Η Μάχη του Φαρδύκαμπου (1943)
Τον Ιανουάριο του 1943 δυνάμεις του ΕΛΑΣ εισέβαλαν στο σταθμό
Χωροφυλακής της Σιάτιστας καταλύοντας την κατοχική εξουσία στην
συγκεκριμένη πόλη. Αρκετοί χωροφύλακες προσχώρησαν τότε στον ΕΛΑΣ. Μια
σύγκρουση ενός ιταλικού λόχου με δυνάμεις του ΕΛΑΣ το Φεβρουάριο του
ίδιου έτους στα Γρεβενά υπήρξε το πρελούδιο των συγκρούσεων που θα
ακολουθήσουν, μέσα στις οποίες εντάσσεται και η Μάχη του Φαρδύκαμπου.
Το Μάρτιο του 1943, το ΕΑΜ Σιάτιστας πληροφορείται πως μια μεγάλη
φάλαγγα του Ιταλικού στρατού με πολεμοφόδια και τρόφιμα θα κινούνταν από
την Κοζάνη με κατεύθυνση τη Σιάτιστα και τα Γρεβενά. Ο ΕΛΑΣ υπό τον
Αλέκο Ρόσιο τότε προχώρησε σε μαζική κινητοποίηση των κατοίκων της
Σιάτιστας, για την αντιμετώπιση των δυνάμεων των κατακτητών. Το κάλεσμα
του βρήκε θετική ανταπόκριση στον ντόπιο πληθυσμό, υποβοηθούμενο και από
τις τοπικές οργανώσεις του ΕΑΜ.
Στις 4 Μαρτίου 1943, δυνάμεις του ΕΛΑΣ αποτελούμενες από 200-250
αντάρτες συνέτριψαν μια ιταλική φάλαγγα 180 ανδρών σε ενέδρα, από τους
οποίους 15 σκοτώθηκαν και οι υπόλοιποι παραδόθηκαν. Μεγάλες ποσότητες
τροφίμων και όπλων έπεσαν στα χέρια των ανταρτών, οι οποίοι είχαν μόνο 3
τραυματίες σε αυτή τη φάση. Παράλληλα, ο Ιταλός διοικητής της Φρουράς
Γρεβενών Περόνε Πασκονέλι έστειλε ένα λόχο προς ενίσχυση των μαχόμενων
τμημάτων. Εντούτοις, ο λόχος αυτός καθηλώθηκε από δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη
γέφυρα του Αλιάκμονα σε δεύτερη ενέδρα. Μετά και από αυτό το πλήγμα, ο
Πασκονέλι κινητοποίησε ολόκληρο το τάγμα προκειμένου να συντρίψει τις
αντάρτικες δυνάμεις και να ανακαταλάβει τη Σιάτιστα. Θα κινητοποιούσε
600 άνδρες με πλήρη εξοπλισμό, ημιόνους και αρκετά οχήματα.
Ο ΕΛΑΣ που περίμενε μια τέτοια αντίδραση ξεκινά μια μεγάλη κινητοποίηση
δυνάμεων. Κινητοποιούνται όλα τα αντάρτικα τμήματά του στις γύρω
περιοχές και ειδικά τα τμήματα σε Τσοτύλι και Βογατσικό, συγκεντρώνοντας
600 άνδρες συνολικά. Αν και από πλευράς αριθμών, ο ΕΛΑΣ μπορεί να
αντιμετωπίσει τους αριθμούς των Ιταλών, η υπεροπλία τους είναι
σημαντική.
Η μάχη
Το πρωινό της 5ης Μαρτίου 1943, 600 Ιταλοί στρατιώτες πέρασαν τη γέφυρα
του Αλιάκμονα, και το μεσημέρι επιτέθηκαν στις θέσεις των ανταρτών στα
υψώματα της Σιάτιστας.
Αρχικά, οι αντάρτες απώθησαν τους Ιταλούς, αλλά οι Ιταλοί με χρήση
μυδράλιων και βολών του πυροβολικού κέρδισαν έδαφος μπαίνοντας στις
πρώτες κατοικίες της Κάτω Σιάτιστας, αντιμετωπίζοντας όμως τη σκληρή
ένοπλη άμυνα των κατοίκων της Σιάτιστας και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής του
ΕΑΜ.
Για να ανακόψει την ιταλική αντεπίθεση, ο ΕΛΑΣ έπληξε τους Ιταλούς από
τα δυτικά ενώ ένα άλλο τμήμα του ΕΛΑΣ υπό τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Μήτσο
Ζυγούρα (Παλαιολόγος) κολυμπώντας τον παγωμένο Αλιάκμονα έφτασε να
παρενοχλεί στο Σταθμό Διοίκησης των Ιταλών με συγκεντρωμένα πυρά.
Παράλληλα, άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ ξεκινούν να χτυπούν τις θέσεις του
πυροβολικού, αναγκάζοντάς το σε σύμπτυξη.
Στην επόμενη φάση της μάχης, ο ΕΛΑΣ Γρεβενών υπό τον Βασίλη Γκανάτσιο
(Καπετάν Χείμαρρο) πραγματοποίησε νότια πλευρική επίθεση στους Ιταλούς
αναγκάζοντάς τους τρεις λόχους τους να συμπτυχθούν. Το ίδιο βράδυ οι
αντάρτες του τμήματος Παλαιολόγου σφίγγουν τον κλοιό γύρω από το Σταθμό
Διοίκησης των Ιταλών. Τα τμήματα του ΕΛΑΣ έφτασαν κοντά στη σκηνή του
Ιταλού διοικητή, αλλά αναγκάστηκαν να σταματήσουν εξαιτίας της νύχτας.
Την επόμενη μέρα, το ΕΑΜ Σιάτιστας κάλεσε τον απόστρατο Ταγματάρχη και
στέλεχος της ΕΚΚΑ Ιωάννη Κοντονάση να λάβει μέρος με τις περιορισμένες
του δυνάμεις στη μάχη. Ο Κοντονάσης ζητά να αναλάβει τη διοίκηση της
επιχείρησης μαζί με τους επιτελείς του ΕΛΑΣ και του δίνεται μια θέση στο
επιτελείο.
Με τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ ενώθηκαν και ένοπλοι της ΕΚΚΑ που αποτελούνταν
από περίπου 60 άνδρες. Το επιτελείο του ΕΛΑΣ/ΕΚΚΑ διέταξε την
περικύκλωση και την εξόντωση των Ιταλών αλλά τεχνικές δυσκολίες που
αφορούσαν κυρίως στον υπέρτερο οπλισμό των Ιταλών, οδήγησαν στην
απόκρουση της πρώτης επίθεσης.
Προς το μεσημέρι της ίδιας ημέρας δίνεται εντολή για νέα επίθεση των
ανταρτών που συνεχίζεται κατά τις απογευματινές ώρες αλλά ξανά δεν
πέτυχε τους στόχους της. Από το μεσημέρι και μετά τα αεροπλάνα
καθιστούσαν δύσκολη τη δράση των ανταρτών, που όμως μπόρεσαν να κλέψουν
πλήθος εφοδίων που προορίζονταν για τους ιταλικούς λόχους από τις ρίψεις
τους.
Η πίεση των ανταρτών και η πείνα και η κούραση που γονάτιζε συνεχώς τους
Ιταλούς οδήγησε τον Πασκονέλι στην παράδοση των ανδρών του και του
ιδίου τις επόμενες ημέρες. Η 7η Μάρτη χαρακτηρίστηκε από την άνευ όρων
παράδοση των Ιταλών στους αντάρτες.
Σύμφωνα με τον Μήτσο Ζυγούρα, οι απώλειες των Ιταλών υπήρξαν 95 ενώ οι
αιχμαλωτοί τους 644 από τους οποίους οι 79 τραυματίες. Ο Φοίβος
Γρηγοριάδης υπολογίζει τους Ιταλούς παραδοθέντες σε 536 οπλίτες και 17
αξιωματικούς. Χαρακτηριστικό της αποτελεσματικότητας των ελληνικών
αντάρτικων δυνάμεων είναι πως μόνο 3 νεκροί αντάρτες και 13 νεκροί
Σιατιστινοί ήταν οι απώλεις από μια τετραήμερη μάχη.
Μνημείο της μάχης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου