Το
«αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο φανερώνει τι πραγματικά σημαίνει για το
λαό η περιβόητη «ανάπτυξη για όλους» που προπαγανδίζει η κυβέρνηση, σε
αντιστοιχία με την εξίσου απατηλή «δίκαιη ανάπτυξη» που αναμασούσε ο
ΣΥΡΙΖΑ.
Κόντρα στην προκλητική προπαγάνδα, που ξεδιάντροπα κάνει λόγο για... «φιλεργατική τομή», το πολυνομοσχέδιο επιβεβαιώνει ότι η στήριξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης προϋποθέτει νέα δώρα για τους επιχειρηματικούς ομίλους, από τη μια, και νέα επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων, στους μισθούς και στη συλλογική δράση, από την άλλη.
Τα μέτρα του νομοσχεδίου, που λύνουν ακόμα περισσότερο τα χέρια του κεφαλαίου με προκλητικά προνόμια για την προσέλκυση επενδύσεων, πάνε «πακέτο» με την άλλη «συνιστώσα» του «ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος»: Τα μέτρα για το πλήρες ξήλωμα των κλαδικών ΣΣΕ, το άνοιγμα του δρόμου για το φακέλωμα των εργαζομένων και τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από την εργοδοσία και το κράτος.
Οι «διευκολύνσεις» υπέρ των επιχειρηματικών ομίλων, στο έδαφος όλων των προηγούμενων «αναπτυξιακών» νόμων, δίνουν και παίρνουν στις διατάξεις του νομοσχεδίου: Διεύρυνση επιχειρηματικών πεδίων μέσα από τον χωροταξικό σχεδιασμό, αδειοδοτήσεις - εξπρές, «απλούστευση διαδικασιών», συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων, και πολλά ακόμα.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι το πλέγμα των «εξαιρέσεων» και των πρόσθετων «προϋποθέσεων», με τις οποίες το νομοσχέδιο ουσιαστικά καταργεί τις κλαδικές Συμβάσεις και καθιστά «πουκάμισο αδειανό» τις ελάχιστες που παραμένουν σε ισχύ, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για παραπέρα συρρίκνωση των κλαδικών μισθών και καθήλωση του μέσου μισθού στα σημερινά άθλια επίπεδα.
Αντίστοιχα, οι διατάξεις για τη λειτουργία των συνδικάτων, όπως και η πρόβλεψη ότι αυτές θα συγκεκριμενοποιούνται με υπουργικές αποφάσεις, ανοίγουν το δρόμο για το ξαναγράψιμο του συνδικαλιστικού νόμου και των καταστατικών των σωματείων, με επιβολή ασφυκτικού ελέγχου από το αστικό κράτος και την εργοδοσία.
Την ώρα που προωθούνται όλα αυτά, αποτελεί διπλή πρόκληση η προσπάθεια του υπουργού Εργασίας, κυβερνητικών στελεχών και ΜΜΕ να παρουσιάσουν ως «τομή υπέρ των εργαζομένων» το πολυνομοσχέδιο, προβάλλοντας ορισμένες αποσπασματικές ρυθμίσεις, που δεν αγγίζουν ούτε το μικρό δαχτυλάκι από το τέρας του αντεργατικού οπλοστασίου, το οποίο ενισχύεται συνεχώς και πάνω του πατάει η εργοδοτική ασυδοσία.
Για παράδειγμα, τη στιγμή που η μερική απασχόληση «απογειώνεται» πάνω στο έδαφος της τεράστιας γκάμας εργαλείων που διαθέτει η εργοδοσία για να γενικεύει την «ευελιξία» και την υποαπασχόληση, αποτελεί τεράστια κοροϊδία να βαφτίζεται «προστασία των εργαζομένων» μια σχετική αύξηση στην πληρωμή της «πρόσθετης εργασίας» για τη μερική απασχόληση. Πόσο μάλλον στις σημερινές συνθήκες της εργασιακής ζούγκλας, όπου οι εργοδοτικοί εκβιασμοί και οι απειλές οργιάζουν, στο έδαφος της αντεργατικής νομοθεσίας και των εμποδίων που βάζει το κράτος στη συλλογική οργάνωση και δράση.
Αντίστοιχα προκλητική είναι η τοποθέτηση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περί «επιστροφής σε βαθιά μνημονιακές εποχές», όταν η κυβέρνησή τους πρόσθεσε στα προηγούμενα μνημόνια ένα ακόμα, με πλήθος βάρβαρων μέτρων, όπως η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, τα νέα πλήγματα στην κυριακάτικη αργία κ.ά. Ακόμα και το πλήρες ξήλωμα των κλαδικών συμβάσεων προωθείται σήμερα από τη ΝΔ με την επίκληση του πορίσματος της «Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων» που είχε στήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ!
Απέναντι στην ενιαία αντεργατική επίθεση του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του δεν χωρά καμιά αναμονή, καμιά αυταπάτη για τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Τώρα είναι η ώρα για την οργάνωση μαχητικής απάντησης! Με πλατιά ενημέρωση των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, με τα συλλαλητήρια του ΠΑΜΕ στις 17/9, με απεργιακή κινητοποίηση, στέλνουμε αποφασιστικό μήνυμα: Δεν θυσιάζουμε τα δικαιώματά μας στο βωμό των κερδών του κεφαλαίου - Διεκδικούμε σύγχρονους όρους δουλειάς και αμοιβής!
Κόντρα στην προκλητική προπαγάνδα, που ξεδιάντροπα κάνει λόγο για... «φιλεργατική τομή», το πολυνομοσχέδιο επιβεβαιώνει ότι η στήριξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης προϋποθέτει νέα δώρα για τους επιχειρηματικούς ομίλους, από τη μια, και νέα επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων, στους μισθούς και στη συλλογική δράση, από την άλλη.
Τα μέτρα του νομοσχεδίου, που λύνουν ακόμα περισσότερο τα χέρια του κεφαλαίου με προκλητικά προνόμια για την προσέλκυση επενδύσεων, πάνε «πακέτο» με την άλλη «συνιστώσα» του «ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος»: Τα μέτρα για το πλήρες ξήλωμα των κλαδικών ΣΣΕ, το άνοιγμα του δρόμου για το φακέλωμα των εργαζομένων και τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από την εργοδοσία και το κράτος.
Οι «διευκολύνσεις» υπέρ των επιχειρηματικών ομίλων, στο έδαφος όλων των προηγούμενων «αναπτυξιακών» νόμων, δίνουν και παίρνουν στις διατάξεις του νομοσχεδίου: Διεύρυνση επιχειρηματικών πεδίων μέσα από τον χωροταξικό σχεδιασμό, αδειοδοτήσεις - εξπρές, «απλούστευση διαδικασιών», συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων, και πολλά ακόμα.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι το πλέγμα των «εξαιρέσεων» και των πρόσθετων «προϋποθέσεων», με τις οποίες το νομοσχέδιο ουσιαστικά καταργεί τις κλαδικές Συμβάσεις και καθιστά «πουκάμισο αδειανό» τις ελάχιστες που παραμένουν σε ισχύ, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για παραπέρα συρρίκνωση των κλαδικών μισθών και καθήλωση του μέσου μισθού στα σημερινά άθλια επίπεδα.
Αντίστοιχα, οι διατάξεις για τη λειτουργία των συνδικάτων, όπως και η πρόβλεψη ότι αυτές θα συγκεκριμενοποιούνται με υπουργικές αποφάσεις, ανοίγουν το δρόμο για το ξαναγράψιμο του συνδικαλιστικού νόμου και των καταστατικών των σωματείων, με επιβολή ασφυκτικού ελέγχου από το αστικό κράτος και την εργοδοσία.
Την ώρα που προωθούνται όλα αυτά, αποτελεί διπλή πρόκληση η προσπάθεια του υπουργού Εργασίας, κυβερνητικών στελεχών και ΜΜΕ να παρουσιάσουν ως «τομή υπέρ των εργαζομένων» το πολυνομοσχέδιο, προβάλλοντας ορισμένες αποσπασματικές ρυθμίσεις, που δεν αγγίζουν ούτε το μικρό δαχτυλάκι από το τέρας του αντεργατικού οπλοστασίου, το οποίο ενισχύεται συνεχώς και πάνω του πατάει η εργοδοτική ασυδοσία.
Για παράδειγμα, τη στιγμή που η μερική απασχόληση «απογειώνεται» πάνω στο έδαφος της τεράστιας γκάμας εργαλείων που διαθέτει η εργοδοσία για να γενικεύει την «ευελιξία» και την υποαπασχόληση, αποτελεί τεράστια κοροϊδία να βαφτίζεται «προστασία των εργαζομένων» μια σχετική αύξηση στην πληρωμή της «πρόσθετης εργασίας» για τη μερική απασχόληση. Πόσο μάλλον στις σημερινές συνθήκες της εργασιακής ζούγκλας, όπου οι εργοδοτικοί εκβιασμοί και οι απειλές οργιάζουν, στο έδαφος της αντεργατικής νομοθεσίας και των εμποδίων που βάζει το κράτος στη συλλογική οργάνωση και δράση.
Αντίστοιχα προκλητική είναι η τοποθέτηση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περί «επιστροφής σε βαθιά μνημονιακές εποχές», όταν η κυβέρνησή τους πρόσθεσε στα προηγούμενα μνημόνια ένα ακόμα, με πλήθος βάρβαρων μέτρων, όπως η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, τα νέα πλήγματα στην κυριακάτικη αργία κ.ά. Ακόμα και το πλήρες ξήλωμα των κλαδικών συμβάσεων προωθείται σήμερα από τη ΝΔ με την επίκληση του πορίσματος της «Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων» που είχε στήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ!
Απέναντι στην ενιαία αντεργατική επίθεση του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του δεν χωρά καμιά αναμονή, καμιά αυταπάτη για τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Τώρα είναι η ώρα για την οργάνωση μαχητικής απάντησης! Με πλατιά ενημέρωση των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, με τα συλλαλητήρια του ΠΑΜΕ στις 17/9, με απεργιακή κινητοποίηση, στέλνουμε αποφασιστικό μήνυμα: Δεν θυσιάζουμε τα δικαιώματά μας στο βωμό των κερδών του κεφαλαίου - Διεκδικούμε σύγχρονους όρους δουλειάς και αμοιβής!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου