23 Μαρ 2018

Ξόβεργες πολιτικής εξαπάτησης


Τις ξόβεργες της πολιτικής εξαπάτησης ενόψει της «μεταμνημονιακής εποχής» στήνουν τα κόμματα του κεφαλαίου, σε μια προσπάθεια να αιχμαλωτίσουν το λαό και τους εργαζόμενους στο νέο αφήγημα της «ανάπτυξης», που όπου να 'ναι φτάνει, πάνω στο άρμα της «εξόδου στις αγορές» και των καπιταλιστικών επενδύσεων που η πολιτική τους θα φέρει. Στο πλαίσιο αυτής της «αφήγησης», στη βάση και του ανταγωνισμού για το ποιος θα αποτελέσει τον πυρήνα μιας επόμενης κυβερνητικής πλειοψηφίας, κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση συνεχίζουν να χαράσσουν κάλπικες διαχωριστικές γραμμές. Αυτήν τη φορά, στο επίκεντρο βρέθηκαν οι αναφορές τους για τους μισθούς των εργαζομένων και ιδιαίτερα για το αίσχος του «υπο-κατώτερου» μισθού. Το έναυσμα έδωσε ο πρόεδρος της ΝΔ, Κυρ. Μητσοτάκης, ο οποίος, μιλώντας σε συνέδριο της ΔΑΠ, αφού υποσχέθηκε στον επιχειρηματικό κόσμο «σοβαρή μείωση φόρων και εισφορών, όπως και νέες επενδύσεις», «δεσμεύτηκε» για την κατάργηση του «υπο-κατώτατου» μισθού σε βάθος χρόνου και υπό την προϋπόθεση ότι η ανεργία θα μειωθεί κατά 7 μονάδες και την επόμενη τριετία θα δημιουργηθούν 600.000 θέσεις εργασίας!
***
Από κοντά, η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, δήλωσε πως «είναι ώρα για ουσιαστικά μέτρα (...) με την αύξηση του κατώτερου μισθού και τον προσδιορισμό του μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Και με πλήρη επαναφορά της καθολικής εφαρμογής των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, ώστε να καλύπτουν όλους τους εργαζόμενους». Εννοείται ότι σε αυτό το προκλητικό γαϊτανάκι των υποσχέσεων πρωταγωνιστεί η κυβέρνηση, καθώς δεν υπάρχει μέρα που η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας να μην επαναλάβει το γνωστό τροπάρι ότι «η επεκτασιμότητα των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων, μαζί με την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, θα τεθούν σε ισχύ με τη λήξη του προγράμματος τον ερχόμενο Αύγουστο». Ενώ, όπως δήλωσε η υπουργός Εργασίας σε πρόσφατη συνέντευξή της, επικαλούμενη το παράδειγμα της Πορτογαλίας, «μπορούμε και στη χώρα μας να σχεδιάσουμε τεκμηριωμένα και να εφαρμόσουμε, σε συνεργασία με τους παραγωγικούς φορείς και τους εργαζόμενους, μία συγκεκριμένη πορεία αύξησης του κατώτατου μισθού, μετά το τέλος της επιτροπείας».
***
Το πρώτο που «βγάζει μάτι» σε όλη αυτήν τη φιλολογία, είναι η προσπάθεια των κομμάτων κυβέρνησης και αντιπολίτευσης να καλλιεργήσουν προσδοκίες στους εργαζόμενους ότι τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο, είτε με το «τέλος των μνημονίων», όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, είτε με το δικό της «σχέδιο», αν εκλεγεί κυβέρνηση, όπως λέει η ΝΔ. Ολοι τους, όμως, βάζουν ως κοινή προϋπόθεση την επίτευξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης: Τις επενδύσεις και τη μείωση της ανεργίας βάζει ως όρο το κόμμα της ΝΔ. Για «αλλαγή παραγωγικού μοντέλου» και «δίκαιη ανάπτυξη» κάνει λόγο η κυβέρνηση. Στην πράξη, επιχειρούν και οι δύο να στοιχίσουν τους εργαζόμενους πίσω από τους στόχους τους κεφαλαίου, με τη θολή προσδοκία ότι η ευόδωσή τους θα μεταφραστεί τουλάχιστον σε μια μικρή αύξηση στον κατώτερο και στους άλλους μισθούς. Καλούν το λαό να θεωρήσει «περασμένα ξεχασμένα» όσα έχασε στα χρόνια της κρίσης, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων, και να εναποθέσει τις ελπίδες για βελτίωση της ζωής του στις σκόπιμα αόριστες διακηρύξεις για αυξήσεις στον κατώτερο μισθό, πάντα υπό προϋποθέσεις, σε συνεννόηση με τους «θεσμούς» και βέβαια σε βάθος χρόνου. Τον καλούν, μάλιστα, να διαλέξει από το ράφι την «καλύτερη» πρόταση, όταν η ΝΔ ήταν αυτή που μαζί με το ΠΑΣΟΚ επέβαλαν το αίσχος των 586 και 511 ευρώ μεικτά κατώτερο μισθό και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ήταν αυτή που το διατήρησε.
***
Να, λοιπόν, ποιοι μιλάνε για αυξήσεις στους μισθούς! Αυτοί που με τα τρία διαδοχικά μνημόνια «έσφαξαν στο γόνατο» τους εργαζόμενους σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, που δεν άφησαν πέτρα πάνω στην πέτρα από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, που διέλυσαν τις ζωές των εργαζομένων, καταδικάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους να μην παίρνουν ούτε τα ψίχουλα του σημερινού κατώτερου μισθού, λόγω της υποαπασχόλησης και της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας. Ομως, δεν είναι μόνο τα πεπραγμένα τους. Εξίσου ενοχοποιητικά είναι και αυτά που διακηρύσσουν ότι θα κάνουν. Για ποια αύξηση των μισθών μπορεί να γίνεται λόγος, όταν με τη μείωση του αφορολόγητου, που θα εφαρμοστεί ενδεχομένως και από του χρόνου, περιμένουν νέες επώδυνες μειώσεις τους μισθωτούς; Για ποιες αυξήσεις μιλάνε, όταν ο ένας υπόσχεται παραπέρα μείωση της φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών και ο άλλος δεσμεύτηκε για επώδυνα δημοσιονομικά πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, τα οποία και τα δύο θα τα πληρώσουν και πάλι οι μισθωτοί; Οσο για το παράδειγμα της Πορτογαλίας, που επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ, πράγματι του πάει «γάντι». Γιατί στην Πορτογαλία οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν στα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων κατά 8,3%, ενώ το δίχρονο της κυβέρνησης των σοσιαλδημοκρατών αυξήθηκαν κατά μόλις 0,1%. Να, λοιπόν, ποια είναι τα όρια της ...ελπίδας που σερβίρουν προκλητικά στο λαό και πρέπει να την απορρίψει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ