Ένα κατατοπιστικό απόσπασμα από το άρθρο του Α. Λουκιάνοφ για την
“κομμουνιστική ιδέα περί κράτους”, που περιλαμβάνεται στη συλλογική
έκδοση “κομμουνισμός – ερωτήματα κι απαντήσεις” και διαφωτίζει πολλά
σχετικά ερωτήματα, διαλύοντας παράλληλα μερικά εύκολα και διαδεδομένα
στερεότυπα της δυτικής κοινής γνώμης και των κυρίαρχων ΜΜΕ που την
διαμορφώνουν.
Στο σοσιαλισμό, η διοίκηση της κρατικής εξουσίας δεν περιορίζεται
διόλου στην παραδοσιακή ερμηνεία της -δηλαδή στην κυκλοφορία διαταγμάτων
και στην εξασφάλιση του νόμου και της τάξης. Αυτό που σημαίνει εδώ
κρατική διοίκηση είναι η καθημερινή διαχείριση εκατοντάδων και χιλιάδων
μονάδων στους πλήθος τομείς της κουλτούρας και της Οικονομίας. Σημαίνει
ότι τα κρατικά όργανα παίρνουν καθημερινά αποφάσεις πάνω σ’ ένα πλήθος
μεγάλα και μικρά προβλήματα, χωρίς να παραγνωρίζουν την προσαρμοή όλων
αυτών των προβλημάτων στις ιστορικές, εθνικές κι άλλες ιδιομορφίες και
στα συμφέροντα του πληθυσμού.
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του σοσιαλιστικού κράτους είναι ότι εκατομμύρια άνθρωποι βοηθούν στη διαχείρισή του. Η συμμετοχή τους δεν είναι ούτε σποραδική, ούτε συμβουλευτική, αλλά σταθερή κι αποφασιστική. Και δεν είναι απλά μια κομμουνιστική ιδεολογική επινόηση όλο αυτό, αλλά μια αντικειμενική απαίτηση ενός διοικητικού συστήματος χωρίς ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής.
Στις σοσιαλιστικές χώρες ο λαός εκλέγει εκατομμύρια άξιων αντρών και γυναικών μέσα σ’ ένα πλατιά αναπτυγμένο σύστημα αντιπροσωπευτικών οργάνων της κρατικής εξουσίας. Στην ΕΣΣΔ, λόγου χάρη, υπάρχουν πάνω από 50.000 όργανα εξουσίας, δηλαδή τα διάφορα Σοβιέτ. Αποτελούνται από πάνω από 2.200.000 εκλεγμένους βουλευτές.
Στα σοσιαλιστικά κράτη, οι βουλευτές εκλέγονται από το σύνολο του πληθυσμού, μέσω μυστικής ψηφοφορίας. Ο λαός έχει το δικαίωμα γενικής, ίσης κι άμεσης ψήφου. Στις σοσιαλιστικές χώρες, ο νόμος εξασφαλίζει τη δυνατότητα να συμπεριληφθούν στα ψηφοδέλτια πολύ περισσότεροι υποψήφιοι απ’ όσους τελικά θα εκλεγούν στο όποιο ειδικό συνταγματικό σώμα. Ωστόσο, οι κανόνες κι η πρακτική της διεξαγωγής των εκλογών, ποικίλλουν ανάλογα με τις συνθήκες, τις παραδόσεις και τα έθιμα των διαφορετικών κρατών. Σε μερικά απ’ αυτά, συνταγματικά σώματα με πολλές “εντολές” έχουν καθιερωθεί, σ’ άλλα υπάρχει σύστημα εκλογής βουλευτών και βοηθών βουλευτών, ενώ σε άλλα πάλι οι ψηφοφόροι εκλέγουν μόνο έναν υποψήφιο από τα ονόματα που υπάρχουν στο ψηφοδέλτιο. Αλλά παντού ο βασικός αντικειμενικός σκοπός είναι να εκλεγούν οι καλύτεροι υποψήφιοι, εκπρόσωποι των εργατών, των αγροτών και των διανοούμενων που θα μπορέσουν να εκφράσουν καλύτερα τη θέληση και τα συμφέροντα ολόκληρου του εργαζόμενου λαού.
Ποιος διορίζει όμως τους υποψήφιους για εκλογή και πώς γίνεται η εκλογή τους; Οι υποψήφιοι είναι κατά κανόνα, εκπρόσωποι του δημοκρατικού εκλογικού συνασπισμού -που αποτελείται από Κομμουνιστικά Κόμματα, άλλα κόμματα και δημόσιες οργανώσεις, ή από συνδυασμούς μελών των Κομμονιστικών Κομμάτων και μη μελών του Κόμματος. Δεν είναι απαραίτητο να αποτελούν την πλειοψηφία των αντιπροσώπων τα μέλη των Κομμουνιστικών Κομμάτων: στην ΕΣΣΔ, το 1973, οι Κομμουνιστές αριθμούσαν λιγότερο από το μισό των αντιπροσώπων που εκλέχτηκαν στα Σοβιέτ (44%), ενώ οι υπόλοιποι δεν ήταν μέλη του Κόμματος.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ο βασικός τόνος δίνεται στη γενική αξιολόγηση της προσωπικότητας του κάθε υποψήφιου. Οι υποψήφιοι διορίζονται από τις διάφορες δημόσιες οργανώσεις και τις εργατικές κολλεχτίβες στα βιομηχανικά συγκροτήματα, στα εργοστάσια, στα Ινστιτούτα και στις διάφορες υπηρεσίες. Οι προσωπικές τους ικανότητες σαν άτομα και σαν εργαζόμενοι, τα προτερήματα και τα μειονεκτήματά τους συζητιούνται σε δημόσιες συγκεντρώσιες. Λόγου χάρη στα 1973 κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής εκστρατείας για τα τοπικά Σοβιέτ, πάνω από 400 εγγεγραμμένοι υποψήφιοι διαγράφηκαν από τα ψηφοδέλτια που εκτέθηκαν στην προτίμηση του λαού. Ακόμη σε 80 σώματα οι υποψήφιοι δε συγκέντρωσαν την απαιτούμενη πλειοψηφία κι έτσι δεν εκλέχτηκαν.
Ποιο είδος όμως αντιπροσώπων του θέλει ο λαός; Στην ΕΣΣΔ, κατά τις εκλογές του 1973 για τα τοπικά Σοβιέτ, οι εργάτες αποτελούσαν το 39,3% των εκλεγμενων αντιπροσώπων, οι κολλεχτιβοποιημένοι αγρότες το 27,9%, οι άνθρωποι που απασχολούνταν στους διάφορους τομείς της Οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων και των δημόσιων υπαλλήλων, το 32,8%. Η τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει πολλούς εκπαιδευτικούς (5,8%) και γιατρούς (3,2%). Υπάρχουν βουλευτές από 100 και πάνω εθνότητες. Πάνω από το 47% των βουλευτών είναι γυναίκες και σχεδόν ένας στους τρεις είναι ηλικίας κάτω των 30 χρόνων.
Το ανώτατο όργανο κρατικής εξουσίας στη Σοβιετική Ένωση, το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ αποτελείται από 1.517 βουλευτές. Περισσότεροι από τους μισούς (498) είναι εργάτες και κολλεχτιβοποιημένοι αγρότες (221). Αν συγκρίνουμε τη σύνθεση των Σοβιετικών οργάνων εξουσίας μ’ αυτή του πρώην Ρωσικού Κράτους, της Δούμας, γίνεται ξεκάθαρο το γιατί μερικοί χωρίς προκαταλήψεις πολιτικοί, και χωρίς κομμουνιστική τοποθέτηση παρόλα αυτά, θεωρούν τα Σοβιέτ σαν έναν πραγματικό δημοκρατικό κι αντιπροσωπευτικό οργανισμό.
Αλλά αυτό που έχει σημασία -εκτός από το ποιοι εκλέγονται σαν βουλευτές- είναι το πώς αποκαθιστούνται οι σχέσεις ανάμεσα στο βουλευτή και στους ψηφοφόρους του μετά την εκλογή. Αυτό, ως ένα μεγάλο βαθμό καθορίζει το αν ή όχι ο βουλευτής ξεχνά το τι υποσχέθηκε στους εκλογείς του, την άλλη μέρα κιόλας των μη σοσιαλιστικών χωρών. Στις σοσιαλιστικές χώρες, ο βουλευτής είναι υποχρεωμένος να διατηρεί στενή επαφή με τους ψηφοφόρους του, με τις κολλεχτίβρες του εργαζόμενου λαού και με τις δημόσιες οργανώσεις που τον διόρισαν υποψήφιο. Ο νόμος λέει ότι ο υποψήφιος είναι υπεύθυνος απέναντι στο εκλογικό του σώμα κι είναι υποχρεωμένος να δίνει απολογισμό των πράξεών του σε αυτούς που τον εξέλεξαν. Το εκλογικό σώμα μπορεί την όποια στιγμή ύστερα από ψηφοφορία να ανακαλέσει ένα βουλευτή αν αυτός ο τελευταίος αποτύχει να ικανοποιήσει την εμπιστοσύνη που του έδειξαν.
Και δεν πρόκειται μόνο για θέμα κανονισμού, αλλά για κάτι που εφαρμόζεται πολύ συχνά στην πράξη. Μόνο μέσα στα τελευταία εννιά χρόνια (1965-1973) οι Σοβιετικοί ψηφοφόροι ανακάλεσαν 3.470 βουλευτές, από τους οποίους οι 11 ήταν μέλη του Ανώτατου Σοβιέτ και περίπου 100 εκπροσώπους στα ανώτατα όργανα εξουσίας των άλλων Δημοκρατιών της Ένωσης. Ο βασικός λόγος για την ενέργεια αυτή ήταν το ότι οι βουλευτές δεν είχαν εκπληρώσει τις προεκλογικές υποσχέσεις τους σύμφωνα με τον τρόπο που ήθελαν οι ψηφοφόροι ή και μια δυσαρέσκεια σχετικά με τις ηθικές κι επαγελματικές ικανότητες του βουλευτή.
Οι βουλευτές μετέχουν στην κρατική διοίκηση ενώ διατηρούν τις κανονικές επαγγελματικές τους θέσες και δεν πληρώνονται για την εκτέλεση των βουλευτικών τους καθηκόντων. Ο σοσιαλισμός όχι μόνο προσελκύει τους παραγωγούς των υλικών και πνευματικών αγαθών στην κυβέρνηση, αλλά ως ένα βαθμό συνδυάζει το νομοθετικό λειτούργημα με το διοικητικό. Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη οι βουλευτές συνδυάζουν το νομοθετικό λειτούργημα της λήψης αποφάσεων, με τον έλεγχο πάνω στον τρόπο που αυτοί οι νόμοι κι οι αποφάσεις εφαρμόζονται στην πράξη. Έτσι ένας βουλευτής πρέπει συνέχεια να φροντίζει ώστε οι αποφάσεις να αντιστοιχούν με τις γρήγορα εναλλασσόμενες απαιτήσεις, συμφέροντα κι ανάγκες των εκλογέων του.
Η κοινωνική κι εθνική σύνθεση των σοσιαλιστικού τύπου οργάνων εκπροσώπησης του λαού απαιτεί τη συμμετοχή όλων των ειδών των εργαζόμενων και τη στενή επαφή των βουλευτών με τους εκλογείς τους και με την καθημερινή ζωή των εργαζόμενων στα εργοστάσια και στα γραφεία, πράγμα που βοηθά τα όργανα της εξουσίας να λειτουργούν σωστά. Κι αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό αν σκεφτούμε ότι η σκοπιά δραστηριότητας του Ανώτατου και των τοπικών Σοβιέτ είναι τεράστια. Μέσα στη δραστηριότητα αυτή βρίσκονται ο εθνικός οικονομικός προγραμματισμός κι ο προϋπολογισμός, η ανάπτυξη της βιομηχανίας και τα οικοδομικά έργα, οι Μεταφορές κι οι Επικοινωνίες, η γεωργία, τα προβλήματα προστασίας του περιβάλλοντος, η οργάνωση των κοινωνικών υπηρεσιών, η Παιδεία, ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, η τήρηση του νόμου και της τάξης. Με δυο λόγια, δεν υπάρχει σχεδόν κανένα πρόβλημα εθνικής ή τοπικής σημασίας που να εκφεύγει της προσοχής των Σοβιέτ.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του σοσιαλιστικού κράτους είναι ότι εκατομμύρια άνθρωποι βοηθούν στη διαχείρισή του. Η συμμετοχή τους δεν είναι ούτε σποραδική, ούτε συμβουλευτική, αλλά σταθερή κι αποφασιστική. Και δεν είναι απλά μια κομμουνιστική ιδεολογική επινόηση όλο αυτό, αλλά μια αντικειμενική απαίτηση ενός διοικητικού συστήματος χωρίς ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής.
Στις σοσιαλιστικές χώρες ο λαός εκλέγει εκατομμύρια άξιων αντρών και γυναικών μέσα σ’ ένα πλατιά αναπτυγμένο σύστημα αντιπροσωπευτικών οργάνων της κρατικής εξουσίας. Στην ΕΣΣΔ, λόγου χάρη, υπάρχουν πάνω από 50.000 όργανα εξουσίας, δηλαδή τα διάφορα Σοβιέτ. Αποτελούνται από πάνω από 2.200.000 εκλεγμένους βουλευτές.
Στα σοσιαλιστικά κράτη, οι βουλευτές εκλέγονται από το σύνολο του πληθυσμού, μέσω μυστικής ψηφοφορίας. Ο λαός έχει το δικαίωμα γενικής, ίσης κι άμεσης ψήφου. Στις σοσιαλιστικές χώρες, ο νόμος εξασφαλίζει τη δυνατότητα να συμπεριληφθούν στα ψηφοδέλτια πολύ περισσότεροι υποψήφιοι απ’ όσους τελικά θα εκλεγούν στο όποιο ειδικό συνταγματικό σώμα. Ωστόσο, οι κανόνες κι η πρακτική της διεξαγωγής των εκλογών, ποικίλλουν ανάλογα με τις συνθήκες, τις παραδόσεις και τα έθιμα των διαφορετικών κρατών. Σε μερικά απ’ αυτά, συνταγματικά σώματα με πολλές “εντολές” έχουν καθιερωθεί, σ’ άλλα υπάρχει σύστημα εκλογής βουλευτών και βοηθών βουλευτών, ενώ σε άλλα πάλι οι ψηφοφόροι εκλέγουν μόνο έναν υποψήφιο από τα ονόματα που υπάρχουν στο ψηφοδέλτιο. Αλλά παντού ο βασικός αντικειμενικός σκοπός είναι να εκλεγούν οι καλύτεροι υποψήφιοι, εκπρόσωποι των εργατών, των αγροτών και των διανοούμενων που θα μπορέσουν να εκφράσουν καλύτερα τη θέληση και τα συμφέροντα ολόκληρου του εργαζόμενου λαού.
Ποιος διορίζει όμως τους υποψήφιους για εκλογή και πώς γίνεται η εκλογή τους; Οι υποψήφιοι είναι κατά κανόνα, εκπρόσωποι του δημοκρατικού εκλογικού συνασπισμού -που αποτελείται από Κομμουνιστικά Κόμματα, άλλα κόμματα και δημόσιες οργανώσεις, ή από συνδυασμούς μελών των Κομμονιστικών Κομμάτων και μη μελών του Κόμματος. Δεν είναι απαραίτητο να αποτελούν την πλειοψηφία των αντιπροσώπων τα μέλη των Κομμουνιστικών Κομμάτων: στην ΕΣΣΔ, το 1973, οι Κομμουνιστές αριθμούσαν λιγότερο από το μισό των αντιπροσώπων που εκλέχτηκαν στα Σοβιέτ (44%), ενώ οι υπόλοιποι δεν ήταν μέλη του Κόμματος.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ο βασικός τόνος δίνεται στη γενική αξιολόγηση της προσωπικότητας του κάθε υποψήφιου. Οι υποψήφιοι διορίζονται από τις διάφορες δημόσιες οργανώσεις και τις εργατικές κολλεχτίβες στα βιομηχανικά συγκροτήματα, στα εργοστάσια, στα Ινστιτούτα και στις διάφορες υπηρεσίες. Οι προσωπικές τους ικανότητες σαν άτομα και σαν εργαζόμενοι, τα προτερήματα και τα μειονεκτήματά τους συζητιούνται σε δημόσιες συγκεντρώσιες. Λόγου χάρη στα 1973 κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής εκστρατείας για τα τοπικά Σοβιέτ, πάνω από 400 εγγεγραμμένοι υποψήφιοι διαγράφηκαν από τα ψηφοδέλτια που εκτέθηκαν στην προτίμηση του λαού. Ακόμη σε 80 σώματα οι υποψήφιοι δε συγκέντρωσαν την απαιτούμενη πλειοψηφία κι έτσι δεν εκλέχτηκαν.
Ποιο είδος όμως αντιπροσώπων του θέλει ο λαός; Στην ΕΣΣΔ, κατά τις εκλογές του 1973 για τα τοπικά Σοβιέτ, οι εργάτες αποτελούσαν το 39,3% των εκλεγμενων αντιπροσώπων, οι κολλεχτιβοποιημένοι αγρότες το 27,9%, οι άνθρωποι που απασχολούνταν στους διάφορους τομείς της Οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων και των δημόσιων υπαλλήλων, το 32,8%. Η τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει πολλούς εκπαιδευτικούς (5,8%) και γιατρούς (3,2%). Υπάρχουν βουλευτές από 100 και πάνω εθνότητες. Πάνω από το 47% των βουλευτών είναι γυναίκες και σχεδόν ένας στους τρεις είναι ηλικίας κάτω των 30 χρόνων.
Το ανώτατο όργανο κρατικής εξουσίας στη Σοβιετική Ένωση, το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ αποτελείται από 1.517 βουλευτές. Περισσότεροι από τους μισούς (498) είναι εργάτες και κολλεχτιβοποιημένοι αγρότες (221). Αν συγκρίνουμε τη σύνθεση των Σοβιετικών οργάνων εξουσίας μ’ αυτή του πρώην Ρωσικού Κράτους, της Δούμας, γίνεται ξεκάθαρο το γιατί μερικοί χωρίς προκαταλήψεις πολιτικοί, και χωρίς κομμουνιστική τοποθέτηση παρόλα αυτά, θεωρούν τα Σοβιέτ σαν έναν πραγματικό δημοκρατικό κι αντιπροσωπευτικό οργανισμό.
Αλλά αυτό που έχει σημασία -εκτός από το ποιοι εκλέγονται σαν βουλευτές- είναι το πώς αποκαθιστούνται οι σχέσεις ανάμεσα στο βουλευτή και στους ψηφοφόρους του μετά την εκλογή. Αυτό, ως ένα μεγάλο βαθμό καθορίζει το αν ή όχι ο βουλευτής ξεχνά το τι υποσχέθηκε στους εκλογείς του, την άλλη μέρα κιόλας των μη σοσιαλιστικών χωρών. Στις σοσιαλιστικές χώρες, ο βουλευτής είναι υποχρεωμένος να διατηρεί στενή επαφή με τους ψηφοφόρους του, με τις κολλεχτίβρες του εργαζόμενου λαού και με τις δημόσιες οργανώσεις που τον διόρισαν υποψήφιο. Ο νόμος λέει ότι ο υποψήφιος είναι υπεύθυνος απέναντι στο εκλογικό του σώμα κι είναι υποχρεωμένος να δίνει απολογισμό των πράξεών του σε αυτούς που τον εξέλεξαν. Το εκλογικό σώμα μπορεί την όποια στιγμή ύστερα από ψηφοφορία να ανακαλέσει ένα βουλευτή αν αυτός ο τελευταίος αποτύχει να ικανοποιήσει την εμπιστοσύνη που του έδειξαν.
Και δεν πρόκειται μόνο για θέμα κανονισμού, αλλά για κάτι που εφαρμόζεται πολύ συχνά στην πράξη. Μόνο μέσα στα τελευταία εννιά χρόνια (1965-1973) οι Σοβιετικοί ψηφοφόροι ανακάλεσαν 3.470 βουλευτές, από τους οποίους οι 11 ήταν μέλη του Ανώτατου Σοβιέτ και περίπου 100 εκπροσώπους στα ανώτατα όργανα εξουσίας των άλλων Δημοκρατιών της Ένωσης. Ο βασικός λόγος για την ενέργεια αυτή ήταν το ότι οι βουλευτές δεν είχαν εκπληρώσει τις προεκλογικές υποσχέσεις τους σύμφωνα με τον τρόπο που ήθελαν οι ψηφοφόροι ή και μια δυσαρέσκεια σχετικά με τις ηθικές κι επαγελματικές ικανότητες του βουλευτή.
Οι βουλευτές μετέχουν στην κρατική διοίκηση ενώ διατηρούν τις κανονικές επαγγελματικές τους θέσες και δεν πληρώνονται για την εκτέλεση των βουλευτικών τους καθηκόντων. Ο σοσιαλισμός όχι μόνο προσελκύει τους παραγωγούς των υλικών και πνευματικών αγαθών στην κυβέρνηση, αλλά ως ένα βαθμό συνδυάζει το νομοθετικό λειτούργημα με το διοικητικό. Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη οι βουλευτές συνδυάζουν το νομοθετικό λειτούργημα της λήψης αποφάσεων, με τον έλεγχο πάνω στον τρόπο που αυτοί οι νόμοι κι οι αποφάσεις εφαρμόζονται στην πράξη. Έτσι ένας βουλευτής πρέπει συνέχεια να φροντίζει ώστε οι αποφάσεις να αντιστοιχούν με τις γρήγορα εναλλασσόμενες απαιτήσεις, συμφέροντα κι ανάγκες των εκλογέων του.
Η κοινωνική κι εθνική σύνθεση των σοσιαλιστικού τύπου οργάνων εκπροσώπησης του λαού απαιτεί τη συμμετοχή όλων των ειδών των εργαζόμενων και τη στενή επαφή των βουλευτών με τους εκλογείς τους και με την καθημερινή ζωή των εργαζόμενων στα εργοστάσια και στα γραφεία, πράγμα που βοηθά τα όργανα της εξουσίας να λειτουργούν σωστά. Κι αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό αν σκεφτούμε ότι η σκοπιά δραστηριότητας του Ανώτατου και των τοπικών Σοβιέτ είναι τεράστια. Μέσα στη δραστηριότητα αυτή βρίσκονται ο εθνικός οικονομικός προγραμματισμός κι ο προϋπολογισμός, η ανάπτυξη της βιομηχανίας και τα οικοδομικά έργα, οι Μεταφορές κι οι Επικοινωνίες, η γεωργία, τα προβλήματα προστασίας του περιβάλλοντος, η οργάνωση των κοινωνικών υπηρεσιών, η Παιδεία, ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, η τήρηση του νόμου και της τάξης. Με δυο λόγια, δεν υπάρχει σχεδόν κανένα πρόβλημα εθνικής ή τοπικής σημασίας που να εκφεύγει της προσοχής των Σοβιέτ.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου