Στο πόρταλ λάβαμε την επιστολή ενός νέου εργαζόμενου στο Εμπόριο την οποία και δημοσιεύουμε:
«Όχι πως πριν την πανδημία ήταν καλύτερα τα πράγματα. Όχι πως δεν υπάρχουν σε καθημερινή βάση τα φαινόμενα της εκμετάλλευσης και της πολύ χαμηλά αμειβόμενης δουλειάς, σε σχέση με το υπερκέρδος του εργοδότη. Όχι πως πίσω από τις κλειστές πόρτες που σπάνια περνά η επιθεώρηση εργασίας (υποστελεχωμένη και δυσλειτουργική), η ένταση της εργασίας, το ωράριο της εργασίας, όποτε αυτό απαιτείται, ή μάλλον επιθυμείται, δεν αυξάνονται ραγδαία.
Ωστόσο, την περίοδο του ιού και της καραντίνας, ειδικά για τους νεότερους εργαζόμενους, που δεν προλάβαμε τα σκληρότερα χρόνια της οικονομικής ύφεσης στην αγορά εργασίας, συμβαίνει κάτι πρωτόγνωρο. Σε μια κατάσταση όπως αυτή, όπου η κυβέρνηση δίνει στους εργοδότες όλα τα εφόδια, όλες τις διευκολύνσεις που με λύσσα και λαχτάρα αυτοί ζητούν, όπου πετάνε το καρότο και κρατάνε με κάθε επισημότητα το μαστίγιο, όπου γίνεται η μέγιστη δυνατή προσπάθεια από όλα τα μέσα του συστήματος τα εργασιακά δικαιώματα να ξεχαστούν και να σωπάσουν αυτοί που τα θυμίζουν, είναι δύσκολο να περιγράψει κάποιος την αίσθηση που επικρατεί στους χώρους δουλειάς. Μια φράση έρχεται μόνο στο μυαλό. Μυρίζει αίμα.
Το αίμα του εργαζόμενου, ακόμη και με την κυριολεκτική έννοια της φράσης, αφού τα μέσα υγιεινής και προστασίας δεν παρέχονται, τα απαραίτητα μέτρα δεν τηρούνται, αποτελούν ”κόστος” για την επιχείρηση.
Για πολλούς εργαζόμενους στον κλάδο μας, αυτόν του Εμπορίου, ο όγκος της δουλειάς στις επιχειρήσεις που εργάζονται αυξήθηκε κατακόρυφα. Η ένταση της εργασίας βρέθηκε στα ύψη, ειδικά εκεί που αρκετοί συνάδελφοι κατέληξαν σπίτι, στην αναστολή, να μην ξέρουν τι τους επιφυλάσσει το μέλλον. Περισσότερη δουλειά λοιπόν, με λιγότερο κόστος για τον εργοδότη και οι μηχανές στο φουλ. Ωράρια δεν υπάρχουν για πολλούς. ”Να βγει η δουλειά. Να βοηθήσουμε την επιχείρηση μέσα στην κρίση. Πάει καλά η εταιρεία, θα κρατήσετε τις δουλειές σας”. Αυτά και άλλα πολλά ακούγονται από εργοδότες και διοίκηση. Από κοντά και οι απειλές, αφού η ασυδοσία έχει ξεπεράσει κάθε επίπεδο. Και ο εργαζόμενος μόνος, πνιγμένος στην εργασία και στο φόβο για την υγεία του, τη δουλειά του και για το τι θα ξημερώσει την επόμενη ημέρα για αυτόν και τους ανθρώπους του.
Πολλές οι σκέψεις, αλλά και ένα συμπέρασμα, μια ανάγκη. Δεν πρέπει να είμαστε μόνοι στον χώρο δουλειάς. Δεν πρέπει να πνίγουμε το δίκιο μας, επειδή ”δεν αλλάζει τίποτα”, επειδή ”θα στοχοποιηθούμε”. Δεν πρέπει να δώσουμε άλλο χώρο στην αυθαιρεσία και την εκμετάλλευση. Πρέπει να ξεκινήσει η συζήτηση στους χώρους δουλειάς, για τα προβλήματα, τους περιορισμούς και τις συνθήκες εργασίας. Να τεθούν αιτήματα με βάση τις δικές μας ανάγκες. Τις ανάγκες αυτών που παράγουν τον πλούτο. Μαζί μπορούμε πολλά, φάνηκε μέσα στην πανδημία η πραγματική δύναμη του εργαζόμενου, η σημασία του για την παραγωγή και τη σταθερότητα της κοινωνίας.
Ακόμη, φάνηκε για άλλη μια φορά με τον πιο άγριο τρόπο η επιθυμία των εργοδοτών να μας πατήσουν κάτω, και θα συνεχίσουν να το κάνουν, αν τους αφήσουμε. Καλύτερα δεν μπορεί να ειπωθεί από το πανό που ύψωσαν οι εργαζόμενοι των σούπερ μάρκετ στη Γαλλία στη συγκέντρωσή τους. Τα κέρδη σας, οι νεκροί μας».