«Ο Μαύρος Αρχηγός»
Με αφορμή τον τελικό του
Champions League και τα όσα έγιναν εκεί το περασμένο Σάββατο βρήκα την
ευκαιρία να αναδημοσιεύσω ένα καταπληκτικό άρθρο που μου έστειλε ένας
καλός φίλος κι είχε δημοσιευτεί το 2010.
Το θέμα που πραγματεύεται έχει σχέση με τους αληθινούς θρύλους του ποδοσφαίρου κι όχι με τους σύγχρονους εκατομμυριούχους – μοντελάκια, που μπορεί να κλωτσάνε όμορφα την μπάλα ή να βάζουν πολλά γκολ, αλλά όταν η πίεση είναι μεγάλη είτε καταρρέουν είτε κρύβονται!
Ποδοσφαιριστές που με την (όχι μόνο ποδοσφαιρική) στάση τους έμειναν στην ιστορία πραγματικά αθάνατοι!
Γιατί το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο χορηγοί, ίματζ, χρήμα, φήμη και μαφία. Το ποδόσφαιρο είναι, πρώτα και πάνω από όλα, καρδιά!
Αυτή ξέρουν να εκτιμούν οι φίλαθλοι… κι αυτή είναι που απαιτείται για να έρθει τελικά η επιτυχία.
* * *
Το 1953 η Πενιαρόλ από την
Ουρουγουάη γίνεται η πρώτη ομάδα που αποφασίζει να διαφημίσει στη φανέλα
της μια εταιρεία, πολλά χρόνια πριν οι Ευρωπαίοι μυριστούν ότι υπάρχει
χρήμα στον τομέα του ποδοσφαίρου.
Η
διοίκηση κλείνει τη συμφωνία και οι παίκτες της Πενιαρόλ εμφανίζονται
στον αγωνιστικό χώρο με το όνομα του χορηγού τυπωμένο στις μπλούζες
τους.
Όλοι εκτός από τον αρχηγό, που μπαίνει στο γήπεδο φορώντας την κλασσική, παραδοσιακή φανέλα της ομάδας.
Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται σε όλα τα παιχνίδια της χρονιάς. Όταν τον ρωτάνε γιατί το κάνει αυτό, απαντάει:
«Στο παρελθόν εμάς τους μαύρους (σ.σ. ήταν μαυριδερός με ρίζες από την Αφρική, την Ισπανία αλλά και την Ελλάδα) μας τραβούσαν από ένα χαλκά που μας είχαν περασμένο στην μύτη. Οι καιροί αυτοί έχουν περάσει πλέον.»
Λίγα χρόνια πριν, το 1945, μετά
από μια σημαντική νίκη επί της Αργεντίνικης Ρίβερ Πλέϊτ, ο πρόεδρος της
Πενιαρόλ υπόσχεται σε όλους τους παίκτες πριμ 250 πέσος και στον αρχηγό
της ομάδας πριμ 500 πέσος.
Ο αρχηγός όμως αντιδρά!
«Δεν έπαιξα περισσότερο ή λιγότερο από οποιονδήποτε άλλον. Αν πιστεύεις ότι αξίζω 500 πέσος, δώσε σε όλους 500. Αν οι υπόλοιποι αξίζουν 250, τότε κι εγώ αξίζω τόσα.»
Το αποτέλεσμα; Όλοι οι παίκτες πήραν από 500 πέσος.
Ο αντιρρησίας αρχηγός της Πενιαρόλ είναι ο Ομπντούλιο Βαρέλα.
Ένα ασθματικό παιδί χωρισμένων γονιών
από μια φτωχή συνοικία, που αντί να πηγαίνει σχολείο πουλούσε εφημερίδες
για να βοηθήσει την οικογένεια του, το οποίο έγινε ο αρχηγός και ηγέτης της εθνικής Ουρουγουάης.
Ο παίκτης που βγήκε μπροστά με
κίνδυνο την καριέρα του στην πρώτη απεργία των Ουρουγουανών παικτών που
ζητούσαν βασικά εργασιακά δικαιώματα (σε μια εποχή που οι διοικήσεις έκαναν ό,τι γούσταραν και οι παίκτες δεν είχαν λόγο ούτε καν για τις μεταγραφές τους), άντεξε
όλες τις λεκτικές επιθέσεις και απειλές των υπευθύνων της Ομοσπονδίας
και αναγκάστηκε να δουλέψει σε οικοδομή για να επιβιώσει, όσο διάστημα συνεχιζόταν η απεργία.
Ο μεγαλύτερος μάγκας που εμφανίστηκε ποτέ στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο
Ο άνθρωπος που σύμφωνα με τις
αμέτρητες ιστορίες – μύθους των Ουρουγουανών κέρδισε σχεδόν μόνος του
τον θρυλικό τελικό του Μουντιάλ του 1950 μέσα στο κατάμεστο Μαρακανά.
- Με τους ενθαρρυντικούς μονολόγους του στα αποδυτήρια:
«Όλοι αυτοί στην κερκίδα είναι σαν να είναι ξύλινοι, δεν παίζουν στο χόρτο»,
ήταν πάνω – κάτω μια από τις πιο ιστορικές ατάκες που χρησιμοποίησε για να εμψυχώσει τους τρομοκρατημένους συμπαίκτες του πριν βγουν να παίξουν μπροστά στο μεγαλύτερο κοινό που έχει παρακολουθήσει ποτέ ποδοσφαιρικό αγώνα.
- Με την κατάλληλη ψυχολογική προετοιμασία των υπολοίπων πριν το ματς, που περιλάμβανε κατούρημα πάνω σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων που αποκαλούσαν, πρόωρα, τη Βραζιλία:
«Νέα πρωταθλήτρια».
- Με τη μεγαλειώδη εμφάνιση του στο χόρτο, ειδικά στο δεύτερο ημίχρονο, και με την πανέξυπνη τεχνητή διακοπή που προκάλεσε μετά το 1-0, πήρε τη μπάλα, πήγε στον Άγγλο διαιτητή να διαμαρτυρηθεί για οφσάιντ και απαίτησε μέχρι και μεταφραστή για να συνεννοηθεί μαζί του.
[…] Μετά από μερικά λεπτά διαβουλεύσεων και λογομαχιών και αφού ο ενθουσιασμός όλων είχε καταλαγιάσει και οι κερκίδες είχαν ηρεμήσει προσπαθώντας να συνειδητοποιήσουν γιατί όλος αυτός ο εκνευρισμός που χαλάει το πάρτι, ο Βαρέλα άφησε επιτέλους τη μπάλα από τα χέρια του και γυρνώντας προς τους συμπαίκτες του, σε μια από τις μεγαλύτερες μικρές στιγμές στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου (πιθανόν και τη μεγαλύτερη), φώναξε: «Ωραία, τώρα πάμε να κερδίσουμε»!
Έδωσε έτσι τον απαραίτητα χρόνο
στους συμπαίκτες του να συνέλθουν από το σοκ ενώ ταυτόχρονα πάγωσε πολύ
γρήγορα τις έξαλλες κραυγές 200.000 Βραζιλιάνων που μέχρι τότε
πανηγύριζαν.
Τα όσα ακολούθησαν τα ξέρει σχεδόν όλος ο πλανήτης κι ας διαδραματίστηκαν 68 χρόνια πριν…
Ο Ομπντούλιο Βαρέλα άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Αυγούστου του 1996, λίγους μόλις μήνες μετά το θάνατο της γυναίκας του.
Παρά το γεγονός ότι παραμένει μέχρι και σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους θρύλους της Ουρουγουάης, πέθανε πάμφτωχος έχοντας κερδίσει από το ποδόσφαιρο μόνο το πριμ για την κατάκτηση εκείνου του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Ούτε καν το χρυσό μετάλλιο δεν πήρε, καθώς η ομοσπονδία της χώρας τα κράτησε γι’ αυτήν, δίνοντας στους παίκτες ασημένια αντίγραφα!
Ένα ποσό που έφτανε ίσα – ίσα για να αγοράσει ένα μεταχειρισμένο Ford του 1931. Κι αυτό του το έκλεψαν μέσα σε μια εβδομάδα.
Αν και για τα κατορθώματα του
γράφτηκαν βιβλία και αμέτρητα αφιερώματα σε εφημερίδες και περιοδικά ο
ίδιος έζησε την υπόλοιπη ζωή του μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, μαζί με τη γυναίκα του, τα δυο του παιδιά και μερικούς καλούς φίλους.
Δεν εμφανιζόταν σε γιορτές και εκδηλώσεις, δεν έβγαινε σχεδόν ποτέ στην τηλεόραση ή το ράδιο
για να σχολιάσει το σύγχρονο ποδόσφαιρο ή να πει την άποψη του για την
εθνική και δεν απαντούσε στις εκκλήσεις των δημοσιογράφων που του
ζητούσαν να θυμηθεί ιστορίες από το Μουντιάλ της Βραζιλίας.
Ο μόνος λόγος που στο μουσείο
της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Ουρουγουάης υπάρχουν μόνο τα παπούτσια
και η φανέλα που φορούσε στον ιστορικό τελικό στο Μαρακανά είναι γιατί δεν βρέθηκε τρόπος να τοποθετήσουν εκεί τα «κάκαλά» του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου