Νέες, αναβαθμισμένες αποστολές μετά την ανατροπή Μιλόσεβιτς και τον πλήρη διαμελισμό της χώρας
Στις
24 Σεπτέμβρη 2000, περίπου έναν χρόνο μετά την ολοκλήρωση των
δολοφονικών βομβαρδισμών των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στη Γιουγκοσλαβία, οι
πρόωρες προεδρικές εκλογές στη χώρα σημείωσαν ένα από τα μεγαλύτερα
ποσοστά συμμετοχής, 72%.
Ακολούθησε
πολιτική κρίση, καθώς ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης δεν δέχτηκε το
αποτέλεσμα, με βάση το οποίο θα έπρεπε να ακολουθήσει και δεύτερος
γύρος, υποστηρίζοντας πως ο υποψήφιός της, Βόισλαβ Κοστούνιτσα, έλαβε την απόλυτη πλειοψηφία, πάνω από το 50,01% των ψήφων.
Η κρίση κορυφώθηκε με τη λεγόμενη «επανάσταση της Μπουλντόζας»,
στις 5 Οκτώβρη, όταν ο Πρόεδρος Μιλόσεβιτς παραιτήθηκε μετά από
επεισοδιακές διαδηλώσεις και την εισβολή διαδηλωτών στο Κοινοβούλιο.
Βασικός ενορχηστρωτής της εκστρατείας ενάντια στον Μιλόσεβιτς ήταν το «κίνημα» «Otpor!» (Αντίσταση!), που συστάθηκε τον Οκτώβρη του 1998 από φοιτητές του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου, με σκοπό την ανατροπή του. Βασική αρχή του «Otpor!» ήταν η «μη βίαιη πάλη» και κεντρικό πολιτικό σύνθημα το «Gotov je» («Εχει τελειώσει»).
Τα κόμματα του συνασπισμού με ηγέτη τον Κοστούνιτσα και κυρίως το «Otpor!» ενισχύθηκαν συνολικά, σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Washington Post», από το 1999 με 41 εκατ. δολάρια από τις ΗΠΑ, γεγονός που επιβεβαίωσε δημόσια και η αμερικανική κυβέρνηση.1
Ο συνασπισμός κομμάτων συγκροτήθηκε τον Οκτώβρη του ίδιου έτους σε συνέδριο που διοργάνωσε στη Βουδαπέστη το National Democratic Institute (NDI), οργάνωση του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και ένας εκ των τεσσάρων βασικών πυλώνων της National Endowment for Democracy (NED). Εκεί
συμμετείχαν ακτιβιστές και στελέχη κομμάτων της αντιπολίτευσης, που
συμφώνησαν στη σύσταση του πολιτικού συνασπισμού με ηγέτη τον
Κοστούνιτσα.
Μετά την «επιτυχία» αυτή του «Otpor!», τα δυο ηγετικά στελέχη του, Σρτζα Πόποβιτς και Σλόμπονταν Ντζίνοβιτς, ακολούθησαν
διαφορετικές πορείες, με τον πρώτο να εκλέγεται το 2001 βουλευτής με το
σοσιαλδημοκρατικό Δημοκρατικό Κόμμα και τον δεύτερο να ιδρύει στο
Βελιγράδι την εταιρεία τηλεπικοινωνιών «Mediaworks».
Στη
συνέχεια, το «κίνημα» επιχείρησε να μετεξελιχθεί σε πολιτικό κόμμα,
συμμετέχοντας στις εκλογές του 2003 στη Σερβία, χωρίς όμως να καταγράψει
κάποια αξιόλογη επίδοση (πήρε μόλις το 1,6% των ψήφων). Ενας σοβαρός
παράγοντας για το «ξεφούσκωμά» του ήταν τα δημοσιεύματα που συνέδεσαν το
«κίνημα» με την αμερικανική χρηματοδότηση σε κόμματα και οργανώσεις της
Γιουγκοσλαβίας την περίοδο 1992-2000.
Η NED έθεσε το «Otpor!»
στην επετειακή ετήσια έκθεση απολογισμού της για τα 20 χρόνια δράσης με
υπερηφάνεια δίπλα στα υπόλοιπα «κινήματα» που οργάνωσε ή στήριξε στην
ιστορία της όπου Γης, για την ανατροπή καθεστώτων και κυβερνήσεων που
δεν «συντονίζονταν» με την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ανάμεσα σε αυτά
και η γνωστή «Αλληλεγγύη» του Λεχ Βαλέσα.
Μια βιομηχανία εξαγωγής «κυβερνητικών αλλαγών»
Η συσσωρευμένη τεχνογνωσία δεκαετιών που απέκτησαν από τις ΗΠΑ μέσω της NED οι Σέρβοι του «Otpor!», δεν πήγε στράφι την περίοδο που ακολούθησε.
Ετσι, στα τέλη του 2003, ο Πόποβιτς μαζί με τον πρώην συνεργάτη του στο «Otpor!», Ιβάν Μάροβιτς, δημιούργησαν στο Βελιγράδι το «Κέντρο Εφαρμοσμένης Μη βίαιης Δράσης και Στρατηγικής» (Center for Applied Nonviolent Action and Strategies - CANVAS). Βασικά στελέχη αυτού του «κέντρου εκπαίδευσης πολιτικών ακτιβιστών» είναι άλλοι δύο πρώην πρωταγωνιστές του «Otpor!», ο προαναφερθείς Τζίνοβιτς και ο Σίνισα Σίκμαν.
Η
δραστηριότητά τους δεν αποτελεί μυστικό. Οι παραπάνω «εκπαιδευτές»
έχουν δώσει κατά καιρούς πολυάριθμες συνεντεύξεις για το πώς εκπαιδεύουν
τους οργανωτές «κινημάτων» «υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της
δημοκρατίας». Σύμφωνα με τους ίδιους, έχουν εκπαιδεύσει «πολιτικούς
ακτιβιστές» σε περίπου 50 χώρες, σημειώνοντας ιδιαίτερη «επιτυχία»:
- Το 2003 στη Γεωργία, όπου το «κίνημα» «Kmara!» («Αρκετά») πυροδότησε τη λεγόμενη «επανάσταση των Ρόδων», που αντικατέστησε τον Πρόεδρο Σεβαρντνάτζε.
- Το 2004 στην Ουκρανία, το αντίστοιχο «Pora!» («Ηρθε η ώρα») αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη της «Πορτοκαλί επανάστασης».
- Στον Λίβανο, επίσης, οι «μαθητές» του CANVAS έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην «επανάσταση των Κέδρων».
- Το 2007 στην Αίγυπτο, της «Αραβικής άνοιξης», η ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ «χρεώθηκε» μεταξύ άλλων και στο «Κίνημα της 6ης Απριλίου», του οποίου κύρια μέλη, όπως ο Mohamed Adel, παρακολούθησαν τα «μαθήματα» του CANVAS στο Βελιγράδι.2
Σήμερα, το CANVAS διατηρεί δραστηριότητα σε Βιρμανία, Βενεζουέλα, Ζιμπάμπουε, Σουαζιλάνδη, Συρία, Σουδάν, Αίγυπτο, Σομαλιλάνδη, Τυνησία και Λευκορωσία, αλλά και στο Ιράν, όπου
όμως το λεγόμενο «Πράσινο Κίνημα» για την «αποκατάσταση της
Δημοκρατίας» το 2009 δεν κατάφερε να πετύχει την ανατροπή του
Αχμαντινετζάντ.
Η μετεξέλιξη σε ...ακαδημία «μη βίαιων» κινημάτων
Από το 2008, το CANVAS συνεργάζεται με το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες με διάφορα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, όπως το Columbia, η Νομική Σχολή του Χάρβαρντ και πολλά άλλα.
Στην
ιστοσελίδα του «κέντρου εκπαίδευσης» μπορεί κανείς να βρει πολυάριθμα
άρθρα και συνεντεύξεις των «εκπαιδευτών», ακόμα και τα εγχειρίδια
εκπαίδευσης των «ακτιβιστών» που οργάνωσαν και οργανώνουν τις διάφορες
«χρωματιστές επαναστάσεις».
Κάποια από αυτά είναι μεταφρασμένα σε μέχρι και 19 γλώσσες, όπως το «50 κρίσιμα σημεία της μη βίαιης πάλης» και το «Εγχειρίδιο δουλειάς με ακτιβιστές», το οποίο αποτελεί τη συμπυκνωμένη έκδοση του βασικού εγχειριδίου διδασκαλίας τους, τον «Οδηγό για την αποτελεσματική μη βίαιη πάλη».
Θεωρητική βάση των επεξεργασιών και «μαθημάτων» του CANVAS αποτελεί το «Εγχειρίδιο για τη Μη Βίαιη Αντίσταση» του
Τζιν Σαρπ, ιδρυτή του αμερικανικού Ιδρύματος «Albert Einstein».Η
πρακτική της «μη βίαιης αντίστασης» συνίσταται στην επίτευξη
κοινωνικοπολιτικών στόχων μέσω συμβολικών διαμαρτυριών, άρνησης για
συνεργασία σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, κοινωνικής ανυπακοής και
άλλων μεθόδων χωρίς τη χρήση φυσικής βίας.
Ο
Τζιν Σαρπ έχει προσδιορίσει 198 μεθόδους «μη βίαιης» αντίστασης που
μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την άμυνα, όπως τονίζεται, μιας χώρας από
επεμβάσεις, δικτατορίες ή και την αμφισβήτηση κοινωνικών συστημάτων.
Μερικά
απ' αυτά είναι απεργίες πείνας, παράλυση των μέσων συγκοινωνιών,
κοινωνική ανυπακοή, δημοσίευση παράνομων εφημερίδων, ανυπακοή φοιτητική,
διαδηλώσεις παιδιών, μεμονωμένες και μαζικές παραιτήσεις.
Σε
άρθρο του, το περιοδικό «Foreign Policy» μετέφερε τη συζήτηση με τον
Μάροβιτς, ο οποίος είχε πάψει τότε να δουλεύει ως εκπαιδευτής του
CANVAS. Μιλώντας για το πόσο «αυθόρμητες» είναι τελικά οι συγκεκριμένες «επαναστάσεις», σχολίασε πως «φαίνεται
πως ο κόσμος απλά κατέβηκε στους δρόμους. Αλλά είναι το αποτέλεσμα
μηνών ή χρόνων προετοιμασίας. Είναι μια πολύ βαρετή δουλειά μέχρι ένα
σημείο, όταν μπορείς πλέον να οργανώνεις μαζικές κινητοποιήσεις ή και
απεργίες. Αν σχεδιαστούν προσεκτικά, από τη στιγμή που αρχίζουν, η
ολοκλήρωσή τους είναι ζήτημα βδομάδων».3
Ταχύρρυθμα σεμινάρια
Η
εκπαίδευση των «ακτιβιστών» αποτελείται από 20 μαθήματα, που διαρκούν
από 6 έως 13 μέρες, είτε στο Βελιγράδι, είτε και σε άλλες χώρες και
χωρίζεται σε 3 τομείς: Θεωρία, Στρατηγική και Πρακτικές.
Περιλαμβάνουν
όλα τα «καίρια σημεία οργάνωσης ενός κινήματος», από γενικές
κατευθύνσεις, όπως τον στρατηγικό σχεδιασμό και τις αρχικές δράσεις,
ζητήματα διαχείρισης ανθρώπινων και υλικών πόρων, τρόπους ανεύρεσης
χρηματοδότησης, μέχρι και συγκεκριμένες οδηγίες διαχείρισης της
ψυχολογίας των μαζών και αντίδρασης στην αναμενόμενη κρατική καταστολή,
συμβουλές για τον βαθμό μυστικότητας της οργάνωσης και διαμόρφωσης
«κουλτούρας ασφάλειας», τον ρόλο «ξένων υπηκόων» στο κίνημα, μεθόδους
στρατολογίας και εκπαίδευσης μελών καθώς και υποθετικά σενάρια και
ασκήσεις.
Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στο επικοινωνιακό προφίλ των «κινημάτων», τα οποία στοχεύουν σε πρώτο στάδιο κυρίως σε νέους, μαθητές, φοιτητές αλλά και εκπαιδευτικούς.
Τα σύμβολα και οι μέθοδοι που εφαρμόζονται πρέπει να είναι «πιασάρικα», τονίζουν οι εκπαιδευτές του CANVAS. Η ασπρόμαυρη γροθιά που αποτελούσε το σύμβολο του «Otpor!»
χρησιμοποιήθηκε απαράλλαχτη από τους «μαθητευόμενους» σε Αίγυπτο και
Γεωργία ή με διάφορες παραλλαγές της αλλού, όπως στη Βενεζουέλα το 2007.
Αλλο ένα κοινό αποτελεί η χρήση «εναλλακτικών - κωμικών» μορφών, στο πρότυπο που το «Otpor!» χρησιμοποίησε τα σκετς της διάσημης βρετανικής σειράς «Monty Pythons» στη Γιουγκοσλαβία.
«Στόχος των βίαιων μορφών πάλης»,
όπως μεταξύ άλλων οι τρομοκρατικές επιθέσεις και η διενέργεια
συμβατικών πολέμων, αναφέρει το εγχειρίδιό τους, είναι η κατάκτηση της
πολιτικής εξουσίας. «Η
Στρατηγική μη βίαιη πάλη αποτελεί μια αποτελεσματική εναλλακτική των
παραπάνω, με στόχο την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας ή την άρνησή της
σε κάποιον άλλο».
Αυτό
που ο Πόποβιτς και οι συνεργάτες του έμαθαν από την πείρα τους, ήταν
πως τα «κινήματα» που έστησαν ήταν «μίας χρήσης». Οπως γράφουν στο
εγχειρίδιό τους, ο στόχος και τα συνθήματα των «κινημάτων» τους, για να
πετύχουν την αναγκαία αποτελεσματικότητα, χρειάζονται την ενότητα ενός
συνασπισμού κομμάτων και οργανώσεων με έναν κοινό στόχο, «ένα πρόσωπο ή μια συγκεκριμένη πολιτική».
Μετά
την επίτευξη του στόχου τους, την ανατροπή για παράδειγμα ενός Προέδρου
ή μιας κυβέρνησης, τα «κινήματα» αυτά χάνουν τη δυναμική τους σε
σύντομο χρονικό διάστημα.
Πηγή:ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου