Το «μέγα σκάνδαλο» είναι η πολιτική στήριξης του κεφαλαίου, η ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης
Η ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα, στη χτεσινή συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής
Eurokinissi
|
Για άλλα ζητήματα έπρεπε να γίνεται σήμερα η συζήτηση.
Να συζητήσουμε για τις επικίνδυνες αποφάσεις της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, τον εγκλωβισμό προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα κατά παράβαση του διεθνούς προσφυγικού δικαίου, για την παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων του λαού μας, της πατρίδας μας από δήθεν συμμάχους και πάει λέγοντας...
Και, βέβαια, να συζητάμε για το πώς πρέπει να σταματήσουν να προετοιμάζονται νέα μέτρα σε βάρος του λαού μας, όπως το Ασφαλιστικό, το Φορολογικό, οι νέοι νόμοι - λαιμητόμοι.
Αλλά σας έχουμε μάθει πλέον.
Κάθε φορά που τα κόμματα των μνημονίων - για να θυμηθούμε μια αγαπημένη και πολυχρησιμοποιημένη έκφραση της σημερινής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πριν από την επίσημη ένταξή τους με το 3ο μνημόνιο στο κλαμπ των μνημονιακών κομμάτων - κάθε φορά λοιπόν που αυτά τα κόμματα ένιωθαν τη λαϊκή πίεση, δυσαρέσκεια και αγανάκτηση...
Κάθε φορά που τα ίδια αυτά κόμματα, όλο και περισσότερο συνέκλιναν σε θέσεις και προτάσεις διαχείρισης, τότε ανασύρονταν από τα συρτάρια η γνωστή, η αγαπημένη τους σκανδαλολογία, η πάταξη της διαφθοράς, η υπέρτατη Δικαιοσύνη και η δήθεν υπεράσπισή της.
Η σύγκλιση στα θεμελιώδη οδηγεί σε αναζήτηση «ηθικής υπεροχής»
Οι πιο παλιοί σε αυτήν τη Βουλή το έχουν ζήσει αυτό το σίριαλ άπειρες φορές, δεκαετίες τώρα, ιδιαίτερα από το 1991 και μετά. Οι νεότεροι σε αυτά τα έδρανα, όπως και όλη η ελληνική κοινωνία, το ζούσαμε από τα τηλεοπτικά παράθυρα, τα κίτρινα πρωτοσέλιδα, τις ανούσιες κοκορομαχίες σε προεκλογικά μπαλκόνια. Ολος ο 20ός αιώνας και οι αρχές του 21ου είναι γεμάτοι από τέτοιου είδους «μάχες».
Δεν αποτελεί, λοιπόν, και μεγάλη πρωτοτυπία η σημερινή συζήτηση.
Δεν υπήρχε πρόγραμμα προεκλογικό της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που να μην περιλάμβανε διακηρύξεις για τη δήθεν καταπολέμηση της διαφθοράς, για την ανάγκη εδραίωσης της αξιοκρατίας στο κράτος, στην οικονομία γενικότερα.
Κι από την άλλη, δεν υπήρχε σκάνδαλο που να μην ήρθε στο φως της δημοσιότητας, και εδώ στην Ελλάδα και αλλού, από τα ανταγωνιζόμενα μονοπώλια διεθνούς εμβέλειας.
Τα μεγάλα πολιτικά - οικονομικά σκάνδαλα, πάντα σχετίζονταν με ανακατατάξεις στην αγορά κεφαλαίου, την εμφάνιση δηλαδή «νέων τζακιών», για να συνεννοούμαστε.
Η σύγκλιση σε θεμελιώδη ζητήματα, πάντα σας έσπρωχνε να προσπαθείτε να στοιχειοθετήσετε τη δήθεν υπεροχή σας έναντι των υπόλοιπων πολιτικών αντιπάλων σας πάνω στη βάση της ονομαζόμενης ηθικής σας, της ακεραιότητάς σας, της ικανότητας των στελεχών σας, αναδεικνύοντας την έλλειψη αυτών των χαρακτηριστικών πάντα από άλλους.
Μόνο και μόνο για να μπουρδουκλώνεται ο κόσμος.
Ετσι ακριβώς, με τον ίδιο τρόπο, συμπεριφέρονται σήμερα οι ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όπως ακριβώς και η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα πρόθυμα εξαπτέρυγά τους πριν.
Αυτό, άλλωστε, είχε αποτυπωθεί και στο κεντρικό προεκλογικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ, «Ξεμπερδεύουμε με το παλιό, κερδίζουμε το αύριο», που έθετε ουσιαστικά ως διαχωριστική γραμμή τη διαφθορά των προηγούμενων κυβερνήσεων και σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο.
Η ΝΔ είχε «σηκώσει το γάντι» προεκλογικά, αναδεικνύοντας την ενσωμάτωση στον ΣΥΡΙΖΑ πλατιών τμημάτων του παλιού «κατεστημένου», στελεχών κυρίως του ΠΑΣΟΚ, αλλά και γνωστών εργατοπατέρων, ενώ 21 βουλευτές της είχαν προχωρήσει στα τέλη Ιούλη σε Ερώτηση στον πρωθυπουργό και τους συναρμόδιους υπουργούς με θέμα: «Διαφθορά και το ήθος της "πρώτη φορά" αριστερής διακυβέρνησης».
Εξυπακούεται ότι αυτή η αντιπαράθεση περιλάμβανε και την ανάδειξη εκατέρωθεν περιπτώσεων στελεχών που προβάλλονταν ως αποδεικτικά διαφθοράς, σε μια δημόσια συζήτηση επί της ουσίας «άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε».
Στο όνομα της διαφθοράς επιχειρούνται και αναδιαρθρώσεις προς όφελος του κεφαλαίου
Βέβαια, για να είναι καθαρό, εμείς δεν πιστεύουμε ότι η όποια - έστω σικέ - αντιπαράθεση γύρω από το ζήτημα της διαφθοράς υπηρετεί μόνο προπαγανδιστικούς σκοπούς.
Ο ελληνικός λαός πρέπει να γνωρίζει ότι στο όνομα της καταπολέμησης της διαφθοράς, της διαπλοκής, επιχειρούνται αναδιαρθρώσεις στον κρατικό τομέα που θα διευκολύνουν τη δραστηριότητα των μεγάλων επιχειρηματιών και μόνο.
Το ζήτημα, για παράδειγμα, της ισότιμης πρόσβασης των επιχειρηματικών ομίλων σε διαγωνισμούς ή η απλοποίηση των διαδικασιών για τις επενδύσεις, σε συνδυασμό πολλές φορές με την ανάγκη του γνωστού «γρηγορόσημου» σε μια σειρά από κρατικές υπηρεσίες, είναι υπαρκτοί ανασχετικοί παράγοντες για το κεφάλαιο, για τους καπιταλιστές.
Βέβαια, στα μεγάλα ζητήματα διαπλοκής κράτους - μονοπωλίων δεν αποτελεί η Ελλάδα ούτε εξαίρεση ούτε έχει το προβάδισμα. Ολοι θυμόμαστε το Γουοτεργκέιτ, τη «Siemens», τα σκάνδαλα σε Ιταλία, Ιαπωνία και αλλού.
Η Ελλάδα και άλλα κράτη παρουσιάζουν μεγαλύτερη έκταση διαφθοράς ως προς τα φαινόμενα που σχετίζονται με τη φοροδιαφυγή, με τις πλάτες του κρατικού μηχανισμού, π.χ. τις ΔΟΥ.
Υπάρχουν κράτη, όπως οι ΗΠΑ, η Ιταλία, όπου η μαφία είναι κράτος εν κράτει.
Δε θεωρούν «διαφθορά» τη νομοθετική δραστηριότητα υπέρ του κεφαλαίου
Αλήθεια, όμως, τι ακριβώς εννοούν με τον όρο «διαφθορά» οι υπερασπιστές του σάπιου αυτού συστήματος, είτε ανήκουν στα δύο σημερινά κόμματα της κυβέρνησης είτε ανήκουν στα υπόλοιπα κόμματα, αλλά και σε ινστιτούτα ή διάφορες προσωπικότητες, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο;
-- Μήπως εννοούν διαφθορά, για παράδειγμα, τη διατήρηση απ' όλες τις κυβερνήσεις του νόμου 27/1975, που καθορίζει τις 60 ειδικές φοροαπαλλαγές που απολάμβαναν και απολαμβάνουν οι εφοπλιστές και ευθύνονται για το γεγονός ότι το κράτος έχει λιγότερα έσοδα από τους εφοπλιστές απ' ό,τι από τα παράβολα των μεταναστών;
-- Μήπως με τον όρο «διαφθορά» εννοούν τη μείωση των φορολογικών συντελεστών των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων ταυτόχρονα με την εκτίναξη της φορολόγησης των λαϊκών στρωμάτων;
-- Μήπως εννοούν την αδρή κρατική στήριξη των τραπεζών, τη στιγμή που πετσοκόβονται οι κρατικές δαπάνες για Παιδεία, Υγεία, Ασφάλιση;
-- Μήπως, τη στιγμή μάλιστα που ισχύουν όλα τα παραπάνω, θεωρείται διαφθορά η ψήφιση νόμων που μειώνουν μισθούς και συντάξεις, αυξάνουν τη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων και προσαρμόζουν τις εργασιακές σχέσεις στις ανάγκες των καπιταλιστικών κερδών;
Ασφαλώς και σε καμία περίπτωση τα παραπάνω δεν θεωρούνται από σας φαινόμενα διαφθοράς. Το αντίθετο μάλιστα. Η νομοθετική δραστηριότητα προς όφελος του κεφαλαίου θεωρείται - και είναι στην πραγματικότητα - απαραίτητο συστατικό στοιχείο κάθε καπιταλιστικού κράτους.
Κι επειδή οι κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν φάει, όπως λένε, με το κουτάλι τον Μαρξ και τον Ενγκελς θα θυμούνται οπωσδήποτε το τσιτάτο όταν απευθυνόταν στους αστούς λέγοντάς τους στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»: «Το Δίκαιό σας είναι η θέληση της τάξης σας που αναγορεύτηκε σε νόμο».
Γι' αυτό οι εργαζόμενοι της χώρας μας, για να καταλάβουν πίσω από τις λέξεις τι ακριβώς εννοούν «διαφθορά» τα κόμματα και οι μηχανισμοί του συστήματος, πρέπει να βάζουν δίπλα δίπλα τους νόμους που ψηφίζουν στη Βουλή και εκείνους που αφορούν τους εφοπλιστές, τους βιομήχανους, τους μεγάλους επιχειρηματίες και εκείνους που αφορούν τους εργάτες, τους αγρότες, τους επαγγελματίες, όπως και εκείνους που χαρακτηρίζουν ως σκάνδαλα.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι μπορεί σε μια χώρα, με βάση τους νόμους της, μία πράξη να θεωρείται διαφθορά, ενώ σε μια άλλη χώρα μπορεί να θεωρείται μέχρι και απόδειξη... υγιούς, έξυπνης επιχειρηματικότητας!
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της χρηματοδότησης των αστικών κομμάτων από τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Στις ΗΠΑ το φαινόμενο αυτό είναι πολύ γενικευμένο και καθ' όλα νόμιμο και ηθικό.
Αντίθετα, το ίδιο φαινόμενο στην Ευρώπη εντάσσεται στα φαινόμενα της διαφθοράς και προκαλεί θύελλες αντιδράσεων και αντίστοιχα ηθικά κηρύγματα. Υπενθυμίζουμε, για παράδειγμα, το «σκάνδαλο» της δεκαετίας του 1990 στη Γερμανία, όπου ο τότε μακροβιότερος καγκελάριος της χώρας, Χ. Κολ, μαζί με τον σημερινό υπουργό Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, δέχτηκαν για λογαριασμό του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος δύο εκατομμύρια μάρκα από τον μεγαλέμπορο όπλων Χ. Σράιτερ.
Η «διαφθορά» αποτελεί το συμπλήρωμα της «νόμιμης» επιδίωξης του καπιταλιστικού κέρδους
Το κεφάλαιο ως σύνολο, όσο ενιαίο είναι απέναντι στο χτύπημα της εργατικής τάξης, τόσο τρώγεται από οξύτατες εσωτερικές έριδες που ακούνε στο όνομα κεφαλαιοκρατικός ανταγωνισμός.
Σε αυτόν τον ανταγωνισμό, το ζητούμενο δεν είναι μόνο γενικά η κερδοφορία, αλλά η μεγαλύτερη κερδοφορία από τον ανταγωνιστή, η ανάληψη ενός έργου από μια εταιρεία αντί μιας άλλης, η εξασφάλιση της συμμετοχής σε κάποια επιδότηση ή κάποιο πρόγραμμα αντί μιας άλλης, το κέρδισμα μεγαλύτερου μεριδίου στην αγορά του εμπορεύματος μιας εταιρείας έναντι των ανταγωνιστών της κ.ά.
Και αυτός ο οξύτατος πόλεμος μεταξύ των καπιταλιστών επιτάσσει την αξιοποίηση όλων των όπλων, νόμιμων και παράνομων. Σε αυτόν τον πόλεμο εμπλέκεται και η κατ' όνομα ανεξάρτητη Δικαιοσύνη.
Στον «αγγελικά πλασμένο» κόσμο σας, αυτό το σχετικό προβάδισμα επιδιώκεται μάλιστα πολλές φορές με το να αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι επιχειρηματίες, οι ίδιοι οι καπιταλιστές - ή στελέχη των επιχειρήσεών τους - τμήματα της κρατικής διοίκησης.
Γνωστή είναι η άμεση διασύνδεση της κυβέρνησης Μπους με την «Enron» (και το σχετικό σκάνδαλο) στις ΗΠΑ, καθώς και οι σχέσεις του αντιπροέδρου Τσέινι με την πετρελαϊκή εταιρεία «Halliburton», όπως και του τότε υπουργού Οικονομικών Πόλσον με την «Goldman Sachs».
Και στην Ελλάδα, άλλωστε, έχουμε πολλά παραδείγματα τέτοιων επιχειρηματιών ή γνωστών αχυρανθρώπων τους, που συμμετέχουν άμεσα σε όλα τα επίπεδα του κρατικού μηχανισμού, από τα υπουργεία μέχρι την Τοπική Διοίκηση.
Αναφέρουν ως διαφθορά τη διαπλοκή πολιτικών - διοικητών καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Είναι υποκρισία. Πολιτικοί αναδεικνύονται ως τέτοιοι, αφού έχουν θητεύσει σε υψηλές διαχειριστικές θέσεις του κεφαλαίου, ταυτόχρονα και στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ερευνητικά Κέντρα και αντιστρόφως.
Η λεγόμενη διαφθορά αποτελεί το απαραίτητο συμπλήρωμα της νόμιμης επιδίωξης του καπιταλιστικού κέρδους.
Η παράβαση του αστικού δικαίου προς όφελος της κερδοφορίας φαίνεται ότι αποτελεί απλώς την άλλη όψη του νομίσματος της παραγωγής δικαίου προς όφελος της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Το συμπέρασμα αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι τα φαινόμενα αυτά αγκαλιάζουν ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο.
Πριν λίγους μήνες, «έσκασε» το σκάνδαλο της «Volkswagen», με το γερμανικό κολοσσό της αυτοκινητοβιομηχανίας και πρότυπη επιχείρηση της γερμανικής και παγκόσμιας βιομηχανίας να κατηγορείται...
Στη Γερμανία, επίσης, ανήκει και η «Siemens», που αποδέχτηκε ότι στο διάστημα μεταξύ 1999 και 2006 δαπάνησε 1,3 τρισ. ευρώ σε διάφορες χώρες (130 εκατομμύρια από αυτά στην Ελλάδα), για δωροδοκίες με στόχο την επίτευξη εμπορικών συμφωνιών.
Πριν λίγους μήνες παραιτήθηκε ο Ιταλός υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, λόγω των αποκαλύψεων και των κατηγοριών για διαφθορά στην ανάθεση εργολαβιών δημόσιων έργων σε συγκεκριμένες εταιρείες.
Το 1999 είχαμε την παραίτηση ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν τα 10 από τα 19 μέλη της κατηγορήθηκαν για ατασθαλίες και σκάνδαλα συνδεόμενα με συμφέροντα συγκεκριμένων ομίλων, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι μετά από την παραίτησή τους πολλοί από αυτούς ανέλαβαν στελεχικές, ηγετικές θέσεις σ' αυτές τις μεγάλες εταιρείες.
Ο κατάλογος πραγματικά δεν έχει τέλος...
Αναδεικνύουν φαινόμενα διαφοράς και «βγάζουν λάδι» το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα
Ακούσαμε σήμερα τον πρωθυπουργό να επαναλαμβάνει ότι «η έξοδος από την κρίση, η ανασυγκρότηση και ο δημοκρατικός μετασχηματισμός της χώρας είναι αδύνατο να επιτευχθούν αν το σύστημα διαπλοκής, διαφθοράς δεν ξεριζωθεί αποφασιστικά».
Διατυπώσεις σαν και αυτή βρίσκει κανείς σε όλα ανεξαίρετα τα αστικά κόμματα, από την Ιαπωνία μέχρι τις ΗΠΑ.
Η επιχειρηματολογία τους προσπαθεί να κόψει τον ομφάλιο λώρο που συνδέει τα φαινόμενα αυτά με το κυνήγι του κέρδους, παρουσιάζοντάς τα ως ζητήματα ηθικής, η καταπολέμηση των οποίων εξαρτάται από τη σχετική πολιτική βούληση.
Γι' αυτό και όλοι τονίζουν την ανάγκη ενίσχυσης και βελτίωσης της λειτουργίας των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους και της Δικαιοσύνης, αφήνοντας άθικτο ή - ακόμα πιο σωστά - συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του θερμοκηπίου μέσα στο οποίο ευδοκιμούν αυτά τα φαινόμενα.
Το γεγονός ότι το κράτος δεν μπορεί να είναι γενικά και μακροχρόνια «τσιφλίκι» κανενός μεμονωμένου καπιταλιστή επιχειρηματία, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να κρύψει την ύπαρξη πιο στενής σύνδεσης τμημάτων του κρατικού μηχανισμού με συγκεκριμένους ομίλους, με ανάλογες περιπτώσεις να έρχονται όλο και πιο συχνά στην επιφάνεια και τελευταία και παλιότερα.
Αυτόν το χαρακτήρα έχουν, άλλωστε, πολλές «αποκαλύψεις» για τη δραστηριότητα μιας σειράς κρατικών στελεχών ή επιχειρηματικών ομίλων που βγαίνουν στη φόρα από τα θιγμένα συμφέροντα.
Με άλλα λόγια, ο ένας βγάζει τα «βρόμικα» του άλλου στη φόρα, ως μέσο προώθησης των δικών του συμφερόντων.
Ταυτόχρονα, οι επιθέσεις εναντίον της διαφθοράς και η επίκληση της διαφάνειας αξιοποιούνται και ως δούρειος ίππος για την προώθηση μιας σειράς επιδιώξεων του αστικού κράτους.
Για παράδειγμα, η όλη συζήτηση για τη φοροδιαφυγή επικεντρώνεται στις μικρές επιχειρήσεις και αξιοποιείται ως μέσο επιτάχυνσης της συγκεντροποίησης της παραγωγής σε μια σειρά κλάδους, αλλά και αύξησης των κρατικών εσόδων.
Η δήθεν καταγγελία των πελατειακών σχέσεων κ.λπ. γίνεται κυρίως από κόμματα που δεν έχουν ασκήσει κυβερνητική διαχείριση, παρότι κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος και ορκίζονται στα ίδια μεγάλα συμφέροντα. Το έκανε πριν ως αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα σήμερα τέτοιων κομμάτων είναι το Ποτάμι, η Ενωση Κεντρώων, αλλά και η ΧΑ, που εστιάζουν την παρέμβασή τους σε ζητήματα διαφθοράς, αξιοκρατίας, φαυλοκρατίας, κομματοκρατίας, ανάλογα πώς τις λέει ο καθένας κ.λπ., την ίδια ώρα που δίνουν όρκους πίστης σ' αυτό το σύστημα και την εξουσία του.
Είναι πασίγνωστο, για παράδειγμα, ότι η ΧΑ καταθέτει Ερωτήσεις στήριξης του μεγάλου κεφαλαίου, των εφοπλιστών, σε βάρος των εργαζομένων.
Η ανάδειξη των φαινομένων διαφθοράς αξιοποιείται έτσι για να προβληθούν ως βασικοί υπεύθυνοι όλων των δεινών του λαού ένα, άντε δυο άτομα το πολύ, «βγάζοντας λάδι» το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα.
Χαρακτηριστική είναι εδώ η απόδοση της καπιταλιστικής κρίσης σε φαινόμενα διαφθοράς, στο γεγονός ότι «κάποιοι τα φάγανε».
Στο κυβερνητικό πρόγραμμά του, ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει για την κατάσταση «διαπλοκής και διαφθοράς» ότι «είναι αυτή που οδήγησε την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού».
Αυτή η επιχειρηματολογία εξυπηρετεί όχι μόνο την αθώωση της επιδίωξης των κερδών των λίγων επιχειρηματιών, ως πηγής των λαϊκών δεινών, αλλά και την κάθαρσή της ταυτόχρονα στα μάτια του λαού, μέσω του διαχωρισμού σε υγιή και μη υγιή επιχειρηματικότητα, στην οποία καταλήγει στο τέλος κάθε συζήτηση περί διαφθοράς, όπως ήδη ακούσαμε και θα ακούσουμε πολλές φορές απόψε.
Τα διάφορα σκάνδαλα αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος της αντιλαϊκής πολιτικής
H απαίτηση για άμεση και μέχρι τέλους διαλεύκανση όλων των σκανδάλων, που έρχονται στην επιφάνεια, δεν πρέπει να οδηγεί σε αποπροσανατολισμό το λαό, για να συγκαλυφτούν οι πραγματικές αιτίες των λαϊκών προβλημάτων.
Και από τη σημερινή συζήτηση, μέχρι τώρα τουλάχιστον, επιβεβαιώνεται ότι τα διάφορα σκάνδαλα αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος της αντιλαϊκής πολιτικής που φορτώνει με νέα βάρη το λαό μας.
Το ΚΚΕ, με αφορμή διάφορες συζητήσεις, αλλά και κατά τη συζήτηση διαφόρων επιμέρους νομοσχεδίων που σχετίζονται με το ζήτημα που συζητάμε, όπως νομοσχέδια για το «πόθεν έσχες», για τα οικονομικά των κομμάτων, έχουμε παρουσιάσει και πολλές και συγκεκριμένες προτάσεις επανειλημμένα που απορρίπτονται από τα άλλα κόμματα.
Στις συζητήσεις για τον έλεγχο της διαφθοράς και την αντιμετώπιση της διαπλοκής, από τη δεκαετία του '90 ακόμα, έχουμε προτείνει:
-- Υποχρεωτική μετατροπή όλων των μετοχών από ανώνυμες σε ονομαστικές, καθώς και όλων των χρηματοοικονομικών προϊόντων του Δημοσίου και των τραπεζών, όπως π.χ. τα ομόλογα, ώστε να μπορεί να γίνεται έλεγχος για το τι κατέχει ο καθένας.
-- Κατάργηση όλων των απορρήτων, τραπεζικού, φορολογικού, εμπορικού, επιχειρηματικού. Υπενθυμίζουμε ότι το τραπεζικό και το φορολογικό έχουν αρθεί μόνον ως προς τις διωκτικές αρχές.
-- Απαγόρευση λειτουργίας των εξωχώριων εταιρειών.
-- Ελεγχος στην εξαγωγή κεφαλαίων.
Στις προτάσεις μας η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ απαντούσαν γενικά πάντα ότι δεν αρμόζει στους κανόνες της ΕΕ και της ελεύθερης αγοράς - και έτσι είναι - και τις απόρριπταν ασυζητητί. Ο ΣΥΝ και στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήταν αντιπολίτευση, για να βγει από τη δύσκολη θέση δήλωνε ότι γενικά συμφωνεί και τις αποδέχεται, ως κυβέρνηση βέβαια και σε αυτό το ζήτημα έκανε πίσω.
Για τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς εμείς ζητούσαμε ονομαστικοποίηση των μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου. Τα ίδια τότε έλεγε και ο ΣΥΝ παλιά. Ο τελευταίος όμως νόμος για τους τηλεοπτικούς σταθμούς είναι πίσω ακόμα και από προηγούμενες διακηρύξεις, έστω στα λόγια. Δείχνει και τις πραγματικές προθέσεις της σημερινής συγκυβέρνησης και στο ζήτημα αυτό.
Αλλωστε, το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για τις τηλεοπτικές άδειες με το νόμο που ψηφίστηκε δεν υπηρετεί την αντιμετώπιση της διαπλοκής. Μια αναδιανομή της πίτας υπηρετεί ανάμεσα σε παλιά και νέα τζάκια, από την οποία αναδιανομή, θα προκύψουν ενδεχομένως και κάποιοι πιο φιλικοί προς την κυβέρνηση κι αυτό επιδιώκει κι εκεί οφείλονται τα διάφορα αλισβερίσια και τα διάφορα παζάρια.
Για την υπόθεση «Siemens» ο Τσίπρας είπε ότι θα ξανανοίξει το φάκελο και σήμερα μάλιστα είπε για αυτόν τον εξαναγκαστικό συμβιβασμό κ.λπ. Γιατί, αλήθεια, δεν τον καταργείτε; Μη στρίβετε διά της διαπραγμάτευσης, ότι δήθεν θα επαναδιαπραγματευτείτε, γιατί ειδικά η κυβέρνησή σας, ακόμα και την έννοια αυτή της διαπραγμάτευσης την έχει εκφυλίσει, δεν σας πιστεύει πλέον κανένας. Αν θέλετε ειλικρινά καταργήστε τον εδώ και τώρα. Ποιος σας εμποδίζει;
Ανάλογα, το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, με τη λίστα Λαγκάρντ ή άλλες παρόμοιες. Παρόλο που η κυβέρνηση εμφανίζει κάποιες περιπτώσεις είτε γνωστών είτε άλλων ονομάτων που πλήρωσαν, δεν είναι καθόλου σαφές πόσο έχει προχωρήσει ο έλεγχος σε βάθος.
Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει νομοσχέδιο για μια εφάπαξ φορολόγηση καταθέσεων που βρίσκονται στο εξωτερικό με πρόσχημα τη συγκέντρωση εσόδων, αλλά και τις δυνατότητες για επαναπατρισμό και αξιοποίηση αυτών των κεφαλαίων για αναπτυξιακούς σκοπούς. Αν και με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση δηλώνει ότι δεν αμνηστεύονται ουσιαστικά παράνομες πράξεις, όπως το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, στην πράξη θα λειτουργήσει αυτό μόνο ως αμνήστευση.
Για την περιβόητη «ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης»
Είναι γνωστός ο ρόλος και η θέση της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο αυτής της αστικής εξουσίας και οικονομίας, τα έχουμε αναλύσει και δυστυχώς επιβεβαιωνόμαστε και από τις εξελίξεις.
Ταυτόχρονα: Παραμένει άθικτο όλο το αυταρχικό πλαίσιο λειτουργίας και ιεραρχικής εξάρτησης των δικαστών.
Η σύγκρουση που γίνεται, με βάση όσα έχουν δει τουλάχιστον το φως της δημοσιότητας, πέρα από άλλες πλευρές, έχει να κάνει και με τον έλεγχο κρίσιμων θέσεων και μηχανισμών στον χώρο της Δικαιοσύνης.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι στο πλαίσιο της τότε αναθεώρησης του Συντάγματος, εμείς προβάλαμε τη θέση για εκλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από ένα ευρύτερο εκλεκτορικό Σώμα, σαν ένα ελάχιστο βήμα, για να χαλαρώσει κάπως ο ασφυκτικός εναγκαλισμός με την εκάστοτε κυβέρνηση που διορίζει την ηγεσία της και μέσω αυτής βεβαίως ελέγχει όλους τους κρίσιμους κρίκους.
Συζητώντας συνολικότερα για τη Δικαιοσύνη στη χώρα μας, θεωρούμε ότι τα τελευταία χρόνια έγινε πιο απροκάλυπτος ο ταξικός - όπως λέμε - ρόλος της, δηλαδή η αξιοποίησή της για την επιβολή της αντιλαϊκής πολιτικής, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, σε βάρος των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων.
Τέτοια στοιχεία είναι τα εξής:
-- Η συνέχιση της ποινικοποίησης των εργατικών και λαϊκών αγώνων - με την ευκαιρία να επισημάνουμε ότι είναι απαράδεκτη η απόρριψη από την κυβέρνηση, χωρίς καν συζήτηση, της πρόσφατης τροπολογίας - πρότασης του Κόμματός μας για την παύση της ποινικής δίωξης μιας σειράς αγώνων εργατών, φτωχομεσαίων αγροτών, αυτοαπασχολούμενων - της κήρυξης σχεδόν όλων των απεργιών παράνομων και καταχρηστικών.
-- Χαρακτηριστικό, επίσης, παράδειγμα είναι ο νέος αντιδραστικός Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, που ψήφισε εσπευσμένα η κυβέρνηση, μαζί με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και άλλα κόμματα, το περασμένο καλοκαίρι, ως προαπαιτούμενο του τρίτου μνημονίου.
Παρά την αντίθεση σύσσωμου του νομικού κόσμου της χώρας, δίνονται προκλητικές διευκολύνσεις και προνόμια στις τράπεζες, ώστε να βγάζουν πιο εύκολα στο «σφυρί» τη λαϊκή περιουσία.
Γενικότερα, την τελευταία πενταετία περίπου, έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές στην απονομή της δικαιοσύνης, σε αντιδραστική όμως κατεύθυνση, που αφορούν τις διαδικασίες σε όλα τα δικαστήρια.
Αξιοποιώντας ως πρόσχημα το υπαρκτό πρόβλημα των σοβαρών καθυστερήσεων στην εκδίκαση των υποθέσεων, οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν στόχο την πιο αποτελεσματική προσαρμογή της Δικαιοσύνης στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου, για γρήγορη, φθηνή και αποτελεσματική για τα συμφέροντά του όμως επίλυση των διαφορών και διευκόλυνση των επενδύσεών του.
Βασικές κατευθύνσεις είναι η ενίσχυση των εξωδικαστικών μορφών επίλυσης διαφορών (π.χ. διαμεσολάβηση, διαιτησία κ.ά.), δηλαδή μορφές ιδιωτικοποίησης - να το πούμε έτσι - της Δικαιοσύνης, διαδικασίες «fast track» για τη διεκπεραίωση υποθέσεων με σημαντικό οικονομικό ενδιαφέρον για ομίλους, όπως π.χ. στρατηγικές επενδύσεις, φορολογικές υποθέσεις και άλλα, εξασφάλιση της γρήγορης εφαρμογής των αντιλαϊκών νόμων.
Π.χ. πιλοτικές δίκες για υποθέσεις με γενικότερο πολιτικό - κοινωνικό ενδιαφέρον, όπως προσφυγή κατά των αντιλαϊκών χαρατσιών, αντιασφαλιστικών νόμων που κάνουν εργαζόμενοι, το κίνημα κ.λπ.
Ταυτόχρονα, ως η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη για τους εργαζόμενους, για τα λαϊκά στρώματα, για το φτωχό κόσμο, προκειμένου να υπερασπιστούν τα όποια δικαιώματα έχουν απομείνει, γίνεται πανάκριβη και εξαιρετικά δύσκολη, αφού αυξάνονται διαρκώς τα κάθε είδους παράβολα, άλλα έξοδα, ενώ μπαίνουν και νέα τυπικά - δικονομικά εμπόδια.
-- Παράλληλα, συνεχίζονται η σοβαρή έλλειψη προσωπικού, υλικοτεχνικής υποδομής, όπως δικαστικές αίθουσες κ.λπ., τα τεράστια κενά στις θέσεις δικαστών και ιδίως δικαστικών υπαλλήλων, ενώ χειροτερεύουν συνολικά οι συνθήκες εργασίας όλων των εργαζομένων στη Δικαιοσύνη: Δικηγόρων, δικαστικών υπαλλήλων, δικαστών, εισαγγελέων.
Αν η κυβέρνηση ήθελε να αντιμετωπίσει πραγματικά το πρόβλημα της καθυστέρησης της απονομής της Δικαιοσύνης, θα έλυνε αυτά τα ζητήματα, αλλά και θα «ξεφόρτωνε» τα πινάκια των δικαστηρίων από τις εκατοντάδες υποθέσεις ποινικοποίησης εργατικών και λαϊκών αγώνων, διώξεων σε βάρος φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η κυριαρχία του κεφαλαίου αποτελεί το πλαίσιο που γιγαντώνει αυτά τα φαινόμενα
Από όλα τα παραπάνω απορρέει το συμπέρασμα ότι όποια πολιτική δύναμη δεν αμφισβητεί την κυριαρχία του κεφαλαίου στην οικονομία, οποιαδήποτε πολιτική δύναμη αποδέχεται ως αιώνιο τον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, στηρίζει αντικειμενικά το πλαίσιο στο οποίο γιγαντώνονται αυτά τα φαινόμενα και γίνεται αναπόφευκτα μέρος - το θέλει δεν το θέλει, το επιδιώκει δεν το επιδιώκει - αυτής της διαπλοκής.
Αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι το βασικό συμπέρασμα που πρέπει να βγει από τη σημερινή συζήτηση στη Βουλή, από τον ελληνικό λαό που μας παρακολουθεί με ενδιαφέρον, κι ενώ έχει μπροστά του τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, τις μεγαλύτερες τελικά αδικίες που έρχονται με μορφή ξανά χιονοστιβάδας, ως συνέχεια των προηγούμενων, και αφορούν το Ασφαλιστικό, το Φορολογικό, τα «κόκκινα» δάνεια, το σύνολο δηλαδή των αντιλαϊκών μέτρων που βάζουν ταφόπλακα σε δικαιώματα, στο ήδη εξαφανισμένο λαϊκό εισόδημα, στην ίδια τη ζωή του λαού μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου