Η συζήτηση αφορά το κεφάλαιο
Κάλπικες
προσδοκίες και κλίμα αναμονής στα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά
επιχειρούν να καλλιεργήσουν τόσο η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όσο και
άλλα αστικά επιτελεία.
Σε πρώτο πλάνο, προβάλλονται ζητήματα όπως η διαχείριση - «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, συζήτηση που τροφοδοτήθηκε με αφορμή και την επίσκεψη Ομπάμα, ο οποίος έκανε σχετικές αναφορές στις ομιλίες και τις δηλώσεις του.
Δεσπόζουσα θέση στην αντιλαϊκή «βιτρίνα» κατέχουν, επίσης, το ζήτημα της ένταξης ελληνικών ομολόγων στα προγράμματα «νομισματικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ» κ.ο.κ.
Βέβαια, πρόκειται για νευραλγικά ζητήματα που αφορούν στα εργαλεία ενίσχυσης και ανάκαμψης της οικονομίας, η αξιοποίηση των οποίων σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων έχει ως αναγκαία προϋπόθεση την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, με επόμενο βήμα το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης» του μνημονίου.
Την ίδια ώρα, οι αβεβαιότητες και οι «κίνδυνοι» που εκδηλώνονται στις οικονομίες της Ευρωζώνης και συνολικά στην ΕΕ αποτελούν το έδαφος πάνω στο οποίο εμφανίζονται οι αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί, πλευρά των οποίων είναι και η αντιπαράθεση για την αναλογία του μείγματος διαχείρισης στην Ελλάδα και συνολικά στην Ευρωζώνη.
Χαρακτηριστική είναι η έκθεση, που δημοσιοποίησε χτες η Κομισιόν, στο πλαίσιο της διαδικασίας του «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου», το οποίο σηματοδοτεί τους ενισχυμένους ελέγχους και τα μνημόνια διαρκείας στην ΕΕ, ανεξάρτητα από μηχανισμούς στήριξης και δανειακές συμβάσεις.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, «το κάθε κράτος - μέλος πρέπει να συμβάλει ανάλογα: Οσοι έχουν τη δυνατότητα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο, ενώ όσοι διαθέτουν μικρότερα δημοσιονομικά περιθώρια θα πρέπει να εξακολουθήσουν τις μεταρρυθμίσεις και τη φιλοαναπτυξιακή δημοσιονομική εξυγίανση».
Οπως χαρακτηριστικά τονίζει ο ίδιος, «η ανάκαμψη όμως είναι πολύ αργή και η αβεβαιότητα μεγάλη. Εχουμε μια μοναδική ευκαιρία, αλλά και καθήκον, να ενεργήσουμε, και πρέπει να το κάνουμε τώρα».
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν στα κράτη - μέλη της λυκοσυμμαχίας, η κοινή «σύσταση» της Κομισιόν επισημαίνει την ανάγκη για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Δηλαδή, για παρεμβάσεις που κρίνονται αναγκαίες από τη σκοπιά του κεφαλαίου, για την τόνωση νέων κερδοφόρων επενδύσεων, που παραμένουν όμως εξαιρετικά υποτονικές, παρά τα προγράμματα της νομισματικής χαλάρωσης και τα κάθε είδους «επενδυτικά πακέτα» της ΕΕ.
Και βέβαια, κοινή συνισταμένη της αντιλαϊκής πολιτικής αποτελεί και η διαρκής «βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών», που μεταφράζεται σε στοχευμένες αντιλαϊκές παρεμβάσεις μέσω των κρατικών προϋπολογισμών.
Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι η συζήτηση για «λιγότερη λιτότητα», «χαλάρωση της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής», «διευθέτηση του ελληνικού κρατικού χρέους» και «ένταξη της χώρας στο μηχανισμό αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ», καμιά σχέση δεν έχουν με τα λαϊκά συμφέροντα, αφού προϋπόθεση για να γίνουν είναι να ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων και να προετοιμαστεί έγκαιρα ο επόμενος, ενδεχομένως και με ένα τέταρτο μνημόνιο στις πλάτες του λαού.
Αυτή η βαρβαρότητα του κεφαλαίου στην προοπτική της ανάκαμψης θα αποτυπωθεί και στο τελικό σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017, που θα καταθέσει η συγκυβέρνηση στη Βουλή, την ερχόμενη βδομάδα.
Επομένως, μπροστά στον επερχόμενο ορυμαγδό, οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα έναν δρόμο έχουν να βαδίσουν: Αυτόν της σύγκρουσης με τους στόχους και τις ανάγκες του κεφαλαίου, της οργάνωσης και της πάλης για την ικανοποίηση των δικών τους σύγχρονων αναγκών.
Σε πρώτο πλάνο, προβάλλονται ζητήματα όπως η διαχείριση - «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, συζήτηση που τροφοδοτήθηκε με αφορμή και την επίσκεψη Ομπάμα, ο οποίος έκανε σχετικές αναφορές στις ομιλίες και τις δηλώσεις του.
Δεσπόζουσα θέση στην αντιλαϊκή «βιτρίνα» κατέχουν, επίσης, το ζήτημα της ένταξης ελληνικών ομολόγων στα προγράμματα «νομισματικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ» κ.ο.κ.
Βέβαια, πρόκειται για νευραλγικά ζητήματα που αφορούν στα εργαλεία ενίσχυσης και ανάκαμψης της οικονομίας, η αξιοποίηση των οποίων σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων έχει ως αναγκαία προϋπόθεση την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, με επόμενο βήμα το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης» του μνημονίου.
Την ίδια ώρα, οι αβεβαιότητες και οι «κίνδυνοι» που εκδηλώνονται στις οικονομίες της Ευρωζώνης και συνολικά στην ΕΕ αποτελούν το έδαφος πάνω στο οποίο εμφανίζονται οι αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί, πλευρά των οποίων είναι και η αντιπαράθεση για την αναλογία του μείγματος διαχείρισης στην Ελλάδα και συνολικά στην Ευρωζώνη.
Χαρακτηριστική είναι η έκθεση, που δημοσιοποίησε χτες η Κομισιόν, στο πλαίσιο της διαδικασίας του «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου», το οποίο σηματοδοτεί τους ενισχυμένους ελέγχους και τα μνημόνια διαρκείας στην ΕΕ, ανεξάρτητα από μηχανισμούς στήριξης και δανειακές συμβάσεις.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, «το κάθε κράτος - μέλος πρέπει να συμβάλει ανάλογα: Οσοι έχουν τη δυνατότητα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο, ενώ όσοι διαθέτουν μικρότερα δημοσιονομικά περιθώρια θα πρέπει να εξακολουθήσουν τις μεταρρυθμίσεις και τη φιλοαναπτυξιακή δημοσιονομική εξυγίανση».
Οπως χαρακτηριστικά τονίζει ο ίδιος, «η ανάκαμψη όμως είναι πολύ αργή και η αβεβαιότητα μεγάλη. Εχουμε μια μοναδική ευκαιρία, αλλά και καθήκον, να ενεργήσουμε, και πρέπει να το κάνουμε τώρα».
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν στα κράτη - μέλη της λυκοσυμμαχίας, η κοινή «σύσταση» της Κομισιόν επισημαίνει την ανάγκη για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Δηλαδή, για παρεμβάσεις που κρίνονται αναγκαίες από τη σκοπιά του κεφαλαίου, για την τόνωση νέων κερδοφόρων επενδύσεων, που παραμένουν όμως εξαιρετικά υποτονικές, παρά τα προγράμματα της νομισματικής χαλάρωσης και τα κάθε είδους «επενδυτικά πακέτα» της ΕΕ.
Και βέβαια, κοινή συνισταμένη της αντιλαϊκής πολιτικής αποτελεί και η διαρκής «βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών», που μεταφράζεται σε στοχευμένες αντιλαϊκές παρεμβάσεις μέσω των κρατικών προϋπολογισμών.
Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι η συζήτηση για «λιγότερη λιτότητα», «χαλάρωση της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής», «διευθέτηση του ελληνικού κρατικού χρέους» και «ένταξη της χώρας στο μηχανισμό αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ», καμιά σχέση δεν έχουν με τα λαϊκά συμφέροντα, αφού προϋπόθεση για να γίνουν είναι να ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων και να προετοιμαστεί έγκαιρα ο επόμενος, ενδεχομένως και με ένα τέταρτο μνημόνιο στις πλάτες του λαού.
Αυτή η βαρβαρότητα του κεφαλαίου στην προοπτική της ανάκαμψης θα αποτυπωθεί και στο τελικό σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017, που θα καταθέσει η συγκυβέρνηση στη Βουλή, την ερχόμενη βδομάδα.
Επομένως, μπροστά στον επερχόμενο ορυμαγδό, οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα έναν δρόμο έχουν να βαδίσουν: Αυτόν της σύγκρουσης με τους στόχους και τις ανάγκες του κεφαλαίου, της οργάνωσης και της πάλης για την ικανοποίηση των δικών τους σύγχρονων αναγκών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου