Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας...
Το ΚΕΑ είναι παροχές σε χρήμα (επίδομα), σε είδος (π.χ. κάρτα σίτισης) και σε υπηρεσίες (π.χ. παρακολούθηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης).
Ενδεικτικά, στην Ελλάδα η γενική εφαρμογή του ΚΕΑ προϋποθέτει πετσόκομμα των δαπανών Πρόνοιας κατά 900 εκατ. ευρώ ετησίως (στο 0,5% του ΑΕΠ), όπως έχει αποφασίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στο 3ο μνημόνιο. Επίκειται, λοιπόν, σφαγή επιδομάτων και παροχών. Η αρχή έγινε με την κατάργηση του ΕΚΑΣ από 1/6/16, αρπάζοντας από τους χαμηλοσυνταξιούχους φέτος 168 εκατ. ευρώ και συνολικά την 4ετία 2016 - 2019, 2,4 δισ. ευρώ.
Τα εισοδηματικά κριτήρια για το ΚΕΑ είναι τόσο χαμηλά (σ.σ. ατομικό ετήσιο εισόδημα μέχρι 2.400 ευρώ ή 4.800 ευρώ για οικογένεια με δυο ανήλικα παιδιά), που εξαιρούν τη συντριπτική πλειοψηφία όσων λαμβάνουν τα κατώτερα όρια των συντάξεων. Οσο για την ένταξη του 10% των δικαιούχων ΚΕΑ σε προγράμματα εργασίας και κατάρτισης, τι να πει κανείς; Είναι προγράμματα που καταδικάζουν τους εργαζόμενους στη φτώχεια, όπως η 5μηνη Κοινωφελής Εργασία με 490 ευρώ μισθό και υποτυπώδη δικαιώματα.
Αυτή είναι η άθλια ουσία της κυβερνητικής και ευρωπαϊκής πολιτικής: Κόβει δισεκατομμύρια ευρώ από τους φτωχούς, τσακίζει συντάξεις, μισθούς, παροχές για Υγεία - Πρόνοια - Φάρμακο, λεηλατεί το λαϊκό εισόδημα και υπόσχεται λίγα ψίχουλα στους εξαθλιωμένους. Καλεί τους φτωχούς να «δώσουν τον οβολόν τους» για τους εξαθλιωμένους, λες και η διαχωριστική γραμμή της κοινωνίας πρέπει να τοποθετείται ανάμεσα σε αυτούς που βρίσκονται ή κατευθύνονται στο τελευταίο σκαλοπάτι της εξαθλίωσης και στα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα, όπως κάνει η ΕΕ και τα αστικά κόμματα, και όχι ανάμεσα στους παραγωγούς του πλούτου και σε αυτούς που τον καρπώνονται, τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Βασική στρατηγική μείωσης των κοινωνικών δαπανών
Το
ΚΕΑ είναι η βασική πολιτική κατεύθυνση της ΕΕ, σε επίπεδο κοινωνικής
πολιτικής και μέρος της στρατηγικής της ΕΕ «Ευρώπη 2020», με βασική
στόχευση τη διαχείριση της απόλυτης φτώχειας και της εξαθλίωσης, αλλά με το χαμηλότερο δυνατό κόστος για το κράτος.
Ολα αυτά, για να απαλλάσσονται τα καπιταλιστικά κράτη από το «κόστος»
της κοινωνικής πολιτικής και να ενισχύονται περισσότερο με χρήμα,
κίνητρα, απαλλαγές για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας οι
επιχειρηματικοί όμιλοι, όχι μόνο στη συγκυρία της καπιταλιστικής κρίσης,
αλλά και μετά απ' αυτήν. Εξάλλου, πρόκειται για πολιτικές που
εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες σε πολλά κράτη - μέλη.Ολα τα κράτη επιδιώκουν, με μειωμένες δαπάνες, να «καλύψουν» ορισμένες κατεπείγουσες ανάγκες για μεγαλύτερο αριθμό απόλυτα φτωχών. Αυτό εξασφαλίζεται με την προς τα κάτω ενοποίηση των παροχών και με την εξατομίκευση, ώστε το συνολικό ατομικό εισόδημα από κάθε πηγή, μαζί με το ΚΕΑ, να μην υπερβαίνει ένα όριο, που είναι πολύ χαμηλό.
Η βασική στρατηγική της ΕΕ «Ευρώπη 2020» στηρίζεται σε δυο βασικές προϋποθέσεις: Το συνολικό εισόδημα των δικαιούχων να είναι ελάχιστο έως μηδενικό και να μη διαθέτουν περιουσία. Να συνδέονται οι δικαιούχοι με την αγορά εργασίας ως πάμφθηνο εργατικό δυναμικό. Γι' αυτό και κατευθύνονται σε περιορισμένο αριθμό ατόμων, σε κατηγορίες του πληθυσμού που ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης.
Οι διακηρύξεις τόσο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όσο και της ελληνικής Εθνικής Στρατηγικής για την Κοινωνική Ενταξη (ΕΣΚΕ), ξεκαθαρίζουν ότι ακόμα και αυτά τα ελάχιστα μέτρα θα εφαρμόζονται με πιο αυστηρά κριτήρια και για ένα μέρος μόνο του πληθυσμού που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις ανάγκες του. Οπως ξεκαθαρίζεται, «η καθολική κάλυψη του πληθυσμού (...) μέσω δημοσίων μη ανταποδοτικών μεταβιβάσεων και υπηρεσιών δεν επιλέγεται ως βιώσιμο σενάριο στόχευσης της Στρατηγικής».
Παράλληλα, στην ΕΣΚΕ, επισημαίνεται ότι «δεν επιλέγεται η χορήγηση κοινωνικών παροχών/υπηρεσιών όταν οι ανάγκες του ενδιαφερόμενου μπορούν να καλυφθούν αποτελεσματικά από την απασχόληση ή τα προσωπικά περιουσιακά του στοιχεία» και «από άλλα μέλη της οικογένειάς του». Αυτό σημαίνει π.χ. ότι ένας άνεργος ανάπηρος που είναι ιδιοκτήτης σπιτιού, πρέπει να το «ρευστοποιήσει» για να αγοράσει ο ίδιος υπηρεσίες και είδη που χρειάζεται ή αν κάποιος στην οικογένειά του έχει εισόδημα, να επιβαρυνθεί.
Ορισμένα παραδείγματα εφαρμογής του ΚΕΑ
Στη Γαλλία,
η πολιτική για το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα» (ΕΕΕ), τμήμα του οποίου
είναι το ΚΕΑ, θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση τη σύνδεση της
εισοδηματικής στήριξης με μέτρα κοινωνικής ένταξης των δικαιούχων. Στα
διάφορα προγράμματα εντάσσονται περίπου 3 εκατ. άνθρωποι, ενώ ο
πληθυσμός της χώρας είναι 65 εκατ. Ειδικά στο ΚΕΑ το 2003 είχαν ενταχθεί
1 εκατομμύριο δικαιούχοι. Το ποσό του ΚΕΑ καθορίζεται βάσει των πόρων
του υποψήφιου δικαιούχου και των μελών της οικογένειάς του. Π.χ. επίδομα
ασθένειας, ανεργίας, ΑμεΑ, έσοδα από κινητή και ακίνητη περιουσία,
άλλες δραστηριότητες κ.λπ. Το ποσό που εισπράττεται είναι η διαφορά
μεταξύ του ποσού του ΚΕΑ και των μηνιαίων προσωπικών πόρων.Στην Πορτογαλία, παρόμοια του ΚΕΑ μέτρα μείωσαν την ένταση της φτώχειας για ορισμένους στο κατώφλι της εξαθλίωσης, αλλά όχι το δείκτη φτώχειας. Συνολικά, οι δικαιούχοι είναι στο 5%, ενώ το ποσοστό των φτωχών την τελευταία δεκαετία είναι στο 20% του πληθυσμού.
Στη Δανία, με νόμο του 2005 το επίδομα «Κοινωνικής Προστασίας» δίνεται σε όσους αδυνατούν να παρέχουν στους ίδιους και στα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς τους τα αναγκαία. Το ύψος του επιδόματος ανέρχεται στο 80% του ανώτερου επιδόματος ανεργίας για γονείς ανήλικων τέκνων και στο 60% για τους υπόλοιπους. Το ποσό του επιδόματος δεν παραμένει σταθερό για όλη τη διάρκεια της χορήγησής του.
Ομως για το ακριβές ποσό λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των πόρων και των εισοδημάτων τους, με μόνη εξαίρεση το επίδομα αναπηρίας, που δεν προσμετράται. Μάλιστα, δεν χορηγείται αν κάποιος παίρνει επίδομα ανεργίας και ως εισόδημα υπολογίζεται η ιδιοκτησία κατοικίας και αυτοκινήτου, τα οποία πρώτα πρέπει να πωληθούν. Αν το εισόδημα από περιουσιακά στοιχεία είναι κάτω από ένα ποσό, παίρνει το επίδομα. Τις ηλικίες κάτω των 30 χρονών τις κατευθύνουν στην επανεκπαίδευση και σε εργασίες κυρίως στους δήμους.
Πάμφθηνοι ή και τζάμπα εργαζόμενοι, επιδοτούμενοι επιχειρηματίες
Ολα
τα εφαρμοζόμενα προγράμματα ΚΕΑ συνδέονται με τη δυνατότητα ή μη να
εργαστεί ένας άνεργος και η ένταξή του σ' αυτά συνδυάζεται με άλλα
προγράμματα ή προϋποθέσεις που αφορούν τον εργασιακό τομέα.Για παράδειγμα, στη Βουλγαρία και στη Νορβηγία, οι άνεργοι προκειμένου να λάβουν το μηνιαίο επίδομα κοινωνικής πρόνοιας, συμμετέχουν σε προγράμματα του δήμου παροχής κοινωνικών υπηρεσιών. Σε Δανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Κύπρο η άρνηση συμμετοχής σε προγράμματα επανένταξης ή κατάρτισης ή η απόρριψη θέσης εργασίας, σημαίνει διακοπή της βοήθειας.
Οι θέσεις εργασίας που προσφέρονται είναι προσωρινές και με μισθούς που δεν απαλλάσσουν, αλλά καταδικάζουν, τον εργαζόμενο στη φτώχεια. Ενδεικτικά στη Γαλλία, την περασμένη δεκαετία, το «Ελάχιστο Εισόδημα Απασχόλησης», που είναι συμπληρωματικό του ΚΕΑ, όπου υπάγονται περίπου το 1/3 των δικαιούχων που αντιμετώπιζε δυσκολίες ένταξης και παραμονής στην αγορά εργασίας, προέβλεπε 18μηνη απασχόληση για τουλάχιστον 20 ώρες τη βδομάδα, με μισθό 545 ευρώ. Τα χρήματα αυτά πλήρωνε ο εργοδότης, εισπράττοντας ο ίδιος ως επιδότηση το μεγαλύτερο μέρος τους και βάζοντας από την τσέπη του για τον εργαζόμενο μόνο 183 ευρώ.
Στο Βρετανικό πρόγραμμα του ΚΕΑ, κορυφαία θέση κατέχουν οι Νέες Συμφωνίες (New Deals) των δικαιούχων με την κυβέρνηση για παροχή κινήτρων προς τις επιχειρήσεις για πρόσληψη ειδικών κατηγοριών όπως νέοι, μακροχρόνια άνεργοι, άνω των 50 χρόνων, άτομα με αναπηρία, μονογονεϊκές οικογένειες.
Στο Βέλγιο, το δημόσιο κέντρο κοινωνικής βοήθειας μπορεί να προτείνει μια εργασία στον ενδιαφερόμενο, με σκοπό την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας καθώς και να τον θέσει στη διάθεση εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα, καλύπτοντας και ένα μέρος του μισθού του. Στη Σλοβενία, δίνονται 12 μηνιαίες πληρωμές στους εργοδότες που προσλαμβάνουν μακροχρόνια δικαιούχους.
Είναι φανερό ότι ανεξαρτήτως του «μείγματος» των μέτρων για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και των ρυθμών εφαρμογής τους τόσο στην Ελλάδα όσο και στα άλλα - κράτη της ΕΕ, όλα υπηρετούν τη στρατηγική ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
Στρατηγική που παράγει φτώχεια και εξαθλίωση για το λαό, γιατί είναι σε πλήρη αντίθεση με τα δικαιώματά του και την ικανοποίηση των αναγκών του. Είναι στο χέρι του, με την οργάνωση και την πάλη του να σπάσει τον κρίκο που τον κρατάει δεμένο να εκπαιδεύεται πώς θα διαχειρίζεται τη φτώχεια του και τις μειωμένες απαιτήσεις. Να εκπαιδευτεί στο λαϊκό σχολείο του αγώνα που θα επιβάλει στην πράξη να καρπώνεται ο ίδιος τον πλούτο που παράγει και ο οποίος φτάνει και περισσεύει να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου