3 Μαΐ 2018

Η κανονικότητα του καπιταλισμού


Ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας στη συνέντευξη τύπου με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζ.Κ. Γιούνκερ διαβεβαίωσε για την «αποκατάσταση της κανονικότητας» στη χώρα, ενώ  μιλώντας προ ημερών στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ επέμενε για καθαρή έξοδο της χώρας τον Αύγουστο από το καθεστώς των προγραμμάτων και για επιστροφή της σε καθεστώς κανονικότητας, προσφέροντάς μας έτσι την ευκαιρία να… προβληματιστούμε και να αυτοσχεδιάσουμε αναζητώντας τα χαρακτηριστικά της «κανονικότητας».
Όλα αυτά τα χρόνια των μνημονίων –και όχι μόνο– μέσα από το μετασχηματισμό  της σημασίας πολλών λέξεων προωθούνται ιδέες, προτείνονται αλλαγές, επιβάλλονται νέες καταστάσεις, ελέγχονται ή επιδοκιμάζονται ασκούμενες πολιτικές. Η λέξη κανονικότητα με την ασάφεια του εύρους της μπορεί να πάρει μια τέτοια σημασία, ώστε να συμβάλλει στην πειστικότητα του πολιτικού λόγου της κυβέρνησης που επιδιώκεται να τεκμηριωθεί με την κατάλληλη επίκληση δεδομένων, είτε πραγματικών (ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο) ή υποθετικών (έξοδος από την επιτροπεία, εξασφάλιση ευημερίας)
Κι αν ενδιαφέρει η επίμονη χρήση συγκεκριμένων λέξεων είναι γιατί αποδίδει και αποκαλύπτει υπονοούμενους στόχους –επιδιωκόμενες χειραγωγήσεις ή σκόπιμες συγκαλύψεις– για να συμπιεστεί η πραγματικότητα στην καπιταλιστική κυριαρχία. Γιατί στην αστική δημοκρατία, όπου αναγνωρίζεται συνταγματικά η ελευθερία έκφρασης και επικοινωνίας, η επιβολή της κυρίαρχης πολιτικής επιδιώκεται και με την κατάλληλη χρήση της γλώσσας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται αν όχι η συναίνεση τουλάχιστον η ανοχή προς αυτήν.
Κι αναζητούμε τη νέα σημασία της λέξης κανονικότητα, γιατί η κατανόηση μιας έννοιας είναι προϋπόθεση και αποτέλεσμα της γλωσσικής επικοινωνίας κι αφού οι έννοιες ορίζονται με τις λέξεις, για να τις κατανοήσουμε πρέπει να στραφούμε στις σημασία τους. Κι αν στα λεξικά κανονικότητα είναι η ακριβής τήρηση του κανόνα, η συμφωνία προς τους κανονισμούς, να συμβαίνουν τα γεγονότα όπως συνηθίζουν ή όπως έχει οριστεί, για να κατανοηθεί όμως η σημασία της δεν αρκεί το νόημά της να αναζητείται με όρους του γλωσσικού συστήματος, αλλά σε συσχετισμό με τις ιδεολογικές αφετηρίες, τις διακηρυσσόμενες θέσεις αλλά και τις επιδιώξεις του πολιτικού φορέα που την χρησιμοποιεί.
Η κανονικότητα λοιπόν που θριαμβευτικά επαίρονται πως αποκαθίσταται είναι η συμφωνία με τους κανονισμούς που υπάρχουν σ’ ένα καπιταλιστικό περιβάλλον με την εκμετάλλευση του εργαζομένου, την ανασφάλιστη κι επισφαλή εργασία, την ανεργία, τη φτώχεια κι εξαθλίωση. Είναι η αυταρχικότητα, ο φασισμός κι ο ρατσισμός που εντασσόμενα στα πλαίσια της καπιταλιστικής κανονικότητας και διακοσμημένα με ψευδαισθήσεις κι ελπίδες μας απομυζούν, ρημάζοντας τη ζωή μας όσο νομίζουμε πως ορθοποδούμε. Κι αν η οικονομική κρίση που, κάτω από τον έλεγχο των παρεμβάσεων της αστικής τάξης, συρρικνώνει δημόσιους φορείς, καταργεί τη δείνα η τάδε επιχείρηση, δημιουργεί κάποια άλλη αλλού, ιδιωτικοποιεί κοινωνικές υπηρεσίες, μετακινεί εργατικό δυναμικό, αλλάζει τη δομή της απασχόλησης, προκαλεί εργασιακή ανασφάλεια, εκμεταλλεύεται το στρατό των ανέργων κλπ., έχει δημιουργήσει μια πολιτικοοικονομική  κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται ως έκτακτη και εξαίρεση δεν είναι για την εφαρμογή μέτρων «μεταρρύθμισης», που στρέφονται βέβαια στην αποδοχή των αρχών του κέρδους, συρρίκνωσης εργασιακών δικαιωμάτων, υποβάθμισης της ποιότητας ζωής των εργαζομένων, αλλά για την επιτάχυνση της εφαρμογής τους. Γιατί εξάλλου η κρίση στην αστική πολιτική τείνει να γίνει μόνιμη, έτσι που τελικά η πολιτική να νοείται ως διαρκής διαχείριση κρίσης.
Κι απομένει ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην μνημονιακή και μεταμνημονιακή εποχή –της κανονικότητας– η έξοδος στις αγορές και η προσδοκώμενη ανάπτυξη. Όμως η  επίμονη χρήση της λέξης κανονικότητα νομιμοποιεί στη συνείδησή μας και γίνεται αποδεκτή ως η μόνη εφικτή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που υπάρχει, σχεδόν σαν φυσικό φαινόμενο, η καπιταλιστική που ανακηρύσσεται ο υπέρτατος κανόνας.
Κι αν ενδιαφέρει ο τρόπος που χρησιμοποιείται η γλώσσα από την κυρίαρχη εξουσία είναι γιατί ένα μέρος της δραστηριότητάς της ασκείται μ’ αυτήν. Κι είναι ο κυρίαρχος λόγος που σ’ ένα μεγάλο μέρος εξασφαλίζει τη συναίνεση σε διαμορφούμενες προς όφελός της αστικής τάξης καταστάσεις. Καταστάσεις που προωθούνται με μια πρακτική σταδιακής αποδοχής, με την αποσιώπηση ή εξωραϊσμό ταξικών συμφερόντων και αντιπαραθέσεων. Κι έτσι να ελέγχονται στο επίπεδο των πολιτικών προσανατολισμών και της προοπτικής οι  ταξικές διεκδικήσεις των λαϊκών κινητοποιήσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ