (Θεσσαλονίκη, 1954), το οποίο περιέχει πολλά σημαντικά στοιχεία για το θέμα και αξίζει να του ρίξετε μια ματιά (αν δεν έχετε πρόβλημα με το στομάχι σας διαβάζοντας περί "αειμνήστου Τσολάκογλου" κλπ).
(***) Αναλυτικά στοιχεία για το ελληνογερμανικό clearing δείτε στην εργασία τού Ιωάννου Νούσια από την οποία προέρχεται η πρώτη φωτογραφία τού κειμένου.
(****) Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, "Ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος, 1928-2008", Τράπεζα της Ελλάδος, 2014.
Τράπεζα της Ελλάδος - 12. Η περίοδος Βαρβαρέσου
Πριν συνεχίσουμε, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά παραπάνω σ' αυτή την πολυσχιδή και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που λεγόταν Κυριάκος Βαρβαρέσος. Μπορώ, πάντως, να πω εκ προοιμίου ότι εκτίμησή μου είναι πως ο Βαρβαρέσος, τηρουμένων των αναλογιών και λαμβανομένου υπ' όψη ότι επρόκειτο περί ακραιφνούς αστού, δεν άφησε άσχημο αποτύπωμα στα οικονομικά -και όχι μόνο- πράγματα της χώρας.
Είπαμε ήδη ότι ιδέα του Βαρβαρέσου ήταν η φυγάδευση του ελληνικού χρυσού πριν μπουν οι γερμανοί στην Αθήνα. Βέβαια, η κατοχική κυβέρνηση απάλλαξε από τα καθήκοντά τους τον διοικητή Βαρβαρέσο και τον υποδιοικητή Μαντζαβίνο, πλην όμως η αυτοεξόριστη νόμιμη διοίκηση της ΤτΕ, αφού περιπλανήθηκε για λίγον καιρό στην Νότια Αφρική, κατέληξε στο Λονδίνο όπου έστησε κατάστημα με έξι άτομα όλα κι όλα.
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, ο Βαρβαρέσος έκανε σημαντικό έργο στα χρόνια του πολέμου. Κατ' αρχάς, πολέμησε με νύχια και με δόντια την απαγόρευση αποστολής τροφίμων στην κατεχόμενη Ελλάδα, που είχε επιβάλει στον Ερυθρό Σταυρό η βρεττανική κυβέρνηση. Πράγματι, ενώ ο κόσμος λιμοκτονούσε (κατά βάση στα μεγάλα αστικά κέντρα και, κυρίως, στην Αθήνα), οι άγγλοι πίστευαν ότι δεν πρέπει να στείλουν βοήθεια ώστε, τελικά, οι πεινασμένοι να ξεσηκωθούν κατά των κατακτητών. Ο Βαρβαρέσος κατάφερε να πείσει τον σουηδικό Ερυθρό Σταυρό να εναντιωθεί στην βρεττανική απαγόρευση.
Ένα άλλο που έκανε κατά την διάρκεια του πολέμου ο Βαρβαρέσος, είναι ότι φορολόγησε τους... εφοπλιστές! Πώς έγινε αυτό; Μετά την συνθηκολόγηση της Ελλάδας, η βρεττανική κυβέρνηση εκμίσθωσε τα πλοία των ελλήνων εφοπλιστών για να καλύψει πολεμικές ανάγκες της. Άφησε, όμως, στους εφοπλιστές την δυνατότητα να χρησιμοποιούν προς όφελός τους τα επιταγμένα καράβια, κατά το μέρος τους που δεν χρησιμοποιόταν για τον πόλεμο. Δηλαδή, αν οι βρεττανοί φόρτωναν 60 τόννους όπλα σε ένα πλοίο 100 τόννων, ο εφοπλιστής μπορούσε να φορτώσει για πάρτη του 40 τόννους χαρούπια για να τα εμπορευτεί. Όμως, εκτός από διοικητης τής ΤτΕ, ο Βαρβαρέσος ήταν και υπουργός οικονομικών τής εξόριστης κυβέρνησης και, ως τέτοιος, θεώρησε ότι τα κέρδη ενός επιταγμένου πλοίου συνιστούν φορολογητέα ύλη. Επέβαλε, λοιπόν, φόρο στους έλληνες εφοπλιστές και, μάλιστα, καταβλητέον σε στερλίνες. Παρά τις αντιδράσεις, η Τράπεζα κατάφερε να μαζέψει κατ' αυτόν τον τρόπο περίπου 1,2 εκατ. λίρες μέχρι το τέλος του πολέμου.
Μετά τον πόλεμο, κάποιοι επεχείρησαν να βάλουν φρένο στον Βαρβαρέσο, το όνομα του οποίου είχε πάρει ήδη διεθνή αίγλη (*). Έτσι, στις αρχές Οκτωβρίου του 1944 η κυβέρνηση κατάργησε την θέση του Β' Υποδιοικητού της ΤτΕ, θεσπίζοντας θέση Συνδιοικητού, στην οποία διόρισε τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Ο Βαρβαρέσος χολώθηκε και υπέβαλε την παραίτησή του. Όπως δήλωσε, δεν είχε πρόβλημα με τον Ζολώτα αλλά θεώρησε αφ' ενός μεν προσβλητική γι' αυτόν και τον υποδιοικητή Μαντζαβίνο την δημιουργία θέσης Συνδιοικητή, χωρίς προηγούμενη συζήτηση ή συνεννόηση, αφ' ετέρου δε "απρεπή και άκοσμον" την τοποθέτηση σ' αυτήν την θέση κάποιου που δεν είχε ως τότε καμμιά πείρα σε διοίκηση οργανισμών ή τραπεζών. Μπροστά στην αδιαλλαξία του Βαρβαρέσου, η κυβέρνηση κατάργησε την θέση του Συνδιοικητή στις 7/1/1945.
Ο Βαρβαρέσος με τον Ζολώτα προσπάθησαν να βάλουν τάξη. Εξέδωσαν την νέα δραχμή, ίση προς 50 δισ. παλιών δραχμών. Χτύπησαν την χρυσοφιλία, για να εμπεδώσουν την εμπιστοσύνη στο εθνικό νόμισμα. Και, κυρίως, έβαλαν σειρά στις πιστώσεις: όποια επιχείρηση ήθελε δάνειο, έπρεπε να υποβάλει αναλυτικό σχέδιο, η υλοποίηση του οποίου ελεγχόταν από την τράπεζα και, αν διαπιστωνόταν ότι τα χρήματα του δανείου είχαν διατεθεί σε άλλους προορισμούς, επιβαλλόταν πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο αυτού του ποσού.
Σαν να μην έφτανε αυτός ο ασφυκτικός έλεγχος, ο Βαρβαρέσος είχε άλλη μια φαεινή ιδέα: όσες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνταν αδιάκοπα κατά την περίοδο της κατοχής, δεν θα είχαν δικαίωμα να πάρουν δάνεια, με το σκεπτικό ότι, για να αντέξουν στην κατοχή, πρέπει να διέθεταν αρκετά ίδια κεφάλαια. Παράλληλα, απαγόρευσε σε κάποιον να παίρνει δάνειο από περισσότερες της μιας τράπεζες, απαγόρευσε την χορήγηση δανείων σε εμπορικές επιχειρήσεις ειδών πολυτελείας και, βέβαια, απαγόρευσε την παροχή πιστώσεων σε όσους ασχολούνταν με αγοραπωλησία χρυσού ή συναλλάγματος.
Όλα αυτά τα μέτρα αλλά και πολλά άλλα μικρότερα, έγιναν μεν αποδεκτά από το ευρύ κοινό αλλά συνάσπισαν σε μέτωπο κατά του Βαρβαρέσου όλους όσους βρέθηκαν εκείνη την εποχή με τον πλούτο στα χέρια τους. Ο πόλεμος άρχισε και, σύντομα, οι ελλείψεις στην αγορά, ακόμη και σε είδη πρώτης ανάγκης, πήραν διαστάσεις χιονοστοιβάδας, προκαλώντας εκτεταμένες λαϊκές αντιδράσεις. Η κυβέρνηση Βούλγαρη (στην οποία ο μεν Βαρβαρέσος ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός εφοδιασμού, ο δε Μαντζαβίνος υπουργός οικονομικών) ανησύχησε και ζήτησε από τον Βαρβαρέσο να νερώσει λίγο το κρασί του. Αντί για απάντηση, ο Βαρβαρέσος παραιτήθηκε και αναχώρησε πρώτα για Λονδίνο και μετά για Ουάσιγκτον, όπου και πέθανε το 1957.
Υστερόγραφο: Το 1952 ο Βαρβαρέσος υπέβαλε στην κυβέρνηση Πλαστήρα, κατόπιν παραγγελίας της, την περίφημη "Έκθεση επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος", ένα από τα δυο σπουδαιότερα οικονομικά συγγράμματα εκείνης της εποχής (το άλλο είναι "Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα", του Δημήτρη Μπάτση). Δυστυχώς, κανένα από αυτά τα δυο σημαντικώτατα έργα δεν έκανε το αφτί τής εκάστοτε πολιτικής εξουσίας να ιδρώσει...
----------------------------------------------------
(*) Τον Δεκέμβριο του 1943, ο Βαρβαρέσος παραιτήθηκε από υπουργός οικονομικών και ανέλαβε πρέσβυς επί οικονομικών θεμάτων. Μ' αυτή την ιδιότητά του συμμετείχε στις διασκέψεις της Ατλάντικ Σίτυ, του Χοτ Σπρινγκς και, κυρίως, του Μπρέττον Γουντς, οι οποίες θεμελίωσαν την μεταπολεμική οικονομική αρχιτεκτονική
Είπαμε ήδη ότι ιδέα του Βαρβαρέσου ήταν η φυγάδευση του ελληνικού χρυσού πριν μπουν οι γερμανοί στην Αθήνα. Βέβαια, η κατοχική κυβέρνηση απάλλαξε από τα καθήκοντά τους τον διοικητή Βαρβαρέσο και τον υποδιοικητή Μαντζαβίνο, πλην όμως η αυτοεξόριστη νόμιμη διοίκηση της ΤτΕ, αφού περιπλανήθηκε για λίγον καιρό στην Νότια Αφρική, κατέληξε στο Λονδίνο όπου έστησε κατάστημα με έξι άτομα όλα κι όλα.
Ο Κυριάκος Βαρβαρέσος (μέσον) στην διάσκεψη του Μπρέττον Γουντς (1944). |
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, ο Βαρβαρέσος έκανε σημαντικό έργο στα χρόνια του πολέμου. Κατ' αρχάς, πολέμησε με νύχια και με δόντια την απαγόρευση αποστολής τροφίμων στην κατεχόμενη Ελλάδα, που είχε επιβάλει στον Ερυθρό Σταυρό η βρεττανική κυβέρνηση. Πράγματι, ενώ ο κόσμος λιμοκτονούσε (κατά βάση στα μεγάλα αστικά κέντρα και, κυρίως, στην Αθήνα), οι άγγλοι πίστευαν ότι δεν πρέπει να στείλουν βοήθεια ώστε, τελικά, οι πεινασμένοι να ξεσηκωθούν κατά των κατακτητών. Ο Βαρβαρέσος κατάφερε να πείσει τον σουηδικό Ερυθρό Σταυρό να εναντιωθεί στην βρεττανική απαγόρευση.
Ένα άλλο που έκανε κατά την διάρκεια του πολέμου ο Βαρβαρέσος, είναι ότι φορολόγησε τους... εφοπλιστές! Πώς έγινε αυτό; Μετά την συνθηκολόγηση της Ελλάδας, η βρεττανική κυβέρνηση εκμίσθωσε τα πλοία των ελλήνων εφοπλιστών για να καλύψει πολεμικές ανάγκες της. Άφησε, όμως, στους εφοπλιστές την δυνατότητα να χρησιμοποιούν προς όφελός τους τα επιταγμένα καράβια, κατά το μέρος τους που δεν χρησιμοποιόταν για τον πόλεμο. Δηλαδή, αν οι βρεττανοί φόρτωναν 60 τόννους όπλα σε ένα πλοίο 100 τόννων, ο εφοπλιστής μπορούσε να φορτώσει για πάρτη του 40 τόννους χαρούπια για να τα εμπορευτεί. Όμως, εκτός από διοικητης τής ΤτΕ, ο Βαρβαρέσος ήταν και υπουργός οικονομικών τής εξόριστης κυβέρνησης και, ως τέτοιος, θεώρησε ότι τα κέρδη ενός επιταγμένου πλοίου συνιστούν φορολογητέα ύλη. Επέβαλε, λοιπόν, φόρο στους έλληνες εφοπλιστές και, μάλιστα, καταβλητέον σε στερλίνες. Παρά τις αντιδράσεις, η Τράπεζα κατάφερε να μαζέψει κατ' αυτόν τον τρόπο περίπου 1,2 εκατ. λίρες μέχρι το τέλος του πολέμου.
Μετά τον πόλεμο, κάποιοι επεχείρησαν να βάλουν φρένο στον Βαρβαρέσο, το όνομα του οποίου είχε πάρει ήδη διεθνή αίγλη (*). Έτσι, στις αρχές Οκτωβρίου του 1944 η κυβέρνηση κατάργησε την θέση του Β' Υποδιοικητού της ΤτΕ, θεσπίζοντας θέση Συνδιοικητού, στην οποία διόρισε τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Ο Βαρβαρέσος χολώθηκε και υπέβαλε την παραίτησή του. Όπως δήλωσε, δεν είχε πρόβλημα με τον Ζολώτα αλλά θεώρησε αφ' ενός μεν προσβλητική γι' αυτόν και τον υποδιοικητή Μαντζαβίνο την δημιουργία θέσης Συνδιοικητή, χωρίς προηγούμενη συζήτηση ή συνεννόηση, αφ' ετέρου δε "απρεπή και άκοσμον" την τοποθέτηση σ' αυτήν την θέση κάποιου που δεν είχε ως τότε καμμιά πείρα σε διοίκηση οργανισμών ή τραπεζών. Μπροστά στην αδιαλλαξία του Βαρβαρέσου, η κυβέρνηση κατάργησε την θέση του Συνδιοικητή στις 7/1/1945.
Ο Βαρβαρέσος με τον Ζολώτα προσπάθησαν να βάλουν τάξη. Εξέδωσαν την νέα δραχμή, ίση προς 50 δισ. παλιών δραχμών. Χτύπησαν την χρυσοφιλία, για να εμπεδώσουν την εμπιστοσύνη στο εθνικό νόμισμα. Και, κυρίως, έβαλαν σειρά στις πιστώσεις: όποια επιχείρηση ήθελε δάνειο, έπρεπε να υποβάλει αναλυτικό σχέδιο, η υλοποίηση του οποίου ελεγχόταν από την τράπεζα και, αν διαπιστωνόταν ότι τα χρήματα του δανείου είχαν διατεθεί σε άλλους προορισμούς, επιβαλλόταν πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο αυτού του ποσού.
Σαν να μην έφτανε αυτός ο ασφυκτικός έλεγχος, ο Βαρβαρέσος είχε άλλη μια φαεινή ιδέα: όσες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνταν αδιάκοπα κατά την περίοδο της κατοχής, δεν θα είχαν δικαίωμα να πάρουν δάνεια, με το σκεπτικό ότι, για να αντέξουν στην κατοχή, πρέπει να διέθεταν αρκετά ίδια κεφάλαια. Παράλληλα, απαγόρευσε σε κάποιον να παίρνει δάνειο από περισσότερες της μιας τράπεζες, απαγόρευσε την χορήγηση δανείων σε εμπορικές επιχειρήσεις ειδών πολυτελείας και, βέβαια, απαγόρευσε την παροχή πιστώσεων σε όσους ασχολούνταν με αγοραπωλησία χρυσού ή συναλλάγματος.
Όλα αυτά τα μέτρα αλλά και πολλά άλλα μικρότερα, έγιναν μεν αποδεκτά από το ευρύ κοινό αλλά συνάσπισαν σε μέτωπο κατά του Βαρβαρέσου όλους όσους βρέθηκαν εκείνη την εποχή με τον πλούτο στα χέρια τους. Ο πόλεμος άρχισε και, σύντομα, οι ελλείψεις στην αγορά, ακόμη και σε είδη πρώτης ανάγκης, πήραν διαστάσεις χιονοστοιβάδας, προκαλώντας εκτεταμένες λαϊκές αντιδράσεις. Η κυβέρνηση Βούλγαρη (στην οποία ο μεν Βαρβαρέσος ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός εφοδιασμού, ο δε Μαντζαβίνος υπουργός οικονομικών) ανησύχησε και ζήτησε από τον Βαρβαρέσο να νερώσει λίγο το κρασί του. Αντί για απάντηση, ο Βαρβαρέσος παραιτήθηκε και αναχώρησε πρώτα για Λονδίνο και μετά για Ουάσιγκτον, όπου και πέθανε το 1957.
Άλλη μια φωτογραφία του Βαρβαρέσου από το Μπρέττον Γουντς. Αριστερά, ο Ανδρέας Παπανδρέου |
----------------------------------------------------
(*) Τον Δεκέμβριο του 1943, ο Βαρβαρέσος παραιτήθηκε από υπουργός οικονομικών και ανέλαβε πρέσβυς επί οικονομικών θεμάτων. Μ' αυτή την ιδιότητά του συμμετείχε στις διασκέψεις της Ατλάντικ Σίτυ, του Χοτ Σπρινγκς και, κυρίως, του Μπρέττον Γουντς, οι οποίες θεμελίωσαν την μεταπολεμική οικονομική αρχιτεκτονική
Τράπεζα της Ελλάδος - 13. Τι απέγινε ο χρυσός;
Στις 14 Απριλίου 2011, ο Κώστας Βαξεβάνης βγάζει στην συχνότητα της ΝΕΤ ένα επεισόδιο της εκπομπής "Κουτί της Πανδώρας". Ο τίτλος του επεισοδίου είναι διατυπωμένος με συνωμοτικό ύφος: "Τράπεζα της Ελλάδος: Η σιωπή είναι χρυσός;". Παρ' ότι δεν αμφισβητώ τις ειλικρινείς προθέσεις τού δημοσιογράφου, ομολογώ ότι απογοητεύτηκα από όσα άκουσα είτε απόν ίδιο είτε από τους περισσότερους εκ των διακεκριμένων καλεσμένων του, οι οποίοι απεδείχθησαν κατώτεροι των περιστάσεων, ου μην δε και αδιάβαστοι. Αν ακολουθήσετε τον διασύνδεσμο που σας δίνω και δείτε την εκπομπή, ρίξτε μια ματιά και στα σχόλια για να δείτε πόσο κακό έκανε.
Από όλα τα ζητήματα που θίγονται στην εκπομπή και από όλες τις ανακρίβειες που ακούγονται, ας επικεντρωθούμε σε όσα έχουν σχέση με τον περίφημο χρυσό τής ΤτΕ. Όπως ξεκαθαρίζει ο ίδιος ο Βαξεβάνης: "Η Τράπεζα της Ελλάδος φυλάσσει και διαχειρίζεται τα αποθέματα χρυσού τής χώρας, όπως άλλωστε όλες οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου. Τα αποθέματα χρυσού μιας χώρας αντιπροσωπεύουν τον πλούτο και πολλές φορές την ασφάλειά της από κρίσεις. Ο χρυσός είναι το μέταλλο των βασιλιάδων κι ο βασιλιάς των μετάλλων. Επί 5.000 χρόνια χρησιμοποιείται ως συναλλακτικό μέσο".
Την ίδια "χρυσολαγνεία" δείχνει και ο χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής Πάνος Παναγιώτου, ο οποίος διερωτάται με αγανάκτηση: "Για ποιον λόγο πουλάμε χρυσό; Είναι ένα απόθεμα το οποίο είναι άκρως απαραίτητο για την σταθερότητα μιας χώρας". Και για όσους δεν κατάλαβαν, συμπληρώνει με οργή: "Όποιος πιστεύει ότι ο ρόλος του χρυσού σήμερα δεν είναι σημαντικός για ένα κράτος, δεν έχει ιδέα τι λέει. Για μένα είναι επικίνδυνος και σπάνια χρησιμοποιώ τέτοιες εκφράσεις. Να σας πω γιατί. Ο χρυσός είναι το νούμερο ένα νόμισμα. Και μάλιστα είναι το νόμισμα του οποίου η αξία ανατιμάται όταν έχουμε κρίση στα άλλα νομίσματα τα οποία είναι χωρίς αντίκρυσμα χρυσού".
Και καλά ο Βαξεβάνης. Δημοσιογράφος είναι, δικαιολογείται να μη ξέρει. Ο Παναγιώτου, όμως, πώς γίνεται να δείχνει τέτοια επίπεδα ασχετοσύνης; Τι είδους χρηματιστηριακός αναλυτής είναι, αν δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι ούτε στον 19ο αιώνα βρισκόμαστε ούτε κανόνας χρυσού υπάρχει πλέον, το δε Μπρέττον Γουντς μας έχει αφήσει προ πολλού χρόνους; Μπορεί να ακούγεται παράδοξο στ' αφτιά των αδαών αλλά η αλήθεια είναι ότι ο χρυσός όχι μόνο δεν είναι "το νούμερο ένα νόμισμα" αλλά δεν είναι καν νόμισμα πλέον, καθ' όσον έχει αποχρηματιστεί πλήρως! Υπ' αυτή την έννοια, έχει δίκιο ο φουκαράς ο Παπαμάργαρης (πρώην διευθυντής της ΤτΕ) που λέει ότι το χρυσάφι είναι σαν μια καλή σοδειά μπαμπάκι που το πουλάς, εισπράττεις και τελειώνεις. Διότι αυτό ακριβώς είναι τώρα πλέον ο χρυσός: ένα εμπόρευμα, το οποίο παίζεται στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων και αποτιμάται σε δολλάρια όπως όλα τα εμπορεύματα του κόσμου. Μπορεί να σε συμφέρει, δηλαδή, να πουλήσεις χρυσό για ν' αγοράσεις πετρέλαιο, στάρι ή χυμό πορτοκαλιού.
Η μεγάλη απογοήτευση, όμως, έρχεται από τον Δημήτρη Καζάκη, ο οποίος βρίσκεται σε κακή μέρα και κάνει την μια γκέλα μετά την άλλη. Σχετικά με τον χρυσό, λέει ο Καζάκης: "Δεν γνωρίζουμε αν είναι αυτό το απόθεμα χρυσού (σ.σ.: έχει ήδη γίνει λόγος για 147 τόννους). Γιατί; Ο νομισματικός χρυσός που ο υποδιοικητής της ΤτΕ την άνοιξη του '41 πήρε για την Μέση Ανατολή, υπολογίστηκε από τον Ξενοφώντα Ζολώτα, ο οποίος ήταν ο πρώτος Διοικητής της ΤτΕ μετά την απελευθέρωση, σε 600 τόννους. Πού είναι αυτός ο χρυσός; Θεωρητικά, μετά την νομισματική μεταρρύθμιση Μαρκεζίνη ο νομισματικός χρυσός της Ελλάδας πρέπει να αυξάνεται. Για ποιό λόγο; Γιατί κατά κύριο λόγο όσοι είχαν αποθεματικά σε χρυσές λίρες τα αντάλλαζαν στην ΤτΕ με δραχμή ή με άλλα νομίσματα αλλά κυρίως με δραχμή. Αυτό αύξανε τον νομισματικό χρυσό της Ελλάδας. Το ερώτημα είναι τι έγιναν οι εξακόσιοι τόννοι. Γιατί από τους 600 τόννους φτάσαμε τους 147, που λένε ότι είναι σήμερα;".
Ας παραβλέψουμε επουσιώδεις ανακρίβειες (π.χ. ο Ζολώτας δεν ήταν ο πρώτος διοικητής μετά την απελευθέρωση, ο Βαρβαρέσος ήταν διοικητής όταν πήρε τον χρυσό το '41 κλπ), ας μη σχολιάσουμε το ότι μέχρι την δικτατορία ο κόσμος δεν αντάλλασσε λίρες με δραχμές αλλά μάλλον το αντίθετο έκανε και ας πάμε στην ουσία. Ίσως να θυμάται ο αναγνώστης ότι στο 10ο κείμενο της σειράς ("Η περίοδος της κατοχής") του είχα συστήσει να σημειώσει ένα νουμεράκι, γράφοντας: "ο Βαρβαρέσος φρόντισε να αδειάσει την Τράπεζα της Ελλάδος από τα αποθέματά της σε συνάλλαγμα και χρυσό (610.796,431 ουγγιές και σημειώστε αυτή την ποσότητα)". Όταν αυτός ο χρυσός έφτασε στην Νότια Αφρική, καθαρίστηκε και απέμειναν καθαρές 608.350,890 ουγγιές. Υπολογίζοντας την ουγγιά προς 31,1 γραμμάρια, μιλάμε για κάτι λιγώτερο από 18,92 τόννους. Από πού προκύπτουν οι 600 τόννοι για τους οποίους μιλάει ο Καζάκης; Προφανώς, ο ομιλητής μπέρδεψε τις ουγγιές με τους τόννους και γι' αυτό είπα πρωτύτερα πως ήταν σε κακή μέρα (*).
Πάμε τώρα να δούμε τι έγινε αυτός ο χρυσός. Εδώ πρέπει να δεχτούμε ότι πράγματι οι μετακατοχικές διοικήσεις της ΤτΕ ακολούθησαν την εσφαλμένη (κρίνοντας εκ του αποτελέσματος) πολιτική να πουλάνε χρυσό για να στηρίξουν την δραχμή. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, η ΤτΕ πούλησε 250.000 χρυσές λίρες, έναν μήνα αργότερα άλλες 44.000 κλπ, φτάνοντας τις 2.591.000 χρυσές λίρες μέχρι τον Μάρτιο του 1947 (**). Με δεδομένο ότι κάθε χρυσή λίρα περιείχε 0,23542 ουγγιές χρυσού, με το χρυσάφι που φυγάδευσε ο Βαρβαρέσος το '41, η ΤτΕ θα μπορούσε να κόψει 2.584.108 λίρες. Ορίστε, λοιπόν, η απλή απάντηση στο συνωμοτικό ερώτημα τι απέγινε ο φυγαδευμένος χρυσός: βγήκε στην αγορά για να στηρίξει την δραχμή, άσχετα αν δεν τα κατάφερε.
Να κλείσουμε με μια τελευταία λεπτομέρεια. Παρά τα όσα θα έπρεπε να ίσχυαν "θεωρητικά" (κατά Καζάκη), μόνο κατά την διετία 1963-1965 η καθαρή εκροή (πωλήσεις μείον αγορές) της ΤτΕ σε χρυσές λίρες άγγιξε τα 11,2 εκατομμύρια κομμάτια. Άλλωστε, "την περίοδο 1953-1966, η εφαρμογή ριζικών μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος της ζήτησης χρυσών λιρών απασχόλησε την ΤτΕ και τις εκάστοτε κυβερνήσεις" (Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, "Ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος, 1928-2008", Τράπεζα της Ελλάδος, 2014). Για την ιστορία, ας σημειώσουμε ότι σήμερα η Ελλάδα κατέχει κάπου 180 τόννους χρυσού: οι 120 βρίσκονται στο θησαυροφυλάκιο της ΤτΕ κι οι υπόλοιποι 60 στην Fed των ΗΠΑ, στην Τράπεζα της Αγγλίας και... στην Ελβετία!
------------------------------------------------
(*) Η κακή μέρα του Καζάκη φαίνεται από νωρίς, όταν σημειώνει ότι "εξανάγκασαν την Ελλάδα, και δη την Τράπεζα της Ελλάδος, που έπαιρνε το εκδοτικό δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα να εκδίδει το εθνικό νόμισμα, να το παραχωρήσει αυτό στην Τράπεζα της Αγγλίας. Κι έτσι το εθνικό νόμισμα εκδιδόταν από την Τράπεζα της Αγγλίας και όχι από την Τράπεζα της Ελλάδος". Δεν ξέρω τι είχε κατά νου ο ομιλητής εκείνη την στιγμή αλλά αυτό που έβγαλε από τα χείλη του είναι χοντράδα ολκής. Κανένα εκδοτικό δικαίωμα δεν παραχωρήθηκε ποτέ! Μπορεί, βέβαια, τα ελληνικά χαρτονομίσματα να τυπώνονταν στην Αγγλία (σε ιδιωτικό τυπογραφείο και όχι, βέβαια, στην Τράπεζα της Αγγλίας) μέχρι το 1954 αλλά εκδότες ήσαν πάντοτε οι ελληνικές κεντρικές τράπεζες (αρχικά η Εθνική και κατόπιν η ΤτΕ).
(**) Athanasios Lykogiannis, "Britain and the Greek Economic Crisis, 1944-1947: from Liberation to the Truman Doctrine", London School of Economics and Political Science - University of London, 1999
Από όλα τα ζητήματα που θίγονται στην εκπομπή και από όλες τις ανακρίβειες που ακούγονται, ας επικεντρωθούμε σε όσα έχουν σχέση με τον περίφημο χρυσό τής ΤτΕ. Όπως ξεκαθαρίζει ο ίδιος ο Βαξεβάνης: "Η Τράπεζα της Ελλάδος φυλάσσει και διαχειρίζεται τα αποθέματα χρυσού τής χώρας, όπως άλλωστε όλες οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου. Τα αποθέματα χρυσού μιας χώρας αντιπροσωπεύουν τον πλούτο και πολλές φορές την ασφάλειά της από κρίσεις. Ο χρυσός είναι το μέταλλο των βασιλιάδων κι ο βασιλιάς των μετάλλων. Επί 5.000 χρόνια χρησιμοποιείται ως συναλλακτικό μέσο".
Το θρυλικό "Βασίλισσα Όλγα", το ένα από τα δυο αντιτορπιλλικά (το άλλο ήταν το "Βασιλεύς Γεώργιος") που χρησιμοποιήθηκαν τον Απρίλιο του 1941 για να μεταφερθεί ο χρυσός από τον Πειραιά στο Ηράκλειο. |
Την ίδια "χρυσολαγνεία" δείχνει και ο χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής Πάνος Παναγιώτου, ο οποίος διερωτάται με αγανάκτηση: "Για ποιον λόγο πουλάμε χρυσό; Είναι ένα απόθεμα το οποίο είναι άκρως απαραίτητο για την σταθερότητα μιας χώρας". Και για όσους δεν κατάλαβαν, συμπληρώνει με οργή: "Όποιος πιστεύει ότι ο ρόλος του χρυσού σήμερα δεν είναι σημαντικός για ένα κράτος, δεν έχει ιδέα τι λέει. Για μένα είναι επικίνδυνος και σπάνια χρησιμοποιώ τέτοιες εκφράσεις. Να σας πω γιατί. Ο χρυσός είναι το νούμερο ένα νόμισμα. Και μάλιστα είναι το νόμισμα του οποίου η αξία ανατιμάται όταν έχουμε κρίση στα άλλα νομίσματα τα οποία είναι χωρίς αντίκρυσμα χρυσού".
Και καλά ο Βαξεβάνης. Δημοσιογράφος είναι, δικαιολογείται να μη ξέρει. Ο Παναγιώτου, όμως, πώς γίνεται να δείχνει τέτοια επίπεδα ασχετοσύνης; Τι είδους χρηματιστηριακός αναλυτής είναι, αν δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι ούτε στον 19ο αιώνα βρισκόμαστε ούτε κανόνας χρυσού υπάρχει πλέον, το δε Μπρέττον Γουντς μας έχει αφήσει προ πολλού χρόνους; Μπορεί να ακούγεται παράδοξο στ' αφτιά των αδαών αλλά η αλήθεια είναι ότι ο χρυσός όχι μόνο δεν είναι "το νούμερο ένα νόμισμα" αλλά δεν είναι καν νόμισμα πλέον, καθ' όσον έχει αποχρηματιστεί πλήρως! Υπ' αυτή την έννοια, έχει δίκιο ο φουκαράς ο Παπαμάργαρης (πρώην διευθυντής της ΤτΕ) που λέει ότι το χρυσάφι είναι σαν μια καλή σοδειά μπαμπάκι που το πουλάς, εισπράττεις και τελειώνεις. Διότι αυτό ακριβώς είναι τώρα πλέον ο χρυσός: ένα εμπόρευμα, το οποίο παίζεται στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων και αποτιμάται σε δολλάρια όπως όλα τα εμπορεύματα του κόσμου. Μπορεί να σε συμφέρει, δηλαδή, να πουλήσεις χρυσό για ν' αγοράσεις πετρέλαιο, στάρι ή χυμό πορτοκαλιού.
Η μεγάλη απογοήτευση, όμως, έρχεται από τον Δημήτρη Καζάκη, ο οποίος βρίσκεται σε κακή μέρα και κάνει την μια γκέλα μετά την άλλη. Σχετικά με τον χρυσό, λέει ο Καζάκης: "Δεν γνωρίζουμε αν είναι αυτό το απόθεμα χρυσού (σ.σ.: έχει ήδη γίνει λόγος για 147 τόννους). Γιατί; Ο νομισματικός χρυσός που ο υποδιοικητής της ΤτΕ την άνοιξη του '41 πήρε για την Μέση Ανατολή, υπολογίστηκε από τον Ξενοφώντα Ζολώτα, ο οποίος ήταν ο πρώτος Διοικητής της ΤτΕ μετά την απελευθέρωση, σε 600 τόννους. Πού είναι αυτός ο χρυσός; Θεωρητικά, μετά την νομισματική μεταρρύθμιση Μαρκεζίνη ο νομισματικός χρυσός της Ελλάδας πρέπει να αυξάνεται. Για ποιό λόγο; Γιατί κατά κύριο λόγο όσοι είχαν αποθεματικά σε χρυσές λίρες τα αντάλλαζαν στην ΤτΕ με δραχμή ή με άλλα νομίσματα αλλά κυρίως με δραχμή. Αυτό αύξανε τον νομισματικό χρυσό της Ελλάδας. Το ερώτημα είναι τι έγιναν οι εξακόσιοι τόννοι. Γιατί από τους 600 τόννους φτάσαμε τους 147, που λένε ότι είναι σήμερα;".
Ας παραβλέψουμε επουσιώδεις ανακρίβειες (π.χ. ο Ζολώτας δεν ήταν ο πρώτος διοικητής μετά την απελευθέρωση, ο Βαρβαρέσος ήταν διοικητής όταν πήρε τον χρυσό το '41 κλπ), ας μη σχολιάσουμε το ότι μέχρι την δικτατορία ο κόσμος δεν αντάλλασσε λίρες με δραχμές αλλά μάλλον το αντίθετο έκανε και ας πάμε στην ουσία. Ίσως να θυμάται ο αναγνώστης ότι στο 10ο κείμενο της σειράς ("Η περίοδος της κατοχής") του είχα συστήσει να σημειώσει ένα νουμεράκι, γράφοντας: "ο Βαρβαρέσος φρόντισε να αδειάσει την Τράπεζα της Ελλάδος από τα αποθέματά της σε συνάλλαγμα και χρυσό (610.796,431 ουγγιές και σημειώστε αυτή την ποσότητα)". Όταν αυτός ο χρυσός έφτασε στην Νότια Αφρική, καθαρίστηκε και απέμειναν καθαρές 608.350,890 ουγγιές. Υπολογίζοντας την ουγγιά προς 31,1 γραμμάρια, μιλάμε για κάτι λιγώτερο από 18,92 τόννους. Από πού προκύπτουν οι 600 τόννοι για τους οποίους μιλάει ο Καζάκης; Προφανώς, ο ομιλητής μπέρδεψε τις ουγγιές με τους τόννους και γι' αυτό είπα πρωτύτερα πως ήταν σε κακή μέρα (*).
Πάμε τώρα να δούμε τι έγινε αυτός ο χρυσός. Εδώ πρέπει να δεχτούμε ότι πράγματι οι μετακατοχικές διοικήσεις της ΤτΕ ακολούθησαν την εσφαλμένη (κρίνοντας εκ του αποτελέσματος) πολιτική να πουλάνε χρυσό για να στηρίξουν την δραχμή. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, η ΤτΕ πούλησε 250.000 χρυσές λίρες, έναν μήνα αργότερα άλλες 44.000 κλπ, φτάνοντας τις 2.591.000 χρυσές λίρες μέχρι τον Μάρτιο του 1947 (**). Με δεδομένο ότι κάθε χρυσή λίρα περιείχε 0,23542 ουγγιές χρυσού, με το χρυσάφι που φυγάδευσε ο Βαρβαρέσος το '41, η ΤτΕ θα μπορούσε να κόψει 2.584.108 λίρες. Ορίστε, λοιπόν, η απλή απάντηση στο συνωμοτικό ερώτημα τι απέγινε ο φυγαδευμένος χρυσός: βγήκε στην αγορά για να στηρίξει την δραχμή, άσχετα αν δεν τα κατάφερε.
Να κλείσουμε με μια τελευταία λεπτομέρεια. Παρά τα όσα θα έπρεπε να ίσχυαν "θεωρητικά" (κατά Καζάκη), μόνο κατά την διετία 1963-1965 η καθαρή εκροή (πωλήσεις μείον αγορές) της ΤτΕ σε χρυσές λίρες άγγιξε τα 11,2 εκατομμύρια κομμάτια. Άλλωστε, "την περίοδο 1953-1966, η εφαρμογή ριζικών μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος της ζήτησης χρυσών λιρών απασχόλησε την ΤτΕ και τις εκάστοτε κυβερνήσεις" (Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, "Ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος, 1928-2008", Τράπεζα της Ελλάδος, 2014). Για την ιστορία, ας σημειώσουμε ότι σήμερα η Ελλάδα κατέχει κάπου 180 τόννους χρυσού: οι 120 βρίσκονται στο θησαυροφυλάκιο της ΤτΕ κι οι υπόλοιποι 60 στην Fed των ΗΠΑ, στην Τράπεζα της Αγγλίας και... στην Ελβετία!
Όταν σήμερα ολόκληρη Κίνα διαθέτει χίλιους τόννους χρυσού και η Ρωσσία με την Ινδία από καμμιά πεντακοσαριά, μάλλον είναι δύσκολο να είχαμε εμείς 600 τόννους το 1941, μετά και την πτώχευση του 1932. |
------------------------------------------------
(*) Η κακή μέρα του Καζάκη φαίνεται από νωρίς, όταν σημειώνει ότι "εξανάγκασαν την Ελλάδα, και δη την Τράπεζα της Ελλάδος, που έπαιρνε το εκδοτικό δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα να εκδίδει το εθνικό νόμισμα, να το παραχωρήσει αυτό στην Τράπεζα της Αγγλίας. Κι έτσι το εθνικό νόμισμα εκδιδόταν από την Τράπεζα της Αγγλίας και όχι από την Τράπεζα της Ελλάδος". Δεν ξέρω τι είχε κατά νου ο ομιλητής εκείνη την στιγμή αλλά αυτό που έβγαλε από τα χείλη του είναι χοντράδα ολκής. Κανένα εκδοτικό δικαίωμα δεν παραχωρήθηκε ποτέ! Μπορεί, βέβαια, τα ελληνικά χαρτονομίσματα να τυπώνονταν στην Αγγλία (σε ιδιωτικό τυπογραφείο και όχι, βέβαια, στην Τράπεζα της Αγγλίας) μέχρι το 1954 αλλά εκδότες ήσαν πάντοτε οι ελληνικές κεντρικές τράπεζες (αρχικά η Εθνική και κατόπιν η ΤτΕ).
(**) Athanasios Lykogiannis, "Britain and the Greek Economic Crisis, 1944-1947: from Liberation to the Truman Doctrine", London School of Economics and Political Science - University of London, 1999
Τράπεζα της Ελλάδος - 14. Από το 1946 στο 1953
Όταν στις 11 Φεβρουαρίου 1946 ο Βαρβαρέσος αποχώρησε οριστικά από την Τράπεζα της Ελλάδος, τον διαδέχτηκε ο επί μια δεκαετία αντιπρόεδρός του Γεώργιος Μαντζαβίνος, ο οποίος έμελλε να διοικήσει την τράπεζα τα επόμενα εννέα χρόνια. Χαρακτήρας χαμηλών τόνων, ο Μαντζαβίνος είχε μπολιαστεί με τις αρχές τού προκατόχου του, πλην όμως ποτέ δεν βρήκε την δύναμη να συγκρουστεί ανοιχτά με την πολιτική εξουσία. Έτσι, δέχτηκε αυτό που είχε κάνει τον Βαρβαρέσο να κλωτσήσει: την Νομισματική Επιτροπή (Ν.Ε.).
Η Ν.Ε. συστήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1946, με βάση την οικονομική συμφωνία του Λονδίνου και, παρ' ότι είχε προσωρινό χαρακτήρα, η θητεία της ανανεωνόταν συνεχώς, έτσι ώστε διήρκεσε μέχρι το 1982. Υποτίθεται ότι ήταν μια εσωτερική υπηρεσία τής τράπεζας, η οποία είχε ως σκοπό τον συντονισμό τής νομισματικής πολιτικής. Όμως, σύντομα εξελίχθηκε σε κυβερνητικό όργανο ελέγχου της ΤτΕ, αφού πρόεδρός της ήταν ο υπουργός συντονισμού και μέλη της οι υπουργοί βιομηχανίας και εμπορίου, ο υφυπουργός συντονισμού, ένας πανεπιστημιακός καθηγητής με ειδίκευση στα οικονομικά και, φυσικά, ο διοικητής της ΤτΕ. Επίσης, η Ν.Ε. είχε και αλλοδαπά μέλη (τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια), βρεττανούς και πολιτειακούς, τα οποία μάλιστα πληρώνονταν από την τράπεζα.
Διανομή βοήθειας UNRRA σε χωριό της Ηπείρου.
Στην διοίκηση Μαντζαβίνου έλαχε ο κλήρος να διαχειριστεί την περιβόητη οικονομική βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ. Μιλάμε για τα 366 εκατ. δολλάρια, τα οποία εισέρευσαν στην χώρα ως "δώρο" κατά την τριετία 1948-1951. Ο Μαντζαβίνος προσπάθησε να συνεχίσει την αυστηρή πολιτική τού Βαρβαρέσου σχετικά με τον τρόπο και το εύρος των πιστοδοτήσεων των επιχειρήσεων αλλά η Ν.Ε. είχε συχνά διαφορετική άποψη. Παράλληλα, η Ν.Ε. ενέκρινε κατ' επανάληψη έκτακτες πιστώσεις προς το δημόσιο, με αποτέλεσμα τα 510 από τα 643 δισ. πιστώσεων που χορήγησε η ΤτΕ ως τα τέλη του 1946, να έχουν δοθεί στο δημόσιο. Βέβαια, από το δημόσιο κατευθύνθηκαν στην ενίσχυση της οικονομίας αλλά με την μορφή ενίσχυσης αυτών που είχαν τον έλεγχο της οικονομίας.
Χαρακτηριστικά είναι και όσα έγιναν με την υλική βοήθεια της UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration). Στρατιωτικά οχήματα μετέφεραν σακιά και χαρτόκουτα με τρόφιμα και ρούχα, τα ξεφόρτωναν στις πλατείες των χωριών και οι κάτοικοι έπαιρναν ό,τι προλάβαιναν. Το πρόβλημα δεν ήταν ότι η κατάσταση ξεπερνούσε τα όρια της φαιδρότητας ή ότι χωριατόπουλα υποχρεώνονταν να πίνουν το γάλα σε σκόνη που έστελνε η UNRRA αν και στα σπίτια τους είχαν τουλάχιστον μια γιδούλα που τους έδινε καθημερινά κανονικό γάλα. Το πρόβλημα ήταν ότι από την βοήθεια της UNRRA έφτανε στον απλό κόσμο μόνο ο κατιμάς ενώ τα είδη αξίας (πρώτες ύλες, τρόφιμα, μηχανήματα, φάρμακα κλπ), που μπορούσαν να αποφέρουν πλουτισμό, τα καρπώθηκαν οι επιτήδειοι, οι μεγαλέμποροι, οι βιομήχανοι και γενικά όσοι είχαν πρόσβαση στην εξουσία. Επίσης, η βοήθεια της UNRRA ενίσχυσε τις παρακρατικές οργανώσεις της υπαίθρου (ταγματασφαλίτες, ΜΑΥδες κλπ), αφού σ' αυτούς ανέθεσε την διανομή της το κράτος. Κάπως έτσι, τα μαγαζιά των μεγάλων πόλεων γέμισαν με πράγματα της UNRRA, που πουλιούνταν κοψοχρονιά. (*)
Ο Μαντζαβίνος συνέχισε την πολιτική νομισματικού ελέγχου μέσω της πώλησης συναλλάγματος και χρυσών λιρών. Έβαλε μπρος ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ενίσχυσης του τουρισμού μέσω της επαναλειτουργίας ξενοδοχείων συνολικής δυναμικότητας 1300 κλινών. Επέβαλε τα πρώτα πρόστιμα σε όσους έπαιρναν δάνεια αλλά τα χρησιμοποιούσαν για άλλους σκοπούς. Χρηματοδότησε με το ιδιαίτερα χαμηλό επιτόκιο 2% την Κτηματική Τράπεζα, η οποία διέθετε αυτά τα χρήματα για τις στεγαστικές ανάγκες των πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, της Παντείου, του ΟΛΠ κλπ.
Τον Ιούλιο του 1948 υπεγράφη η Σύμβασις Οικονομικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ. Ως λόγος υπογραφής αυτής της σύμβασης αναφέρθηκε η αποτελεσματικώτερη αξιοποίηση των φυσικών πόρων της χώρας με στόχο την οικονομική της ανόρθωση. Με απλά λόγια: οι ΗΠΑ θα μας έδιναν δολλάρια με τα οποία θα κάναμε εισαγωγές απαραίτητες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας και της γεωργίας. Παράλληλα, συστήθηκε Κεντρική Επιτροπή Δανείων, η οποία θα έλεγχε τις χορηγούμενες πιστώσεις και στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι των ΗΠΑ.
Λίγο αργότερα συμφωνήθηκε και το Ελληνικόν Πρόγραμμα Ανασυγκροτήσεως. Επρόκειτο για ένα πρόγραμμα όπου έβαζαν δανεικά λεφτά οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Συνεργασία και η ΤτΕ, ώστε να χρηματοδοτηθεί η ανασυγκρότηση της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις πρώτες χρηματοδοτήσεις που ενέκρινε αυτό το πρόγραμμα ήταν η εισαγωγή... αυτοκινήτων! Την σχετική απόφαση πήρε η Ν.Ε., κατόπιν εισηγήσεως της... Ελληνοαμερικανικής Επιτροπής Αυτοκινήτων. Σε μια περίοδο που μένεται ο εμφύλιος, εκτιμάται ότι η ανασυγκρότηση έχει ανάγκη από αυτοκίνητα. Γιατί όχι;
Με δυο λόγια, η συμμετοχή των ΗΠΑ σε όλα αυτά τα προγράμματα εγγυάται μόνον ένα πράγμα: τα δανεικά που δίνουν οι ξένοι παράγοντες -και που φορτώνονται σιγά-σιγά στις πλάτες του λαού, ο οποίος θα κληθεί να τα ξεπληρώσει- κατευθύνονται "όπου πρέπει". Π.χ., στην Α.Ε. Χαλυβδοφύλλων και Λευκοσιδήρου (η οποία, σημειωτέον, επί κατοχής συνεργαζόταν με τους γερμανούς) για να πληρώσει τον εξοπλισμό που αγόρασε από τις ΗΠΑ ή στην Ελληνικαί Αεροπορικαί Συγκοινωνίαι (ΕΛΛ.Α.Σ.) για να αγοράσει ένα αεροπλάνο που θα το δρομολογούσε στην γραμμή Αθήνας-Λονδίνου (**).
Το 1950 ο Μαντζαβίνος αναλαμβάνει και το υπουργείο οικονομικών. Προσπαθεί να βάλει μια τάξη αλλά το πάρτυ έχει φουντώσει για τα καλά. Είναι η εποχή που πρωτοκάνει την εμφάνιση του το φαινόμενο να πτωχεύουν οι βιομηχανίες αλλά να πλουτίζουν οι βιομήχανοι. Τον Ιούλιο του 1952 η Ν.Ε. καταρτίζει πίνακα οφειλετών με ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω του ενός δισ. δραχμών. Στον πίνακα περιλαμβάνονται 60 βιομηχανίες κάθε είδους, 3 οικοδομικές επιχειρήσεις, 14 εμπορικές επιχειρήσεις και 9 άλλοι οργανισμοί (ανάμεσά τους και ο ΟΤΕ). Η ΤτΕ προσπαθεί να σφίξει τα λουριά και επιβάλλει για πρώτη φορά την προσκόμιση φορολογικής ενημερότητας από όποιον ζητάει χρηματοδότηση.
Η βοήθεια των ΗΠΑ ξεφορτώνεται στον Πειραιά. Από την Τουσόν της Αριζόνας στα Τρίκαλα... με αγάπη.
Το φαγοπότι έπληξε και την ίδια την ΤτΕ. Τον Φεβρουάριο του 1953 η τράπεζα αποφασίζει να διακόψει την αμοιβή των υπερωριών, να αναστείλει την ίδρυση υποκαταστημάτων σε Τρίκαλα και Λειβαδειά, να καταργήσει τα έξοδα κίνησης και άλλα επιδόματα στο προσωπικό της ενώ έβαλε στο πλάνο της και την περικοπή 350 θέσεων εργασίας.
Στο μεταξύ, από τις εκλογές τής 19ης Νοεμβρίου 1952 έχει προκύψει κυβέρνηση Παπάγου, στην οποία έχει αναλάβει υπουργός συντονισμού ένας κοντοπίθαρος αλλά αεικίνητος πολιτικός ονόματι Σπύρος Μαρκεζίνης. Στις 9 Απριλίου 1953, ημέρα κατά την οποία θα έκλεινε τα 44 χρόνια του, ο Μαρκεζίνης θα προκαλούσε σεισμό στην ελληνική οικονομία...
----------------------------------------------
(*) Η UNRRA ιδρύθηκε το 1943 από 40 χώρες, με σκοπό να βοηθήσει όσες χώρες επλήγησαν από τον πόλεμο. Όμως, μέσα σε δυο χρόνια έφτασε στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Έτσι, το ελληνικό κράτος αναγκάστηκε να συμπληρώσει την προσφερθείσα βοήθεια, διαθέτοντας "ολόκληρον σχεδόν το συναλλαγματικόν απόθεμα της χώρας εις χρυσόν, δολλάρια και λίρας Αγγλίας" (Κ. Βαρβαρέσος, "Έκθεσις επί του Οικονομικού Προβλήματος της Ελλάδος").
(**) Τον Οκτώβριο του 1950, η ΕΛΛ.Α.Σ. θα βρεθεί να χρωστάει στο ελληνικό δημόσιο σχεδόν ενάμισυ εκατ. στερλίνες και θα υποχρεωθεί από το υπουργείο αεροπορίας να πάρει μέτρα. Λίγους μήνες αργότερα θα συγχωνευόταν με δυο άλλες αεροπορικές εταιρείες σε έναν αερομεταφορέα όπου το δημόσιο θα συμμετείχε με 11%
Τράπεζα της Ελλάδος - 15. Η υπερυποτίμηση του 1953
Με τον προϋπολογισμό να έχει εκτροχιασθεί ήδη από το πρώτο δίμηνο, το 1953 δεν προμηνυόταν ευχάριστο για την ελληνική οικονομία. Στην νέα αλλά πανίσχυρη κυβέρνηση Παπάγου (238 έδρες!), η οποία βγήκε από τις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952, ο φέρελπις Σπύρος Μαρκεζίνης ήταν τυπικά υπουργός συντονισμού αλλά ουσιαστικά έλεγχε όλα τα οικονομικά υπουργεία. Και μπορεί οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης να έγιναν από τον Παπάγο στην Βουλή την 17η Δεκεμβρίου, αλλά ο Μαρκεζίνης είχε δώσει από τις 6 του μηνός ραδιοφωνική συνέντευξη, όπου ανέλυε λεπτομερώς το οικονομικό πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης.
Πρώτος στόχος του Μαρκεζίνη ήταν οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ανέφερε ότι το κράτος είναι φτωχό και έχει ανάγκη από λιγώτερους υπαλλήλους, εργαζόμενους και όχι αργόμισθους. Και μπορεί να συμπλήρωσε ότι αυτοί οι "λιγώτεροι υπάλληλοι" πρέπει να είναι καλά αμειβόμενοι, αλλά δεν έκανε κουβέντα για αυξήσεις. Να σημειώσουμε εδώ ότι το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ δεν επέτρεπαν την παραμικρή αύξηση στους μισθούς, με στόχο την συγκράτηση του πληθωρισμού και την μείωση των ελλειμμάτων. Στο μεταξύ, το κόστος ζωής στην Ελλάδα, σε σχέση με την προπολεμική περίοδο, είχε τετρακοσιαπλασιαστεί, την ώρα που στις Η.Π.Α. είχε, απλώς, διπλασιαστεί.
Δεύτερος στόχος του Μαρκεζίνη ήταν η περαιτέρω μείωση του κόστους εργασίας, ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών. Το ζήτημα είναι ποιων εξαγωγών. Τί εξαγωγές να κάνει μια κατεστραμμένη, μετά από 9 χρόνια πολέμων, χώρα; Εν πάση περιπτώσει, ο Μαρκεζίνης κατάργησε τον νόμο 2222, ο οποίος έβαζε όρια στις απολύσεις. Έτσι, κάθε επιχείρηση μπορούσε να απολύσει όσους και όποτε ήθελε, δίχως να δίνει λόγο σε κανένα. Παράλληλα, η κυβέρνηση προσπάθησε να καταργήσει και τον μεταξικό νόμο περί αποζημιώσεων στους απολυομένους, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν, όχι μόνο να απολύουν κατά βούληση αλλά και να μην επιβαρύνονται με αποζημιώσεις. Ευτυχώς, παρουσιάστηκαν έντονες αντιδράσεις ακόμα και μεταξύ των κυβερνητικών βουλευτών κι έτσι η συγκεκριμένη μεθόδευση δεν πέρασε.
Τρίτος στόχος του Μαρκεζίνη (απόρροια του δεύτερου) ήταν η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων για επενδύσεις. Μέσα στο α' εξάμηνο του 1953 εισάγει το νομοσχέδιο "περί προσελκύσεως ξένων κεφαλαίων". Εκεί προβλέπονται, μεταξύ άλλων: η ετήσια εξαγωγή συναλλάγματος ίσου προς το 10% των εισαχθέντων κεφαλαίων, επί πλέον εξαγωγή 12% για επιστροφή κερδών κι άλλο ένα 10% για τόκους. Παράλληλα, θεσπίζονται ειδικές φοροαπαλλαγές και διευκολύνσεις για όλα τα ξένα κεφάλαια. Για τους έλληνες πολίτες ο Μαρκεζίνης επιφυλάσσει τον Ν. 2366/7-4-1953 "περί καταργήσεως φορολογικών απαλλαγών και εξαιρέσεων".
Παρένθεση. Αν σχηματίσατε την εντύπωση ότι κάπου έχετε ξανακούσει αυτούς τους τρεις στόχους του Μαρκεζίνη και, μάλιστα, αρκετά πρόσφατα, σας συγχαίρω για την οξυδέρκειά σας και σας θυμίζω ότι η Ιστορία κάνει κύκλους. Κλείνει η παρένθεση.
Πάντως, η κορυφαίας σημασίας επιλογή του Μαρκεζίνη ήταν η υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολλαρίου κατά 50%. Στις 9 το βράδυ της 9ης Απριλίου 1953, ανήμερα των 44ων γενεθλίων του, ο Μαρκεζίνης εξαπολύει από ραδιοφώνου την βόμβα: η δραχμή υποτιμάται κατά 50%! Αυτό σημαίνει ότι το δολλάριο, με το οποίο είναι συνδεδεμένη, διπλασιάζει την τιμή του από 15.000 σε 30.000 δραχμές (αργότερα κόπηκαν τα τρία μηδενικά) και αντίστοιχα διπλασιάζεται η τιμή όλων των άλλων ξένων νομισμάτων (*).
Ο Μαρκεζίνης δούλευε πολύ καιρό και με άκρα μυστικότητα το σχέδιο αυτής της υπερυποτίμησης (όπως την χαρακτήρισε η αντιπολίτευση, η οποία την βρήκε εξωπραγματική). Ενήμεροι ήσαν μόνο ο Παπάγος, ο Μαντζαβίνος, ο υπουργός εμπορίου και στενώτατος συνεργάτης τού Μαρκεζίνη Θάνος Καψάλης, η πρεσβεία των ΗΠΑ (αλίμονο!) και το... Δ.Ν.Τ. (τρις αλίμονο!). Όμως, ο μόνος που ήξερε το ακριβές ποσοστό τής υποτίμησης ήταν ο Παπάγος.
Εκείνο το βράδυ, από ραδιοφώνου, ο Μαρκεζίνης προσπάθησε να εξηγήσει την ανάγκη για αυτή την υποτίμηση: "Με αδικαιολογήτως ευθηνήν τιμήν του δολλαρίου, συμφέρουσα ήτο η εξαγωγή κεφαλαίων εις το εξωτερικόν και ο ελληνικός τουρισμός εις την αλλοδαπήν. Όταν το ελληνικό νόμισμα αποκτήση την πραγματικήν αξίαν του και καταστή ευθηνότερον, τότε συμφέρον θα είναι ο εξ αλλοδαπής τουρισμός εις την Ελλάδα και ο επαναπατρισμός ελληνικών κεφαλαίων εις την πατρίδα ή και η διευκόλυνσις προσελκύσεως γενικώς ξένου κεφαλαίου. Προσέλκυσις δε ξένου κεφαλαίου και προώθησις της πολιτικής των επενδύσεων δεν αποτελεί απλώς εν εκ των κυριοτέρων μελημάτων της κυβερνήσεως, αλλά ταυτοχρόνως και την βασικήν ελπίδα της αναγεννήσεως του τόπου". Τέλος, εκτός από την υποτίμηση, ανήγγειλε την κατάργηση όλων των κλειστών επαγγελμάτων, την απελευθέρωση των εισαγωγών και την περικοπή των δώρων των μισθωτών.
Η εξέλιξη των πραγμάτων έδειξε να δικαιώνει τον Μαρκεζίνη αλλά παραμένει αμφίβολο αν και κατά πόσο η βελτίωση των οικονομικών τής χώρας οφειλόταν στα μέτρα του ή στην ευνοϊκή διεθνή συγκυρία (μείωση της τιμής του χρυσού, μείωση της τιμής των καυσίμων, υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης παγκοσμίως κλπ). Το σίγουρο είναι ότι εκείνο το βράδυ της 99ης ημέρας του 1953, οι πλούσιοι που διατηρούσαν τις καταθέσεις τους σε τράπεζες του εξωτερικού ή σε συνάλλαγμα, διπλασίασαν την περιουσία τους δίχως να κουνήσουν έστω το μικρό τους δαχτυλάκι. Στους φτωχούς έμεινε μόνο η αλματώδης αύξηση του πληθωρισμού (λόγω του διπλασιασμού του κόστους των εισαγωγών) και η αυξημένη φορολογία.
--------------------------------------------------
(*) Φυσικά, ο Μαρκεζίνης δεν επέλεξε την 9η Απριλίου λόγω των γενεθλίων του αλλά λόγω του ότι ήταν Μεγάλη Πέμπτη και, συνεπώς, θα ακολουθούσε ένα πενθήμερο με τράπεζες και χρηματιστήριο κλειστά, διάστημα αρκετό για να αποσβεσθεί το μεγαλύτερο ποσοστό των φυσιολογικών κραδασμών και για να καταλαγιάσουν οι αντιδράσεις πανικού.
Ο Σπύρος Μαρκεζίνης ενώ ετοιμάζεται να ανακοινώσει την υποτίμηση της δραχμής. |
Πρώτος στόχος του Μαρκεζίνη ήταν οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ανέφερε ότι το κράτος είναι φτωχό και έχει ανάγκη από λιγώτερους υπαλλήλους, εργαζόμενους και όχι αργόμισθους. Και μπορεί να συμπλήρωσε ότι αυτοί οι "λιγώτεροι υπάλληλοι" πρέπει να είναι καλά αμειβόμενοι, αλλά δεν έκανε κουβέντα για αυξήσεις. Να σημειώσουμε εδώ ότι το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ δεν επέτρεπαν την παραμικρή αύξηση στους μισθούς, με στόχο την συγκράτηση του πληθωρισμού και την μείωση των ελλειμμάτων. Στο μεταξύ, το κόστος ζωής στην Ελλάδα, σε σχέση με την προπολεμική περίοδο, είχε τετρακοσιαπλασιαστεί, την ώρα που στις Η.Π.Α. είχε, απλώς, διπλασιαστεί.
Δεύτερος στόχος του Μαρκεζίνη ήταν η περαιτέρω μείωση του κόστους εργασίας, ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών. Το ζήτημα είναι ποιων εξαγωγών. Τί εξαγωγές να κάνει μια κατεστραμμένη, μετά από 9 χρόνια πολέμων, χώρα; Εν πάση περιπτώσει, ο Μαρκεζίνης κατάργησε τον νόμο 2222, ο οποίος έβαζε όρια στις απολύσεις. Έτσι, κάθε επιχείρηση μπορούσε να απολύσει όσους και όποτε ήθελε, δίχως να δίνει λόγο σε κανένα. Παράλληλα, η κυβέρνηση προσπάθησε να καταργήσει και τον μεταξικό νόμο περί αποζημιώσεων στους απολυομένους, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν, όχι μόνο να απολύουν κατά βούληση αλλά και να μην επιβαρύνονται με αποζημιώσεις. Ευτυχώς, παρουσιάστηκαν έντονες αντιδράσεις ακόμα και μεταξύ των κυβερνητικών βουλευτών κι έτσι η συγκεκριμένη μεθόδευση δεν πέρασε.
Τρίτος στόχος του Μαρκεζίνη (απόρροια του δεύτερου) ήταν η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων για επενδύσεις. Μέσα στο α' εξάμηνο του 1953 εισάγει το νομοσχέδιο "περί προσελκύσεως ξένων κεφαλαίων". Εκεί προβλέπονται, μεταξύ άλλων: η ετήσια εξαγωγή συναλλάγματος ίσου προς το 10% των εισαχθέντων κεφαλαίων, επί πλέον εξαγωγή 12% για επιστροφή κερδών κι άλλο ένα 10% για τόκους. Παράλληλα, θεσπίζονται ειδικές φοροαπαλλαγές και διευκολύνσεις για όλα τα ξένα κεφάλαια. Για τους έλληνες πολίτες ο Μαρκεζίνης επιφυλάσσει τον Ν. 2366/7-4-1953 "περί καταργήσεως φορολογικών απαλλαγών και εξαιρέσεων".
Παρένθεση. Αν σχηματίσατε την εντύπωση ότι κάπου έχετε ξανακούσει αυτούς τους τρεις στόχους του Μαρκεζίνη και, μάλιστα, αρκετά πρόσφατα, σας συγχαίρω για την οξυδέρκειά σας και σας θυμίζω ότι η Ιστορία κάνει κύκλους. Κλείνει η παρένθεση.
Πάντως, η κορυφαίας σημασίας επιλογή του Μαρκεζίνη ήταν η υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολλαρίου κατά 50%. Στις 9 το βράδυ της 9ης Απριλίου 1953, ανήμερα των 44ων γενεθλίων του, ο Μαρκεζίνης εξαπολύει από ραδιοφώνου την βόμβα: η δραχμή υποτιμάται κατά 50%! Αυτό σημαίνει ότι το δολλάριο, με το οποίο είναι συνδεδεμένη, διπλασιάζει την τιμή του από 15.000 σε 30.000 δραχμές (αργότερα κόπηκαν τα τρία μηδενικά) και αντίστοιχα διπλασιάζεται η τιμή όλων των άλλων ξένων νομισμάτων (*).
Ο Μαρκεζίνης δούλευε πολύ καιρό και με άκρα μυστικότητα το σχέδιο αυτής της υπερυποτίμησης (όπως την χαρακτήρισε η αντιπολίτευση, η οποία την βρήκε εξωπραγματική). Ενήμεροι ήσαν μόνο ο Παπάγος, ο Μαντζαβίνος, ο υπουργός εμπορίου και στενώτατος συνεργάτης τού Μαρκεζίνη Θάνος Καψάλης, η πρεσβεία των ΗΠΑ (αλίμονο!) και το... Δ.Ν.Τ. (τρις αλίμονο!). Όμως, ο μόνος που ήξερε το ακριβές ποσοστό τής υποτίμησης ήταν ο Παπάγος.
Εκείνο το βράδυ, από ραδιοφώνου, ο Μαρκεζίνης προσπάθησε να εξηγήσει την ανάγκη για αυτή την υποτίμηση: "Με αδικαιολογήτως ευθηνήν τιμήν του δολλαρίου, συμφέρουσα ήτο η εξαγωγή κεφαλαίων εις το εξωτερικόν και ο ελληνικός τουρισμός εις την αλλοδαπήν. Όταν το ελληνικό νόμισμα αποκτήση την πραγματικήν αξίαν του και καταστή ευθηνότερον, τότε συμφέρον θα είναι ο εξ αλλοδαπής τουρισμός εις την Ελλάδα και ο επαναπατρισμός ελληνικών κεφαλαίων εις την πατρίδα ή και η διευκόλυνσις προσελκύσεως γενικώς ξένου κεφαλαίου. Προσέλκυσις δε ξένου κεφαλαίου και προώθησις της πολιτικής των επενδύσεων δεν αποτελεί απλώς εν εκ των κυριοτέρων μελημάτων της κυβερνήσεως, αλλά ταυτοχρόνως και την βασικήν ελπίδα της αναγεννήσεως του τόπου". Τέλος, εκτός από την υποτίμηση, ανήγγειλε την κατάργηση όλων των κλειστών επαγγελμάτων, την απελευθέρωση των εισαγωγών και την περικοπή των δώρων των μισθωτών.
Η εξέλιξη των πραγμάτων έδειξε να δικαιώνει τον Μαρκεζίνη αλλά παραμένει αμφίβολο αν και κατά πόσο η βελτίωση των οικονομικών τής χώρας οφειλόταν στα μέτρα του ή στην ευνοϊκή διεθνή συγκυρία (μείωση της τιμής του χρυσού, μείωση της τιμής των καυσίμων, υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης παγκοσμίως κλπ). Το σίγουρο είναι ότι εκείνο το βράδυ της 99ης ημέρας του 1953, οι πλούσιοι που διατηρούσαν τις καταθέσεις τους σε τράπεζες του εξωτερικού ή σε συνάλλαγμα, διπλασίασαν την περιουσία τους δίχως να κουνήσουν έστω το μικρό τους δαχτυλάκι. Στους φτωχούς έμεινε μόνο η αλματώδης αύξηση του πληθωρισμού (λόγω του διπλασιασμού του κόστους των εισαγωγών) και η αυξημένη φορολογία.
--------------------------------------------------
(*) Φυσικά, ο Μαρκεζίνης δεν επέλεξε την 9η Απριλίου λόγω των γενεθλίων του αλλά λόγω του ότι ήταν Μεγάλη Πέμπτη και, συνεπώς, θα ακολουθούσε ένα πενθήμερο με τράπεζες και χρηματιστήριο κλειστά, διάστημα αρκετό για να αποσβεσθεί το μεγαλύτερο ποσοστό των φυσιολογικών κραδασμών και για να καταλαγιάσουν οι αντιδράσεις πανικού.
Τράπεζα της Ελλάδος - 16. Από το 1953 έως την χούντα
Παρ' ότι στην Ελλάδα η εικοσαετία 1950-1970 εκτυλίσσεται σε ένα ασταθές, μεταβαλλόμενο και αλλοπρόσαλλο πολιτικό περιβάλλον, η οικονομία εξελίσσεται μάλλον απροσδόκητα ομαλά και σε αναμενόμενα πλαίσια. Όπως λέγαμε χτες, οπωσδήποτε έπαιξαν τον ρόλο τους οι αποφάσεις του Μαρκεζίνη αλλά είναι γεγονός πως σημαντικώτερη ήταν η επίδραση του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος. Ας εξετάσουμε λίγο πιο αναλυτικά αυτό το στοιχείο.
Το 1946, οι έλληνες εφοπλιστές παίρνουν από τις ΗΠΑ (με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, φυσικά!) εκατό κομμάτια από τα πολύτιμα παιχνιδάκια που λέγονται Λίμπερτυ (*). Η αντιπολίτευση έβαλε και ξαναέβαλε τις φωνές, καταγγέλοντας την σκανδαλώδη κρατική στήριξη στους εφοπλιστές ενώ η ερειπωμένη χώρα προσπαθούσε να συνέλθει από τις καταστροφές της κατοχής και ενώ ο εμφύλιος βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο ίδιος ο Ωνάσης υπολόγισε πως, παρ' ότι το κράτος είχε εγγυηθεί την πληρωμή των Λίμπερτυ για 17 χρόνια, οι εφοπλιστές θα μπορούσαν να ξοφλήσουν το δάνειο σε λιγώτερο από μια τετραετία με τα κέρδη που έβγαλαν από δαύτα. Τί τα έκαναν αυτά τα κέρδη οι εφοπλιστές; Μα, αγόρασαν άλλα τριακόσια Λίμπερτυ! Έτσι, όταν στις αρχές της δεκαετίας του '50 ξεσπάει ο τριετής πόλεμος της Κορέας, οι έλληνες πλοιοκτήτες τον μετατρέπουν με τα Λίμπερτύ τους σε χρυσωρυχείο για πάρτη τους (**).
Όπως όλοι οι πόλεμοι, έτσι κι ο πόλεμος στην Κορέα προκάλεσε ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, κατ' αρχή στις ΗΠΑ και κατόπιν στην Ευρώπη. Οι τιμές των πρώτων υλών στην Βρεττανία αυξήθηκαν κατά 12% ενώ στην Γαλλία ξεπέρασαν το 22%. Παράλληλα, όμως, άρχισαν να μπαίνουν διεθνώς οι βάσεις για ανασυγκρότηση και ανάπτυξη, ως φυσικά επακόλουθα των εκτεταμένων καταστροφών που είχε αφήσει πίσω του ένας παγκόσμιος πόλεμος. Κι όταν το 1953 τελείωσε κι ο πόλεμος της Κορέας, οι πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να υποχωρούν, η απασχόληση να αυξάνεται και η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών να αποκτά γοργό ρυθμό. Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1953-1970, η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ σημείωνε επιδόσεις γύρω στο 7%.
Το 1955, ο Ξενοφών Ζολώτας διαδέχθηκε στην διοίκηση της ΤτΕ τον Γεώργιο Μαντζαβίνο και έβαλε ως πρώτιστο στόχο του την τιθάσσευση του πληθωρισμού. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά, "ουδέν οικονομικόν φαινόμενον απειλεί την κοινωνικήν ευημερίαν και την δημοκρατίαν περισσότερον από τον πληθωρισμόν". Την πρωτομαγιά τού 1955 κυκλοφόρησε η νέα δραχμή, αντικαθιστώντας χίλιες παλιές ("κόπηκαν τρία μηδενικά", όπως το κατάλαβε ο λαός), γεγονός που έκανε το εθνικό μας νόμισμα να δείχνει πιο δυνατό. Ελέγχοντας αποτελεσματικά την κυκλοφορία τού νέου νομίσματος, η ΤτΕ κατάφερε να δαμάσει το θηρίο του πληθωρισμού που ταλαιπώρησε τον τόπο πάνω από 15 χρόνια. Πράγματι κατά την κρίσιμη πενταετία 1955-1960, η αύξηση του δείκτη τιμών δεν ξεπέρασε ποτέ το 2,3%, ενώ και μέχρι το 1971 έμεινε σταθερά κάτω από 3%.
Παράλληλα, η ΤτΕ φρόντιζε για την ενίσχυση τόσο της πρωτογενούς παραγωγής (κυρίως μέσω χρηματοδότησης της Αγροτικής) όσο και της βιομηχανίας. Ειδικά στην δεύτερη κατευθύνθηκε και το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων τής βοήθειας των ΗΠΑ από το δόγμα Τρούμαν. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ήταν η εκρηκτική αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής περί τα τέλη της δεκαετίας του '50. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την δωδεκαετία 1959-1971 ο σχετικός δείκτης σημείωσε κατακόρυφη άνοδο 179% ενώ οι επενδύσεις στην βιομηχανία έφτασαν το 30% του ΑΕΠ!
Όμως, όσο κι αν ο Ζολώτας έτριβε τα χέρια του με ικανοποίηση, υπήρχαν δυο σοβαρά αγκάθια που δεν τον άφηναν να ησυχάσει. Το πρώτο ήταν το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου. Μπορεί να αυξάνονταν οι εξαγωγές αλλά οι εισαγωγές αυξάνονταν όλο και περισσότερο. Ενώ πριν τον πόλεμο οι εξαγωγές μας κάλυπταν πάνω από το 70% των εισαγωγών, τώρα πια ίσα που έφταναν το 30%. Κι όταν, μπαίνοντας η δεκαετία τού '60, άρχισαν να αβγαταίνουν οι εισαγωγές αυτοκινήτων, η κατάσταση χειροτέρεψε.
Το δεύτερο και πιο ενοχλητικό αγκάθι λεγόταν ανεργία και υποαπασχόληση. Κάπου εδώ βρίσκεται η απάντηση σε όσους -είτε αδαείς είτε αργυρώνητους- υποστηρίζουν πως ο λαός πρέπει σήμερα να κάνει θυσίες ώστε αύριο να γίνουν επενδύσεις που μεθαύριο θα φέρουν νέες θέσεις εργασίας. Σε μια περίοδο όπου οι επενδύσεις μόνο στην βιομηχανία έφταναν το 30% του ΑΕΠ και η παραγωγή σχεδόν διπλασιάστηκε σε δώδεκα μόλις χρόνια, η ανεργία όχι απλώς δεν μειώθηκε αλλά διογκώθηκε. Ενώ οι δείκτες ευημερούσαν, η μετανάστευση έπαιρνε επιδημικές διαστάσεις: μόνο κατά την εξαετία 1959-1965, το 6,4% του συνολικού πληθυσμού (538.000 άνθρωποι) έφυγαν στο εξωτερικό για να βρουν δουλειά. Η πληγή τής μετανάστευσης συνέχισε να πυορροεί, με αυξανόμενο ρυθμό 20,3% ετησίως, μέχρι τις αρχές τής δεκαετίας του '70.
Κατά τα άλλα, η περίοδος χαρακτηρίζεται από την εμπέδωση εμπιστοσύνης στην δραχμή, κάτι που εκφράστηκε από την μείωση της τάσης προς αποθησαυρισμό χρυσού αλλά και από την αύξηση της ροπής προς αποταμίευση, φαινόμενα που έγιναν εντονώτερα μετά την 21η Απριλίου 1967. Όσο κι αν σημειώθηκαν κάποια "στραβοπατήματα" σε δύσκολες ιστορικά στιγμές (π.χ. με την κρίση στην Κούβα το 1962 ή με τα Ιουλιανά το 1965), η δραχμή στάθηκε γερά στα πόδια της.
------------------------------------
(*) Επί κεφαλής της κυβερνητικής αποστολής η οποία διαπραγματεύτηκε την αγορά των Λίμπερτυ, ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος. Εντελώς συμπτωματικά, ο αδελφός του ο Κυριάκος ήταν εφοπλιστής και ενδιαφερόταν για μερικά Λίμπερτυ. Μαζί με τον Σοφοκλή Βενιζέλο, είχε πάει στις ΗΠΑ και ο υπουργός ναυτιλίας Νίκος Αβραάμ. Εντελώς συμπτωματικά, ο Αβραάμ είχε στενή σχέση με τον Μανώλη Κουλουκουντή, τον πρόεδρο των εν Νέα Υόρκη ελλήνων εφοπλιστών, ο οποίος επίσης ενδιαφερόταν για μερικά Λίμπερτυ (άσχετο: ως ασυρματιστής σε πλοίο του Κουλουκουντή βολόδερνε "πέρα απ' την γέφυρα του Αδάμ, στην Νότιο Κίνα" και ο ποιητής του Μαραμπού Νίκος Καββαδίας).
(**) Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Σταύρου Λιβανού, ο οποίος κουβαλούσε με τα καράβια του εφόδια από τις ΗΠΑ στην Νότια Κορέα αλλά και από την Κίνα στην Βόρεια Κορέα! Για την δράση των ελλήνων εφοπλιστών που έκανε τους πολιτειακούς να βγουν από τα ρούχα τους, διαβάστε "Εφοπλιστές ή πειρατές; (1)" κλπ
Το 1946, οι έλληνες εφοπλιστές παίρνουν από τις ΗΠΑ (με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, φυσικά!) εκατό κομμάτια από τα πολύτιμα παιχνιδάκια που λέγονται Λίμπερτυ (*). Η αντιπολίτευση έβαλε και ξαναέβαλε τις φωνές, καταγγέλοντας την σκανδαλώδη κρατική στήριξη στους εφοπλιστές ενώ η ερειπωμένη χώρα προσπαθούσε να συνέλθει από τις καταστροφές της κατοχής και ενώ ο εμφύλιος βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο ίδιος ο Ωνάσης υπολόγισε πως, παρ' ότι το κράτος είχε εγγυηθεί την πληρωμή των Λίμπερτυ για 17 χρόνια, οι εφοπλιστές θα μπορούσαν να ξοφλήσουν το δάνειο σε λιγώτερο από μια τετραετία με τα κέρδη που έβγαλαν από δαύτα. Τί τα έκαναν αυτά τα κέρδη οι εφοπλιστές; Μα, αγόρασαν άλλα τριακόσια Λίμπερτυ! Έτσι, όταν στις αρχές της δεκαετίας του '50 ξεσπάει ο τριετής πόλεμος της Κορέας, οι έλληνες πλοιοκτήτες τον μετατρέπουν με τα Λίμπερτύ τους σε χρυσωρυχείο για πάρτη τους (**).
Από συνέλευση μετόχων της ΤτΕ. Στο μέσον ο διοικητής Ξενοφών Ζολώτας και αριστερά του οι υποδιοικητές Δημήτριος Γαλάνης (διαδέχθηκε τον Ζολώτα στις 7/8/1967) και Γιάγκος Πεσμαζόγλου. |
Όπως όλοι οι πόλεμοι, έτσι κι ο πόλεμος στην Κορέα προκάλεσε ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, κατ' αρχή στις ΗΠΑ και κατόπιν στην Ευρώπη. Οι τιμές των πρώτων υλών στην Βρεττανία αυξήθηκαν κατά 12% ενώ στην Γαλλία ξεπέρασαν το 22%. Παράλληλα, όμως, άρχισαν να μπαίνουν διεθνώς οι βάσεις για ανασυγκρότηση και ανάπτυξη, ως φυσικά επακόλουθα των εκτεταμένων καταστροφών που είχε αφήσει πίσω του ένας παγκόσμιος πόλεμος. Κι όταν το 1953 τελείωσε κι ο πόλεμος της Κορέας, οι πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να υποχωρούν, η απασχόληση να αυξάνεται και η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών να αποκτά γοργό ρυθμό. Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1953-1970, η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ σημείωνε επιδόσεις γύρω στο 7%.
Το 1955, ο Ξενοφών Ζολώτας διαδέχθηκε στην διοίκηση της ΤτΕ τον Γεώργιο Μαντζαβίνο και έβαλε ως πρώτιστο στόχο του την τιθάσσευση του πληθωρισμού. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά, "ουδέν οικονομικόν φαινόμενον απειλεί την κοινωνικήν ευημερίαν και την δημοκρατίαν περισσότερον από τον πληθωρισμόν". Την πρωτομαγιά τού 1955 κυκλοφόρησε η νέα δραχμή, αντικαθιστώντας χίλιες παλιές ("κόπηκαν τρία μηδενικά", όπως το κατάλαβε ο λαός), γεγονός που έκανε το εθνικό μας νόμισμα να δείχνει πιο δυνατό. Ελέγχοντας αποτελεσματικά την κυκλοφορία τού νέου νομίσματος, η ΤτΕ κατάφερε να δαμάσει το θηρίο του πληθωρισμού που ταλαιπώρησε τον τόπο πάνω από 15 χρόνια. Πράγματι κατά την κρίσιμη πενταετία 1955-1960, η αύξηση του δείκτη τιμών δεν ξεπέρασε ποτέ το 2,3%, ενώ και μέχρι το 1971 έμεινε σταθερά κάτω από 3%.
Παράλληλα, η ΤτΕ φρόντιζε για την ενίσχυση τόσο της πρωτογενούς παραγωγής (κυρίως μέσω χρηματοδότησης της Αγροτικής) όσο και της βιομηχανίας. Ειδικά στην δεύτερη κατευθύνθηκε και το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων τής βοήθειας των ΗΠΑ από το δόγμα Τρούμαν. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ήταν η εκρηκτική αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής περί τα τέλη της δεκαετίας του '50. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την δωδεκαετία 1959-1971 ο σχετικός δείκτης σημείωσε κατακόρυφη άνοδο 179% ενώ οι επενδύσεις στην βιομηχανία έφτασαν το 30% του ΑΕΠ!
Όμως, όσο κι αν ο Ζολώτας έτριβε τα χέρια του με ικανοποίηση, υπήρχαν δυο σοβαρά αγκάθια που δεν τον άφηναν να ησυχάσει. Το πρώτο ήταν το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου. Μπορεί να αυξάνονταν οι εξαγωγές αλλά οι εισαγωγές αυξάνονταν όλο και περισσότερο. Ενώ πριν τον πόλεμο οι εξαγωγές μας κάλυπταν πάνω από το 70% των εισαγωγών, τώρα πια ίσα που έφταναν το 30%. Κι όταν, μπαίνοντας η δεκαετία τού '60, άρχισαν να αβγαταίνουν οι εισαγωγές αυτοκινήτων, η κατάσταση χειροτέρεψε.
Το δεύτερο και πιο ενοχλητικό αγκάθι λεγόταν ανεργία και υποαπασχόληση. Κάπου εδώ βρίσκεται η απάντηση σε όσους -είτε αδαείς είτε αργυρώνητους- υποστηρίζουν πως ο λαός πρέπει σήμερα να κάνει θυσίες ώστε αύριο να γίνουν επενδύσεις που μεθαύριο θα φέρουν νέες θέσεις εργασίας. Σε μια περίοδο όπου οι επενδύσεις μόνο στην βιομηχανία έφταναν το 30% του ΑΕΠ και η παραγωγή σχεδόν διπλασιάστηκε σε δώδεκα μόλις χρόνια, η ανεργία όχι απλώς δεν μειώθηκε αλλά διογκώθηκε. Ενώ οι δείκτες ευημερούσαν, η μετανάστευση έπαιρνε επιδημικές διαστάσεις: μόνο κατά την εξαετία 1959-1965, το 6,4% του συνολικού πληθυσμού (538.000 άνθρωποι) έφυγαν στο εξωτερικό για να βρουν δουλειά. Η πληγή τής μετανάστευσης συνέχισε να πυορροεί, με αυξανόμενο ρυθμό 20,3% ετησίως, μέχρι τις αρχές τής δεκαετίας του '70.
Κατά τα άλλα, η περίοδος χαρακτηρίζεται από την εμπέδωση εμπιστοσύνης στην δραχμή, κάτι που εκφράστηκε από την μείωση της τάσης προς αποθησαυρισμό χρυσού αλλά και από την αύξηση της ροπής προς αποταμίευση, φαινόμενα που έγιναν εντονώτερα μετά την 21η Απριλίου 1967. Όσο κι αν σημειώθηκαν κάποια "στραβοπατήματα" σε δύσκολες ιστορικά στιγμές (π.χ. με την κρίση στην Κούβα το 1962 ή με τα Ιουλιανά το 1965), η δραχμή στάθηκε γερά στα πόδια της.
Η ελληνική επιτροπή διαπραγμάτευσης για τα Λίμπερτυ. Στο μέσο καθιστός ο υπουργός ναυτιλίας Νίκος Αβραάμ και πίσω του ο Μανώλης Κουλουκουντής (ο ψηλός με τα γυαλιά) και άλλοι εφοπλιστές. |
------------------------------------
(*) Επί κεφαλής της κυβερνητικής αποστολής η οποία διαπραγματεύτηκε την αγορά των Λίμπερτυ, ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος. Εντελώς συμπτωματικά, ο αδελφός του ο Κυριάκος ήταν εφοπλιστής και ενδιαφερόταν για μερικά Λίμπερτυ. Μαζί με τον Σοφοκλή Βενιζέλο, είχε πάει στις ΗΠΑ και ο υπουργός ναυτιλίας Νίκος Αβραάμ. Εντελώς συμπτωματικά, ο Αβραάμ είχε στενή σχέση με τον Μανώλη Κουλουκουντή, τον πρόεδρο των εν Νέα Υόρκη ελλήνων εφοπλιστών, ο οποίος επίσης ενδιαφερόταν για μερικά Λίμπερτυ (άσχετο: ως ασυρματιστής σε πλοίο του Κουλουκουντή βολόδερνε "πέρα απ' την γέφυρα του Αδάμ, στην Νότιο Κίνα" και ο ποιητής του Μαραμπού Νίκος Καββαδίας).
(**) Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Σταύρου Λιβανού, ο οποίος κουβαλούσε με τα καράβια του εφόδια από τις ΗΠΑ στην Νότια Κορέα αλλά και από την Κίνα στην Βόρεια Κορέα! Για την δράση των ελλήνων εφοπλιστών που έκανε τους πολιτειακούς να βγουν από τα ρούχα τους, διαβάστε "Εφοπλιστές ή πειρατές; (1)" κλπ
Τράπεζα της Ελλάδος - 17. Το απριλιανό "οικονομικό θαύμα"
Η δωδεκαετία Ζολώτα (1955-1967) χαρακτηρίστηκε από την εμμονή στην νομισματική σταθερότητα και στον έλεγχο του πληθωρισμού. Όμως, αυτή η δημοσιονομική πειθαρχία ανατράπηκε από την δικτατορία. Με προεξάρχοντα τον Νικόλαο Μακαρέζο, ο οποίος επαίρετο ως μέγας οικονομολόγος (*), η χούντα μετατόπισε το κέντρο βάρους στην μεγέθυνση της οικονομίας. Θέλοντας να δείξει γρήγορο και μετρήσιμο έργο, η κυβέρνηση των συνταγματαρχών αύξησε τις δημόσιες επενδύσεις και χαλάρωσε τους πιστωτικούς κανόνες. Η ΤτΕ κλήθηκε να παίξει έναν μάλλον αναδιανεμητικό ρόλο, γεγονός που δεν μπορούσε να δεχτεί ο Ζολώτας. Στις 7 Αυγούστου 1967 παραιτήθηκαν ο Ζολώτας και ο Β' υποδιοικητής Γιάγκος Πεσμαζόγλου και το τιμόνι της τράπεζας ανέλαβε ο μέχρι τότε Α' υποδιοικητής Δημήτριος Γαλάνης.
Η δικτατορία εξήγγειλε αμέσως το περίφημο Πενταετές Πρόγραμμα Οικονομικής Αναπτύξεως 1968-1972. Μέχρι το 1971, βοηθούμενο κυρίως από τις ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες, το πράγμα έδειχνε να δουλεύει, σημειώνοντας ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μόνο που η ανάπτυξη γινόταν στρεβλά: ο πρωτογενής τομέας παρεμελείτο και μεγάλα κονδύλια διοχετεύονταν άκριτα, κυρίως στον τουρισμό και τις κατασκευές. Οι εμπορικές τράπεζες παροτρύνονταν από την κυβέρνηση να χρηματοδοτούν ακόμη και επιχειρηματικά σχέδια φτιαγμένα στο πόδι. Μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια, ο σχεδόν ανύπαρκτος πιστωτικός έλεγχος οδήγησε πολλούς κλάδους της οικονομίας στην υπερχρηματοδότηση και, κατ' επέκταση στον υπερδανεισμό.
Οι δικτάτορες δεν έδειχναν να καταλαβαίνουν πολλά και ο Γαλάνης δεν ήταν ο άνθρωπος που θα μπορούσε να τους ξυπνήσει από τον λήθαργό τους. Με την συμφωνία ένταξης στην ΕΟΚ να έχει παγώσει λόγω της δικτατορίας, η χούντα ήταν ευχαριστημένη που μπορούσε να παρουσιάζει θετικούς δείκτες στην οικονομία, άσχετα αν οι βάσεις άρχισαν να τρίζουν. Κι όταν το 1971 ξέσπασε η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση (στην αρχή ως νομισματική και στην συνέχεια ως πετρελαιική), οι τριγμοί άρχισαν να γίνονται έντονοι. Η τετραετής υπερθέρμανση της οικονομίας, σε συνδυασμό με τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις, απαιτούσε την λήψη αντιπληθωριστικών μέτρων προς μείωση της ενεργού ζήτησης. Με άλλα λόγια, έπρεπε να παρθούν μέτρα που θα μείωναν το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα.
Στο μεταξύ, σε αντίθεση με τις κουταμάρες που ισχυρίζονται οι νοσταλγοί της, η χούντα αύξησε τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του πενταετούς προγράμματος. Μέχρι το 1966, η ανάπτυξη εχρηματοδοτείτο κατά 87% από εθνικούς πόρους και κατά 13% από δανεισμό αλλά επί δικτατορίας αυτή η αναλογία ανατράπηκε. Αυτό οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των χρεωλυσίων: 76 εκατ. δολλάρια το 1969, 81 εκατ. το 1970, 107 το 1971...
Για να μπαλώσει τις τρύπες, η χούντα βελτίωσε τα κίνητρα που προβλέπονταν από τους νόμους του Μαρκεζίνη προς τους ξένους επενδυτές. Έτσι, ολοκληρώνεται και επεκτείνεται η εγκατάσταση της βιομηχανίας αζώτου και ασετυλίνης "Όλυμπος Αέρια" (θυγατρική της γερμανικής Linde) στην Σίνδο, παρέχονται πρόσθετες διευκολύνσεις στην "Αλουμίνιον της Ελλάδος" (Πεσινέ), δίνεται γη και ύδωρ στον Τομ Πάππας για να επεκτείνει την Esso του, ενισχύεται η ΛΑΡΚΟ του Πρόδρομου Μποδοσάκη, δίνονται κίνητρα στις βιομηχανίες ελαστικών Pirelli και GoodYear, χρηματοδοτούνται η "Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος" του Μποδοσάκη επίσης και η "Χαλυβουργική" των Αγγελόπουλων κλπ. Όμως, όλη αυτή η έξαρση επενδύσεων και πιστοδοτήσεων δεν έχει τον αναμενόμενο αντίκτυπο στην αύξηση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας. Κι αυτό επειδή, πολύ απλά, κάνοντας χρήση των ευνοϊκών νομοθετικών ρυθμίσεων (παλιών και νέων), οι πολυεθνικές μαζεύουν τα κέρδη τους και τα βγάζουν στο εξωτερικό.
Κι ενώ ο Γαλάνης επί τέσσερα χρόνια επαινούσε τα επιτεύγματα των απριλιανών στην οικονομία (***), το 1972 υποχρεώνεται να ανακρούσει πρύμναν. Συστήνει αύξηση των ελέγχων στις πιστοδοτήσεις, αυξάνει την υποχρέωση των εμπορικών τραπεζών να διατηρούν κεφάλαια (έντοκα αλλά και άτοκα) στην ΤτΕ, καθιστά αυστηρότερα τα όρια δανεισμού των επιχειρήσεων κλπ. Ερχόμενος σε αντίθεση με όσα ο ίδιος υποστήριζε μέχρι το 1971, τώρα πλέον διαπιστώνει ότι "η υπέρμετρος τραπεζική χρηματοδότησις όχι μόνον συμπιέζει τα διαθέσιμα κεφάλαια διά νέας παραγωγικάς δραστηριότητας και επενδύσεις αλλ' επιβραδύνει την μετάβασιν από τας οικογενειακού χαρακτήρος επιχειρήσεις εις γνησίας ανωνύμους εταιρείας, αι οποίαι προσφέρουν ευρυτέραν και σταθερωτέραν βάσιν διά την ανάπτυξιν της επιχειρηματικής δραστηριότητος".
Παράλληλα, ο Γαλάνης κάνει ό,τι μπορεί για να ενισχύσει τους δικτάτορες. Η ΤτΕ συνάπτει (κυρίως με τράπεζες των ΗΠΑ) αλλεπάλληλα δάνεια με ευνοϊκούς όρους και στην συνέχεια τα εκχωρεί στο ελληνικό δημόσιο, το οποίο χρηματοδοτεί με αυτά τα έργα του. Πρώτο δάνειο, 60 εκατ. δολλάρια το 1971. Δεύτερο δάνειο, 30 εκατ. δολλάρια τον Ιανουάριο του 1972. Τρίτο δάνειο, 70 εκατ. δολλάρια τον Απρίλιο του 1972. Τέταρτο δάνειο, 25 εκατ. δολλάρια τον Μάιο του 1972. Πέμπτο δάνειο, 70 εκατ. δολλάρια τον Οκτώβριο του 1972. Έκτο δάνειο, 200 εκατ. δολλάρια τον Ιούλιο του 1973...
Κάπου εδώ το παραμύθι του απριλιανού "οικονομικού θαύματος" φτάνει στο τέρμα του. Με το Μπρέττον Γουντς να ανήκει πια στην ιστορία και την διεθνή νομισματική κρίση να βαθαίνει, οι τρύπες δεν μπορούν πλέον να μπαλώνονται με δανεικά. Πολύ περισσότερο δε, καθώς το 1973 η νομισματική κρίση εξελίσσεται σε πετρελαιική. Ο πληθωρισμός ξεφεύγει και αρχίζει να καλπάζει ανεξέλεγκτος: από το 6,5% του 1972 εξακοντίζεται στο 30,6% το 1973 ενώ ο τιμάριθμος χονδρικής προοιωνίζεται χειρότερες καταστάσεις καθώς σκαρφαλώνει στο 44,2%. Χάρη στην εξαετή χουντική διακυβέρνηση, το δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάζεται, οι εισαγωγές τριπλασιάζονται και το έλλειμμα του ισοζυγίου σχεδόν τετραπλασιάζεται. Στις αρχές Οκτωβρίου ο απογοητευμένος Παπαδόπουλος ωθεί τον Μακαρέζο σε παραίτηση και αρχίζει να σκέφτεται σοβαρά την παράδοση της εξουσίας στους πολιτικούς.
Η φούσκα της "εμπνευσμένης οικονομικής πολιτικής της εθνοσωτηρίου επαναστάσεως" σκάει αλλά ο Γαλάνης δεν θα είναι εκεί, καθώς πεθαίνει στις 4 Μαΐου 1973. Τον διαδέχεται στην διοίκηση της ΤτΕ ο άχρους, άοσμος και άγευστος Κωνσταντίνος Παπαγιάννης (υπουργός οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση Παπάγου). Η ελληνική οικονομία βάζει τον αυτόματο πιλότο και θα πορευτεί έτσι μέχρι την μεταπολίτευση.
--------------------------------------------------
(*) Εκτός από πλήθος στρατιωτικών σχολών (Ευελπίδων, Σχολή Πυροβολικού Μεγάλου Πεύκου, Αγγλική Σχολή Εκπαιδευτικών Πυροβολικού Καΐρου, Αμερικανική Σχολή Πυροβολικού Γερμανίας, Σχολή Γενικής Μορφώσεως Αθήνας, Ανωτέρα Σχολή Πολέμου Θεσσαλονίκης), ο Μακαρέζος είχε και τρία πτυχία πολιτικών και οικονομικών επιστημών από την ΑΣΟΕΕ, την Πάντειο και την Ανωτάτη Βιομηχανική, τα οποία απέκτησε ενώ υπηρετούσε στο Α' Σύνταγμα Πυροβολικού. Ως το τέλος της ζωής του (πέθανε το 2009, στα 90 του) ήταν περήφανος για το οικονομικό θαύμα της επταετίας και, μάλιστα, έγραψε και το σχετικό βιβλίο "Η Οικονομία της Ελλάδος" (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πελασγός).
(**) Η φωτογραφία δημοσιεύθηκε στο Βήμα την 15/7/2012 και είναι ελαφρώς "λογοκριμένη". Η λογοκρισία του ΔΟΛ οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι πίσω από τον Τσου Εν Λάι ποζάρει ένας από τους εκλεκτούς δημοσιογράφους της χούντας, οι οποίοι επελέγησαν για να συνοδεύσουν τον Μακαρέζο και να καλύψουν το ταξίδι του: ο σημερινός πρόεδρος του ΔΟΛ Σταύρος Ψυχάρης. Αργότερα ειπώθηκε ότι ο Ψυχάρης είχε επιλεγεί από τον ταξίαρχο Ιωαννίδη, προκειμένου να παρακολουθεί τον Μακαρέζο αλλά το ιστολόγιο δεν μπλέκει με συνωμοσιολογίες.
(***) "Η νομισματική σταθερότης δεν αντιμετωπίζεται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος ως αποκλειστικός και ανεξάρτητος στόχος. Αντιθέτως, το Ίδρυμα τούτο αντιλαμβάνεται ως κεντρικήν του επιδίωξιν την, διά του ανακατανεμητικού κυρίως ρόλου του, ταχείαν προώθησιν της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας" (από την έκθεση του Γαλάνη επί του ισολογισμού της ΤτΕ 1970). Είναι σαφές ότι ο Γαλάνης αντιτίθεται στις διακηρυγμένες αρχές τού Ζολώτα και συντάσσεται απολύτως με τις επιδιώξεις των συνταγματαρχών
Η δικτατορία εξήγγειλε αμέσως το περίφημο Πενταετές Πρόγραμμα Οικονομικής Αναπτύξεως 1968-1972. Μέχρι το 1971, βοηθούμενο κυρίως από τις ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες, το πράγμα έδειχνε να δουλεύει, σημειώνοντας ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μόνο που η ανάπτυξη γινόταν στρεβλά: ο πρωτογενής τομέας παρεμελείτο και μεγάλα κονδύλια διοχετεύονταν άκριτα, κυρίως στον τουρισμό και τις κατασκευές. Οι εμπορικές τράπεζες παροτρύνονταν από την κυβέρνηση να χρηματοδοτούν ακόμη και επιχειρηματικά σχέδια φτιαγμένα στο πόδι. Μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια, ο σχεδόν ανύπαρκτος πιστωτικός έλεγχος οδήγησε πολλούς κλάδους της οικονομίας στην υπερχρηματοδότηση και, κατ' επέκταση στον υπερδανεισμό.
Οι δικτάτορες δεν έδειχναν να καταλαβαίνουν πολλά και ο Γαλάνης δεν ήταν ο άνθρωπος που θα μπορούσε να τους ξυπνήσει από τον λήθαργό τους. Με την συμφωνία ένταξης στην ΕΟΚ να έχει παγώσει λόγω της δικτατορίας, η χούντα ήταν ευχαριστημένη που μπορούσε να παρουσιάζει θετικούς δείκτες στην οικονομία, άσχετα αν οι βάσεις άρχισαν να τρίζουν. Κι όταν το 1971 ξέσπασε η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση (στην αρχή ως νομισματική και στην συνέχεια ως πετρελαιική), οι τριγμοί άρχισαν να γίνονται έντονοι. Η τετραετής υπερθέρμανση της οικονομίας, σε συνδυασμό με τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις, απαιτούσε την λήψη αντιπληθωριστικών μέτρων προς μείωση της ενεργού ζήτησης. Με άλλα λόγια, έπρεπε να παρθούν μέτρα που θα μείωναν το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα.
Στο μεταξύ, σε αντίθεση με τις κουταμάρες που ισχυρίζονται οι νοσταλγοί της, η χούντα αύξησε τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του πενταετούς προγράμματος. Μέχρι το 1966, η ανάπτυξη εχρηματοδοτείτο κατά 87% από εθνικούς πόρους και κατά 13% από δανεισμό αλλά επί δικτατορίας αυτή η αναλογία ανατράπηκε. Αυτό οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των χρεωλυσίων: 76 εκατ. δολλάρια το 1969, 81 εκατ. το 1970, 107 το 1971...
Για να μπαλώσει τις τρύπες, η χούντα βελτίωσε τα κίνητρα που προβλέπονταν από τους νόμους του Μαρκεζίνη προς τους ξένους επενδυτές. Έτσι, ολοκληρώνεται και επεκτείνεται η εγκατάσταση της βιομηχανίας αζώτου και ασετυλίνης "Όλυμπος Αέρια" (θυγατρική της γερμανικής Linde) στην Σίνδο, παρέχονται πρόσθετες διευκολύνσεις στην "Αλουμίνιον της Ελλάδος" (Πεσινέ), δίνεται γη και ύδωρ στον Τομ Πάππας για να επεκτείνει την Esso του, ενισχύεται η ΛΑΡΚΟ του Πρόδρομου Μποδοσάκη, δίνονται κίνητρα στις βιομηχανίες ελαστικών Pirelli και GoodYear, χρηματοδοτούνται η "Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος" του Μποδοσάκη επίσης και η "Χαλυβουργική" των Αγγελόπουλων κλπ. Όμως, όλη αυτή η έξαρση επενδύσεων και πιστοδοτήσεων δεν έχει τον αναμενόμενο αντίκτυπο στην αύξηση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας. Κι αυτό επειδή, πολύ απλά, κάνοντας χρήση των ευνοϊκών νομοθετικών ρυθμίσεων (παλιών και νέων), οι πολυεθνικές μαζεύουν τα κέρδη τους και τα βγάζουν στο εξωτερικό.
Κι ενώ ο Γαλάνης επί τέσσερα χρόνια επαινούσε τα επιτεύγματα των απριλιανών στην οικονομία (***), το 1972 υποχρεώνεται να ανακρούσει πρύμναν. Συστήνει αύξηση των ελέγχων στις πιστοδοτήσεις, αυξάνει την υποχρέωση των εμπορικών τραπεζών να διατηρούν κεφάλαια (έντοκα αλλά και άτοκα) στην ΤτΕ, καθιστά αυστηρότερα τα όρια δανεισμού των επιχειρήσεων κλπ. Ερχόμενος σε αντίθεση με όσα ο ίδιος υποστήριζε μέχρι το 1971, τώρα πλέον διαπιστώνει ότι "η υπέρμετρος τραπεζική χρηματοδότησις όχι μόνον συμπιέζει τα διαθέσιμα κεφάλαια διά νέας παραγωγικάς δραστηριότητας και επενδύσεις αλλ' επιβραδύνει την μετάβασιν από τας οικογενειακού χαρακτήρος επιχειρήσεις εις γνησίας ανωνύμους εταιρείας, αι οποίαι προσφέρουν ευρυτέραν και σταθερωτέραν βάσιν διά την ανάπτυξιν της επιχειρηματικής δραστηριότητος".
Παράλληλα, ο Γαλάνης κάνει ό,τι μπορεί για να ενισχύσει τους δικτάτορες. Η ΤτΕ συνάπτει (κυρίως με τράπεζες των ΗΠΑ) αλλεπάλληλα δάνεια με ευνοϊκούς όρους και στην συνέχεια τα εκχωρεί στο ελληνικό δημόσιο, το οποίο χρηματοδοτεί με αυτά τα έργα του. Πρώτο δάνειο, 60 εκατ. δολλάρια το 1971. Δεύτερο δάνειο, 30 εκατ. δολλάρια τον Ιανουάριο του 1972. Τρίτο δάνειο, 70 εκατ. δολλάρια τον Απρίλιο του 1972. Τέταρτο δάνειο, 25 εκατ. δολλάρια τον Μάιο του 1972. Πέμπτο δάνειο, 70 εκατ. δολλάρια τον Οκτώβριο του 1972. Έκτο δάνειο, 200 εκατ. δολλάρια τον Ιούλιο του 1973...
Ίσως η πιο cult εικόνα της χούντας: ο Στυλιανός Παττακός με ένα μυστρί να θεμελιώνει ή με ένα ψαλίδι να εγκαινιάζει. Εδώ θεμελιώνει το υδροηλεκτρικό φράγμα στο Πολύφυτο Κοζάνης (30/9/1971) |
Κάπου εδώ το παραμύθι του απριλιανού "οικονομικού θαύματος" φτάνει στο τέρμα του. Με το Μπρέττον Γουντς να ανήκει πια στην ιστορία και την διεθνή νομισματική κρίση να βαθαίνει, οι τρύπες δεν μπορούν πλέον να μπαλώνονται με δανεικά. Πολύ περισσότερο δε, καθώς το 1973 η νομισματική κρίση εξελίσσεται σε πετρελαιική. Ο πληθωρισμός ξεφεύγει και αρχίζει να καλπάζει ανεξέλεγκτος: από το 6,5% του 1972 εξακοντίζεται στο 30,6% το 1973 ενώ ο τιμάριθμος χονδρικής προοιωνίζεται χειρότερες καταστάσεις καθώς σκαρφαλώνει στο 44,2%. Χάρη στην εξαετή χουντική διακυβέρνηση, το δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάζεται, οι εισαγωγές τριπλασιάζονται και το έλλειμμα του ισοζυγίου σχεδόν τετραπλασιάζεται. Στις αρχές Οκτωβρίου ο απογοητευμένος Παπαδόπουλος ωθεί τον Μακαρέζο σε παραίτηση και αρχίζει να σκέφτεται σοβαρά την παράδοση της εξουσίας στους πολιτικούς.
Η φούσκα της "εμπνευσμένης οικονομικής πολιτικής της εθνοσωτηρίου επαναστάσεως" σκάει αλλά ο Γαλάνης δεν θα είναι εκεί, καθώς πεθαίνει στις 4 Μαΐου 1973. Τον διαδέχεται στην διοίκηση της ΤτΕ ο άχρους, άοσμος και άγευστος Κωνσταντίνος Παπαγιάννης (υπουργός οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση Παπάγου). Η ελληνική οικονομία βάζει τον αυτόματο πιλότο και θα πορευτεί έτσι μέχρι την μεταπολίτευση.
--------------------------------------------------
(*) Εκτός από πλήθος στρατιωτικών σχολών (Ευελπίδων, Σχολή Πυροβολικού Μεγάλου Πεύκου, Αγγλική Σχολή Εκπαιδευτικών Πυροβολικού Καΐρου, Αμερικανική Σχολή Πυροβολικού Γερμανίας, Σχολή Γενικής Μορφώσεως Αθήνας, Ανωτέρα Σχολή Πολέμου Θεσσαλονίκης), ο Μακαρέζος είχε και τρία πτυχία πολιτικών και οικονομικών επιστημών από την ΑΣΟΕΕ, την Πάντειο και την Ανωτάτη Βιομηχανική, τα οποία απέκτησε ενώ υπηρετούσε στο Α' Σύνταγμα Πυροβολικού. Ως το τέλος της ζωής του (πέθανε το 2009, στα 90 του) ήταν περήφανος για το οικονομικό θαύμα της επταετίας και, μάλιστα, έγραψε και το σχετικό βιβλίο "Η Οικονομία της Ελλάδος" (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πελασγός).
(**) Η φωτογραφία δημοσιεύθηκε στο Βήμα την 15/7/2012 και είναι ελαφρώς "λογοκριμένη". Η λογοκρισία του ΔΟΛ οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι πίσω από τον Τσου Εν Λάι ποζάρει ένας από τους εκλεκτούς δημοσιογράφους της χούντας, οι οποίοι επελέγησαν για να συνοδεύσουν τον Μακαρέζο και να καλύψουν το ταξίδι του: ο σημερινός πρόεδρος του ΔΟΛ Σταύρος Ψυχάρης. Αργότερα ειπώθηκε ότι ο Ψυχάρης είχε επιλεγεί από τον ταξίαρχο Ιωαννίδη, προκειμένου να παρακολουθεί τον Μακαρέζο αλλά το ιστολόγιο δεν μπλέκει με συνωμοσιολογίες.
(***) "Η νομισματική σταθερότης δεν αντιμετωπίζεται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος ως αποκλειστικός και ανεξάρτητος στόχος. Αντιθέτως, το Ίδρυμα τούτο αντιλαμβάνεται ως κεντρικήν του επιδίωξιν την, διά του ανακατανεμητικού κυρίως ρόλου του, ταχείαν προώθησιν της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας" (από την έκθεση του Γαλάνη επί του ισολογισμού της ΤτΕ 1970). Είναι σαφές ότι ο Γαλάνης αντιτίθεται στις διακηρυγμένες αρχές τού Ζολώτα και συντάσσεται απολύτως με τις επιδιώξεις των συνταγματαρχών
Τράπεζα της Ελλάδος - 18. Τα προβλήματα της μεταπολίτευσης
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά την πτώση της χούντας, ο Καραμανλής έκανε σαφές ποιες δυο προσωπικότητες εμπιστευόταν περί την οικονομία. Επί κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ο μεν Ξενοφών Ζολώτας ανέλαβε υπουργός συντονισμού, ο δε Παναγής Παπαληγούρας τοποθετήθηκε προσωρινός διοικητής τής ΤτΕ. Μετά τις εκλογές τής 17ης Νοεμβρίου 1974, ο Παπαληγούρας πήγε στο υπουργείο συντονισμού και ο Ζολώτας επέστρεψε στην γνωστή του θέση τού διοικητή της ΤτΕ.
Οι δυο άνδρες έτρεχαν και δεν έφταναν, προκειμένου να συμμαζέψουν τα ερείπια που είχε αφήσει πίσω της η χούντα. Στην πρώτη του έκθεση, ο Ζολώτας διαπιστώνει ότι "ο κρατικός προϋπολογισμός βαρύνεται με την κληρονομίαν της περιόδου της δικτατορίας, η οποία χαρακτηρίζεται από απρογραμμάτιστον διόγκωσιν των δημοσίων δαπανών, καταναλωτικών και επενδυτικών, προς κατευθύνσεις χαμηλής παραγωγικότητος". Το συμπέρασμά του ήταν ότι η δικατατορία, έχοντας έλλειψη νομιμοποίησης, φρόντιζε να δίνει ρευστότητα για κατανάλωση και για χαμηλής απόδοσης επενδύσεις, προκαλώντας καταναλωτική ευμάρεια και αποσπώντας με τον τρόπο αυτό κοινωνική ανοχή.
Από την πλευρά του, ο Παπαληγούρας διαπίστωνε ότι επί χούντας όχι μόνο διαλύθηκαν οι κρατικές δομές αλλά άλλαξαν και οι κοινωνικές συνιστώσες: "η επταετία εδημιούργησεν νεοπλούτους πολλούς αλλ' υπευθύνους και ανταγωνιστικούς επιχειρηματίας ολίγους". Ταυτόχρονα, Παπαληγούρας και Ζολώτας προσπαθούσαν να βάλουν σε τάξη και το φορολογικό καθεστώς της χώρας, με τον διοικητή τής ΤτΕ να παρατηρεί: "είναι γνωστόν ότι υφίσταται μεγάλη φοροδιαφυγή διά τα υψηλότερα εισοδήματα, πράγμα το οποίον καθιστά την άμεσον φορολογίαν, αντί διορθωτικήν της διανομής του εισοδήματος, ενισχυτικήν της ανισότητος και της αδικίας (...) αι μεγάλαι ακίνητοι περιουσίαι εδημιουργήθησαν κυρίως κατά την τελευταίαν 25ετίαν, υπήρξαν δε αποτέλεσμα της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας, της φοροδιαφυγής των υψηλών εισοδημάτων και της αυτομάτου κολοσσιαίας υπερτιμήσεως του εδάφους". Δυο μέρες πριν τα χριστούγεννα του 1974, ο Ζολώτας προτείνει μια σειρά μέτρων:
Λίγο πριν τις πρόωρες εκλογές του 1977, ο Ζολώτας προτείνει στον Καραμανλή ένα σχέδιο "ισοσκελισμένου λαϊκού προϋπολογισμού 1977" (**) ύψους διακοσίων δισ. δραχμών, δίχως την επιβολή οποιουδήποτε νέου φόρου. Ο προϋπολογισμός θα "έβγαινε" μόνο "δια περιορισμού της φοροδιαφυγής, οργανωτικών αλλαγών και λοιπών μέτρων αναμορφώσεως της φορολογίας". Μετά τις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, ο Ζολώτας επανέρχεται και επικρίνει την απατάσχετη προεκλογική παροχολογία, προτείνοντας συγκράτηση των αυξήσεων στους μισθούς ώστε να ελεγχθεί ο πληθωρισμός, αυστηρότερο έλεγχο των πιστοδοτήσεων και λήψη μέτρων για μείωση της κατανάλωσης. Επίσης, υπογραμμίζει στον Καραμανλή ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να εκδίδει χρήμα κάθε τρεις και λίγο, μόνο και μόνο για να εξυπηρετεί την επεκτατική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Ο Ζολώτας έχει δίκιο που ανησυχεί. Η παγκόσμια οικονομία υποφέρει από την πετρελαιική κρίση του 1973 που δεν λέει να κοπάσει και οι οιωνοί δεν προμηνύουν βελτίωση της κατάστασης. Κι ενώ οι ήδη υψηλές διεθνείς τιμές των καυσίμων αυξάνονται συνεχώς και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας υποφέρει, ο Ζολώτας εκνευρίζεται και οργίζεται διαπιστώνοντας ότι κατά την περίοδο 1970-1977 "τα ιδιωτικά αυτοκίνητα τριπλασιάστηκαν (...) ο αριθμός τηλεφωνικών συσκευών διπλασιάστηκε και πλησίασε το επίπεδο της Γαλλίας και της Ιταλίας (...) ο αριθμός των ελλήνων που αναχωρούν στο εξωτερικό αυξήθηκε από 652.000 σε 1.265.000 (...) ο αριθμός των boutiques υπερτριπλασιάστηκε (...) χαρακτηριστική επίσης είναι η υπέρμετρη αύξηση των κέντρων διασκεδάσεως, ταβερνών κ.λπ., που έφθασαν στις 3.243 στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς...".
Η οργή τού διοικητού δεν οφείλεται σ' αυτή καθ' εαυτή την υψηλή κατανάλωση. Οφείλεται στην διαπίστωση ότι αυτή η κατανάλωση δεν συνοδεύεται από αύξηση της πραγματικής παραγωγής. Ο μόνος τομέας της οικονομίας που πάει καλά είναι οι κατασκευές και, μάλιστα, οι ιδιωτικές κατοικίες (το 1977, η οικοδομή απορρόφησε το 39% της συνολικής επένδυσης του ιδιωτικού τομέα!). Είναι σαφές ότι οι παθογένειες της χούντας και οι κακές συνήθειες που αποκτήθηκαν κατά την επταετία είναι δύσκολο να εξαλειφθούν.
----------------------------------------
(*) Στην φωτογραφία, πλην του Γκιζίκη, διακρίνονται (με την σειρά από αριστερά): Ξενοφών Ζολώτας, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Γεώργιος Μαύρος, Πέτρος Γαρουφαλιάς, Σπύρος Μαρκεζίνης, Στέφανος Στεφανόπουλος. Δίπλα στον Γκιζίκη αλλά και δεξιά του Ζολώτα φαίνονται και οι τέσσερις στρατιωτικοί, οι οποίοι συμμετείχαν στην σύσκεψη: ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓΕΝ αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και ο αρχηγός ΓΕΑ αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου. Πριν από την σύσκεψη, ο Μπονάνος εκδήλωσε στον Γαρουφαλιά την προτίμηση που είχαν οι στρατιωτικοί στο πρόσωπό του και ο Γαρουφαλιάς έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι θα αποδεχόταν πρόταση να ηγηθεί κυβερνητικού σχήματος. Προφανώς, το πάθημα του Μαρκεζίνη λίγους μήνες νωρίτερα, δεν του είχε γίνει μάθημα. Χολωμένος που όλοι τον άφησαν στο περιθώριο, ο Γαρουφαλιάς ίδρυσε το κόμμα "Εθνική Δημοκρατική Ένωσις - ΕΔΕ", το οποίο πάτωσε στις εκλογές του Νοεμβρίου
Οι δυο άνδρες έτρεχαν και δεν έφταναν, προκειμένου να συμμαζέψουν τα ερείπια που είχε αφήσει πίσω της η χούντα. Στην πρώτη του έκθεση, ο Ζολώτας διαπιστώνει ότι "ο κρατικός προϋπολογισμός βαρύνεται με την κληρονομίαν της περιόδου της δικτατορίας, η οποία χαρακτηρίζεται από απρογραμμάτιστον διόγκωσιν των δημοσίων δαπανών, καταναλωτικών και επενδυτικών, προς κατευθύνσεις χαμηλής παραγωγικότητος". Το συμπέρασμά του ήταν ότι η δικατατορία, έχοντας έλλειψη νομιμοποίησης, φρόντιζε να δίνει ρευστότητα για κατανάλωση και για χαμηλής απόδοσης επενδύσεις, προκαλώντας καταναλωτική ευμάρεια και αποσπώντας με τον τρόπο αυτό κοινωνική ανοχή.
23/7/1974, ώρα 14.00': Η δικτατορία έχει πέσει και ο "πρόεδρος της δημοκρατίας" στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης προεδρεύει σε σύσκεψη πολιτικών, προκειμένου να παραδώσει την εξουσία (*). |
Από την πλευρά του, ο Παπαληγούρας διαπίστωνε ότι επί χούντας όχι μόνο διαλύθηκαν οι κρατικές δομές αλλά άλλαξαν και οι κοινωνικές συνιστώσες: "η επταετία εδημιούργησεν νεοπλούτους πολλούς αλλ' υπευθύνους και ανταγωνιστικούς επιχειρηματίας ολίγους". Ταυτόχρονα, Παπαληγούρας και Ζολώτας προσπαθούσαν να βάλουν σε τάξη και το φορολογικό καθεστώς της χώρας, με τον διοικητή τής ΤτΕ να παρατηρεί: "είναι γνωστόν ότι υφίσταται μεγάλη φοροδιαφυγή διά τα υψηλότερα εισοδήματα, πράγμα το οποίον καθιστά την άμεσον φορολογίαν, αντί διορθωτικήν της διανομής του εισοδήματος, ενισχυτικήν της ανισότητος και της αδικίας (...) αι μεγάλαι ακίνητοι περιουσίαι εδημιουργήθησαν κυρίως κατά την τελευταίαν 25ετίαν, υπήρξαν δε αποτέλεσμα της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας, της φοροδιαφυγής των υψηλών εισοδημάτων και της αυτομάτου κολοσσιαίας υπερτιμήσεως του εδάφους". Δυο μέρες πριν τα χριστούγεννα του 1974, ο Ζολώτας προτείνει μια σειρά μέτρων:
- Φορολόγηση των αδιανεμήτων κερδών των ΑΕ αλλά και των μερισμάτων με βάση τις γενικές φορολογικές διατάξεις.
- Επέκταση της φορολογίας στις ΕΠΕ και στις κοινοπραξίες (Joint Ventures).
- Επαναφορά τής φορολόγησης των ναυτιλιακών εταιρειών με άμεση ακύρωση του σχετικού χουντικού νόμου "διά του οποίου η Ελλάς έγινε χώρα φορολογικής ασυδοσίας των πλοίων υπό ελληνικήν σημαίαν".
- Εφαρμογή αντικειμενικών αξιών για την φορολόγηση των ακινήτων, με ταυτόχρονη θέσπιση υψηλού αφορολόγητου ορίου, ώστε να παραμείνει πράγματι αφορολόγητη η μικρή περιουσία.
- Επιβολή ετήσιου φόρου επί της λογιστικής καθαρής θέσης των ΑΕ (σ.σ.: η συγκεκριμένη πρόταση "ξεδόντιαζε" την πάγια τακτική των πλουσίων να αποκτούν περιουσιακά στοιχεία όχι απ' ευθείας στο όνομά τους αλλά στο όνομα μιας ΑΕ, ώστε να μη φορολογούνται).
- Αναπροσαρμογή των παγίων των ΑΕ σε τρέχουσες αγοραστικές αξίες (σ.σ.: με την τελευταία αναπροσαρμογή να έχει γίνει το 1957, ολόκληρες πολυκατοικίες εμφανίζονταν να αξίζουν όσο ένα διαμέρισμα).
- Θέσπιση ενός συστήματος προσδιορισμού ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος ελευθέρων επαγγελματιών και εμπόρων, ώστε να μη δηλώνει ο καθένας όσα θέλει και αν θέλει.
- Θέσπιση ενός συστήματος αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών (σ.σ.: το μέτρο θα εφαρμοζόταν το 1982 από την κυβέρνηση του ΠαΣοΚ).
Λίγο πριν τις πρόωρες εκλογές του 1977, ο Ζολώτας προτείνει στον Καραμανλή ένα σχέδιο "ισοσκελισμένου λαϊκού προϋπολογισμού 1977" (**) ύψους διακοσίων δισ. δραχμών, δίχως την επιβολή οποιουδήποτε νέου φόρου. Ο προϋπολογισμός θα "έβγαινε" μόνο "δια περιορισμού της φοροδιαφυγής, οργανωτικών αλλαγών και λοιπών μέτρων αναμορφώσεως της φορολογίας". Μετά τις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, ο Ζολώτας επανέρχεται και επικρίνει την απατάσχετη προεκλογική παροχολογία, προτείνοντας συγκράτηση των αυξήσεων στους μισθούς ώστε να ελεγχθεί ο πληθωρισμός, αυστηρότερο έλεγχο των πιστοδοτήσεων και λήψη μέτρων για μείωση της κατανάλωσης. Επίσης, υπογραμμίζει στον Καραμανλή ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να εκδίδει χρήμα κάθε τρεις και λίγο, μόνο και μόνο για να εξυπηρετεί την επεκτατική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Ο Ζολώτας έχει δίκιο που ανησυχεί. Η παγκόσμια οικονομία υποφέρει από την πετρελαιική κρίση του 1973 που δεν λέει να κοπάσει και οι οιωνοί δεν προμηνύουν βελτίωση της κατάστασης. Κι ενώ οι ήδη υψηλές διεθνείς τιμές των καυσίμων αυξάνονται συνεχώς και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας υποφέρει, ο Ζολώτας εκνευρίζεται και οργίζεται διαπιστώνοντας ότι κατά την περίοδο 1970-1977 "τα ιδιωτικά αυτοκίνητα τριπλασιάστηκαν (...) ο αριθμός τηλεφωνικών συσκευών διπλασιάστηκε και πλησίασε το επίπεδο της Γαλλίας και της Ιταλίας (...) ο αριθμός των ελλήνων που αναχωρούν στο εξωτερικό αυξήθηκε από 652.000 σε 1.265.000 (...) ο αριθμός των boutiques υπερτριπλασιάστηκε (...) χαρακτηριστική επίσης είναι η υπέρμετρη αύξηση των κέντρων διασκεδάσεως, ταβερνών κ.λπ., που έφθασαν στις 3.243 στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς...".
Η οργή τού διοικητού δεν οφείλεται σ' αυτή καθ' εαυτή την υψηλή κατανάλωση. Οφείλεται στην διαπίστωση ότι αυτή η κατανάλωση δεν συνοδεύεται από αύξηση της πραγματικής παραγωγής. Ο μόνος τομέας της οικονομίας που πάει καλά είναι οι κατασκευές και, μάλιστα, οι ιδιωτικές κατοικίες (το 1977, η οικοδομή απορρόφησε το 39% της συνολικής επένδυσης του ιδιωτικού τομέα!). Είναι σαφές ότι οι παθογένειες της χούντας και οι κακές συνήθειες που αποκτήθηκαν κατά την επταετία είναι δύσκολο να εξαλειφθούν.
3/6/1963: Ο Παναγιώτης Παπαληγούρας συναντά τον πρόεδρο Τζων Φ. Κέννεντυ στον Λευκό Οίκο. [Φωτογραφία: John F. Kennedy presidential library and museum] |
----------------------------------------
(*) Στην φωτογραφία, πλην του Γκιζίκη, διακρίνονται (με την σειρά από αριστερά): Ξενοφών Ζολώτας, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Γεώργιος Μαύρος, Πέτρος Γαρουφαλιάς, Σπύρος Μαρκεζίνης, Στέφανος Στεφανόπουλος. Δίπλα στον Γκιζίκη αλλά και δεξιά του Ζολώτα φαίνονται και οι τέσσερις στρατιωτικοί, οι οποίοι συμμετείχαν στην σύσκεψη: ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓΕΝ αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και ο αρχηγός ΓΕΑ αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου. Πριν από την σύσκεψη, ο Μπονάνος εκδήλωσε στον Γαρουφαλιά την προτίμηση που είχαν οι στρατιωτικοί στο πρόσωπό του και ο Γαρουφαλιάς έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι θα αποδεχόταν πρόταση να ηγηθεί κυβερνητικού σχήματος. Προφανώς, το πάθημα του Μαρκεζίνη λίγους μήνες νωρίτερα, δεν του είχε γίνει μάθημα. Χολωμένος που όλοι τον άφησαν στο περιθώριο, ο Γαρουφαλιάς ίδρυσε το κόμμα "Εθνική Δημοκρατική Ένωσις - ΕΔΕ", το οποίο πάτωσε στις εκλογές του Νοεμβρίου
Τράπεζα της Ελλάδος - 19. Ο στασιμοπληθωρισμός και η ύφεση του 1980
Η απαισιοδοξία τού Ζολώτα επαληθεύεται το 1979, καθώς ξεσπάει μια δεύτερη πετρελαιική κρίση, χειρότερη από την προηγούμενη. Από τον Νοέμβριο του 1978 έχει εκδηλωθεί στο Ιράν η ισλαμική επανάσταση των αγιατολλάχ και 37.000 εργαζόμενοι στα διυλιστήρια έχουν κατεβεί σε απεργία διαρκείας, ρίχνοντας την ημερήσια παραγωγή ιρανικού πετρελαίου από 6 εκατ. σε 1,5 εκατ. βαρέλια. Στις 16 Ιανουαρίου 1979 ο Σάχης φεύγει από την χώρα και τέσσερις μέρες αργότερα η Σαουδική Αραβία αποφασίζει να μειώσει και την δική της παραγωγή. Η τιμή του πετρελαίου εκτινάσσεται κατά 36%.
Η ΤτΕ έχει ήδη κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας για πληθωριστική έκρηξη και εκτροχιασμό του προϋπολογισμού. Ο Ζολώτας μιλάει για κρίσιμες διαστάσεις στο πρόβλημα του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Ακόμη, επισημαίνει την διόγκωση της παραοικονομίας, την οποία θεωρεί ως βασικό στοιχείο του νεοπλουτισμού και την χαρακτηρίζει ως "οικονομικά ιδιαίτερα επιβλαβή διότι τα εξ αυτής εισοδήματα τρέπονται κατά κανόνα εις επιδεικτικήν κατανάλωσιν και κυρίως εις ζήτησιν εισαγομένων ειδών". Τέλος, προτείνει την αναμόρφωση της λειτουργίας των ΔΕΚΟ με εκλογίκευση της λειτουργίας τους και μείωση των ελλειμμάτων τους.
Όμως, η πολιτική συγκυρία πνίγει την φωνή τού διοικητή τής ΤτΕ. Με το ΠαΣοΚ να έρχεται ακάθεκτο προς την εξουσία και τον Καραμανλή να στρέφεται προς την προεδρία τής δημοκρατίας, ο Ράλλης που τον διαδέχεται στην πρωθυπουργία και στην ηγεσία τής Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να σώσει την παρτίδα υιοθετώντας πολιτική υποσχέσεων και παροχών. Η παράνοια διογκώνεται: αφού η δεξιά μοιράζει λεφτά, φαντάσου τι έχει να γίνει όταν βγουν οι σοσιαλιστές... Η κατανάλωση αυξάνεται, η παραγωγή μειώνεται, ο πληθωρισμός τραβάει την ανηφόρα και ο Ζολώτας τραβάει όσα μαλλιά τού έχουν απομείνει: "οι πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία συνεχίζονται αμείωτες και οι διαταρακτικές τους επιδράσεις στη νομισματική κυκλοφορία (εσωτερική και εξωτερική) αλλά και στην οικονομική συμπεριφορά των ιδιωτών εξακολουθούν να εμφανίζουν οξύτητα".
Προσπαθώντας να τιθασσεύσει τον πληθωρισμό, η Τράπεζα της Ελλάδος μηχανεύεται τρόπους περιορισμού τής νομισματικής κυκλοφορίας. Έτσι, αυξάνει τα επιτόκια καταθέσεων κατά 4 μονάδες, των εντόκων γραμματίων κατά 3 και των τραπεζικών ομολόγων κατά 5, με αντίστοιχη αύξηση στα επιτόκια καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων αλλά και των δανείων προς το εμπόριο. Λίγο πριν τις εκλογές τού 1981, ο Ζολώτας στέλνει στον Ράλλη ένα έγγραφο-φωτιά όπου προβλέπει ότι ο προϋπολογισμός του 1980 θα κλείσει με έλλειμμα 20 δισ. δραχμών ενώ η κυβέρνηση περίμενε πως θα είναι πλεονασματικός κατά 6 δισ., προσθέτοντας ότι "το συνολικό άνοιγμα της δημοσιονομικής διαχειρίσεως θα φθάσει το 1981 στα 169 δισ. δρχ. έναντι 126 δισ. δρχ. του 1980 και 93,4 δισ. δρχ. του 1979".
Η σημαντικώτερη διαπίστωση του Ζολώτα ήταν ότι η ελληνική οικονομία έπασχε από την εξαιρετικά επικίνδυνη ασθένεια που λέγεται στασιμοπληθωρισμός. Με τον τιμάριθμο να τρέχει με υπερδιπλάσια ταχύτητα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο κόσμος κατανάλωνε αντί να αποταμιεύει "για να μη φάει τα λεφτά ο πληθωρισμός". Παράλληλα, η κυβέρνηση, προκειμένου να τονώσει τις επενδύσεις, σκόρπιζε φτηνό χρήμα μέσω επιδοτήσεων κάθε είδους αλλά ελάχιστο από αυτό το χρήμα πήγαινε πραγματικά σε επενδύσεις: με τα τραπεζικά επιτόκια να βρίσκονται ψηλά, οι "επενδυτές" έπαιρναν το φτηνό χρήμα και απλώς το κατέθεταν σε κάποιους τραπεζικούς λογαριασμούς προκειμένου να καρπωθούν άκοπα την διαφορά του επιτοκίου. Πρόκειται για την χαρακτηριστικώτερη εικόνα κατάντιας της ελληνικής οικονομίας, για την οποία (παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα εδώ και χρόνια) σίγουρα δεν ευθύνονται οι κυβερνήσεις τού ΠαΣοΚ.
Αυτή η υπέρμετρη κατανάλωση "έφτιαχνε" τα νούμερα αλλά δεν μπορούσε να συσκοτίσει την ουσία. Μπορεί η κυβέρνηση να επαιρόταν ότι η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ έφτασε το 25% αλλά η ΤτΕ ήταν καταπέλτης: μόνο 1% συνιστούσε αύξηση πραγματικών εισοδημάτων! Το υπόλοιπο 24% αντιστοιχούσε στον πληθωρισμό.
Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠαΣοΚ κέρδισε, όπως ήταν αναμενόμενο. Δυο μέρες αργότερα, ο Ζολώτας στέλνει στον υπουργό συντονισμού Απόστολο Λάζαρη έγγραφο αγωνίας, το οποίο άρχιζε με την φράση "η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι κρίσιμη". Στο έγγραφο αυτό ο διοικητής της ΤτΕ επισημαίνει για πολλοστή φορά την εσφαλμένη πιστωτική επέκταση, την υπέρμετρη αύξηση της ρευστότητας και την λανθασμένη δημοσιονομική πολιτική του παρελθόντος, υπογραμμίζει την μείωση της ανταγωνιστικότητας και την πτώση της παραγωγικότητας, διαπιστώνει ότι η πραγματική οικονομία έχει μπει σε ύφεση, σημειώνει ότι τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έχουν πέσει κάτω από το επίπεδο ασφαλείας, εκδηλώνει έντονη ανησυχία για την πορεία τού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, εκτιμά ότι ο δανεισμός αποτελεί σοβαρή απειλή για την σταθερότητα και θεωρεί ως εκ των ων ουκ άνευ την μείωση των δαπανών της κεντρικής κυβέρνησης.
Στο ίδιο έγγραφο, ο Ζολώτας δεν διστάζει να προχωρήσει σε υποδείξεις σχετικά με ένα πρόγραμμα οικονομικής σταθεροποίησης που θα έπρεπε να μπει αμέσως σε εφαρμογή. Είναι σαφές ότι με αυτό το έγγραφο ο διοικητής της ΤτΕ επιχειρούσε να επηρεάσει την οικονομική πολιτική που, λίγες μέρες αργότερα, θα παρουσίαζε η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση στις προγραμματικές δηλώσεις της. Όπως εκμυστηρευόταν στις προσωπικές του συζητήσεις, ο Ζολώτας θεωρούσε την διαφαινόμενη οικονομική πολιτική τού ΠαΣοΚ ως φιλολαϊκή αλλά αδιέξοδη και ατελέσφορη.
Μάταια ο διοικητής τής ΤτΕ περιμένει απάντηση από τον υπουργό συντονισμού. Στις 3 Νομεβρίου 1981, ο Ξενοφών Ζολώτας υποβάλλει την παραίτησή του και αποχωρεί οριστικά από την τράπεζα, στο τιμόνι της οποίας βρέθηκε συνολικά επί 19,5 χρόνια. Στην θέση του τοποθετείται αυθημερόν ένας κεφαλλονίτης οικονομολόγος, στον οποίο ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναθέσει την σύνταξη του οικονομικού προγράμματος της κυβέρνησής του: ο Γεράσιμος Αρσένης
Η ΤτΕ έχει ήδη κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας για πληθωριστική έκρηξη και εκτροχιασμό του προϋπολογισμού. Ο Ζολώτας μιλάει για κρίσιμες διαστάσεις στο πρόβλημα του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Ακόμη, επισημαίνει την διόγκωση της παραοικονομίας, την οποία θεωρεί ως βασικό στοιχείο του νεοπλουτισμού και την χαρακτηρίζει ως "οικονομικά ιδιαίτερα επιβλαβή διότι τα εξ αυτής εισοδήματα τρέπονται κατά κανόνα εις επιδεικτικήν κατανάλωσιν και κυρίως εις ζήτησιν εισαγομένων ειδών". Τέλος, προτείνει την αναμόρφωση της λειτουργίας των ΔΕΚΟ με εκλογίκευση της λειτουργίας τους και μείωση των ελλειμμάτων τους.
15/5/1980: Ο Κων. Καραμανλής ορκίζεται ως πρόεδρος της δημοκρατίας, υπό το βλέμμα του πρωθυπουργού Γ. Ράλλη. |
Όμως, η πολιτική συγκυρία πνίγει την φωνή τού διοικητή τής ΤτΕ. Με το ΠαΣοΚ να έρχεται ακάθεκτο προς την εξουσία και τον Καραμανλή να στρέφεται προς την προεδρία τής δημοκρατίας, ο Ράλλης που τον διαδέχεται στην πρωθυπουργία και στην ηγεσία τής Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να σώσει την παρτίδα υιοθετώντας πολιτική υποσχέσεων και παροχών. Η παράνοια διογκώνεται: αφού η δεξιά μοιράζει λεφτά, φαντάσου τι έχει να γίνει όταν βγουν οι σοσιαλιστές... Η κατανάλωση αυξάνεται, η παραγωγή μειώνεται, ο πληθωρισμός τραβάει την ανηφόρα και ο Ζολώτας τραβάει όσα μαλλιά τού έχουν απομείνει: "οι πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία συνεχίζονται αμείωτες και οι διαταρακτικές τους επιδράσεις στη νομισματική κυκλοφορία (εσωτερική και εξωτερική) αλλά και στην οικονομική συμπεριφορά των ιδιωτών εξακολουθούν να εμφανίζουν οξύτητα".
Προσπαθώντας να τιθασσεύσει τον πληθωρισμό, η Τράπεζα της Ελλάδος μηχανεύεται τρόπους περιορισμού τής νομισματικής κυκλοφορίας. Έτσι, αυξάνει τα επιτόκια καταθέσεων κατά 4 μονάδες, των εντόκων γραμματίων κατά 3 και των τραπεζικών ομολόγων κατά 5, με αντίστοιχη αύξηση στα επιτόκια καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων αλλά και των δανείων προς το εμπόριο. Λίγο πριν τις εκλογές τού 1981, ο Ζολώτας στέλνει στον Ράλλη ένα έγγραφο-φωτιά όπου προβλέπει ότι ο προϋπολογισμός του 1980 θα κλείσει με έλλειμμα 20 δισ. δραχμών ενώ η κυβέρνηση περίμενε πως θα είναι πλεονασματικός κατά 6 δισ., προσθέτοντας ότι "το συνολικό άνοιγμα της δημοσιονομικής διαχειρίσεως θα φθάσει το 1981 στα 169 δισ. δρχ. έναντι 126 δισ. δρχ. του 1980 και 93,4 δισ. δρχ. του 1979".
Η σημαντικώτερη διαπίστωση του Ζολώτα ήταν ότι η ελληνική οικονομία έπασχε από την εξαιρετικά επικίνδυνη ασθένεια που λέγεται στασιμοπληθωρισμός. Με τον τιμάριθμο να τρέχει με υπερδιπλάσια ταχύτητα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο κόσμος κατανάλωνε αντί να αποταμιεύει "για να μη φάει τα λεφτά ο πληθωρισμός". Παράλληλα, η κυβέρνηση, προκειμένου να τονώσει τις επενδύσεις, σκόρπιζε φτηνό χρήμα μέσω επιδοτήσεων κάθε είδους αλλά ελάχιστο από αυτό το χρήμα πήγαινε πραγματικά σε επενδύσεις: με τα τραπεζικά επιτόκια να βρίσκονται ψηλά, οι "επενδυτές" έπαιρναν το φτηνό χρήμα και απλώς το κατέθεταν σε κάποιους τραπεζικούς λογαριασμούς προκειμένου να καρπωθούν άκοπα την διαφορά του επιτοκίου. Πρόκειται για την χαρακτηριστικώτερη εικόνα κατάντιας της ελληνικής οικονομίας, για την οποία (παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα εδώ και χρόνια) σίγουρα δεν ευθύνονται οι κυβερνήσεις τού ΠαΣοΚ.
Αυτή η υπέρμετρη κατανάλωση "έφτιαχνε" τα νούμερα αλλά δεν μπορούσε να συσκοτίσει την ουσία. Μπορεί η κυβέρνηση να επαιρόταν ότι η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ έφτασε το 25% αλλά η ΤτΕ ήταν καταπέλτης: μόνο 1% συνιστούσε αύξηση πραγματικών εισοδημάτων! Το υπόλοιπο 24% αντιστοιχούσε στον πληθωρισμό.
Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠαΣοΚ κέρδισε, όπως ήταν αναμενόμενο. Δυο μέρες αργότερα, ο Ζολώτας στέλνει στον υπουργό συντονισμού Απόστολο Λάζαρη έγγραφο αγωνίας, το οποίο άρχιζε με την φράση "η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι κρίσιμη". Στο έγγραφο αυτό ο διοικητής της ΤτΕ επισημαίνει για πολλοστή φορά την εσφαλμένη πιστωτική επέκταση, την υπέρμετρη αύξηση της ρευστότητας και την λανθασμένη δημοσιονομική πολιτική του παρελθόντος, υπογραμμίζει την μείωση της ανταγωνιστικότητας και την πτώση της παραγωγικότητας, διαπιστώνει ότι η πραγματική οικονομία έχει μπει σε ύφεση, σημειώνει ότι τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έχουν πέσει κάτω από το επίπεδο ασφαλείας, εκδηλώνει έντονη ανησυχία για την πορεία τού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, εκτιμά ότι ο δανεισμός αποτελεί σοβαρή απειλή για την σταθερότητα και θεωρεί ως εκ των ων ουκ άνευ την μείωση των δαπανών της κεντρικής κυβέρνησης.
Στο ίδιο έγγραφο, ο Ζολώτας δεν διστάζει να προχωρήσει σε υποδείξεις σχετικά με ένα πρόγραμμα οικονομικής σταθεροποίησης που θα έπρεπε να μπει αμέσως σε εφαρμογή. Είναι σαφές ότι με αυτό το έγγραφο ο διοικητής της ΤτΕ επιχειρούσε να επηρεάσει την οικονομική πολιτική που, λίγες μέρες αργότερα, θα παρουσίαζε η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση στις προγραμματικές δηλώσεις της. Όπως εκμυστηρευόταν στις προσωπικές του συζητήσεις, ο Ζολώτας θεωρούσε την διαφαινόμενη οικονομική πολιτική τού ΠαΣοΚ ως φιλολαϊκή αλλά αδιέξοδη και ατελέσφορη.
Οι νικητές των εκλογών της 18/10/1981. Στην ένθετη φωτογραφία: η Αυγή της επόμενης μέρας (με το σφυροδρέπανο ακόμη στον τίτλο της) αναγγέλλει το "σάρωμα της δεξιάς". |
Μάταια ο διοικητής τής ΤτΕ περιμένει απάντηση από τον υπουργό συντονισμού. Στις 3 Νομεβρίου 1981, ο Ξενοφών Ζολώτας υποβάλλει την παραίτησή του και αποχωρεί οριστικά από την τράπεζα, στο τιμόνι της οποίας βρέθηκε συνολικά επί 19,5 χρόνια. Στην θέση του τοποθετείται αυθημερόν ένας κεφαλλονίτης οικονομολόγος, στον οποίο ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναθέσει την σύνταξη του οικονομικού προγράμματος της κυβέρνησής του: ο Γεράσιμος Αρσένης
Τράπεζα της Ελλάδος - 20. Ένας "τσάρος" στο τιμόνι
Δυο μόλις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αρσένης έκανε την πρώτη του έκθεση σε μια κακή συγκυρία: μετά από πολύ καιρό, το 1981 ήταν η πρώτη χρονιά που το ΑΕΠ κατέγραψε μείωση, έστω και μικρή (-0,2%). Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός άγγιξε το 25% και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών χτύπησε κόκκινο. Ο διοικητής κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις (εμμέσως δε και τον προκάτοχό του) ότι επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην εξουδετέρωση των συμπτωμάτων του πληθωρισμού αντί να καταπολεμήσουν τα αίτιά του και κάλεσε την κυβέρνηση του ΠαΣοΚ να ακολουθήσει συνεπή αντιπληθωριστική πολιτική. Και όμως, ο ίδιος ο Αρσένης ήταν που μέχρι πριν λίγο καιρό επέβλεπε το οικονομικό πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης, βάσει του οποίου στα τέλη του 1981 χορηγήθηκαν τεράστιες αυξήσεις (35% κατά μέσο όρο) στους κατώτερους και χαμηλούς μισθούς, βάσει των περίφημων "διορθωτικών ποσών", κάτι που οδήγησε σε άμεση εκρηκτική άνοδο του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών.
Στις 5 Ιουλίου 1982, ο Γεράσιμος Αρσένης ανέλαβε και το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου εθνικής οικονομίας, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του δυο ιδιότητες οι οποίες θεωρούνται ασυμβίβαστες στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Έτσι, σηματοδοτήθηκε η απόλυτη συμπόρευση της ΤτΕ με την κυβερνητική οικονομική πολιτική.
Σύμφωνα με τον Αρσένη, η ακολουθούμενη κατά την τελευταία δεκαετία πολιτική συνεχούς υποτιμήσεως της δραχμής ήταν εσφαλμένη και οδήγησε σε υπερβολική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, ο ίδιος δε πρότεινε να ληφθούν μέτρα προς αύξηση της παραγωγικότητος. Παρά ταύτα, στην επόμενη ακριβώς έκθεσή του (αρχές του 1983), ο διοικητής τής ΤτΕ επισημαίνει τελείως διαφορετικά πράγματα. Αφού παρατηρεί ότι "η συναλλαγματική πολιτική που ασκήθηκε το 1982 είχε ως στόχο τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας", σημειώνει ότι αυτή η πολιτική "είχε ως αποτέλεσμα την υποτίμηση της σταθμισμένης ισοτιμίας της δραχμής κατά 9,5%". Και σαν να μην έφτανε αυτό, υπενθύμισε ότι "στις πρώτες μέρες του 1983 η δραχμή υποτιμήθηκε εφ' άπαξ κατά 15,5%, με σκοπό να επανακτηθεί το χαμένο τα τελευταία χρόνια έδαφος στην ανταγωνιστικότητα". Αλήθεια, τί μεσολάβησε και μέσα σε έναν χρόνο άλλαξαν άρδην οι απόψεις του υπουργού και διοικητή της ΤτΕ; Στην έκθεση δεν δίνεται καμμιά εξήγηση.
Ως υπουργός εθνικής οικονομίας, ο Αρσένης έψαχνε λόγους να καμαρώνει αλλά δεν έπειθε. Για παράδειγμα, επιχείρησε να πείσει ότι τα πράγματα πάνε καλά, επειδή την ύφεση -0,2% του 1981 την διαδέχτηκε μια αναιμική αύξηση 0,2%. Επίσης, εκτίμησε ως θετική την πτώση του πληθωρισμού στο 21% (έναντι 24,5% του 1981), παρ' ότι όλη η Ευρώπη πορευόταν με μονοψήφια ποσοστά. Εν πάση περιπτώσει, και ως υπουργός οικονομίας και ως διοικητής της ΤτΕ, ο Αρσένης είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μπορούσαν να λυθούν άμεσα, με συνέπεια να αρχίσει τάχιστα μια ραγδαία ανάπτυξη.
Εννοείται ότι για όλο το χρονικό διάστημα που ο Αρσένης παρέμεινε ως "τσάρος της οικονομίας", δεν έχει νόημα να μιλάμε για τα έργα και την πολιτική τής Τράπεζας της Ελλάδος, εφ' όσον το ίδρυμα ήταν υποταγμένο πλήρως στην κυβέρνηση. Έτσι, σε όλη αυτή την περίοδο, το μόνο που έκανε η ΤτΕ ήταν να φροντίζει για την εξυπηρέτηση των οικονομικών κυβερνητικών σχεδίων. Για παράδειγμα:
(α) Έδινε ανάσες στις κρατικές τράπεζες, μέσω αναχρηματοδοτήσεων, πιστώσεων και παρατάσεων. Ανάμεσά τους, πρώτη και καλύτερη η Αγροτική και από δίπλα η Εθνική Κτηματική, η Τράπεζα Υποθηκών, η Τράπεζα Επενδύσεων, η ΕΤΕΒΑ, η Γενική, η ΕΤΒΑ κλπ
(β) Στήριζε κρατικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, προσφέροντάς τους πιστώσεις και, κυρίως, παρατάσεις εξόφλησης των δανείων τους. Μεταξύ αυτών ήταν η Εθνοκτηματική (θυγατρική της Εθνικής Κτηματικής), η ΠυρΚαλ, η Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Υδάτων, η Κεντρική Υπηρεσία Διαχείρισης Εγχώριας Παραγωγής (ΚΥΔΕΠ), η Κοινοπραξία Συνεταιριστικών Οργανώσεων Σουλτανίνας (ΚΣΟΣ), ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός (ΑΣΟ), η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ) κλπ.
(γ) Κατά πρωτοφανή τρόπο, η ΤτΕ ενέκρινε πιστώσεις ακόμη και για ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ως η πλέον χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση θεωρείται η απόφαση της 28/4/1982 για χρηματοδότηση της Νεστλέ με 1,5 δισ. δραχμές.
(δ) Με βάση την κυβερνητική άποψη ότι "η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ επέτρεψε την ανεμπόδιστη είσοδο των κοινοτικών προϊόντων στην ελληνική αγορά και έκανε περισσότερο εμφανή τη διαφορά στην παραγωγικότητα" αλλά και την κυβερνητική απόφαση για "λήψη μέτρων προστασίας των κλάδων που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες μετά την ένταξη", η ΤτΕ χρηματοδοτούσε αφειδώς γεωργικές επιχειρήσεις: Μύλοι Θράκης, Ουζουνόπουλος, Εκκοκκιστήρια Μακεδονίας, Καπετανάκης, Μελισσείδης, Αλλαμανής, Πετρίδης, Πετρόπουλος... Αυτή η τακτική κράτησε μέχρι το 1985, αν και ακόμη και το 1988 καταγράφονται δυο-τρεις σοβαρές χρηματοδοτήσεις, μεταξύ των οποίων εκείνη της Reemtsma (καπνά).
Για να ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο, επιβάλλεται να σημειώσουμε και την καινούργια αρμοδιότητα που ανατέθηκε στην τράπεζα: την χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων των ενόπλων δυνάμεων.
Καθώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης άρχισε να ετοιμάζει τον προϋπολογισμό του 1984, έγινε σαφές ότι "το πράγμα δεν έβγαινε". Ο πληθωρισμός δεν έλεγε να υποχωρήσει, η ανάπτυξη δεν έλεγε να έρθει, το ισοζύγιο πληρωμών δεν έλεγε να συνέλθει. Κι από δίπλα, το δημόσιο χρέος είχε σκαρφαλώσει στο 23,8% του ΑΕΠ (8,1 δισ. δολλάρια) από το 10,5% του 1978. Στις 20 Φεβρουαρίου 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να περιορίσει τον Αρσένη στα υπουργικά του καθήκοντα και να τοποθετήσει στην διοίκηση της ΤτΕ τον μέχρι τότε Α' υποδιοικητή Δημήτρη Χαλικιά
Στις 5 Ιουλίου 1982, ο Γεράσιμος Αρσένης ανέλαβε και το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου εθνικής οικονομίας, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του δυο ιδιότητες οι οποίες θεωρούνται ασυμβίβαστες στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Έτσι, σηματοδοτήθηκε η απόλυτη συμπόρευση της ΤτΕ με την κυβερνητική οικονομική πολιτική.
Σύμφωνα με τον Αρσένη, η ακολουθούμενη κατά την τελευταία δεκαετία πολιτική συνεχούς υποτιμήσεως της δραχμής ήταν εσφαλμένη και οδήγησε σε υπερβολική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, ο ίδιος δε πρότεινε να ληφθούν μέτρα προς αύξηση της παραγωγικότητος. Παρά ταύτα, στην επόμενη ακριβώς έκθεσή του (αρχές του 1983), ο διοικητής τής ΤτΕ επισημαίνει τελείως διαφορετικά πράγματα. Αφού παρατηρεί ότι "η συναλλαγματική πολιτική που ασκήθηκε το 1982 είχε ως στόχο τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας", σημειώνει ότι αυτή η πολιτική "είχε ως αποτέλεσμα την υποτίμηση της σταθμισμένης ισοτιμίας της δραχμής κατά 9,5%". Και σαν να μην έφτανε αυτό, υπενθύμισε ότι "στις πρώτες μέρες του 1983 η δραχμή υποτιμήθηκε εφ' άπαξ κατά 15,5%, με σκοπό να επανακτηθεί το χαμένο τα τελευταία χρόνια έδαφος στην ανταγωνιστικότητα". Αλήθεια, τί μεσολάβησε και μέσα σε έναν χρόνο άλλαξαν άρδην οι απόψεις του υπουργού και διοικητή της ΤτΕ; Στην έκθεση δεν δίνεται καμμιά εξήγηση.
Ως υπουργός εθνικής οικονομίας, ο Αρσένης έψαχνε λόγους να καμαρώνει αλλά δεν έπειθε. Για παράδειγμα, επιχείρησε να πείσει ότι τα πράγματα πάνε καλά, επειδή την ύφεση -0,2% του 1981 την διαδέχτηκε μια αναιμική αύξηση 0,2%. Επίσης, εκτίμησε ως θετική την πτώση του πληθωρισμού στο 21% (έναντι 24,5% του 1981), παρ' ότι όλη η Ευρώπη πορευόταν με μονοψήφια ποσοστά. Εν πάση περιπτώσει, και ως υπουργός οικονομίας και ως διοικητής της ΤτΕ, ο Αρσένης είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μπορούσαν να λυθούν άμεσα, με συνέπεια να αρχίσει τάχιστα μια ραγδαία ανάπτυξη.
Εννοείται ότι για όλο το χρονικό διάστημα που ο Αρσένης παρέμεινε ως "τσάρος της οικονομίας", δεν έχει νόημα να μιλάμε για τα έργα και την πολιτική τής Τράπεζας της Ελλάδος, εφ' όσον το ίδρυμα ήταν υποταγμένο πλήρως στην κυβέρνηση. Έτσι, σε όλη αυτή την περίοδο, το μόνο που έκανε η ΤτΕ ήταν να φροντίζει για την εξυπηρέτηση των οικονομικών κυβερνητικών σχεδίων. Για παράδειγμα:
(α) Έδινε ανάσες στις κρατικές τράπεζες, μέσω αναχρηματοδοτήσεων, πιστώσεων και παρατάσεων. Ανάμεσά τους, πρώτη και καλύτερη η Αγροτική και από δίπλα η Εθνική Κτηματική, η Τράπεζα Υποθηκών, η Τράπεζα Επενδύσεων, η ΕΤΕΒΑ, η Γενική, η ΕΤΒΑ κλπ
(β) Στήριζε κρατικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, προσφέροντάς τους πιστώσεις και, κυρίως, παρατάσεις εξόφλησης των δανείων τους. Μεταξύ αυτών ήταν η Εθνοκτηματική (θυγατρική της Εθνικής Κτηματικής), η ΠυρΚαλ, η Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Υδάτων, η Κεντρική Υπηρεσία Διαχείρισης Εγχώριας Παραγωγής (ΚΥΔΕΠ), η Κοινοπραξία Συνεταιριστικών Οργανώσεων Σουλτανίνας (ΚΣΟΣ), ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός (ΑΣΟ), η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ) κλπ.
(γ) Κατά πρωτοφανή τρόπο, η ΤτΕ ενέκρινε πιστώσεις ακόμη και για ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ως η πλέον χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση θεωρείται η απόφαση της 28/4/1982 για χρηματοδότηση της Νεστλέ με 1,5 δισ. δραχμές.
(δ) Με βάση την κυβερνητική άποψη ότι "η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ επέτρεψε την ανεμπόδιστη είσοδο των κοινοτικών προϊόντων στην ελληνική αγορά και έκανε περισσότερο εμφανή τη διαφορά στην παραγωγικότητα" αλλά και την κυβερνητική απόφαση για "λήψη μέτρων προστασίας των κλάδων που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες μετά την ένταξη", η ΤτΕ χρηματοδοτούσε αφειδώς γεωργικές επιχειρήσεις: Μύλοι Θράκης, Ουζουνόπουλος, Εκκοκκιστήρια Μακεδονίας, Καπετανάκης, Μελισσείδης, Αλλαμανής, Πετρίδης, Πετρόπουλος... Αυτή η τακτική κράτησε μέχρι το 1985, αν και ακόμη και το 1988 καταγράφονται δυο-τρεις σοβαρές χρηματοδοτήσεις, μεταξύ των οποίων εκείνη της Reemtsma (καπνά).
Για να ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο, επιβάλλεται να σημειώσουμε και την καινούργια αρμοδιότητα που ανατέθηκε στην τράπεζα: την χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων των ενόπλων δυνάμεων.
Καθώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης άρχισε να ετοιμάζει τον προϋπολογισμό του 1984, έγινε σαφές ότι "το πράγμα δεν έβγαινε". Ο πληθωρισμός δεν έλεγε να υποχωρήσει, η ανάπτυξη δεν έλεγε να έρθει, το ισοζύγιο πληρωμών δεν έλεγε να συνέλθει. Κι από δίπλα, το δημόσιο χρέος είχε σκαρφαλώσει στο 23,8% του ΑΕΠ (8,1 δισ. δολλάρια) από το 10,5% του 1978. Στις 20 Φεβρουαρίου 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να περιορίσει τον Αρσένη στα υπουργικά του καθήκοντα και να τοποθετήσει στην διοίκηση της ΤτΕ τον μέχρι τότε Α' υποδιοικητή Δημήτρη Χαλικιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου