Το τυράκι στη φάκα της ανάκαμψης...
Κάθε φορά που οι κυβερνήσεις,
ειδικά τα τελευταία χρόνια, προχωρούσαν στη νομοθέτηση και εφαρμογή
ενός νέου αντεργατικού - αντιλαϊκού πακέτου μέτρων, επικαλούνταν τον
στόχο της επιστροφής στην ανάπτυξη, ως αναγκαία προϋπόθεση για την
αύξηση της απασχόλησης και επομένως τη μείωση της ανεργίας, που
εκτοξεύθηκε στα χρόνια της κρίσης. Το ίδιο κάνει τώρα και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τα μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση αθροίζονται στα προηγούμενα και στόχο έχουν να δημιουργήσουν καλύτερες προϋποθέσεις για την επένδυση κεφαλαίων. Είναι μέτρα που εξασφαλίζουν φτηνότερη εργατική δύναμη στις επιχειρήσεις και πρόσβαση σε δανεισμό με μικρότερο κόστος. Κάνουν τη νομοθεσία πιο «φιλική» στην επιχειρηματικότητα και ανοίγουν νέα πεδία κερδοφόρας δράσης για το κεφάλαιο.
Τέτοια μέτρα είναι, για παράδειγμα, οι νέες περικοπές στις συντάξεις και η φοροαφαίμαξη των πιο φτωχών εισοδημάτων, που διασφαλίζουν «δημοσιονομική σταθερότητα» και ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, η μονιμοποίηση - επέκταση του αντεργατικού πλαισίου, η μείωση των κονδυλίων για την επιδότηση των ανέργων και η επέκταση των προγραμμάτων ενεργητικής απασχόλησης, οι αυξήσεις στις εισφορές αυτοαπασχολούμενων και μικρομεσαίων αγροτών, που σπρώχνουν ακόμα περισσότερους στην καταστροφή και στην ανεργία, ενισχύοντας την τάση συγκέντρωσης του κεφαλαίου σε κλάδους και τομείς της οικονομίας.
Πρώτα απ' όλα, τα μέτρα που παίρνονται τώρα και τα προηγούμενα, δεν είναι προσωρινά, αλλά ισχύουν στο διηνεκές, ανεξάρτητα από την πορεία της οικονομίας. Το επιβεβαιώνει περίτρανα η τελευταία συμφωνία, που επεκτείνει τα αντιλαϊκά μέτρα μετά το τέλος του μνημονίου και σε περίοδο που οι προβλέψεις μιλάνε για επιστροφή της οικονομίας σε ανάπτυξη.
«Μπορεί να είμαστε φτωχότεροι, αλλά τουλάχιστον οι νέοι θα βρίσκουν μια δουλειά», ανταπαντά η κυβέρνηση, που αποκλείει την αποκατάσταση ακόμα και των ελάχιστων από τις απώλειες που είχε ο λαός στα χρόνια της κρίσης. Μάλιστα, μέσα στον οίστρο τους, οι υπουργοί της κυβέρνησης μιλάνε για μείωση της ανεργίας στο 13,5% μέχρι το 2021, όταν όλες οι σχετικές μελέτες δείχνουν πως για την επίτευξη αυτού του στόχου θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία υψηλών και σταθερών ρυθμών ανάπτυξης, πράγμα δύσκολο να συμβεί...
Σε κάθε περίπτωση, μετά την εκτόξευση της επίσημης ανεργίας πάνω από το 27%, καταγράφεται τα τελευταία χρόνια μία σχετική αποκλιμάκωση γύρω στο 23%, που ξεκίνησε πριν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίστηκε τα δύο τελευταία χρόνια. Οι προβλέψεις βεβαίως μιλάνε για επιστροφή της ανεργίας στα επίπεδα του 2009 μετά από 20 - 30 χρόνια ανοδικής και αδιασάλευτης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Πώς μεταφράζεται όμως αυτή η σχετική μείωση της ανεργίας για εργαζόμενους και ανέργους;
Επίσης, η πλήρης απασχόληση υποχωρεί σταθερά και κερδίζει έδαφος κάθε μορφής ευελιξία, καθώς μια κακοπληρωμένη θέση εργασίας μοιράζεται σε δύο και τρεις εργαζόμενους. Φτάσαμε, για παράδειγμα, στο σημείο, σήμερα, το 55% των νέων συμβάσεων μισθωτής εργασίας να είναι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης και μόνο το 45% να είναι συμβάσεις με πλήρες ωράριο, με μικρές διακυμάνσεις στην αναλογία από μήνα σε μήνα.
Απ' αυτές, ένα μεγάλο μέρος είναι ορισμένου χρόνου, δηλαδή έχουν ημερομηνία λήξης. Ως αποτέλεσμα, πάνω από 600.000 μισθωτοί δουλεύουν με μερική απασχόληση και ο μισθός τους δεν ξεπερνά τα 400 ευρώ μεικτά!
Από την άλλη, στο όνομα της επιδότησης της εργασίας, κονδύλια του ΟΑΕΔ και άλλα, αντί να πηγαίνουν στην προστασία των ανέργων κατευθύνονται προς τις επιχειρήσεις για προσωρινές και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας. Ετσι, μόνο ένας στους 10 ανέργους λαμβάνει επίδομα, ενώ και αυτό μειώθηκε κατά 100 ευρώ και βρίσκεται στα 360 ευρώ.
Δηλαδή, αν υπάρξει ανάκαμψη στην καπιταλιστική οικονομία, έστω κι αν αυξηθεί η απασχόληση συγκριτικά με την περίοδο της κρίσης, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά νοικοκυριά να διασφαλίσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση θα συνεχίζουν να υπάρχουν, ενώ δεν πρόκειται να έρθουν επαναφορά δικαιωμάτων, κάλυψη των απωλειών των προηγούμενων χρόνων. Ταυτόχρονα, η εφαρμογή των αντεργατικών μέτρων, των πολιτικών έντασης της εκμετάλλευσης θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ενώ βεβαίως το σημαντικότερο είναι πως θα μεγαλώνει διαρκώς η απόσταση ανάμεσα στις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να καλυφθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και στη μίζερη πραγματικότητα που ζει η πλειοψηφία του λαού.
Γι' αυτό χρειάζεται οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα να διαχωριστούν από τα σχέδια, τους στόχους και την πολιτική του κεφαλαίου και των κομμάτων του, να απορρίψουν το «μικρότερο κακό». Να διεκδικήσουν ανάκτηση των απωλειών, βάζοντας πλάτη στην ανασύνταξη του κινήματος και στη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, που θα συγκρούεται με το κεφάλαιο και την εξουσία του, παλεύοντας για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών.
Τα μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση αθροίζονται στα προηγούμενα και στόχο έχουν να δημιουργήσουν καλύτερες προϋποθέσεις για την επένδυση κεφαλαίων. Είναι μέτρα που εξασφαλίζουν φτηνότερη εργατική δύναμη στις επιχειρήσεις και πρόσβαση σε δανεισμό με μικρότερο κόστος. Κάνουν τη νομοθεσία πιο «φιλική» στην επιχειρηματικότητα και ανοίγουν νέα πεδία κερδοφόρας δράσης για το κεφάλαιο.
Τέτοια μέτρα είναι, για παράδειγμα, οι νέες περικοπές στις συντάξεις και η φοροαφαίμαξη των πιο φτωχών εισοδημάτων, που διασφαλίζουν «δημοσιονομική σταθερότητα» και ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, η μονιμοποίηση - επέκταση του αντεργατικού πλαισίου, η μείωση των κονδυλίων για την επιδότηση των ανέργων και η επέκταση των προγραμμάτων ενεργητικής απασχόλησης, οι αυξήσεις στις εισφορές αυτοαπασχολούμενων και μικρομεσαίων αγροτών, που σπρώχνουν ακόμα περισσότερους στην καταστροφή και στην ανεργία, ενισχύοντας την τάση συγκέντρωσης του κεφαλαίου σε κλάδους και τομείς της οικονομίας.
***
Από την απαρίθμηση και μόνο των μέτρων
προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις για ανάκαμψη οικοδομούνται στα συντρίμμια
των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων και βαθαίνουν σχετικά και απόλυτα τη
φτώχεια για το λαό. Θα αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο για τα λαϊκά
στρώματα αν η οικονομία περάσει σε φάση ανάπτυξης, όπως λέει η
κυβέρνηση;Πρώτα απ' όλα, τα μέτρα που παίρνονται τώρα και τα προηγούμενα, δεν είναι προσωρινά, αλλά ισχύουν στο διηνεκές, ανεξάρτητα από την πορεία της οικονομίας. Το επιβεβαιώνει περίτρανα η τελευταία συμφωνία, που επεκτείνει τα αντιλαϊκά μέτρα μετά το τέλος του μνημονίου και σε περίοδο που οι προβλέψεις μιλάνε για επιστροφή της οικονομίας σε ανάπτυξη.
«Μπορεί να είμαστε φτωχότεροι, αλλά τουλάχιστον οι νέοι θα βρίσκουν μια δουλειά», ανταπαντά η κυβέρνηση, που αποκλείει την αποκατάσταση ακόμα και των ελάχιστων από τις απώλειες που είχε ο λαός στα χρόνια της κρίσης. Μάλιστα, μέσα στον οίστρο τους, οι υπουργοί της κυβέρνησης μιλάνε για μείωση της ανεργίας στο 13,5% μέχρι το 2021, όταν όλες οι σχετικές μελέτες δείχνουν πως για την επίτευξη αυτού του στόχου θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία υψηλών και σταθερών ρυθμών ανάπτυξης, πράγμα δύσκολο να συμβεί...
Σε κάθε περίπτωση, μετά την εκτόξευση της επίσημης ανεργίας πάνω από το 27%, καταγράφεται τα τελευταία χρόνια μία σχετική αποκλιμάκωση γύρω στο 23%, που ξεκίνησε πριν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίστηκε τα δύο τελευταία χρόνια. Οι προβλέψεις βεβαίως μιλάνε για επιστροφή της ανεργίας στα επίπεδα του 2009 μετά από 20 - 30 χρόνια ανοδικής και αδιασάλευτης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Πώς μεταφράζεται όμως αυτή η σχετική μείωση της ανεργίας για εργαζόμενους και ανέργους;
***
Ο κατώτερος μισθός με τον οποίο αμείβεται
σήμερα ένας εργαζόμενος είναι κατά 22% και 32% μικρότερος σε σχέση με
πριν από το 2012 και εκεί προβλέπεται να παραμείνει για πολλά ακόμη
χρόνια. Το ίδιο ισχύει και για τον μέσο μισθό. Το χαντακωμένο λαϊκό
εισόδημα δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να ανταποκριθεί στις
αυξημένες φορολογικές και άλλες δαπάνες, κατάσταση που θα επιδεινωθεί κι
άλλο από την παραπέρα απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών που
καλύπτουν άμεσες λαϊκές ανάγκες (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, μετακινήσεις
κ.ά.).Επίσης, η πλήρης απασχόληση υποχωρεί σταθερά και κερδίζει έδαφος κάθε μορφής ευελιξία, καθώς μια κακοπληρωμένη θέση εργασίας μοιράζεται σε δύο και τρεις εργαζόμενους. Φτάσαμε, για παράδειγμα, στο σημείο, σήμερα, το 55% των νέων συμβάσεων μισθωτής εργασίας να είναι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης και μόνο το 45% να είναι συμβάσεις με πλήρες ωράριο, με μικρές διακυμάνσεις στην αναλογία από μήνα σε μήνα.
Απ' αυτές, ένα μεγάλο μέρος είναι ορισμένου χρόνου, δηλαδή έχουν ημερομηνία λήξης. Ως αποτέλεσμα, πάνω από 600.000 μισθωτοί δουλεύουν με μερική απασχόληση και ο μισθός τους δεν ξεπερνά τα 400 ευρώ μεικτά!
Από την άλλη, στο όνομα της επιδότησης της εργασίας, κονδύλια του ΟΑΕΔ και άλλα, αντί να πηγαίνουν στην προστασία των ανέργων κατευθύνονται προς τις επιχειρήσεις για προσωρινές και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας. Ετσι, μόνο ένας στους 10 ανέργους λαμβάνει επίδομα, ενώ και αυτό μειώθηκε κατά 100 ευρώ και βρίσκεται στα 360 ευρώ.
***
Αυτή είναι η πραγματικότητα που βιώνουν
εργαζόμενοι και άνεργοι στα χρόνια που η ανεργία μειώνεται και δεν
αυξάνεται όπως προηγουμένως. Κι αυτή η μισοδουλειά - μισοζωή είναι ο
«καθρέφτης» της ανάπτυξης που αναγορεύεται σε «εθνικό στόχο» από το
κεφάλαιο και τα κόμματά του. Επομένως, καπιταλιστική ανάκαμψη σημαίνει
ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων με όλες τις μορφές. Και σε
αυτήν την προσπάθεια του κεφαλαίου στήριγμα αποτελούν όλα τα αντεργατικά
μέτρα, παλιά και νέα, που δεν πρόκειται να αρθούν... Αλλωστε, δεν
πρόκειται για προσωρινά μέτρα αλλά για αλλαγές αναγκαίες για την
κερδοφορία του κεφαλαίου, για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς του,
ζητούμενα και στόχοι που είχαν τεθεί πολύ πριν από την εκδήλωση της
οικονομικής κρίσης και που τα προηγούμενα χρόνια υλοποιήθηκαν με
ταχύτητα.Δηλαδή, αν υπάρξει ανάκαμψη στην καπιταλιστική οικονομία, έστω κι αν αυξηθεί η απασχόληση συγκριτικά με την περίοδο της κρίσης, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά νοικοκυριά να διασφαλίσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση θα συνεχίζουν να υπάρχουν, ενώ δεν πρόκειται να έρθουν επαναφορά δικαιωμάτων, κάλυψη των απωλειών των προηγούμενων χρόνων. Ταυτόχρονα, η εφαρμογή των αντεργατικών μέτρων, των πολιτικών έντασης της εκμετάλλευσης θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ενώ βεβαίως το σημαντικότερο είναι πως θα μεγαλώνει διαρκώς η απόσταση ανάμεσα στις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να καλυφθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και στη μίζερη πραγματικότητα που ζει η πλειοψηφία του λαού.
Γι' αυτό χρειάζεται οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα να διαχωριστούν από τα σχέδια, τους στόχους και την πολιτική του κεφαλαίου και των κομμάτων του, να απορρίψουν το «μικρότερο κακό». Να διεκδικήσουν ανάκτηση των απωλειών, βάζοντας πλάτη στην ανασύνταξη του κινήματος και στη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, που θα συγκρούεται με το κεφάλαιο και την εξουσία του, παλεύοντας για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου