Την προηγούμενη εβδομάδα η υπουργός εργασίας Ε. Αχτσιόγλου
σε νομοσχέδιο για τη διαστημική πολιτική κατέθεσε τροπολογία σύμφωνα με την
οποία απαιτείται για κήρυξη απεργίας απόλυτη πλειοψηφία των οικονομικά ενεργών μελών πρωτοβάθμιας
συνδικαλιστικής οργάνωσης, ενώ με τον ισχύοντα νόμο απαιτείται το 20%, την
οποία προσωρινά απέσυρε. Η υπουργός υποστηρίζει σε συνέντευξη στο ραδιοφωνικό
της ΕΡΑ πως δεν συρρικνώνεται το δικαίωμα της απεργίας και ότι «« το νόημα
είναι η ουσιαστική συμμετοχή». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο ΣΕΒ σε ανακοίνωσή
του, μετά τη διαμαρτυρία που
πραγματοποίησαν μέλη του ΠΑΜΕ στα γραφεία του, επισημαίνει πως «Η κήρυξη
απεργίας, με κριτήριο την αρχή της πλειοψηφίας, ευθυγραμμίζει τον τρόπο λήψης
των αποφάσεων με τα ισχύοντα σε κάθε συλλογικό όργανο, που δρα δημοκρατικά,
οπουδήποτε στον κόσμο».
Η επιχειρούμενη
από την κυβέρνηση, με ολοπρόθυμη αστική αντιπολίτευση, τροπολογία για περιστολή του δικαιώματος της απεργίας,
ένα από τα προαπαιτούμενα της αξιολόγησης γι’ αυτό και θα κατατεθεί ξανά και …καλύτερα
επεξεργασμένη, δεν στοχεύει παρά στον αφοπλισμό του εργατικού κινήματος που
είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επικράτηση της κυρίαρχης πολιτικής. Κι ενώ οι
υπερασπιστές αυτής της πολιτικής κραυγάζουν υπέρ της ιδιωτικοποίησης των πάντων
καταφεύγουν όμως στο δικό τους κράτος για να τους εξασφαλίσει τα μέσα να την επιτύχουν.
Η κρατική παρέμβαση στον τρόπο λήψης αποφάσεων στα σωματεία, η επιβολή απόψεων της
κυβέρνησης πως πρέπει να οργανώνεται και να λειτουργεί το συνδικαλιστικό κίνημα
πάνω σε ποιο πρόσχημα δημοκρατίας στηρίζεται;
Θωρακίζεται
και νομικά η κυρίαρχη τάξη για να αποτρέψει
κάθε προσπάθεια των εργαζομένων να οργανώνονται σε συνδικάτα για να αγωνίζονται
ενάντια στις αυθαιρεσίες και επιθέσεις της εργοδοσίας. Και δεν είναι η πρώτη
φορά –η τροπολογία θυμίζει το περίφημο άρθρο 4 του ν.1365/1983 του τότε
υπουργού εθνικής οικονομίας Γ. Αρσένη,
όταν εκβιαζόταν η κοινωνική συναίνεση γύρω από την έννοια της κοινωνικοποίησης σύμφωνα
με τις αντιλήψεις του ΠΑΣΟΚ.
Στα χρόνια μας, χρόνια ατέλειωτης
οικονομικής κρίσης, έχει γίνει πια εμφανές ότι τα πολιτικά και οικονομικά
αιτήματα είναι ενιαία και πως το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα οφείλουν να
έχουν ταξικό χαρακτήρα και διεκδικήσεις για μετεξέλιξη της κοινωνίας. Περιορίζοντας
σε βαθμό κατάργησης τη δυνατότητα ταξικών αγώνων με το νόμο, επιδιώκεται να
μπει φραγμός στους κοινωνικούς αγώνες και
ο εργαζόμενος χωρίς δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος της απεργίας να
μείνει άοπλος στον αγώνα του. Μόνο που αυτά τα δικαιώματα δεν χαρίστηκαν στους εργαζόμενους
αλλά τα κέρδισαν με αγώνες και αίμα και η κρατική παρέμβαση για κατάλυσή τους
διαχωρίζει πια ξεκάθαρα τους ταξικούς
αντίπαλους.
Αφού για
χρόνια ολόκληρα καλλιεργήθηκε η απαξίωση
των κοινωνικών αγώνων, όπως και η απαισιοδοξία και ηττοπάθεια και η αποδοχή της
μοίρας, η κυρίαρχη εξουσία με εύσχημα
προσχήματα φροντίζει να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη εφαρμογή της πολιτικής της υποκρινόμενη
δημοκρατική ευαισθησία. Και φυσικά αρνείται πως ανήκει στις προθέσεις της ο
περιορισμός της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας. Έτσι στα άμεσα επιχειρήματα υπέρ της τροπολογίας περιλαμβάνεται και η μέριμνα για παροχή
κινήτρου στις συνδικαλιστικές οργανώσεις για την ενεργοποίηση όλων των
εργαζομένων και κατά συνέπεια ο σεβασμός στην αρχή της απόλυτης πλειοψηφίας.
Και για όσους αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους οργάνωσης μπορεί εδώ να
ανακαλύψουν και μια εφαρμογή της άμεσης
δημοκρατίας. Υποστηρίζεται λοιπόν πως εξασφαλίζεται η μαζικότητα και η δημοκρατικότητα όπως βεβαίως θα εξασφαλίζονταν ακόμα περισσότερο αν
εφαρμοζόταν και η αρχή της ομοφωνίας… Ακόμα και ο ΣΕΒ αναφέρεται σε δημοκρατικά
συλλογικά όργανα. Είναι βέβαια που κι αυτοί ενδιαφέρονται μέσα στη
συνδικαλιστική διαδικασία για δημοκρατικό διάλογο, για αυξημένη συμμετοχή, ώστε
να μη λαμβάνονται αποφάσεις από μια
μειοψηφία. Είναι επομένως το ενδιαφέρον
για την επιτυχία των απεργιών όπως εν ολίγοις ανερυθριάστως ο πρώην υπουργός
Εργασίας και νυν αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλος προβάλλει για
να υπερασπιστεί την αλλαγή διατάξεων για την κήρυξη μιας απεργίας. Πουθενά
αλλού σε άλλες δράσεις και λειτουργίες δεν επιδιώκεται η ενεργοποίηση της εργαζομένων
και η αυξημένη πλειοψηφία αλλά μόνο στις απεργίες, όπου τελικά και οι απόντες
θα προσμετρώνται στις αρνητικές ψήφους όπως και οι αδιάφοροι, ακριβώς γιατί
έτσι εξυπηρετεί την κυρίαρχη εξουσία, όταν στις βουλευτικές εκλογές το
αποτέλεσμα μετρά επί των εγγύρως
ψηφισάντων και όχι επί των
εγγεγραμμένων.
Η πάλαι ποτέ «σιωπηλή πλειοψηφία» …νομοθετημένη
έρχεται και πάλι στο προσκήνιο και προστίθεται στους απεργοσπάστες –κατά την
ορθώς πολιτική ορολογία μη απεργοί. Και ξαναγυρνάμε στο πρότυπο που οικοδομείται και αναπαράγεται, από
μηχανισμούς αλλά και ασυνείδητα, του ανήμπορου ανθρωπάκου, του στραμμένου στον
εαυτό του, με διαχειρίσιμη φτώχεια και
αδυναμία αντίδρασης. Ο καθένας με το
πρόβλημά του, να πιστεύει ότι είναι μια ελεύθερη προσωπικότητα και ότι
με διάφορους τρόπους μπορεί σε ατομικό επίπεδο να ξεφύγει, είτε με τις ικανότητές
του που θ’ αναγνωριστούν, είτε με την τύχη είτε με την απώλεια της αξιοπρέπειάς
του, είτε με το ζαρώνει στο χώρο του για να γίνεται αόρατος και να ελπίζει.
Κι αν
κάτι θετικό υπάρχει σ’ αυτό το ενδιαφέρον για νομοθέτηση του περιορισμού του
δικαιώματος της απεργίας είναι πως αποδεικνύεται περίτρανα ότι οι λοιδωρούμενες
παλιές μορφές πάλης των εργαζομένων ούτε ξεπερασμένες είναι ούτε κι ακίνδυνες για
το σύστημα, ιδίως όταν υπάρχει μαζικότητα.
Η
αυριανή απεργία πρέπει να γίνει το μέτρο που θα αποκαλύψει τη δική μας αποφασιστικότητα
αντίδρασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου