Μπαίνοντας
ο Σεπτέμβρης, τα θέματα της Παιδείας ανέβηκαν ψηλά στην κλίμακα της
επικαιρότητας, όχι μόνο λόγω του ότι πλησιάζει το άνοιγμα της νέας
σχολικής και ακαδημαϊκής χρονιάς, αλλά και με αφορμή τη συζήτηση στη
Βουλή του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για την ελληνόγλωσση
εκπαίδευση του εξωτερικού και άλλες διατάξεις, που πυροδότησε, για άλλη
μια φορά, μια βολική για τους ίδιους αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης
και της ΝΔ, η οποία έντεχνα αποπροσανατολίζει από την ουσία της
πολιτικής που ασκείται στην Παιδεία.
Πρακτικά, η ΝΔ, σύμφωνα με την πάγια τακτική της από τότε που ανέλαβε η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, υψώνει αντιδραστικές κορώνες για τα θέματα της
Παιδείας, κατηγορώντας την κυβέρνηση για κάτι που δεν είναι (ασκώντας
δήθεν «πολιτικές Σοβιετίας»). Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ αξιοποιεί αυτή
την πολύ «βολική» αντιπολίτευση, για να οριοθετήσει επίπλαστες
«διαχωριστικές γραμμές», κι έτσι μέσα από αυτά τα παιχνίδια τακτικισμού,
τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ συγκαλύπτουν τη στρατηγική τους σύμπλευση
και στην Εκπαίδευση, η οποία εκπορεύεται εξάλλου από τις αποφάσεις των
μνημονίων, της ΕΕ, του ΟΟΣΑ.
Αποκαλυπτική η συζήτηση για την ιδιωτική εκπαίδευση
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντιπαράθεσης ήταν η συζήτηση
για την ιδιωτική εκπαίδευση, όπου ο υπουργός Παιδείας, Ν. Φίλης, έφτασε
στο σημείο να διαβάζει μέσα στη Βουλή κείμενο του Παύλου Μπακογιάννη από
το 1976 και να λέει λίγο - πολύ προς τη ΝΔ ότι «εμείς κάνουμε λιγότερα
απ' όσα έλεγε ο Μπακογιάννης τότε», «εσείς δεν ακολουθείτε τη
μεταρρύθμιση του Ράλλη για την ιδιωτική εκπαίδευση» κ.ο.κ.
Θυμίζουμε ότι η κυβέρνηση, με άρθρο της μέσα στο νομοσχέδιο, επανέφερε
στην ευθύνη του υπουργείου Παιδείας την εποπτεία για τα ιδιωτικά σχολεία
και τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς στο υπουργείο Παιδείας (από το
υπουργείο Εργασίας που την είχε μεταθέσει η προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ -
ΠΑΣΟΚ) και έθεσε περιορισμούς στις αναιτιολόγητες απολύσεις ιδιωτικών
εκπαιδευτικών. Το ΚΚΕ υπερψήφισε τη ρύθμιση, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι
αυτές οι ελάχιστες ρυθμίσεις αποτελούν ψίχουλα που δε διασφαλίζουν τους
ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς σ' ένα εργασιακό περιβάλλον «ζούγκλας».
Η ΝΔ, από την πλευρά της, έκανε «παντιέρα» τη ρύθμιση για την ιδιωτική
εκπαίδευση, προκειμένου να καταψηφίσει το νομοσχέδιο, υιοθετώντας πλήρως
την επιχειρηματολογία των σχολαρχών. Σ' ένα αντιδραστικό παραλήρημα, οι
εκπρόσωποί της έφτασαν να ισχυρίζονται ότι η ρύθμιση είναι σε βάρος των
νέων εκπαιδευτικών (!), υπερασπιζόμενοι τη δυνατότητα των εργοδοτών να
απολύουν εκπαιδευτικούς με πολλά χρόνια υπηρεσίας, προκειμένου να
προσλαμβάνουν νέους που τους κοστίζουν πολύ πιο φτηνά. Με τέτοιου τύπου
επιχειρήματα, προσφέρουν φυσικά μεγάλες υπηρεσίες στην κυβέρνηση,
κάνοντάς την με τα ψίχουλα που παρέχει στους εργαζόμενους να φαίνεται
έως και «φιλεργατική». Για παράδειγμα, οι εκπρόσωποι της ΝΔ κατηγόρησαν
την κυβέρνηση ότι «μονιμοποιεί» τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς (!),
συγκαλύπτοντας ότι οι εργοδότες συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να
απολύουν έως και το 30% των εκπαιδευτικών τους που έχουν συμπληρώσει τα
δυο χρόνια υπηρεσίας (ενώ για αυτούς που δεν έχουν συμπληρώσει τα δυο
χρόνια δεν υπάρχει καν όριο προστασίας, πέρα από το ότι πρέπει να είναι
αιτιολογημένη η απόλυση). Κι αυτά την ώρα που νέοι αντεργατικοί νόμοι
βρίσκονται στα σκαριά και θα πλήξουν το σύνολο των εργαζομένων.
Περί "αιωνίων φοιτητών"
Αντίστοιχα κάλπικη και αποπροσανατολιστική ήταν και η συζήτηση που
άνοιξε για τους λεγόμενους «αιώνιους φοιτητές». ΝΔ και ΠΑΣΟΚ επιδόθηκαν
σε διαμαρτυρίες ότι τάχα μου η κυβέρνηση τους επαναφέρει στα ιδρύματα,
αλλά γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η κυβέρνηση
ουσιαστικά κατάργησε τη διάταξη του νόμου - πλαισίου με βάση την οποία ο
φοιτητής διαγραφόταν αυτομάτως από τη σχολή του αν δεν πήγαινε να
γραφτεί για δυο συνεχόμενα εξάμηνα. Αυτή η ρύθμιση σε τίποτα δεν αφορά
την εκκαθάριση των μητρώων των ΑΕΙ από τους φοιτητές που έχουν
εγκαταλείψει τις σπουδές τους. Ωστόσο, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υποκριτικά
«χρεώνουν» στην κυβέρνηση ότι επαναφέρει τους «αιώνιους φοιτητές» στα
ιδρύματα.
Η πραγματικότητα είναι ότι ελάχιστα ιδρύματα, με βάση τον κανονισμό
σπουδών τους, έχουν εκκαθαρίσει τα μητρώα τους από τους φοιτητές που
εγκατέλειψαν τις σπουδές τους. Κι αυτό όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά
γιατί οι διαγραφές είναι μια σύνθετη διαδικασία, που θα επιβαρύνει τις
Γραμματείες των ιδρυμάτων με τεράστιο όγκο δουλειάς... ενώ η χρησιμότητά
της είναι αμφίβολη, αφού οι φοιτητές που έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές
τους ή ακόμα κι αυτοί που έχουν καθυστερήσει τις σπουδές τους πέρα από
τα ν+2 έτη, δεν αποτελούν κόστος για τα ιδρύματα, δεν δικαιούνται καμιά
παροχή, αλλά διατηρούν μόνο το δικαίωμα να δίνουν εξετάσεις στα μαθήματα
που χρωστούν. Η διαγραφή αυτών των φοιτητών έχει νόημα μόνο για κάποιες
διεθνείς αξιολογήσεις που στις μετρήσεις τους καταγράφουν το σύνολο των
εγγεγραμμένων φοιτητών. Γι' αυτό και η κυβέρνηση διατηρεί τις διατάξεις
του νόμου - πλαισίου που θέτουν ανώτατο όριο χρόνου σπουδών τα ν+2 έτη
(δηλαδή τα προβλεπόμενα έτη σπουδών προσαυξημένα κατά δυο χρόνια), ενώ
και στο σχέδιο νόμου που είχε παρουσιάσει τον περασμένο Δεκέμβρη για την
Ανώτατη Εκπαίδευση, ανέφερε ρητά το όριο των ν+2 ετών.
Ομως, η όλη συζήτηση περί «αιώνιων» είναι υποκριτική και από την πλευρά
της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, γιατί όλοι τους γνωρίζουν ότι
πλέον οι φοιτητές στην πλειοψηφία τους κάνουν ό,τι μπορούν για να
ολοκληρώσουν τις σπουδές τους όσο το δυνατόν νωρίτερα, για να γλιτώσουν
από το κόστος των σπουδών και για να ενταχθούν ως πτυχιούχοι στην
παραγωγή. Ακόμα και οι φοιτητές που αναγκάζονται να δουλεύουν παράλληλα
με τις σπουδές τους ή όσοι για διάφορους προσωπικούς λόγους είχαν
εγκαταλείψει για ένα διάστημα τις σπουδές τους και αργότερα επανήλθαν σε
αυτές, γνωρίζουν από το 2011 το όριο του ν+2 και καταβάλλοντας σοβαρές
προσπάθειες, φτάνουν και παίρνουν το πτυχίο τους.
Από την άλλη, οι φοιτητές που εγκαταλείπουν τις σπουδές τους (πολλές
φορές πριν καν τις αρχίσουν) γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στο
κόστος τους, βαφτίζονται ανάλγητα και από την κυβέρνηση και από την
αντιπολίτευση «αιώνιοι» και δεν υπάρχει καμιά απολύτως μέριμνα γι'
αυτούς.
Αθωώνουν το κυβερνητικό σχέδιο για το σύστημα πρόσβασης
Στο ίδιο πνεύμα ήταν και οι τοποθετήσεις που έγιναν για το σύστημα
πρόσβασης, με αφορμή δηλώσεις στελεχών του υπουργείου Παιδείας την
προηγούμενη βδομάδα, μετά την ανακοίνωση των βάσεων. Συγκεκριμένα, ο γγ
του υπουργείου, Γ. Παντής, δήλωσε ότι η πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση
θα ανοίγει μέσω του σχολικού συστήματος: «Με το απολυτήριο του Λυκείου
και τον βαθμό, ουσιαστικά θα μπορεί κάποιος να πηγαίνει στις σχολές
εκείνες που θα έχει τη δυνατότητα λόγω του βαθμού να μπει», είπε
συγκεκριμένα. Αυτό βαφτίστηκε από τον εισηγητή της ΝΔ, Μ. Χαρακόπουλο,
«"ελεύθερη πρόσβαση" στα τμήματα μειωμένου ενδιαφέροντος» που γίνεται
για ψηφοθηρικούς λόγους όπως εκτιμά η ΝΔ! Για άλλη μια φορά, έτσι η ΝΔ
αθωώνει το κυβερνητικό σχέδιο για την πρόσβαση, το οποίο κάθε άλλο παρά
«ελεύθερη πρόσβαση» συνιστά, αλλά αντίθετα παραπέμπει σε μια πολύ πιο
σκληρή δοκιμασία για την εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
Το σχέδιο του νέου συστήματος πρόσβασης που έχει προκύψει από τον
κυβερνητικό διάλογο για την Παιδεία, προβλέπει ότι για μια διετία στο
Λύκειο τα πάντα θα είναι υποταγμένα στις εξετάσεις, για δυο χρόνια οι
μαθητές θα διδάσκονται και θα εξασκούνται μόνο στα έξι μαθήματα των
εξετάσεων (ανάλογα με την κατεύθυνση που θέλουν να ακολουθήσουν στις
σπουδές) και μάλιστα χωρισμένοι σε επίπεδα «βασικών» και «προχωρημένων».
Οι εξετάσεις στο τέλος της δεύτερης χρονιάς θα προηγούνται του
απολυτηρίου, ενώ πέρα από το βαθμό των εξετάσεων θα μετράνε για την
πρόσβαση και οι βαθμοί των δυο τάξεων του Λυκείου και οι βαθμοί των
εργασιών που θα εκπονούν οι μαθητές. Ολα αυτά μαζί θα διαμορφώνουν το
βαθμό του απολυτηρίου, ο οποίος θα είναι το πρώτο διαβατήριο για την
πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση και εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι
όλο αυτό το «εντατικό διετές φροντιστήριο με εξετάσεις» (σε κάτι τέτοιο
θέλει να μετατρέψει το Λύκειο η κυβέρνηση) σε καμία περίπτωση δε συνιστά
«ελεύθερη πρόσβαση»!
Τους βολεύει να κρύβουν τη στρατηγική σύμπλευσή τους
Είναι παραπάνω από φανερό ότι όλη αυτή η αντιπαράθεση από τη μια «βγάζει
λάδι» την κυβερνητική πολιτική, κρύβει έντεχνα ότι η κυβέρνηση
εφαρμόζει κατά γράμμα όλο το αντιδραστικό νομοθετικό οπλοστάσιο που είχε
θεσμοθετηθεί από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στην Παιδεία, και
από την άλλη αποπροσανατολίζει από την ουσία των όποιων νέων
νομοθετημάτων φέρνει η κυβέρνηση, τα οποία υπαγορεύονται από την
πολιτική των μνημονίων, της ΕΕ, του ΟΟΣΑ. Συμφέρει και τη ΝΔ και την
κυβέρνηση να μη φαίνεται η στρατηγική τους σύμπλευση σ' αυτή την
πολιτική.
Ομως, ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί, παρά τις προσπάθειες
αποπροσανατολισμού, να βγάζει συμπεράσματα. Πρόσφατα είναι ακόμα τα
πορίσματα του κυβερνητικού διαλόγου για την Παιδεία και το κείμενο
θέσεων της ΝΔ για όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης, μεταξύ των οποίων ο
«Ριζοσπάστης» είχε αποκαλύψει στις αρχές του καλοκαιριού τις
εκπληκτικές ομοιότητες (βλέπε «Ριζοσπάστης» 12/6/2016, σελ. 20).
Αποκαλύπτεται έτσι και από τον τομέα της Παιδείας, ιδιαίτερα και για
τους νέους ανθρώπους, ότι η επιλογή του ενός ή του άλλου διαχειριστή της
μιζέριας του λαού, η επιλογή του ενός ή του άλλου εφαρμοστή της
πολιτικής του κεφαλαίου, της πολιτικής της ΕΕ και των άλλων
ιμπεριαλιστικών οργανισμών, δεν είναι απλώς ανούσια, αλλά είναι και
επιζήμια για τα συμφέροντα του λαού και της νεολαίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου