Επικίνδυνοι «δίαυλοι»...
Με
αφορμή την προχτεσινή επίσκεψη του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών και την
επικείμενη επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου - που, κατά κοινή ομολογία,
δεν επισκέπτεται την Ελλάδα, απλά για να κάνει κάποιες δηλώσεις στήριξης
για το ζήτημα του χρέους - τα κυβερνητικά στελέχη όπου σταθούν και όπου
βρεθούν δεν παραλείπουν να διαλαλούν τη θέλησή τους να παίξουν το ρόλο
του «διαύλου» και του «χρήσιμου μεσάζοντα» ανάμεσα στα αντιμαχόμενα
ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα, διαφημίζοντας ταυτόχρονα τα «γεωστρατηγικά
πλεονεκτήματα» όπως λένε της χώρας, τη θέση της, τη συμμετοχή στην ΕΕ -
Ευρωζώνη και στο ΝΑΤΟ, τη γειτνίασή της με ισχυρές περιφερειακές
δυνάμεις όπως η Τουρκία, που την κάνουν «καταλληλότερη» για το ρόλο.
Η θέση αυτή, που ντύνεται με τη μάσκα της «πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής» σε έναν «πολυπολικό και πολύπλοκο κόσμο», σηματοδοτεί, άλλωστε, και το διαχρονικό στόχο της αστικής τάξης για την αναβάθμιση της θέσης της στην περιοχή και σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, πηγαίνει χέρι - χέρι με το στόχο της καπιταλιστικής σταθεροποίησης και ανάκαμψης στην οικονομία, της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Δεν είναι τυχαία και η αρθρογραφία των τελευταίων ημερών, που, απηχώντας τις θέσεις του κεφαλαίου, ζητάει επιτακτικά απ' όλα τα αστικά κόμματα, να επιβεβαιώσουν τη δέσμευσή τους σ' αυτούς τους στόχους, εξασφαλίζοντας κλίμα σταθερότητας και συναίνεσης.
Χαρακτηριστικά απ' αυτήν την άποψη είναι τα όσα έγραφε η «Αυγή» στο χτεσινό κύριο άρθρο της για το ότι «η εξωτερική πολιτική είναι ένα συνεχές δούναι και λαβείν - και φαίνεται ότι τόσο η Μόσχα όσο και η Ουάσιγκτον βλέπουν σε αυτή τη φάση την Ελλάδα ως... πολύφερνη νύφη (...)» αλλά και για το ότι «το μόνο βέβαιο είναι ότι τους Λαβρόφ, Ομπάμα, και όχι μόνο, τους ενδιαφέρει πολύ να παραμείνει η χώρα σταθερή και ανοιχτή σε συνεργασία μαζί τους, όπως δείχνει ότι θέλει η ελληνική κυβέρνηση - και αυτοτελώς, και με τη στάση της στην ΕΕ. Μάλιστα, η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να κρατά ορθάνοιχτους τους διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας με τη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα είναι μέλος του ΝΑΤΟ, την κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρουσα».
Βεβαίως, δεν πρόκειται απλά για μια «επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης» αλλά για μια εξωτερική πολιτική που ο προσανατολισμός και οι στόχοι της κινούνται σταθερά εντός των πλαισίων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όπου συμμετέχει ενεργά η Ελλάδα, αλλά και όσων οι σχέσεις ανταγωνισμού και συνεργασίας ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα διαμορφώνουν.
Χαρακτηριστικά, για παράδειγμα, είναι τα όσα είπε χτες ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο πλαίσιο του Ελληνορωσικού Φόρουμ, ότι το πέρασμα ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ελλάδας «υπηρετεί το στρατηγικό σχεδιασμό της ΕΕ για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας». Αλλωστε, δεν πάει και πολύς καιρός από την πρόσφατη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Πολωνία, για τις αποφάσεις της οποίας πανηγύρισε η ελληνική κυβέρνηση, παρότι σηματοδοτούν την κλιμάκωση της επιθετικότητας και της προσπάθειας στρατιωτικής περικύκλωσης της Ρωσίας, ταυτόχρονα με τις προσπάθειες διατήρησης διαύλων επικοινωνίας. Ούτε, βέβαια, είναι τυχαίος ο αναβαθμισμένος ρόλος που συζητιέται να αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση εντός του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ, που σχετίζεται και με τους σχεδιασμούς της Τουρκίας ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης, η αστική τάξη της οποίας διεκδικεί περισσότερα σε όλη την περιοχή, ακόμα και επανεξετάζοντας παλιές συμμαχίες και λυκοφιλίες.
Σίγουρα το πιο προκλητικό είναι η προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, να παρουσιάσει τη συμμετοχή ως τα μπούνια στα ιμπεριαλιστικά παζάρια και τους ανταγωνισμούς όπως και στις κάθε είδους ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, ως παράγοντα σταθερότητας και ειρήνης.
Η πρόκληση γίνεται διπλή σε μια περίοδο που οι ανταγωνισμοί οξύνονται, επιβεβαιώνοντας και ότι οι όποιες συμφωνίες και συμβιβασμοί ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, όπως και οι κάθε λογής «δίαυλοι» που έτσι κι αλλιώς υπήρχαν και υπάρχουν πάντα ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, είναι στην πραγματικότητα «φτερό στον άνεμο» των ανταγωνισμών.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο ελληνικός λαός χρειάζεται να δυναμώσει την ετοιμότητα, την επαγρύπνηση και την κινητοποίηση ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και τη συμμετοχή της χώρας σε αυτούς.
Η θέση αυτή, που ντύνεται με τη μάσκα της «πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής» σε έναν «πολυπολικό και πολύπλοκο κόσμο», σηματοδοτεί, άλλωστε, και το διαχρονικό στόχο της αστικής τάξης για την αναβάθμιση της θέσης της στην περιοχή και σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, πηγαίνει χέρι - χέρι με το στόχο της καπιταλιστικής σταθεροποίησης και ανάκαμψης στην οικονομία, της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Δεν είναι τυχαία και η αρθρογραφία των τελευταίων ημερών, που, απηχώντας τις θέσεις του κεφαλαίου, ζητάει επιτακτικά απ' όλα τα αστικά κόμματα, να επιβεβαιώσουν τη δέσμευσή τους σ' αυτούς τους στόχους, εξασφαλίζοντας κλίμα σταθερότητας και συναίνεσης.
Χαρακτηριστικά απ' αυτήν την άποψη είναι τα όσα έγραφε η «Αυγή» στο χτεσινό κύριο άρθρο της για το ότι «η εξωτερική πολιτική είναι ένα συνεχές δούναι και λαβείν - και φαίνεται ότι τόσο η Μόσχα όσο και η Ουάσιγκτον βλέπουν σε αυτή τη φάση την Ελλάδα ως... πολύφερνη νύφη (...)» αλλά και για το ότι «το μόνο βέβαιο είναι ότι τους Λαβρόφ, Ομπάμα, και όχι μόνο, τους ενδιαφέρει πολύ να παραμείνει η χώρα σταθερή και ανοιχτή σε συνεργασία μαζί τους, όπως δείχνει ότι θέλει η ελληνική κυβέρνηση - και αυτοτελώς, και με τη στάση της στην ΕΕ. Μάλιστα, η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να κρατά ορθάνοιχτους τους διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας με τη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα είναι μέλος του ΝΑΤΟ, την κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρουσα».
Βεβαίως, δεν πρόκειται απλά για μια «επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης» αλλά για μια εξωτερική πολιτική που ο προσανατολισμός και οι στόχοι της κινούνται σταθερά εντός των πλαισίων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όπου συμμετέχει ενεργά η Ελλάδα, αλλά και όσων οι σχέσεις ανταγωνισμού και συνεργασίας ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα διαμορφώνουν.
Χαρακτηριστικά, για παράδειγμα, είναι τα όσα είπε χτες ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο πλαίσιο του Ελληνορωσικού Φόρουμ, ότι το πέρασμα ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ελλάδας «υπηρετεί το στρατηγικό σχεδιασμό της ΕΕ για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας». Αλλωστε, δεν πάει και πολύς καιρός από την πρόσφατη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Πολωνία, για τις αποφάσεις της οποίας πανηγύρισε η ελληνική κυβέρνηση, παρότι σηματοδοτούν την κλιμάκωση της επιθετικότητας και της προσπάθειας στρατιωτικής περικύκλωσης της Ρωσίας, ταυτόχρονα με τις προσπάθειες διατήρησης διαύλων επικοινωνίας. Ούτε, βέβαια, είναι τυχαίος ο αναβαθμισμένος ρόλος που συζητιέται να αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση εντός του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ, που σχετίζεται και με τους σχεδιασμούς της Τουρκίας ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης, η αστική τάξη της οποίας διεκδικεί περισσότερα σε όλη την περιοχή, ακόμα και επανεξετάζοντας παλιές συμμαχίες και λυκοφιλίες.
Σίγουρα το πιο προκλητικό είναι η προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, να παρουσιάσει τη συμμετοχή ως τα μπούνια στα ιμπεριαλιστικά παζάρια και τους ανταγωνισμούς όπως και στις κάθε είδους ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, ως παράγοντα σταθερότητας και ειρήνης.
Η πρόκληση γίνεται διπλή σε μια περίοδο που οι ανταγωνισμοί οξύνονται, επιβεβαιώνοντας και ότι οι όποιες συμφωνίες και συμβιβασμοί ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, όπως και οι κάθε λογής «δίαυλοι» που έτσι κι αλλιώς υπήρχαν και υπάρχουν πάντα ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, είναι στην πραγματικότητα «φτερό στον άνεμο» των ανταγωνισμών.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο ελληνικός λαός χρειάζεται να δυναμώσει την ετοιμότητα, την επαγρύπνηση και την κινητοποίηση ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και τη συμμετοχή της χώρας σε αυτούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου