Εγκαυμα τρίτου μνημονιακού βαθμού...
Πάω
να γραπωθώ απ' την άνοιξη κι όλο γλιστράω. Ως και τ' αρώματά της, αυτά
τα παντοδύναμα που και νεκρούς ανασταίνουν, ήρθε μια μπόχα και τα
πλάκωσε, τα καταχώνιασε στο φάκελο «νεανικές αναμνήσεις». Είναι εκείνη η
βαριά αποφορά του δήθεν και του τάχαμου, του οιονεί ψεύδους, της
μαζικής ολοφυρόμενης καταιγίδας των τύψεων, που νιώθουν όσοι διάλεξαν
λάθος κάλπη, λάθος ώρα για τη χώρα, λάθος πλευρά της Ιστορίας, για
παρηγοριά είπαν, των πολλών που έβλεπαν, ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν.
Σε βωμούς - ψησταριές θα αναπεμφθεί και φέτος η αναγκαία τσίκνα ανάμεσα σε κουβέντες για «δουνουτού» και «μπρέξιτ», με κωδικούς και λέξεις μιας ακατονόμαστης φλυαρίας που επέβαλαν οι πειρατές της ζωής μας, έτσι που το κάθε χωριό να ηχεί σαν κακόφωνη συνοικία βομβαρδισμένης, τέως κερδώας, μεγαλούπολης. Και θα αναληφθεί σε αναπόφευκτα γαλανούς ουρανούς η οσμή της καμμένης πέτσας του αμνοεριφίου, και θα εισχωρήσει ύπουλα μέσα στα προσφυγικά αντίσκηνα, εκεί που η πείνα κι η αγωνία έχουν σφίξει τα ρουθούνια των παιδιών με την τανάλια του αόριστου μέλλοντος.
Αυτό
το χωράφι που το λένε πατρίδα οι άνθρωποι που το δουλεύουνε και χώρα
αυτοί που το εκμεταλλεύονται, πασχαλίζει πάσχοντας εφέτος. Η θερμή
άνοιξη μοιάζει με έγκαυμα τρίτου μνημονιακού βαθμού. Με εκατομμύρια
ενήλικες να ψάχνουν ανάμεσα σε επικουρική και κύρια υπαρκτή ή
αναμενόμενη σύνταξη, ένα παρελθόν κι ένα μέλλον, εισφορές κι εργατοώρες,
κλεμμένα κι αγύριστα, η άνοιξη αυτή πρόλαβε κι απέκτησε ρυτίδες, αυτές
τις βαθιές της έκφρασης που δεν ανοίχτηκε πέρα απ' την γκριμάτσα.
Μοιάζει ανίερη λογιστική ν' αναζητάς μαργαρίτες και παπαρούνες, βουκαμβίλιες και περηφρονημένα σχίνα και να ζητάς από τους παραμιλούντες διπλανούς σου να τις προσμετράνε στα κέρδη της φτώχειας τους. Αυτό το μείζον και συνάμα έλασσον κριτήριο αναγνώρισης της αναγεννώμενης φύσης, κατάντησε προνόμιο όσων ταυτίζονται με τα ισχνά κατσίκια, που δεν προσφέρονται για σφάξιμο γιατί δεν πιάνουν καλή τιμή στην αναθεματισμένη αγορά.
Κι
ενώ στο καλεντάρι η Ανάσταση ταυτίστηκε με την Πρωτομαγιά, σα μοιραία
υπενθύμιση πως η πρώτη δε συντελείται χωρίς εργατικό ξεσηκωμό και αίμα
αν χρειαστεί, παίρνει αναβολή για να συγχρονιστεί με τις ανάγκες των
καιρών, στο ημερολόγιο του εφικτού, κι αφού καούν οι παιδικές λαμπάδες
με τα καρτουνίστικα κρεμαντζούλια αλλότριων πανηγυρισμών. Η χαρά ακόμα
και των παιδιών «χτυπάει σαν άντρας» το δείκτη κατανάλωσης εποχικών
ειδών... Κι επί της ουσίας αποσύρεται.
Στην εσχατιά του ευρωΝΑΤΟικού τιμαρίου που καμώνεται την ελληνική επικράτεια, αυτό το ιδιότυπο φυλακιστήριον ανεκτελώνιστων ανθρώπων, η φετινή άνοιξη υπογραμμίζει την απουσία κατανόησης των Παθών. Των παθών του Υιού του Ανθρώπου. Απ' την Κάθοδο των Μυρίων έως την Εξοδο, το Πέρασμα, το Πάσχα, εδώ και τώρα, με αόρατο μελάνι και ορατό το χέρι που γράφει, η Ιστορία παίρνει να ξετυλίγεται συντετμημένη, σαν άθλια σκοπιμότητα. Δηλαδή η Ευρώπη αλλάζει τα φώτα της άνοιξης, επειδή η καθ' ημάς αριστερά είπε τον Ιούδα «ταξικό αποστάτη» με μαντηλάκι στο πέτο για τα σάλια του θανάσιμου ασπασμού; Οποιος δεχτεί την ερώτηση, χρεώνεται και την απάντηση...
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου