11 Απρ 2016

Οι «βέλτιστες πρακτικές», η Γαλλία και η πείρα από άλλες χώρες

Οι «βέλτιστες πρακτικές», η Γαλλία και η πείρα από άλλες χώρες

Χιλιάδες εργαζόμενοι στη Γερμανία δουλεύουν με τα λεγόμενα «mini jobs», μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές ευέλικτης εργασίας στη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ
Χιλιάδες εργαζόμενοι στη Γερμανία δουλεύουν με τα λεγόμενα «mini jobs», μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές ευέλικτης εργασίας στη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ
Η «μεταρρύθμιση» του λεγόμενου «κώδικα εργασίας» στη Γαλλία από την κυβέρνηση Ολάντ και η επιχειρηματολογία που τη συνοδεύει, μας δίνουν την ευκαιρία να επανέλθουμε στο ζήτημα των «βέλτιστων πρακτικών» της ΕΕ, τις οποίες επικαλείται η ελληνική κυβέρνηση για να προετοιμάσει τις ανατροπές που σχεδιάζει στα Εργασιακά.
Θυμίζουμε ότι η αλλαγή της νομοθεσίας για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και Συμβάσεις, η πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων, η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ώστε να μπουν περισσότερα εμπόδια στην κήρυξη της απεργίας, είναι ορισμένα από εκείνα που θα δρομολογήσει το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση στη βάση του τρίτου μνημονίου.
Πέρα από το μνημόνιο, η κατεύθυνση στην οποία σκοπεύει να νομοθετήσει η κυβέρνηση καταγράφεται με χαρακτηριστική σαφήνεια στη δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης στις 12 Ιούλη 2015, που ψηφίστηκε από την ελληνική Βουλή στις 15 Ιούλη και είναι ήδη ο νόμος 4344 του κράτους.
Σ' αυτήν αναφέρεται επί λέξει η δέσμευση της κυβέρνησης «όσον αφορά τις αγορές εργασίας, να προχωρήσει σε αυστηρή επανεξέταση και εκσυγχρονισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των εργατικών κινητοποιήσεων και, σύμφωνα με την οικεία οδηγία και βέλτιστη πρακτική της ΕΕ, των ομαδικών απολύσεων βάσει του χρονοδιαγράμματος και της προσέγγισης που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς. Κατόπιν της επανεξέτασης αυτής, οι πολιτικές για την αγορά εργασίας πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές, θα πρέπει δε να μη συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής ασύμβατα με τους στόχους της προώθησης βιώσιμης ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς».
Επομένως, σε ό,τι αφορά τη μεταρρύθμιση στα Εργασιακά, η λέξη - κλειδί στην προπαγάνδα της κυβέρνησης είναι οι «βέλτιστες πρακτικές» και κάτω από αυτόν τον μανδύα πάει να σκεπάσει τα όσα αντιδραστικά σχεδιάζει. Για την εισήγηση των νέων ανατροπών, κυβέρνηση και κουαρτέτο έχουν συγκροτήσει και μια «επιτροπή εμπειρογνωμόνων», η οποία προβλεπόταν να συνεδριάσει για πρώτη φορά στις Βρυξέλλες την περασμένη Τετάρτη, ωστόσο η συνεδρίαση πήρε μια μικρή αναβολή.
Σ' αυτό το σημείωμα δεν θα ασχοληθούμε τόσο με το υπόβαθρο των αντεργατικών ανατροπών, που περιγράφεται με σαφήνεια στη Στρατηγική της Λισαβόνας και επαναλαμβάνεται ακέραιο στη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Για όλα αυτά, υπάρχει αναλυτικό δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» στις 26/7/2015 (http://www.rizospastis.gr/story.do?id=8533329).
Η περίπτωση της Γαλλίας
Ας επιστρέψουμε στο παράδειγμα της Γαλλίας και ας δούμε τα βασικά μέτρα που περιέχονται στη μεταρρύθμιση του «κώδικα εργασίας». Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση Ολάντ προωθεί τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, με τρόπο τέτοιο ώστε ο εργοδότης να μπορεί να απασχολεί τον εργαζόμενο μέχρι 10 ώρες τη μέρα και κατόπιν συμφωνίας με την επιχείρηση μέχρι και 12 ώρες.
Ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας παραμένει τυπικά στις 35 ώρες, όμως ορίζονται ως μέγιστο όριο οι 48 ώρες τη βδομάδα, που μπορούν να γίνουν 60 μετά από έγκριση της διοίκησης και να υπολογίζονται στο τρίμηνο. Συμπληρωματικά στα παραπάνω, η προσαύξηση του μισθού για τις υπερωρίες μειώνεται.
Σε ό,τι αφορά τις Συμβάσεις Εργασίας, στο εξής, με μια επιχειρησιακή συμφωνία, οι κανόνες της κλαδικής θα μπορούν να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στις ανάγκες της επιχείρησης. Παράλληλα, εισάγονται νέοι, ελαστικότεροι όροι για τις απολύσεις. Η εταιρεία θα μπορεί να επικαλεστεί «σημαντική έλλειψη ρευστότητας» ή «εταιρική αναδιοργάνωση, αναγκαία για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας», ενώ για εργαζόμενους πάνω από 20 χρόνια, οι αποζημιώσεις δεν θα ξεπερνούν τους 15 μισθούς.
Τα μέτρα αυτά έρχονται να προστεθούν σε άλλα που έχουν πάρει έως τώρα η σημερινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις στη Γαλλία και τα οποία έχουν σαν αποτέλεσμα σήμερα η μερική απασχόληση να αγγίζει το 18%, ενώ πολύ λιγότερες από τις μισές προσλήψεις που γίνονται κάθε μήνα αφορούν σε μόνιμες θέσεις εργασίας.
Στο όνομα, εξάλλου, της αντιμετώπισης της ανεργίας, εφαρμόζονται μέτρα που επιτρέπουν στους εργοδότες να απασχολούν μέχρι τρία χρόνια, με συμβάσεις μαθητείας, νέους 16 έως 25 ετών, οι οποίοι αμείβονται με μισθό ίσο με το 25% έως και το 78% του κατώτατου. Ακόμα, επιτρέπεται να απασχολούν μέσω «συμβολαίων επαγγελματικής κατάρτισης» νέους 16 - 25 ετών που δεν έχουν προσόντα ή και άνω των 25, για 6 έως 21 μήνες, πληρώνοντας με το 55% έως 85% του κατώτατου μισθού.
Σε όλα αυτά, εύκολα αναγνωρίζει κανείς μέτρα που είτε νομοθετήθηκαν, είτε σχεδιάζονται τώρα και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η μείωση της αποζημίωσης για υπερωρίες και σε περίπτωση απόλυσης, καθώς και η κατάργηση επί της ουσίας των κλαδικών Συμβάσεων, έχουν θεσμοθετηθεί με αλλεπάλληλους νόμους τα τελευταία χρόνια. Οσο για τη μεγαλύτερη ευελιξία στις απολύσεις, αυτή συζητιέται τώρα, αν και έχουν ήδη γίνει βήματα με προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις.
Σημειώνουμε επίσης τα εξής: Η γαλλική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι αναγκαίες για να μειωθεί η ανεργία (είναι περίπου στο 10%) και να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Γι' αυτό το τελευταίο, επικαλείται το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών όπου εφαρμόστηκαν τέτοια μέτρα και απέδωσαν. Επικαλείται δηλαδή κι αυτή τις «βέλτιστες πρακτικές».
Τι συμβαίνει στη Γερμανία;
Αξίζει επομένως τον κόπο να ρίξουμε ξανά μια ματιά στις μεταρρυθμίσεις που έχουν ενσωματώσει άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ σε ό,τι αφορά την εργατική τους νομοθεσία, για να σχηματίσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το τι σημαίνει «βέλτιστες πρακτικές» και γιατί αυτές είναι τέτοιες μόνο για το κεφάλαιο και χείριστες για τους εργαζόμενους και το λαό. Ξεχωρίζουμε παρακάτω το παράδειγμα της Γερμανίας και της Μεγάλης Βρετανίας.
Στη Γερμανία, την ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ, οι ελαστικές μορφές απασχόλησης διευρύνονται συνεχώς. Οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης το 1997 ανέρχονταν στο 82,5% επί του συνόλου και σήμερα έχουν πέσει στο 57%. Κατά την ίδια περίοδο αυξήθηκαν οι νέες μορφές απασχόλησης (συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μερική απασχόληση, προσωρινή εργασία κ.ά.) φτάνοντας στο 43%, από 17,5% που ήταν το 1997.
Διαδεδομένη μορφή ελαστικής απασχόλησης είναι τα λεγόμενα «mini jobs» ή «οριακή απασχόληση», που αμείβεται έως 450 ευρώ το μήνα. Με αυτή τη μορφή απασχολούνται περίπου επτά εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τη συντήρηση και επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών, ξενοδοχεία και υπηρεσίες εστίασης, την υγειονομική περίθαλψη και την κοινωνική μέριμνα.
Μια ακόμη διαδεδομένη μορφή ευελιξίας είναι η «εργασία μετά από κλήση - τηλεφώνημα» (Arbeit auf Abfuf). Ο εργαζόμενος δεν ξέρει πότε και για πόση ώρα θα εργαστεί και δεν έχει κανένα εργασιακό και κοινωνικό δικαίωμα (Υγεία, Ασφάλιση). Οι μηνιαίες απολαβές κυμαίνονται από 100 έως 300 ευρώ. Η πλειονότητά τους έχει απολαβές περίπου 150 ευρώ το μήνα, τις οποίες συμπληρώνει το κράτος με κάποιο επίδομα ανεργίας.
Η έννοια του κατώτατου μισθού δεν υπάρχει, ενώ από πέρυσι υποτίθεται ότι ισχύει το κατώτατο ωρομίσθιο, των 8,50 ευρώ ανά ώρα, όχι όμως για όλους. Από αυτό εξαιρούνται οι νέοι κάτω από 18 ετών, οι εκπαιδευόμενοι, οι μακροχρόνια άνεργοι κατά τους πρώτους έξι μήνες μετά την πρόσληψή τους, όσοι κάνουν πρακτική έως τρεις μήνες. Εξαιρούνται ακόμα κλάδοι στους οποίους οι Συλλογικές Συμβάσεις προβλέπουν κατώτατο ωρομίσθιο χαμηλότερο από τα 8,50 ευρώ.
Επίσης, κάνει θραύση η λεγόμενη «ενοικιαζόμενη εργασία», μέσω εργολαβικών και δουλεμπορικών γραφείων, που είναι χιλιάδες σε όλη τη χώρα. Ακόμα επεκτείνεται η λεγόμενη δουλειά με το «μπλοκάκι», που υποκρύπτει σχέσεις μισθωτής εργασίας.
Ιδια κατάσταση στη Μ. Βρετανία
Στη Βρετανία, τα τελευταία χρόνια, οι επίσημες στατιστικές εμφανίζουν τους αυτοαπασχολούμενους στα 4,5 εκατομμύρια, αλλά τα 2/3 απ' αυτούς είναι ουσιαστικά εργαζόμενοι με μπλοκάκι. Πάνω από 8 εκατομμύρια δουλεύουν με ελαστικές μορφές απασχόλησης.
Σύνηθες φαινόμενο αποτελούν οι λεγόμενες συμβάσεις «μηδενικών ωρών» (zero hour contracts), στις οποίες δεν καθορίζεται εκ των προτέρων το ωράριο εργασίας, αλλά το πότε και πόσο θα απασχοληθεί ο εργαζόμενος εξαρτάται από τις ανάγκες της επιχείρησης και πληρώνεται μόνο για τις ώρες που εργάστηκε. Με άλλα λόγια, ο εργαζόμενος είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμος στον εργοδότη.
Οι συμβάσεις μηδενικών ωρών τριπλασιάστηκαν το 2014 και ανέρχονται στα 1,4 εκατομμύρια, ενώ τα συνδικάτα εκτιμούν ότι αφορούν 5 εκατομμύρια εργαζόμενους. Η συντριπτική πλειοψηφία των κακοπληρωμένων συμβασιούχων είναι γυναίκες, νέοι και συνταξιούχοι, ενώ με αυτή τη μορφή απασχολούνται κυρίως οι εργαζόμενοι στις αλυσίδες λιανικής πώλησης και ταχυφαγείων.
Αυτού του είδους η μορφή εργασίας απαντάται και σε άλλες χώρες, όπως στην Ιρλανδία, την Ολλανδία και όπως ήδη είπαμε στη Γερμανία, με διαφορετικά ονόματα. Ετσι, ανάλογα με τα zero hour contracts είναι τα low hour contracts, τα on call contracts κ.ά.
Κεντρικό μέτωπο πάλης
Επομένως, να ποιες είναι οι βέλτιστες πρακτικές, στη βάση των οποίων η κυβέρνηση ετοιμάζεται να συμπληρώσει και να επεκτείνει το αντεργατικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Οι εργαζόμενοι, τα άλλα λαϊκά στρώματα, έχουν να παραδειγματιστούν από τις δικές τους «βέλτιστες πρακτικές» για την απόκρουση αυτών των μέτρων, που δεν είναι άλλες από την οργάνωση του αγώνα, την κατά μέτωπο αντιπαράθεση με το κεφάλαιο και την πολιτική του, με το στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης που προϋποθέτει θυσίες χωρίς τέλος.
Τα Εργασιακά είναι το επόμενο κεφάλαιο που θα ανοίξει στο πλαίσιο της «αξιολόγησης» και είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει άμεσα να φέρει τις νέες ανατροπές. Από αυτή τη σκοπιά, η ενημέρωση και η κινητοποίηση για να μην περάσουν τα σχέδια κυβέρνησης - εργοδοσίας είναι βασικό στοιχείο της προετοιμασίας για τη 48ωρη απεργία, της συνέχισης και κλιμάκωσης του αγώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ